Μεσημέρι Τετάρτης σε ένα άδειο Θέατρο (του Νέου Κόσμου). Είναι, εξάλλου, γνωστό πως στα άδεια θέατρα γίνονται οι καλύτερες συζητήσεις – αρκεί αυτά να γεμίζουν λίγες ώρες αργότερα. Μια τέτοια “καλύτερη συζήτηση” επιδίωκα κι εγώ, όταν συναντήθηκα με τον Στέλιο Μάινα. Αφορμή η συμμετοχή του στην παράσταση «ΤΣΕΡΝΟΜΠΙΛ – Ένα χρονικό του μέλλοντος».
«Η λέξη Τσέρνομπιλ έχει αποκτήσει μια ιδιαίτερη βαρύτητα για όλη την ανθρωπότητα», είναι η πρώτη φράση που ακούω από τον γνωστό ηθοποιό, όταν τον ρωτάω για την παράσταση. «Είναι και η λέξη με την οποία ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος (σ.σ. ο σκηνοθέτης) μού έκανε την πρόταση να συνεργαστούμε».
Η παράσταση είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Σβετλάνας Αλεξίεβιτς(πήρε Νόµπελ Λογοτεχνίας το 2015). Δέκα χρόνια μετά την έκρηξη του αντιδραστήρα στο Τσέρνομπιλ, η συγγραφέας περιπλανήθηκε στην απαγορευμένη ζώνη, μίλησε µε δεκάδες ανθρώπους, έψαξε αρχεία εφημερίδων, ληξιαρχείων, νοσοκομείων και αναζήτησε στην άλλοτε σοβιετική επικράτεια τα νήματα των απωλειών. Η παράσταση, όπως άλλωστε και το βιβλίο της Αλεξίεβιτς, δε μιλάει για το ίδιο το ατύχημα, αλλά για τους ανθρώπους του Τσέρνομπιλ. «Τόσο το βιβλίο της Αλεξίεβιτς όσο και η σχετική σειρά της HBO, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για να καταλάβω τη δραματικότητα του γεγονότος. Γιατί, όταν ζήσαμε το γεγονός το ’86, δεν ξέραμε ακριβώς όλη την έκταση των πραγμάτων και του παρασκηνίου», μου αναφέρει ο Στέλιος Μάινας.
«Ακόμη είναι χαραγμένη στο μυαλό μου η εικόνα του διευθυντή της κλινικής στη Λάρισα που κατάρρευσε μπροστά στις κάμερες»
Αναρωτιέμαι για το αν αυτή η παράσταση έχει κάποιον απώτερο σκοπό να μας διδάξει κάτι σε σχέση με την απειλή της πανδημίας που βιώνουμε. «Μπορείς να βρεις πολλές ομοιότητες με το σήμερα», εξηγεί ο Στέλιος. «Ο κορονοϊός αποδείχθηκε μια ασύμμετρη απειλή. Κάτι πρωτόγνωρο για τον κόσμο. Αυτό ήταν και το Τσέρνομπιλ. Μια πρωτόγνωρη απειλή. Θα έλεγα πως στόχος της παράστασης είναι η ευαισθητοποίηση του κόσμου απέναντι σε αυτές τις μεγάλες απειλές. Φυσικά θέτει και το τεράστιο ζήτημα της περιβαλλοντικής καταστροφής. Υπάρχει μια κούρσα παγκόσμιας ανάπτυξης, που συμβαίνει εδώ και δεκαετίες. Σ΄αυτή την κούρσα το περιβάλλον είναι το μεγάλο θύμα. Η ιστορία, πάντως, του Τσέρνομπιλ μπορεί να μας διδάξει με πολλούς τρόπους. Δυστυχώς, όμως φαίνεται πως οι άνθρωποι επαναλαμβάνουν πάνω κάτω τα ίδια λάθη, σχεδόν νομοτελειακά».
Το έργο όμως κάνει και κάτι ακόμη. Μέσα από τις ιστορίες των ανθρώπων που βιώσαν την τραγωδία της έκρηξης από πρώτο χέρι, επαναπροσδιορίζει την έννοια του σύγχρονου ήρωα. Ζητάω από τον Στέλιο να μου μιλήσει λίγο γι΄αυτό. «Ένα μεγάλο μέρος του έργου αναφέρεται στην αυτοθυσία κάποιων ανθρώπων, που παρά τα μεγάλα ποσοστά ραδιενέργειας προσπάθησαν να μειώσουν την καταστροφή. Αυτοί οι άνθρωποι ήξεραν πολύ καλά ότι αν δεν έκαναν αυτή τη δουλειά, ίσως η ανθρωπότητα να ήταν πολύ διαφορετική σήμερα», απαντά, σχολιάζοντας ωστόσο πως «στους μεγάλους κινδύνους δεν αντιδρούν όλοι το ίδιο». Η σύγκριση με το σήμερα είναι για ακόμη μια φορά αναπόφευκτη. «Οι υγειονομικοί του σήμερα είναι οι πυροσβέστες του Τσέρνομπιλ», μου λέει. «Με την ίδια αυτοθυσία οι άνθρωποι αυτοί πολεμούν τον ιό με τον κίνδυνο της προσωπικής έκθεσης. Ακόμη είναι χαραγμένη στο μυαλό μου η εικόνα του διευθυντή της κλινικής στη Λάρισα που κατάρρευσε μπροστά στις κάμερες».
«Η τηλεόραση για χρόνια εξέφραζε τον μέσο θεατή. Εγώ δε συμφωνώ με αυτό. Η τέχνη, γιατί ένα κομμάτι της τηλεόρασης είναι και τέχνη, οφείλει να δημιουργεί νέα δεδομένα και να ανοίγει τα μάτια του κόσμου»
Κάτι που ίσως να μην είναι και τόσο γνωστό για τον ηθοποιό, είναι πως από τους πρώτους του ρόλους στον κινηματογράφο (ο 3ος για να είμαστε ακριβείς) είχε να κάνει με έναν γκέι χαρακτήρα. Πρόκειται για την ταινία “Λιποτάκτης”, που γυρίστηκε το 1988 σε σκηνοθεσία Γιώργου Κόρρα και Χρήστου Βούπουρα.«Η ταινία είχε να κάνει με την παρουσία της έννοιας της ομοφυλοφιλίας στην ελληνική επαρχία», θυμάται ο ίδιος. «Ήταν η ιστορία ενός ανθρώπου, ο οποίος πηγαίνει στο χωριό του φίλου του. Με ενδιέφερε πολύ να κάνω αυτή την ταινία, γιατί ήθελα να δω την ουσία του πράγματος. Να δω και να δείξω πως αντιμετωπίζουν μαζικά οι άλλοι την ομοφυλοφιλία. Τη στάση της κοινωνίας απέναντί της». Θέλω να μάθω τη γνώμη του γι΄αυτό. «Καταλαβαίνεις ότι είμαι και μιας ηλικίας και έχω ζήσει πολλά ομοφοβικά περιστατικά. Από τη γειτονιά, το σχολείο… παντού», μου απαντά. Τον ρωτάω κατά πόσο πιστεύει ότι έχουν αλλάξει τα πράγματα από τότε. «Πιστεύω πως επί της ουσίας ελάχιστα έχουν αλλάξει. Μάλλον έχουν αλλάξει κάποια πράγματα στην επιφάνεια όμως. Ας πούμε πως οι άνθρωποι έγιναν πιο κόσμιοι απέναντι στη διαφορετικότητα. Υπάρχει μια πολιτική ορθότητα που ακολουθείται γενικότερα. Εξακολουθεί όμως να υφίσταται η κουλτούρα διακρίσεων εις βάρος της ΛΟΑΤ+ κοινότητας. Εδώ να πω, πως διαφωνώ κάπως με τον όρο “κοινότητα”, γιατί αισθάνομαι πως διαχωρίζει την κοινωνία σε κατηγορίες. Σε “εμείς” και “εσείς”. Όχι, είμαστε μόνο και όλοι “εμείς”, γι΄αυτό και μας αφορά όλους η εξάλειψη αυτής της κουλτούρας. Ο τρόπος, πάντως, που ως κοινωνία διαπραγματευόμαστε τη διαφορετικότητα θέτει σοβαρά ζητήματα παιδείας».
Στο σημείο αυτό του κάνω ένα σχόλιο για το πώς κάποιοι ρόλοι, κυρίως στην τηλεόραση έχουν διαμορφώσει (αυτόν) τον τρόπο με το οποίο η ελληνική κοινωνία διαπραγματεύεται τη διαφορετικότητα. «Έχει αλλάξει πολύ η τηλεόραση», αποκρίνεται. «Η τηλεόραση για χρόνια εξέφραζε τον μέσο θεατή. Εγώ δε συμφωνώ με αυτό. Η τέχνη, γιατί ένα κομμάτι της τηλεόρασης είναι και τέχνη, οφείλει να δημιουργεί νέα δεδομένα και να ανοίγει τα μάτια του κόσμου. Όχι, να εκφράσει αυτό που ήδη -δυστυχώς- υπάρχει. Τα τελευταία, πάντως, χρόνια το κάνει περισσότερο. Γενικότερα, η τέχνη οφείλει να είναι ένας χώρος καταφυγής της διαφορετικότητας. Γιατί, όπου αισθάνεσαι ελεύθερος και ευτυχισμένος εκεί καταφέρνεις να δημιουργήσεις. Εκεί ολοκληρώνεσαι. Εκεί είναι η φύση σου».
Τι γίνεται όμως με τα άτομα εκείνα στην τέχνη που ξεπερνούν τα όρια αυτής της ελευθερίας; «Εδώ μιλάμε όχι για την ελευθερία αλλά για την κατάχρηση της και την παραβίαση της ελευθερίας ενός άλλου», μου εξηγεί. «Η ελευθερία δεν σημαίνει ασυδοσία, αλλά σεβασμός της δικής μου ελευθερίας αλλά και του άλλου. Όταν υπάρχει κατάχρηση, υπάρχει επιβολή, εξαναγκασμός και καταπάτηση. Και αυτή αυτή η καταπάτηση είναι ανεπίτρεπτη». Με τα παραδείγματα από ανθρώπους της τέχνης που ξεπέρασαν τα όρια κακοποιώντας συναδέρφους τους να είναι πολλά, αναρωτιέμαι αν ο Στέλιος Μάινας είναι από αυτούς που πιστεύουν ότι η αξία ενός καλλιτέχνη δεν επηρεάζεται από την προσωπικότητά και τη συμπεριφορά του. «Μα πώς γίνεται να μην επηρεάζεται; Και η τέχνη έκφραση της προσωπικότητάς μας είναι», εξηγεί και συνεχίζει: «Γι΄αυτό και δεν μπορείς να διαχωρίζεις την όποια τέχνη από την προσωπικότητα του προσώπου που τη πραγματώνει. Δεν μπορείς να διαχωρίσεις το πνευματικό έργο από το πνεύμα».
«Δεν με ενδιαφέρουν καθόλου τα μεγάλα έργα. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι. Χέστηκα για τα μεγάλα έργα. Τις συνεργασίες κυνηγάω. Με τους ανθρώπους που θαυμάζω και ζηλεύω με την καλή έννοια»
Ζητάω από τον Στέλιο Μάινα να αυτοπροσδιοριστεί καλλιτεχνικά. «Μικρότερος ήμουν πιο σίγουρος. Μεγαλώνοντας, οι βεβαιότητές μου σε όλα τα πράγματα, μικραίνουν. Και μικραίνουν και γίνονται πιο αδύναμες. Και αυτό είναι το σωστό, γιατί μόνο έτσι μπορείς να αφήνεις χώρο στους άλλους. Όταν καταλαμβάνεις εσύ λιγότερο». Αναφέρομαι στην καριέρα του και αναρωτιέμαι για τα σημεία που αναγνωρίζει ο ίδιος ως τα πιο σημαντικά. «Σαφέστατα ο κινηματογράφος και η συμμετοχή σ΄αυτόν. Μια ταινία που πραγματικά με χαρακτήρισε ήταν η ταινία Βαλκανιζατέρ. Ένα άλλο καλλιτεχνικό σημείο ήταν η συμμετοχή μου στο Θέατρο οδού Κεφαλληνίας. Γενικά, στην καριέρα μου δεν έχω σημαντικές τελείες, έχω κόμματα που σημαίνει ότι αγαπώ τη δουλειά μου και κυρίως τους ανθρώπους, με τους οποίους συνεργάζομαι. Θα σου πω και κάτι άλλο. Δεν με ενδιαφέρουν καθόλου τα μεγάλα έργα. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι. Χέστηκα για τα μεγάλα έργα. Τις συνεργασίες κυνηγάω. Με τους ανθρώπους που θαυμάζω και ζηλεύω με την καλή έννοια. Αυτά είναι τα θέλω μου».
Επιστρέφοντας στην παράσταση, του ζητάω να κάνει ένα σχόλιο για τη δίκη της δολοφονίας του Ζακ, που έχει ξεκινήσει. Τα έσοδα άλλωστε της σημερινής παράστασης (10/11) θα δοθούν για τα έξοδα της δίκης.«Τέτοια περιστατικά έχουν συμβεί και στο παρελθόν και έχουν περάσει στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων. Αυτή τη φορά βγήκε στην επιφάνεια και ένας μεγάλος αγώνας έχει ξεκινήσει. Οφείλουμε να τον στηρίξουμε».
iNFO
Τοποθεσία: Θέατρο του Νέου Κόσμου (Αντισθένους και Θαρύπου, Αθήνα 117 43)
Διάρκεια παράστασης: 120 λεπτά
Μέρες & Ώρες Παραστάσεων: Τετάρτη: 20:00 | Πέμπτη: 20:30 | Παρασκευή: 20:30 |Σάββατο: 20:30 | Κυριακή: 18:00