Ένας bi άνδρας από την Κιργιζία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του, μετά από δύο ομοφοβικές επιθέσεις εναντίον του, εντός του ίδιου μήνα.
Σύμφωνα με αναφορές η πρώτη ομοφοβική επίθεση έγινε, όταν ο 20χρονος άνδρας έφευγε από το σπίτι του συντρόφου του, όπου τον αγκάλιασε και τότε τρεις άνδρες τον πλησίασαν και τον φώναξαν με το όνομά του, αρχίζοντας να τους χτυπούν και να τους προσβάλλουν.
“Μας χτύπησαν κυρίως στα νεφρά, το στομάχι και τα πόδια κι έφυγαν” .
Ο νεαρός δεν είχε συναντήσει ποτέ τους επιτιθέμενους και γι’ αυτό ανέφερε το περιστατικό στην αστυνομία. Πρόσφατα, είχε παρακολουθήσει ένα εργαστήριο από τοπικές LGBT+ ομάδες και ήξερε τη σημασία της καταγγελίας εγκλημάτων κατά των LGBT ατόμων. Όταν ο νεαρός είπε στον σύντροφό του, ότι ανέφερε την ομοφοβική επίθεση στην αστυνομία, εκείνος εξέφρασε την ανησυχία του. Φοβόταν για πιθανές επιπτώσεις από τους ίδιους τους αξιωματικούς της αστυνομίας.
“Προσπαθούσα πάντα να κρύψω τη σεξουαλικότητά μου, ένιωσα συχνά σαν ένας άνθρωπος με δύο πρόσωπα” .
Οι LGBT + ακτιβιστές στη χώρα έχουν από καιρό καταγγείλει το ρόλο των αστυνομικών στην κακοποίηση των LGBT+ ανθρώπων. Σύμφωνα με το LGBT + group Kyrgyz Indigo, το κλίμα ομοφοβίας και τρανσφοβίας στη χώρα δίνει τη δυνατότητα στους αστυνομικούς να στοχοποιούν τα LGBT+ άτομα με εκβιασμούς, κατηγορίες και περιθωριοποίηση.
Σύμφωνα με έρευνα του Kyrgyz Indigo, η βία κατά της κοινότητας των LGBT + ατόμων στην Κιργιζία είναι ευρέως διαδεδομένη, καθώς το 96% των 88 ερωτηθέντων, ανέφεραν ότι βιώνουν ψυχολογική βία, το 84% δήλωσαν ότι υπέστησαν σωματική βία και 35% επιβίωσαν από σεξουαλική βία.
Η χώρα δεν διαθέτει δική της νομοθεσία κι η ύπαρξη του ρωσικού νόμου, άλλαξε τον τρόπο, που κατανοεί η Κιργιζία την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των LGBT+ ατόμων, συσχετίζοντας οποιοδήποτε αίτημα για προοδευτική αλλαγή με την «προπαγάνδα» .
«Δημιουργήθηκε ένα κλίμα ατιμωρησίας και δόθηκε το πράσινο φως σε όλους όσους ήθελαν να εκφράσουν το μίσος τους απέναντι στα LGBT+ άτομα» .
Η δεύτερη ομοφοβική επίθεση οδήγησε τον νεαρό στο νοσοκομείο, όταν το απόγευμα της 19ης Νοεμβρίου του 2018, ένας άγνωστος βγήκε από παρκαρισμένο αυτοκίνητο έξω από το σπίτι του νεαρού, λέγοντας ότι είναι αστυνομικός. Ο άγνωστος ισχυρίστηκε ότι η αστυνομία είχε συλλάβει τους δράστες, τον ανάγκασε να επιβεβαιώσει την ταυτότητά του, επιμένοντας ότι επρόκειτο για επείγουσα υπόθεση και πως έπρεπε να τον ακολουθήσει, οπότε ο ανυποψίαστος νεαρός μπήκε στο αυτοκίνητο.
“Μετά από λίγη ώρα κατάλαβα ότι δεν πηγαίναμε στο Τμήμα. Φοβήθηκα και ζήτησα να σταματήσουν το αυτοκίνητο. Εκείνοι βέβαια σταμάτησαν, όταν βρεθήκαμε πια εκτός πόλεως.”
Του είπαν να βγει και άρχισαν να σε λένε τα εξής: “Πώς τόλμησες να γράψεις αναφορά, δεν καταλαβαίνεις ότι κανείς δε θα σε βοηθήσει, είσαι η ντροπή ολόκληρης της κοινωνίας. Θα πεθάνετε και κανένας δεν θα σας θάψει.”
Ο νεαρός δήλωσε ότι στη συνέχεια τον απείλησαν κι ένας από τους άντρες έβγαλε δύο μπουκάλια βότκας, λέγοντας ότι τώρα θα πουν μαζί και θα ξεχάσουν όλα όσα είχαν συμβεί.
“Είπα ότι δεν πίνω, αλλά ήμουν έτοιμος να ξεχάσω τα πάντα. Όμως τότε ο δεύτερος άνδρας με χτύπησε δυνατά στο κεφάλι από πίσω και έπεσα. Συνέχισαν να με χτυπούν και να μου ρίχνουν βότκα [στο στόμα]. Μετά από αυτό, ξύπνησα στο νοσοκομείο με πόνο σε ολόκληρο το σώμα μου, ειδικά στο στομάχι» .
Το στομάχι του νεαρού ήταν τυλιγμένο σε επίδεσμους, αλλά οι γιατροί του είπαν ότι οι δράστες του είχαν χαράξει τη λέξη «gay» πάνω στο δέρμα του. Ο νεαρός δήλωσε ακόμη ότι η μητέρα του αναγκάστηκε να τον μεταφέρει από δημόσιο νοσοκομείο σε ιδιωτική κλινική για τη θεραπεία του, μετά από δύο ημέρες, επειδή το προσωπικό του νοσοκομείου φαινόταν απρόθυμο να τον φροντίσει.
Ο νεαρός είπε ότι η μητέρα του είναι το μοναδικό μέλος της οικογένειάς του που τον αποδέχεται.
«Προσπαθούσα πάντα να κρύψω τη σεξουαλικότητα μου, ένιωθα συχνά σαν ένας άνθρωπος με δύο πρόσωπα» , είπε, προσθέτοντας: «Έχασα όλους τους συγγενείς και τους φίλους μου, αλλά μόνο η μητέρα μου δεν με αφήνει» .