“Έλα ρε συ, δε σου φαίνεται ότι είσαι γκέι” 

18/02/2021

Σας έχει τύχει ποτέ να είστε με μια παρέα που δε γνωρίζει για τη σεξουαλικότητά σας, και έτσι όπως τα λέτε, έχει έρθει η ώρα που αναφέρεστε στο γεγονός ότι είστε γκέι, και σκάει κάποιο άτομο και λέει «Έλα ρε, και δε σου φαίνεται»;

Σας έχει τύχει;
Εμένα όχι. Γιατί πάντα «μου φαινόταν».

Τα παιδιά στο δημοτικό που πήγαινα γνώριζαν για τη σεξουαλικότητά μου πριν από εμένα, γιατί πάντα μου φαινόταν. Τα παιδιά στο γυμνάσιο έβλεπαν ένα αγόρι να κάνει παρέα μονάχα με κορίτσια και να έχει λίγο πιο λεπτή φωνή, κι έτσι πάντα μου φαινόταν. Στο λύκειο έκαναν σαν να μην ξέρουν, σαν να μην του δίνουν σημασία πια, αλλά όταν αναφέρονταν στο άτομό μου μιλούσαν σαν πάντα να μου φαινόταν. Στο πανεπιστήμιο πρώτη φορά μου άρεσε που μου φαινόταν.

Το ταξίδι της σεξουαλικότητάς μου έχει περάσει από πολλούς ωκεανούς, με Άτλαντες να προσπαθούν να στηρίξουν πάνω σε λεπτοκαμωμένα μπράτσα μια γη απ’ άκρη σ’ άκρη με το νερό να τρέχει από παντού, αλλά στιγμές ειρηνικές, όταν τα νερά ήταν ήρεμα και μπορούσα επιτέλους να τα απολαύσω, χωρίς να φοβάμαι μην πνιγώ. Ξεκίνησα από το να ακούω το «πόσο γκέι» είμαι, πήγα στο πόσο δεν ήθελα να είμαι γκέι, έφτασα στο δεν μπορώ να αλλάξω το ότι είμαι γκέι, και τώρα σας μιλάω από το «αχ, τι ωραία που είμαι γκέι, δε θα μπορούσα να με φανταστώ αλλιώς». Κι έχω δρόμο ακόμη, για να είμαι ειλικρινής. Αλλά ξέρω πως βαδίζω στο σωστό μονοπάτι.

Όταν όμως ήμουν στο στάδιο που δεν είχα αποδεχτεί τον εαυτό μου, γι’ αυτό που είναι, και άρα δεν ήθελα να είμαι γκέι, επειδή η κοινωνία μου τόνιζε κάθε μέρα πόσο «κακό» είναι να είναι κανείς γκέι, έκανα τα αδύνατα δυνατά για να το κρύψω. Να μη μου φαίνεται ότι είμαι γκέι. Δεν είχα γνωρίσει κουλ άτομα, που αποκαλύφθηκε ότι ήταν γκέι, και η ζωή συνεχίστηκε, χωρίς «παράπλευρες απώλειες». Τότε, ήξερα μονάχα για δημόσια πρόσωπα που δε φαίνονταν γκέι, κι όταν το αποκάλυπταν, δεν είχαν πια δουλειές. Από την άλλη, ήξερα τους «γκέι», τις «αδερφές», τις καρικατούρες της κοινωνίας, που όλοι χλεύαζαν και εξευτέλιζαν, γιατί πολύ απλά τους φαινόταν από την αρχή. Δεν υπήρχε Κολόμβος να τους «ανακαλύψει». Ήταν ήδη χώρα από μόνοι τους.

Μπροστά μου είχα, λοιπόν, μονόδρομο. Μονόδρομο προς αδιέξοδο, κουτουλιά στον τοίχο κατευθείαν. Έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου. Σταμάτησα να μιλάω δυνατά, βάρυνα τον τόνο της φωνής μου. Ξεκαθάρισα στις φίλες μου στο σχολείο πως «δε θέλω να κάνουμε τόση παρέα. Θέλω να πάω εκεί που αράζουν τα αγόρια, δε μου κρατάτε κακία, ε;». Τι κακία να μου κρατούσαν; Για τους άντρες ήμουν αδερφή, και για τις γυναίκες ήμουν άντρας. «Είναι κάτι που έχουμε πει μεταξύ μας μόνο τα κορίτσια. Εσύ είσαι αγόρι, δεν μπορούμε να στο πούμε. Δε μας κρατάς κακία, ε;». Τι κακία να τους κρατήσω; Έτσι ήξεραν, έτσι έλεγαν.

Ίσιωνα τα μαλλιά μου λοιπόν, αφού τα ανεξέλεγκτα σγουρά μου φαίνονταν «γκέι», και φορούσα φαρδιές μπλούζες, αφού τα κοντομάνικα υπογράμμιζαν το πόσο λεπτεπίλεπτος ήμουν. Τους είχα όλους από κοντά, και έπιανα φιλίες με εκείνους που με είχαν εξευτελίσει. Κι όλα αυτά για μη φαίνομαι ότι είμαι γκέι. Για να φαίνομαι στρέιτ, όπως εκείνοι.

Δε με αποδέχτηκαν ποτέ όμως. Πάντα θαύμαζα όλους όσους δε φαίνονταν γκέι. Και η όψη αυτών που το «φώναζαν» με απωθούσε. Η δική μου όψη. Έβλεπα τον εαυτό μου να μιλάει και να γελάει σε βίντεο και φοβόμουν να πω στις φίλες μου να μην τα ανεβάζουν στο διαδίκτυο, δεν ήθελα να φαίνομαι κομπλεξικός. Φαινόμουν ήδη γκέι. Το να φαίνομαι και κομπλεξικός πήγαινε πολύ.

Με έλκυαν μονάχα άτομα που δεν φαίνονταν γκέι. Αυτή η ματσίλα, η επιβλητική, η μπόλικη και η τρομερή, κάτι μου έκανε. Μου έδινε ένα στοιχείο που μου έλειπε. Κότσια βέβαια είχα πάντα. Δεν ήμουν φοβιτσιάρης όσο και να έπιανα τον εαυτό μου στην γωνία κουλουριασμένο πολλές φορές. Αλλά φοβιτσιάρης δεν ήμουν. Κότσια είχα. Αρχ**ια δεν είχα, έτσι είχα πιστέψει. Είχα πιστέψει στην ύπαρξη κοινωνικών όρχεων και κοινωνικής αντρίλας, και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι όλα όσα είχα μάθει πως με έκαναν άντρα ήταν ένα ψέμα. Πρώτον, γιατί δε με έκαναν ποτέ «άντρα», όπως τον όριζαν οι περισσότεροι, και δεύτερον επειδή κατάλαβα ότι ήμουν άντρας, όσο κι αν προσπάθησαν να με κάνουν να μισήσω το φύλο μου, όταν με έλεγαν κορίτσι (υποδεέστερο γι’ αυτούς). Όμως, δεν τα κατάφεραν. Δε με αγαπώ επειδή είμαι άντρας. Με αγαπώ επειδή είμαι εγώ. Νιώθω άντρας, νιώθω διαφορετικός άντρας, αλλά έχω κι άλλα χαρακτηριστικά. Είμαι ένας γκέι άντρας. Πολλές φορές δεν το αναφέρω καν. Λέω απλά ότι είμαι γκέι, χωρίς το «άντρας» στο τέλος. Τώρα πια δε με νοιάζει αν είμαι «άντρας», με νοιάζει να είμαι ο εαυτός μου, και να είμαι καλά με τον εαυτό μου.

Πέρασαν από την ζωή μου πολλοί γκέι άντρες, άλλοι «που τους φαινότανε» και άλλοι «που δεν το έδειχναν». Είδα πολλούς από αυτούς «που δεν το έδειχναν» να είναι ελεύθεροι έτσι όπως είναι. Στην αρχή νόμιζα πως το έκρυβαν, πως δεν ένιωθαν άνετα. Μετά κατάλαβα ότι είναι το στυλ τους. «Φαντάσου κι εγώ να είχα ένα τέτοιο στυλ» σκέφτηκα στην αρχή. «Πόσο πιο ελκυστικός θα φαινόμουν, πόσο πιο σέξυ». Και μετά κοιτάχτηκα στον καθρέφτη: ένα πυροτέχνημα θηλυπρέπειας έσκασε μπροστά μου και ήταν πανέμορφο, πολύχρωμο, και καυτό αν κατάφερνες να το αγγίξεις. Ξέχνα το… με αγαπώ.

Οι γκέι άντρες «που τους φαινόταν», στην αρχή νόμιζα ότι το κάνανε επίτηδες να φαίνεται. Έτσι τουλάχιστον λέγανε οι γύρω μου. Ότι το κάνουν για να τραβήξουν την προσοχή, γιατί δεν είναι καλά με τον εαυτό τους. Και μετά κοιτάχτηκα στον καθρέφτη: μια αδελφή με τα όλα της, που ήταν πολύ καλά με τον εαυτό της, και εκνευριζόταν όταν προσπαθούσαν να τη χωρέσουν σε καλούπια. Ξέχνα το… με αγαπώ.

Και από εκεί που προσπαθούσα να μη μου φαίνεται ότι είμαι γκέι, έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου, όχι για να φαίνεται αποκλειστικά ότι είμαι γκέι, αλλά για να προστατέψω τη θηλυκότητά μου, να τη θωρακίσω, να τη φέρω μπροστά και να μπω μπροστά της, προστάτης. Μου άρεσε, όταν φαινόμουν γκέι, και απεχθανόμουν, όταν έπρεπε να πάω σε μέρη, όπου δεν ένιωθα ασφαλής, και έπρεπε να θυμηθώ πώς είναι να το κρύβεις. Τώρα βέβαια, χωρίς τόση επιτυχία, γιατί τελείωσαν και οι δεκάρες που δίνω αν φαίνομαι ή αν δε φαίνομαι. Βασικά, θέλω να φαίνομαι, για να προσελκύω κοντά μου μονάχα ανθρώπους φωτεινούς και καλούς. Δε με ενδιαφέρουν οι υπόλοιποι, ούτε να καλαρέσω στα κουλ παιδιά του σχολείου. Είμαι το κουλ παιδί του σχολείου.

Πέρασα πολλά στάδια εξαιτίας του «φαίνεσθαι» της κοινωνίας. Ενδιαφερόμαστε πάρα πολύ για το πώς φαινόμαστε προς τα έξω: αν φαινόμαστε όμορφοι, έξυπνοι, ταλαντούχοι, εργατικοί. Αλλά εγώ έμαθα να με ενδιαφέρει και το αν φαίνομαι γκέι. Κανέναν στρέιτ δεν τον ενδιαφέρει αν φαίνεται στρέιτ, εκτός βέβαια αν είναι βουτηγμένοι στα πρότυπα της τοξικής αρρενωπότητας και φοβούνται πως άμα τολμήσουν και σπάσουν λίγο τον καρπό, όλο το οικοδόμημα θα καταρρεύσει. Τόσο εύθραυστοι μοιάζουν αυτοί που προσπαθούν να μας αποδείξουν το αντίθετο. Αλλά, ακόμα κι εκείνοι. Δε φοβούνται μην περάσουν για γκέι, απλά φοβούνται μην περάσουν για λιγότερο «άντρες» από τους συνομηλίκους τους, λιγότερο αρσενικά αρπακτικά. Γι’ αυτόν τον λόγο θα τονίσω το πόσο άτοπη και άχαρη ακούγεται η φράση «Δε σου φαίνεται ότι είσαι γκέι». Πώς υποτίθεται ότι πρέπει να φαίνεται; Ποιος φαίνεται γκέι και ποιος δε φαίνεται; Ποιος περνάει και ποιος δεν περνάει; Σε έναν κόσμο φτιαγμένο από το ποιος φαίνεται τι, είναι ώρα να κοιτάξουμε αυτό που είμαστε. Από το «φαίνεσθαι» στο «είναι». Η σεξουαλικότητά μας είναι κομμάτι της ταυτότητάς μας, αλλά η ταυτότητά μας δεν είναι η μοναδική απόδειξη για τη σεξουαλικότητά μας. Και όταν ένας άνθρωπος έχει περάσει απ’ όλα αυτά τα στάδια, όπου η αποδοχή και η απόρριψη παίζουν πάλη στο μυαλό του μια ολόκληρη ζωή, εξαιτίας μιας πατριαρχικής κοινωνίας, το να του πεις «έλα ρε, δε σου φαίνεται» απλά δε βγάζει νόημα.


Γράφει ο Οφήλιος

Οφήλιος

Αμφιταλαντεύομαι σε ένα σκοινί. Από την μια η κοινωνία, από την άλλη εγώ. Από την μια η τρέλα της, από την άλλη η τρέλα μου. Σταθμός μου τα προηγούμενα χρόνια η Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, στα βαγόνια της οποίας ανακάλυψα το πάθος μου για τα ανθρωπιστικά κινήματα, τον φεμινισμό και τα lgbtqi+ ζητήματα. Μέσα από το γράψιμο προσπαθώ να αποδομήσω τα μελανά σημεία της κοινωνίας, κι ας πούμε να τους βάλω λίγο χρώμα. Ίσως και να ‘μαι η αρσενική εκδοχή της ηρωίδας του Σαίξπηρ.




Δες και αυτό!