Δημοσιεύθηκαν τα στοιχεία της έκθεσης του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας για το 2023, με τα περιστατικά να έχουν διπλασιαστεί από το 2022.
Σε αντίθεση με τα 74 καταγεγραμμένα βίαια περιστατικά του 2022, το 2023 καταγράφηκαν συνολικά 158 επιθέσεις ρατσιστικής βίας. Από αυτά, στα 61 περιστατικά στοχοποιήθηκαν ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, στα 89 μετανάστες, πρόσφυγες ή αιτούντες άσυλο και σε 5 στοχοποιήθηκαν Ρομά Έλληνες πολίτες. Το 25% των επιθέσεων συνολικά έλαβε χώρα στον δημόσιο χώρο, το 9% εντός οικίας των θυμάτων, ενώ το 4% στον εργασιακό χώρο των θυμάτων.
Όσον αφορά την ιδιότητα των δραστών, το 44% ήταν πολίτες, το 40% Ένστολοι και το 7% δημόσιοι υπάλληλοι. Παράλληλα, το 3% των δραστών ήταν εργοδότες των θυμάτων, και σύμφωνα με τις καταγραφές του Δικτύου και την έκθεση, φαίνεται ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή/και η ταυτότητα και έκφραση φύλου αποτελούν λόγους στοχοποίησης των θυμάτων εντός του εργασιακού τους χώρου, με έκφραση διακριτικής μεταχείρισης και ρατσιστικών συμπεριφορών.
Επήσης, το Δίκτυο διαπιστώνει ότι υπάρχουν περιστατικά οργανωμένης ρατσιστικής βίας κατά των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων αλλά και των μεταναστών. »Κατά το τρέχον έτος έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη βίαιο περιστατικό κατά δύο ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων από πολυπληθή ομάδα, προκαλώντας έντονη ανησυχία για την κλιμακούμενη τρανσφοβική και ομοφοβική ρητορική στοχοποίησης των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων και τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει στην ασφάλεια και την ευημερία τους», αναφέρεται στην έκθεση.
Σύμφωνα με το Δίκτυο, σχεδόν στα μισά περιστατικά, τα θύματα δήλωσαν ότι έχουν βιώσει βία ξανά, ενώ σε 15 περιστατικά τα θύματα δήλωσαν ότι στοχοποιήθηκαν λόγω περισσοτέρων του ενός χαρακτηριστικού τους. Αξιοσημείωτο είναι ότι σχεδόν σε ένα στα τρία περιστατικά (50) εντοπίζονται ανήλικοι μεταξύ των θυμάτων, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ανήλικοι εντοπίζονται και ανάμεσα στους δράστες.
Σχετικά με τη ρατσιστική βία σε βάρος των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, το Δίκτυο αναφέρει στην ανάλυση των καταγραφών:
«Η διασπορά των επιθέσεων είναι μεγάλη, σε πολλά και διαφορετικά πεδία του δημόσιου χώρου. Περιστατικά έχουν καταγραφεί τόσο σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσο και στο δρόμο, σε εστιατόρια ή έξω από κέντρα διασκέδασης, στην παραλία, σε καταστήματα και στον εργασιακό χώρο των θυμάτων. Τα θύματα, ενώ βρίσκονται σε καθημερινές τους δραστηριότητες, μόνα, με φίλους ή τον/την/το σύντροφό τους, δέχονται απρόκλητη βία, συνήθως αρχικά λεκτικές επιθέσεις με ομοφοβικούς και τρανσφοβικούς χαρακτηρισμούς, που συχνά καταλήγουν σε σωματική βία. Μεταξύ των επιθέσεων που καταγράφηκαν ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στα ενδοοικογενειακά περιστατικά που λαμβάνουν χώρα με την αποκάλυψη του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου του θύματος στην οικογένειά του.
«Στα περιστατικά του 2023 εντοπίζονται και ενδο-σχολικές ή ενδο-πανεπιστημιακές επιθέσεις από συμμαθητές/ συμφοιτητές των θυμάτων ή υπαλλήλους της διοίκησης του ιδρύματος. […] Στο εν λόγω πλαίσιο αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικός αριθμός θυμάτων που στοχοποιήθηκαν λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή/και ταυτότητας φύλου δήλωσε ότι έχει επαναθυματοποιηθεί στο παρελθόν, προσθέτοντας έτσι έναν ακόμη παράγοντα αύξησης της ευαλωτότητας, αυτόν της επαναλαμβανόμενης έκθεσης σε βία.
«Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι η ύπαρξη συστήματος ενημέρωσης, υποστήριξης και προστασίας θυμάτων ρατσιστικής βίας αποτελεί τον κύριο παράγοντα αντιμετώπισης της υποαναφορικότητας των περιστατικών ρατσιστικής βίας, διότι δημιουργεί ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο τα θύματα εμπιστεύονται τις αρχές και άρα νιώθουν ασφαλή να μιλήσουν για τη βία εις βάρος τους και να καταγγείλουν το περιστατικό. Ευρύτερα, με βάση το σύνολο των περιστατικών κατά ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, καταδεικνύεται ότι τα θύματα βιώνουν βία ή/και παρενοχλητικές συμπεριφορές σε σημαντικό βαθμό και επομένως συνεχίζουν να βρίσκονται σε μία συνεχή πίεση ανασφάλειας και φόβου σε όλα τα πιθανά επίπεδα της καθημερινότητάς τους».
Ολόκληρη η έκθεση εδώ.