Νέα έρευνα από το CDC (Centers for Disease Control and Prevention) εκτιμά ότι ένα στα πέντε άτομα στις Η.Π.Α. έχει κάποιο σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα (Σ.Μ.Ν). Η μελέτη εξέτασε στοιχεία από το 2018.
Αν και πρόκειται για ένα ανησυχητικό στατιστικό στοιχείο, οι αριθμοί περιλαμβάνουν πολλά άτομα που δεν το μεταδίδουν απαραίτητα. Για παράδειγμα, περιλαμβάνει άτομα που ζουν με τον ιό του HIV, πολλά από τα οποία βρίσκονται σε θεραπεία και δεν είναι ανιχνεύσιμος στο αίμα τους ο ιό και, επομένως, δεν μεταδίδουν τον ιό.
Περιλαμβάνει, επίσης, άτομα που έχουν έρπητα. Αυτός ο ιός παραμένει αδρανής τις περισσότερες φορές στα νευρικά κύτταρα και μπορεί να μεταδοθεί μόνο, όταν οι άνθρωποι έχουν φλεγμονή – περίπτωση που είναι σπάνια.
Άλλες λοιμώξεις μπορεί να εμφανιστούν χωρίς συμπτώματα, αλλά μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα εάν αφεθούν, χωρίς θεραπεία για παρατεταμένη περίοδο.
Περίπου 68 εκατομμύρια άτομα με Σ.Μ.Ν. το 2018
Η μελέτη διαπίστωσε ότι υπήρχαν σχεδόν 68 εκατομμύρια άτομα με Σ.Μ.Ν. το 2018. Από αυτά, τα 26 εκατομμύρια αποκτήθηκαν μέσα στο 2018, με το μισό να αφορά σε νέα περιστατικά σε νεαρά άτομα ηλικίας 15-24 ετών.
Τα Σ.Μ.Ν. με τα οποία ασχολήθηκε η μελέτη ήταν τα εξής: χλαμύδια, γονόρροια, τριχομονάδα, σύφιλη, έρπης των γεννητικών οργάνων, ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV), σεξουαλικά μεταδιδόμενη ηπατίτιδα Β, και σεξουαλικά μεταδιδόμενος ιός του HIV.
Μέχρι στιγμής, η πιο συχνά αναφερόμενη λοίμωξη ήταν ο ιός HPV, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει κονδυλώματα των γεννητικών οργάνων και του πρωκτού.
Στην πραγματικότητα, τα χλαμύδια, η τριχομονάδα, ο έρπης των γεννητικών οργάνων και ο HPV αποτελούν το 97,6% όλων των διαδεδομένων λοιμώξεων, και το 93,1% όλων των νεοαποκτηθέντων Σ.Μ.Ν..
Η μελέτη εξέτασε ασθενείς ανά ηλικία και ανά φύλο. Δεν εξέτασε τη σεξουαλικότητα, αλλά άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι οι γκέι και οι bi άνδρες είναι πιο επιρρεπείς σε Σ.Μ.Ν., συγκριτικά με από τους ετεροφυλόφιλους άνδρες. Οι συγγραφείς προτείνουν ότι πρέπει να γίνει περισσότερη δουλειά για να εξεταστεί ο αντίκτυπος στα ΛΟΑΤΚ άτομα και σε διαφορετικές φυλετικές μειονότητες.
Το CDC κυκλοφόρησε τα δεδομένα για να επισημάνει το κόστος θεραπείας των Σ.Μ.Ν., που σε μεγάλο βαθμό θα μπορούσαν να προβλεφθούν.
«Η αποδεδειγμένη πρόληψη των Σ.Μ.Ν. – σε όλα τα επίπεδα – είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την προστασία της υγείας, της οικονομικής ασφάλειας, και της ευεξίας της Αμερικής”, δήλωσε ο Raul Romaguera, αναπληρωτής διευθυντής του τμήματος πρόληψης Σ.Μ.Ν. του CDC. “Υπάρχουν σημαντικές ανθρώπινες και οικονομικές δαπάνες που σχετίζονται με αυτές τις λοιμώξεις και γνωρίζουμε από άλλες μελέτες ότι οι περικοπές στις προσπάθειες πρόληψης των Σ.Μ.Ν. έχουν ως αποτέλεσμα το υψηλότερο κόστος στην πορεία.»
Το CDC εκτιμά ότι περίπου 16 δισεκατομμύρια δολάρια δαπανώνται για τη θεραπεία ατόμων με Σ.Μ.Ν. σε βάθος χρόνου. Η συντριπτική πλειοψηφία (13,7 δισεκατομμύρια δολάρια) προορίζεται για τη θεραπεία των ατόμων που ζουν με τον ιό του HIV. Ακολουθεί η θεραπεία για τον ιό του HPV (755 εκατομμύρια δολάρια).
Κρίσιμη η ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών
Η μελέτη υποδηλώνει ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για να στοχεύσουμε άτομα ηλικίας 15-24 ετών και να διευκολύνουμε τους ανθρώπους να λαμβάνουν προφυλάξεις για τη σεξουαλική τους υγεία, συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών σε φαρμακεία, κλινικές, διαγνωστικό έλεγχο, υπηρεσίες τηλε-υγείας, και τεστ που μπορούν να γίνουν στο σπίτι.
«Το [οικονομικό] βάρος των Σ.Μ.Ν. είναι εντυπωσιακό», δήλωσε ο Jonathan Mermin, MD, M.P.H., διευθυντής του Εθνικού Κέντρου για το HIV/AIDS του CDC, της ιογενούς ηπατίτιδας, των υπόλοιπων Σ.Μ.Ν. και της πρόληψης της φυματίωσης. «Σε μια εποχή που τα Σ.Μ.Ν. βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, έχουν μείνει εκτός του εθνικού διαλόγου. Ωστόσο, τα Σ.Μ.Ν. αποτελούν μια απειλή που μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπιστεί από την εθνική υγεία με ουσιαστικό προσωπικό και οικονομικό αντίκτυπο. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αντιστραφεί η τάση αύξησης των Σ.Μ.Ν., ειδικά μετά την πανδημία COVID-19, η οποία έχει επηρεάσει πολλές υπηρεσίες πρόληψης Σ.Μ.Ν.»
Η μελέτη καταδεικνύει τη σημασία του τακτικού ελέγχου για Σ.Μ.Ν.. Το CDC συνιστά σεξουαλικά ενεργούς γκέι και bi άνδρες να κάνουν τσεκ-απ τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, ή κάθε 3-6 μήνες, εάν έχουν πολλούς συντρόφους.
Συμβουλεύει, επίσης, τους γκέι άνδρες να εμβολιάζονται για την ηπατίτιδα Α και Β και, εάν είναι κάτω των 26 ετών, και για HPV.