Γιατί δεν καταδικάζεται συλλήβδην η αστυνομική βία και αυθαιρεσία;

αστυνομική βία
αστυνομική βία

Το παρόν κείμενο γράφεται λαμβάνοντας εκ προοιμίου δεδομένο, ότι προορισμός της αστυνομίας είναι η διατήρηση του αισθήματος ασφάλειας και όχι ο εκφοβισμός των πολιτών. Αν έχεις κάποια αμφιβολία μη συνεχίσεις παρακάτω, θα χάσεις τον χρόνο σου.

Όμως, αν συμφωνείς, σου διατυπώνω το ερώτημα «γιατί δεν καταδικάζουμε όλοι μας την αστυνομική βία» και αναζητώ αιτίες και ερμηνείες του φαινομένου. Και ποιο είναι το φαινόμενο αυτό; Η αποδοχή και νομιμοποίηση της αστυνομικής βίας.

«Οι άνθρωποι συχνά δεν αντιτίθεται στην αστυνομική βία, γιατί θεωρούν ότι αυτοί που ξυλοκοπούνται και κακοποιούνται από την αστυνομία έχουν κάνει κάτι κακό, ή γιατί η σωματική βία νοείται ως αναγκαίο εργαλείο της αστυνομικής έρευνας και ανάκρισης, ή γιατί είναι σίγουροι ότι κάτι τέτοιο δε θα τους συμβεί ποτέ» γράφει η  Jill Stauffer[1].  Και στις τρεις περιπτώσεις πάντως, η ιδέα της αστυνομικής βιαιότητας καταλήγει να είναι «μια αφηρημένη έννοια» και όχι μια ενσώματη κατάσταση, που ενδέχεται να απειλήσει ένα άτομο. Και εδώ μια μικρή παρένθεση, η όλη προβληματική της Stauffer στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ο εαυτός μας χτίζεται με βάση το άλλο άτομο και ότι δεν είμαστε αυτόνομα και ανεξάρτητα όντα per se. Η ελευθερία, δηλαδή, του ατόμου έχει νόημα και υφίσταται μόνο όταν γίνεται σεβαστή  από το άλλο άτομο. Οπότε, όπως μας γράφει εύστοχα και η Judith Butler[2] «ο εαυτός μας υπάρχει πάντα σε συνάρτηση και άμεση εξάρτηση από άλλα άτομα». Αυτό το γεγονός μας μετατρέπει εύκολα σε ευάλωτα όντα «ικανά να καταστρέψουμε κάποιο άλλο άτομο, αλλά και να καταστραφούμε από αυτό

Κι επειδή η σκέψη αυτή είναι άκρως τρομακτική, τη διώχνουμε αμέσως από το μυαλό μας. Δε θέλουμε να διαταραχθεί η βασική αίσθηση ασφάλειας που έχουμε για τον κόσμο γύρω μας. Δε θέλουμε να σκεφτούμε ότι ένας αστυνομικός μπορεί να κάνει λάθος, ή να προβεί σε κατάχρηση εξουσίας, ή ακόμα περισσότερο να λάβει λάθος εντολές. Προτιμούμε να ακολουθούμε τα αφηγήματα των ΜΜΕ, τα οποία δημιουργούν μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα αταξίας που μας απειλεί και πρέπει να μπει ένας φραγμός. Με ποιον τρόπο θα μπει ο φραγμός; Μα φυσικά με την επιβολή της «αναγκαίας» και «δικαιολογημένης» βίας.

Όμως αγάπη ,το ‘χει πει ο Μάνος Χατζιδάκις[3], όχι εγώ «Όποιος δε φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει.» Και μη μου πεις ότι λέω τους αστυνομικούς τέρατα. Λέω, ότι  όταν ο αστυνομικός παρεκκλίνει των δικαιοδοσιών του και των επαγγελματικών και κοινωνικών λειτουργιών του κι εμείς αδυνατούμε ή προβάλουμε σθεναρή αντίσταση να το αναγνωρίσουμε, τότε ναι, εμείς ενσαρκώνουμε το τέρας.

Γράφει ο Γιάννης Παυλόπουλος


[1] Stauffer, Jill. Ethical Loneliness the Injustice of Not Being Heard. New York: Columbia University Press, 2018. Σελ. 12

[2] Judith Butler, Frames of War: When Is Life Grievable (London; New York: Verso, 2010), σελ. 42

[3] https://www.youtube.com/watch?v=1ZHP2SUbBg0

https://avmag.gr/114968/fakelos-quot-astynomiki-via-quot-ayti-i-via-den-einai-san-tis-alles/

Γιάννης Παυλόπουλος

Στο μεταπτυχιακό (Επικοινωνία και ΜΜΕ στο ΕΚΠΑ) αντί να κάνω διπλωματική για τον Αλμοδόβαρ έκανα για το Ζεϊμπέκικο. Στη δραματική σχολή («δήλος» - Δήμητρα Χατούπη) αντί να παίξω την Πατρόνα έπαιζα τον Καπετάνιο. Γράφω μπας και θυμηθώ κάτι από το ταμπεραμέντο της παιδικής ηλικίας, εκείνου του αγοριού που φόραγε τα τακούνια της μαμάς και έπαιζε με τη barbie και τη bibibo. Αγαπημένη μου φράση: «Ο καθωσπρεπισμός και οι νοικοκυραίοι μου μαύρισαν την ψυχή. Ευχαριστώ, δε θα πάρω.»




Δες και αυτό!