Έφεση κατά της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ουγκάντας, που επικύρωσε τον αντί-ΛΟΑΤΚΙ+ νόμο, άσκησαν είκοσι δύο κουήρ ακτιβιστές.
Στις 3 Απριλίου, το Συνταγματικό Δικαστήριο αρνήθηκε να ακυρώσει εξ ολοκλήρου τον αντί-ΛΟΑΤΚΙ+ νόμο, προκαλώντας αντιδράσεις παγκοσμίως.
Το νομοσχέδιο, το οποίο προβλέπει τη θανατική ποινή για αυτό που ονομάζει ως «επιβαρυμένη ομοφυλοφιλία», είχε προσβληθεί στο δικαστήριο από ακτιβιστές που υποστήριζαν ότι παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών στην ισότητα και την αξιοπρέπεια.
«Αρνούμαστε να ακυρώσουμε τον νόμο του 2023 κατά της ομοφυλοφιλίας στο σύνολό του, ούτε θα χορηγήσουμε μόνιμη διαταγή κατά της εφαρμογής του», δήλωσε τότε ο αναπληρωτής επικεφαλής του δικαστηρίου της Ουγκάντας, Richard Buteera, σχετικά με την απόφαση.
Ωστόσο, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι ορισμένα μέρη του νόμου παραβιάζουν το δικαίωμα των πολιτών στην υγεία, επισημαίνοντας συγκεκριμένα ότι είναι «ασυμβίβαστος με το δικαίωμα στην υγεία, την ιδιωτική ζωή και την ελευθερία της θρησκείας».
Ο πρόεδρος Yoweri Museveni υπέγραψε τον νόμο τον περασμένο Μάιο, μια κίνηση που κατακρίθηκε από ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ουγκάντα αλλά και από διεθνείς οργανισμούς και κυβερνήσεις.
Ως απάντηση, οι ΗΠΑ επέβαλαν περιορισμούς στη χορήγηση βίζας σε αξιωματούχους της Ουγκάντας και αφαίρεσαν τη χώρα από ένα πρόγραμμα που επιτρέπει στις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής να συναλλάσσονται αδασμολόγητα με τις ΗΠΑ. Επίσης, η Παγκόσμια Τράπεζα ανακοίνωσε την αναστολή νέων δανείων προς την Ουγκάντα.
Δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης αναφέρουν ότι ο εκτελεστικός διευθυντής των σεξουαλικών μειονοτήτων της Ουγκάντα Frank Mugisha και η Jacqueline Kasha Nabagesara είναι μεταξύ των ακτιβιστών που κατέθεσαν την προσφυγή.