1η φορά δικαστήριο των ΗΠΑ αναγνωρίζει εργασιακές διακρίσεις με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό

06/04/2017
από

Ομοσπονδιακό Εφετείο: Ο νόμος για τα πολιτικά δικαιώματα καλύπτει την προκατάληψη σε βάρος των LGBT ατόμων στο χώρο εργασίας.

Για πρώτη φορά, Ομοσπονδιακό Εφετείο αναγνωρίζει ως παράνομες τις διακρίσεις με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, πέρα από τις διακρίσεις λόγω φύλου, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία των πολιτικών δικαιωμάτων.

Σε μία απόφαση 69 σελίδων, το 7ο Εφετείο του Δικαστηρίου των ΗΠΑ στο Σικάγο αποφάνθηκε την Τρίτη, ότι η αντι-γκέι προκατάληψη στο χώρο εργασίας του Κολεγίου Hively ν. Ivy Tech Community είναι παράνομη, βάσει του τίτλου VII του Νόμου περί Πολιτικών Δικαιωμάτων του 1964, αντιστρέφοντας μια προηγούμενη απόφαση από τρεις δικαστές που έβρισκαν εμπόδια.

Η επικεφαλής δικαστής των ΗΠΑ Diane Wood αναγνωρίζει τις διακρίσεις με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό και υπογραμμίζει ότι συνιστούν δυσμενή διάκριση στηριζόμενη στην αντίληψη κάποιου για τα στερεότυπα των φύλων, την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έχει χαρακτηρίσει παράνομη βάσει του τίτλου VII:

«Κάθε δυσφορία, αποδοκιμασία, ή απόφαση για την εργασία, που βασίζεται στο γεγονός ότι ο καταγγέλλων, γυναίκα ή άνδρας – που ντύνεται διαφορετικά, μιλάει διαφορετικά, ή έχει σχέση ή παντρεύεται σύντροφο του ιδίου φύλου, είναι διάκριση απλά και μόνο με βάση το φύλο» σημειώνει η Wood.

Η Wood επισημαίνει, επίσης, σε μεγάλο βαθμό το σκεπτικό της απόφασης του 1967 του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ στην υπόθεση Loving v. Virginia, η οποία ακύρωσε την απαγόρευση των διαφυλετικών γάμων και χρησιμοποιήθηκε αργότερα ως βάση για την απόφαση του δικαστηρίου υπέρ της ισότητας του γάμου το 2015:

«Ο νόμος βασιζόταν σε διακρίσεις με βάση την φυλή, το οποίο ήταν αδικαιολόγητο και αποτελεί φυλετική διάκριση», γράφει ο Wood. «Το ίδιο κι εδώ. Αν αλλάξουμε το φύλο του ενός εταίρου σε μια λεσβιακή σχέση, το αποτέλεσμα θα είναι διαφορετικό. Αυτό αποκαλύπτει ότι η διάκριση βασίζεται σε διακρίσεις με βάση το φύλο.»

Η Wood προειδοποιεί όμως, ότι η απόφαση «πάρθηκε μόνο για το συγκεκριμένο ζήτημα» και όχι, για παράδειγμα, για το αν το Ivy Tech είναι ένα θρησκευτικό ίδρυμα κι ως εκ τούτου δικαιούται θρησκευτικής απαλλαγής από τον τίτλο VII ούτε ότι νομιμοποιούνται οι αντι-γκέι διακρίσεις «στο πλαίσιο παροχής κοινωνικών και δημόσιων υπηρεσιών.»
«Κρατάμε μόνο ότι ένα πρόσωπο, που ισχυρίζεται ότι βίωσε διακρίσεις στην απασχόληση βάσει του σεξουαλικού προσανατολισμού της, στοιχειοθετεί υπόθεση διακρίσεων λόγω φύλου βάσει του τίτλου VII» καταλήγει η Wood.

Η απόφαση του 7ου Εφετείου σηματοδοτεί την πρώτη φορά που ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα μετά από δεκαετίες που γκέι, λεσβίες και αμφιφυλόφιλοι ενάγοντες υπέβαλαν καταγγελίες χωρίς να προστατεύονται.

Η απόφαση αντιστρέφει χαμηλότερη απόφαση του δικαστηρίου στην υπόθεση, η οποία κατατέθηκε το 2014 από την Kimberly Hively κατά του πρώην εργοδότη της στο Ivy Tech Community College την Ιντιάνα, όπου εργάστηκε ως καθηγήτρια μερικής απασχόλησης. Στη μήνυση ισχυρίζεται η ίδια, ότι το Κολέγιο παραβιάσει τον τίτλο VII του νόμου των πολιτικών δικαιωμάτων του 1964 με την άρνηση στην ίδια να εργαστεί με πλήρη απασχόληση, επειδή είναι λεσβία.

«Η θέση μίας γυναίκας που είναι θύμα διακρίσεων λόγω του ότι είναι λεσβία είναι ανάλογη με τη θέση μιας γυναίκας που είναι επίσης θύμα διακρίσεων διακρίσεων λόγω του ότι είναι γυναίκα»  σημειώνει ο Δικαστής του 7ου Εφετείου Richard Posner:

«Αυτή η γυναίκα δεν επέλεξε να είναι γυναίκα, η λεσβία γυναίκα επίσης δεν επέλεξε να είναι λεσβία. Δεν καταλαβαίνω, γιατί θα πρέπει να βάλουμε κατά μίας λεσβίας, επειδή ανήκει σ’ ένα υποσύνολο γυναικών, ή να σκεφτόμαστε ότι αξίζει λιγότερο.




Δες και αυτό!