Η επάνοδος της άκρας δεξιάς και η πύκνωση της ρατσιστικής βίας

29/06/2023
Μια διάχυτη ανησυχία για την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων έχει δημιουργηθεί σε πολλά ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Ένα μείγμα φόβου, απογοήτευσης, θυμού.

του Θεοδόση Γκελτή

Δικαίως. Η κοινοβουλευτική ενίσχυση συντηρητικών και ανοιχτά ομο/τρανσφοβικών κομμάτων πάγωσε τα σώματά μας και ξύπνησε μνήμες.

Το χαστούκι του καταδικασμένου ναζιστή Ηλία Κασιδιάρη στη βουλεύτρια του Κ.Κ.Ε Λιάνα Κανέλλη, on-air, μου φέρνει μια παραδόξως σωματικοποιημένη μνήμη. Θυμάμαι την αδυναμία μου να συλλάβω το γεγονός, την άρνησή μου να το δεχτώ. Θυμάμαι που ήμουν (στην αφετηρία του 608 από Ζωγράφου), θυμάμαι πώς το έμαθα (μέσα από ένα τηλεφώνημα φίλης), θυμάμαι κάπως πως ένιωσα. Αν μας τραμπουκίζουν δημόσια, τότε τι θα ακολουθήσει ιδιωτικά; Αν εξευτελίζονται βουλεύτριες, τότε τι θα γίνει με τις εργάτριες; Αν οι νομομαθείς πολιτικοί και δημοσιογράφοι μένουν παγερά αδιάφοροι, τότε τι θα κάνουν οι υπόλοιποι;

Θυμάμαι κυρίως πως – θα ΄ταν, δε θα ήταν μια μέρα μετά τη φασιστική και δειλή επίθεση – ήμουν στο μετρό, συνωστισμένος και αγουροξυπνημένος, όταν άκουσα δύο νεαρά μαυροφορεμένα αγόρια να σκούζουν για να ακουστούν, πως τώρα «θα σας γ@μ@@ουμε», «θα δείτε», «θα στρώσετε» και άλλα τέτοια άναρθρα. Θυμάμαι ένα ολόκληρο βαγόνι να σιωπά. Τα αγόρια αυτάρεσκα τοποθετημένα στον χώρο, με διακριτά χαμόγελα ικανοποίησης να μας επιτηρούν με τα βλέμματά τους.

Τους κάλεσα να σωπάσουν. Κατέβηκαν στον επόμενο σταθμό που κατέβηκα.
«Πες το μας εδώ, ρε φλώρε».
«Θα το πω μπροστά στην κάμερα, βεβαίως» είπα υποδεικνύοντας τη κάμερα ασφαλείας στην αποβάθρα.
«Πάμε ρε, άσ’ τον» (στο μυαλό μου ακουγόταν ένα «ουγκ») λέει ο ένας στον άλλον και όλοι συνεχίζουμε τις δουλειές μας.

Τι θέλει να πει ο ποιητής; Μια νομιμοποίηση τηλεοπτική, κοινοβουλευτική, συμβολική, νομοθετική, αρκεί για να βγουν τα φίδια από τις τρύπες τους. Ξαφνικά το πηχτό σκοτάδι που έχει κατακλύσει το μυαλό σου, βαφτίζεται σε «κοινή λογική», σε «λαϊκή απαίτηση». Αίφνης οι μύχιες φαντασιώσεις σου για βία, κλωτσίδια, κρυπτείες, δεν είναι και τόσο μύχιες. Γίνονται πιο απτές, πιο ορατές, πιο υλοποιήσιμες. Περπατάς πιο κορδωμένος, πιο ερεθισμένος για βία. Το βλέμμα σου σκανάρει τον χώρο, σκανάρει τις ζωές και ίσως η μοναδική στιγμή που ο εγκέφαλός σου παίρνει μπροστά είναι όταν θα κατηγοριοποιήσεις ένα άτομο ως «ετερότητα» για να του επιτεθείς. Ένα κυνήγι ζωών. Μάλλον η μόνη σου νίκη, η μόνη σου επιτυχία, η μόνη σου έξαψη.

Πολλά τέτοια κορμιά, πολλά κολλημένα μυαλά, πολλές ψυχές βουτηγμένες στην άγνοια και στο μίσος είναι εκεί έξω. Περπατάνε, παίρνουν το μετρό, ψάχνονται. Μαζεύονται σε ομάδες. Είναι αποθρασυμένοι.

Εμείς εκεί έξω έχουμε μόνο η μία την άλλη και ο ένας τον άλλο. Να μας προσέχουμε. Ήταν αφελές που πιστέψαμε ότι θα ξεμπερδεύαμε τόσο εύκολα. Να μην μείνουμε ένοχοι παρατηρητές στη βία. Να μη γίνουμε ένα με το πλήθος που είδε τον Ζακ να δολοφονείται στη κεντρικότερη πλατεία της Αθήνας. Να μην γίνουμε οι αδιάφοροι συμφοιτητές του Βαγγέλη Γιακουμάκη που βλέπανε σε επανάληψη την ταπείνωσή του. Εμείς να παραμείνουμε άνθρωποι σε μια εποχή τεράτων.




Δες και αυτό!