Η πρόσφατη αντιπαράθεση ομάδων του φεμινιστικού κινήματος με τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα με αφορμή τη δημοσίευση ενός ολότελα προβληματικού και με τρανσφοβική ρητορική κειμένου πυροδότησε μια σειρά από πολεμικές, βασικά στο διαδίκτυο, οι οποίες δυστυχώς υπονομεύουν τη συνέργεια και κοινή δράση των κινημάτων. Οι διαφωνίες σε επιμέρους ζητήματα δεν είναι νέο φαινόμενο, προϋπήρχαν, χωρίς να εμποδίζουν φεμινιστικές και ΛΟΑΤΚΙ+ συλλογικότητες να δίνουν μάχες πλάι-πλάι. Η διάρρηξη αυτής της επικοινωνίας δεν θα ήταν ευπρόσδεκτη εξέλιξη.
των Σύλβια Φεσσά και Δήμητρα Κυρίλλου
Οι νέου τύπου πολεμικές διακηρύξεις, ανεξάρτητα από τις προθέσεις των συντακτριών τους, δυσφημίζουν την υπόθεση του αγώνα κατά όλων των διακρίσεων και διευκολύνουν το στρατόπεδο της Ακροδεξιάς και αρκετών κυβερνήσεων όταν μιλούν για «υπερβολές, υστερίες και δικαιωματισμούς» που δεν έχουν κατά τη γνώμη τους υπόσταση.
Γιατί όμως αυτή τη χρονική στιγμή, η χρήση της γλώσσας και η «σωστή» ορολογία γίνονται αφορμή για ένα εφ’όλης της ύλης και σε πολλά σημεία ανακριβές μανιφέστο κατά των queer ανθρώπων; Ποιους εξυπηρετεί ο σεκταρισμός στον χώρο που αντιστρατεύεται τον σεξισμό και την πατριαρχία; Και γιατί σε αυτή τη συγκυρία, με το στρατόπεδο της ακροδεξιάς και του Τραμπ να περνάει στην αντεπίθεση, με την κυβέρνηση της Ουγγαρίας να απαγορεύει το pride της Βουδαπέστης ανοίγοντας την όρεξη και στα εγχώρια φερέφωνα να απαιτούν το ίδιο στην Αθήνα, με το δικαίωμα σε ασφαλείς αμβλώσεις να βάλλεται, η προτεραιότητα δίνεται στο να τεθούν οι ΛΟΑΤΚΙ+ άνθρωποι και κύρια τα τρανς άτομα στη θέση του εχθρού των γυναικών;
Ο πόλεμος (όχι μόνο) κατά των γυναικών
Τα γυναικεία δικαιώματα απειλούνται πράγματι. Ανέκαθεν άλλωστε οι έμφυλες διεκδικήσεις και κατακτήσεις αποτελούσαν σταθερό στόχο της άκρας Δεξιάς, ακόμα και αν προσπαθεί να θολώσει τα νερά, όπως η επικεφαλής του AFD στη Γερμανία.
Οι γυναίκες βρίσκονται στο στόχαστρο της ακροδεξιάς, όχι όμως «…στην προσπάθεια που διευρύνεται πλέον, για εξαφάνιση της έννοιας της γυναίκας από τη σκέψη, την κοινωνία, τα κινήματα». Βασικός στόχος αυτών των νέων επιθέσεων είναι να περιοριστούν τα δικαιώματα των γυναικών, να ξηλωθούν οι κατακτήσεις μιας προηγούμενης περιόδου, να υποβιβαστεί η θέση τους στην εργασία και να φορτώνονται όλο και περισσότερα από τα οικογενειακά βάρη, να αποδέχονται τις σεξιστικές συμπεριφορές, ακόμη και τη φυσική βία και να μην ξεσηκώνονται κατά των κακοποιητών τους. Το ίδιο και πιο έντονο ισχύει για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα και τα τρανς άτομα, η ύπαρξη και μόνο των οποίων αποσταθεροποιεί το κυρίαρχο στερεότυπο ανδρισμού-θηλυπρέπειας και συνακόλουθα τη λειτουργία του θεσμού της πυρηνικής οικογένειας, όχι σαν σχέσης μεταξύ ανθρώπων (που είναι θεμιτό), αλλά σαν μορφής αναπαραγωγής της κοινωνίας και θεματοφύλακα των κυρίαρχων ιδεών και αξιών.
Ο Τραμπ έχει ανοίξει πόλεμο ενάντια στο 90% της κοινωνίας που θίγεται άμεσα από τα μέτρα του, δυστυχώς όμως έχει καταφέρει να πείσει ένα κομμάτι της ότι, το πρόβλημα είναι οι «άλλοι»: Οι παράνομοι μετανάστες που σήμερα απελαύνονται στα στρατόπεδα του Ελ Σαλβαδόρ, οι τρανς, που τους στερούν την όποια ιατρική περίθαλψη και τους μετατρέπουν σε αποδιοπομπαίους τράγους, οι γυναίκες, που δήθεν υπερβάλλουν με το #metoo και τα κεκτημένα τους. Η δημαγωγία του «διαίρει και βασίλευε» στοχεύει (και συχνά πετυχαίνει) στο να ανταγωνίζεται η μια ταυτότητα την άλλη, λες και έχουν να μοιραστούν τα δικαιώματα μεταξύ τους ή η υπόσταση των μεν απειλεί τις δε. Πρόκειται για λαθροχειρία, γιατί όλες αυτές οι ομάδες βρίσκονται στο στόχαστρο του νέου «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια», και είναι αναγκαίο να συνεργαστούν για να το σταματήσουν.
Σήμερα το φύλο έχει μετατραπεί στο πιο έντονο πεδίο πολέμου και γι’αυτό η εμμονή σε δηλώσεις ότι «υπάρχουν μόνο δύο φύλα», ενώ η τακτική είναι γνωστή και δοκιμασμένη: Επίθεση στην πιο μικρή αριθμητικά και εύκολο να περιθωριοποιηθεί ομάδα, και σειρά έχουν οι υπόλοιπες.
Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι η αλληλεγγύη πολύμορφων κινημάτων χειραφέτησης στον απόηχο του Μάη του ’68 και του Stonewall, που παρά τις διαφορές τους είχαν σαν κοινό υπόβαθρο την αντίθεση με τις σεξιστικές διακρίσεις και τους θεσμούς που τις αναπαράγουν, έφερε τις μεγάλες αλλαγές στους νόμους και κυρίως στις ζωές των καταπιεσμένων. Το δικαίωμα στο γάμο, την τεκνοθεσία, τον αυτοπροσδιορισμό ταυτότητας φύλου και άλλες διεκδικήσεις που κάποια άτομα σήμερα περιγελούν σαν «δικαιωματισμό» έχει κοινή αφετηρία με τις γυναικείες διεκδικήσεις που οδήγησαν παλιότερα στην κατάργηση της προίκας και της ποινικοποίησης της μοιχείας, στην νομοθέτηση του πολιτικού γάμου και του αυτόματου διαζυγίου, στις νόμιμες και δωρεάν αμβλώσεις.
Σήμερα βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου νέα κινήματα διεκδικούν διεύρυνση των δικαιωμάτων, ώστε να κατοχυρώνεται η υπόσταση ταυτοτήτων που για δεκαετίες έζησαν στο περιθώριο, όπως οι τρανς και οι ίντερσεξ, και για μεγαλύτερη κοινωνική συμπερίληψη. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορεί να είναι «α λα καρτ», αλλά συμπεριληπτικά.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΥΝΟΜΩΣΙΑΣ
Πρόσφατες μελέτες σχετικά με την ανάδυση της άκρας δεξιάς έχουν αναδείξει ότι ρητορείες όπως η προβολή επικείμενου κινδύνου, η καλλιέργεια αισθήματος εγρήγορσης απέναντι σε μια επερχόμενη απώλεια της υπόστασης μιας ομάδας από μια άλλη (που υποτίθεται βρίσκεται σε καλύτερη θέση), συχνά μια ιδιότυπη αναστροφή της θέσης θύματος-θύτη, αποτελούν έντεχνα μελετημένες μεθόδους της alt-right. Η τελευταία διαρκώς προειδοποιεί για «αφανισμό» της ευρωπαϊκής και ελληνικής κουλτούρας, της πυρηνικής οικογένειας, των παραδοσιακών ρόλων του πατέρα και της μητέρας, του έθνους, της θρησκείας, κ.ο.κ. Με αυτές τις μεθόδους επιχειρεί να διεισδύσει στη δημόσια σφαίρα και να εμφανιστεί ως «φωνή λογικής», παρουσιάζοντας τις ακροδεξιές ιδέες ως αυταπόδεικτη αλήθεια. Ένα προηγούμενο διάστημα, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, ειδικά όσοι προέρχονταν από μουσουλμανικές χώρες ήταν ο κατ’εξοχήν στόχος. Τα τελευταία χρόνια, δίπλα στον ρατσισμό και την ισλαμοφοβία, εμφανίστηκαν σφοδρές αντιπαραθέσεις με επίκεντρο το φύλο.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους διαβόητους «ενεργούς μπαμπάδες» (που με τόση συνέπεια πάλεψαν οι φεμινίστριες), οι οποίοι έκαναν λόγο για «αφανισμό της αρρενωπότητας» εξαιτίας των γυναικών, ότι δήθεν απειλείται η αντρική τους ταυτότητα και υπόσταση, ότι οι άντρες έχουν μετατραπεί λίγο-πολύ σε θύματα από κάποιες γυναίκες «μέγαιρες» που καταχρώνται το ρόλο και τα δικαιώματά τους; Με αυτή την τακτική και βέβαια με την αγαστή εύνοια της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας ξηλώθηκε ένας από τους λιγοστούς νόμους που ευνοούσε τη μητέρα σε περίπτωση μη συμφωνίας των δυο μελών για την γονική μέριμνα.
Το επιχείρημα «πρόοδος κατά του μεταμοντέρνου»
Μέσα στην τεταμένη αντιπαράθεση, επιχειρήθηκε μια ρητορική που βαπτίζει το δεύτερο κύμα του φεμινισμού σαν αποκλειστικό θεματοφύλακα των κινημάτων του Μάη του ’68 και των θετικών αλλαγών που αυτά έφεραν στις ζωές των καταπιεσμένων μειονοτήτων, σε αντιπαράθεση με ένα μεταμοντέρνο «τρίτο κύμα» αποδόμησης και διάλυσης της πραγματικότητας. Αυτή η επιχειρηματολογία διατείνεται ότι η ουσιοκρατία και η αποθέωση της βιολογίας ως σταθερής και αμετάβλητης βρίσκεται στο οπλοστάσιο των προοδευτικών αντιλήψεων, ενώ η queer θεωρία, η ρευστότητα του φύλου, η τρανς κατάσταση αποτελεί ιδεαλισμό και υποκειμενικότητα, αντανάκλαση της κυρίαρχης ιδεολογίας και αναπαραγωγή της.
Σε κάθε περίπτωση, οι θεωρητικές διαμάχες δεν γεννήθηκαν από ιδεολογικές αντιπαραθέσεις αλλά προήλθαν από κοινωνικά αιτήματα για ίσα δικαιώματα. Οι νέες θεωρήσεις για το φύλο αναπτύχθηκαν πάνω στην πραγματικότητα που βίωσαν και βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι που δεν χωρούν στο δίπολο (αρσενικό – θηλυκό) και το εκφράζουν με τη στάση τους, και όχι αντίστροφα. Δεν διατυπώθηκε η θεωρία για να σπεύσουν οι πιστοί, αλλά ανάποδα: Πάνω στην εξέλιξη των σεξουαλικών τάσεων και συμπεριφορών, αναπτύχθηκαν θεωρίες που επιχειρούν να αναμετρηθούν με τη νέα πραγματικότητα. Δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος στη βάση της εκ του πονηρού απόρριψης των «τάδε» δικαιωμάτων σαν μεταμοντέρνων, απέναντι στα «δείνα» που είναι δίκαια. Μπορεί και πρέπει να γίνει σοβαρή συζήτηση στη βάση του κοινού υποβάθρου και της αποδοχής.
Ας δούμε λοιπόν τα θεωρητικά ζητήματα που άνοιξαν:
ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΥΟ ΦΥΛΑ- ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΥΛΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ;
Επιχειρείται να υποβιβαστούν το ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα και τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα ως μεταμοντέρνα και ανταγωνιστικά στην στρατηγική πρόταση για μια καλύτερη κοινωνία.
Πόσο στ’αλήθεια υπηρετεί μια προοδευτική προοπτική η εμμονή στον αιώνια αμετάβλητο χαρακτήρα της βιολογίας και στην «ύπαρξη μόνο δύο φύλων»; Πόσο στ’ αλήθεια επαναστατικό είναι να υπερασπίζεται κανείς ότι η βιολογία είναι σταθερή και αναλλοίωτη στο χρόνο και ανεπηρέαστη από τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες;
Επειδή πριν τις θεωρίες υπάρχει η πραγματικότητα, στην πραγματικότητα την ίδια υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που γεννιούνται και μεγαλώνοντας εμφανίζουν ποικίλες διαφοροποιήσεις στο φάσμα του διπόλου αρσενικό-θηλυκό, πολλοί περισσότεροι από αυτούς που διατείνονται τα ιατρικά συγγράμματα (ενδιάμεσες περιπτώσεις καταγράφονται ως το ένα ή το άλλο φύλο με «ανωμαλίες» διαστρεβλώνοντας τα στατιστικά δεδομένα). Το επίμαχο ζήτημα επομένως, που υποκρύπτεται πίσω από το αξίωμα περί ύπαρξης δύο φύλων, δεν είναι αν υφίστανται στην πραγματικότητα διαφοροποιήσεις που καθιστούν το φύλο ένα φάσμα παρά ένα δίπολο, αλλά το ποιες από αυτές τις εκφάνσεις του φύλου εντάσσονται στη σφαίρα του φυσιολογικού και ποιες εξοστρακίζονται ως παθολογικές ή ανώμαλες. Πριν αποφανθούμε θετικά στη θέση «υπάρχουν μόνο δύο φύλα» ας αναρωτηθούμε για τα εξής:
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΟ, ΜΕ ΠΟΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑ ΤΟ ΚΑΘΟΡΙΣΕΙ
Τι θεωρείται παθολογικό; Όσον αφορά το φύλο, ας αναρωτηθούμε γιατί ένα βρέφος που γεννιέται με διαφοροποίηση ως προς τα χαρακτηριστικά φύλου, ενώ δεν υποφέρει και δεν παρουσιάζει καμία διαταραχή ζωτικής λειτουργίας κρίνεται ως παθολογικό; Η προφανής απάντηση είναι ότι παρόμοιες καταστάσεις, ενώ δεν πρόκειται για νόσους, εμπίπτουν στην κατηγορία της ανωμαλίας. Κραυγαλέο παράδειγμα είναι ο υποσπαδίας, που συγκαταλέγεται στις ίντερσεξ καταστάσεις. Ενώ τα αγοράκια που γεννιούνται με αυτή τη διαφοροποίηση δεν παρουσιάζουν κανένα οργανικό πρόβλημα υφίστανται πολυάριθμες εγχειρήσεις στην παιδική τους ηλικία ώστε να προσεγγίσουν σε μορφολογία αυτό που θεωρείται ένα «φυσιολογικό» πέος, δηλαδή η ουρήθρα να απολήγει στην άκρη του. Σωματικά η διαφοροποίηση δεν προκαλεί καμία απολύτως διαταραχή. Η πραγματική «διαταραχή» αφορά στο ότι η ανατομία δεν πληροί το ιδεατό του αρσενικού, που «θέλει» το αρσενικό να κατουράει σε όρθια θέση.
Την απάντηση στο πώς καθορίστηκε ‑και εξακολουθεί να καθορίζεται- τι είναι τερατώδες και ανώμαλο πρέπει να την αναζητήσουμε στην ιστορία της ιατρικής, στη διαμόρφωση της ανατομίας και της φυσιολογίας. Πληθώρα λαθών, παραλείψεων, αυθαιρεσιών, αντινομιών, όχι απαραίτητα εμπρόθετων, διαμορφώνουν τα κριτήρια για τη θεώρηση του φυσιολογικού και του παθολογικού. Πέρα όμως από τα προβλήματα στο αμιγώς επιστημονικό μέρος, θα πρέπει να θυμόμαστε πως η ιστορία της εξέλιξης αυτών των πεδίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη του καπιταλισμού και της αποικιοκρατίας, την οποία η επιστήμη κλήθηκε να υπηρετήσει (πρακτικές ανθρωπομετρίας, βιομετρίας, ποσοτικοποίηση μεγέθους οργάνων, ιεραρχική κατάταξη διαφοροποιήσεων, συγκριτική ανατομία μεταξύ άλλων). Ένα παράδειγμα για την ιστορική διαδικασία κανονικοποίησης και ιεραρχικής ταξινόμησης των γεννητικών οργάνων με αποικιοκρατικούς όρους: ήδη από τον 18ο αιώνα η μεγάλη κλειτορίδα αρχίζει να θεωρείται ενδεικτικό υπερσεξουαλικότητας και ίδιον γυναικών εκτός της λευκής φυλής (η μεγάλη κλειτορίδα ιεραρχείται ως υποδεέστερη ανατομικά, όπως και οι μη λευκές γυναίκες, στις οποίες υποτίθεται πως συναντιέται αποκλειστικά).
Στην πορεία κανονικοποίησης του διπόλου του φύλου συνεισέφεραν η εισαγωγή της συγκριτικής ανατομίας, η ποσοτικοποίηση και η ποσοστικοποίηση. Η αντίληψη του ό,τι είναι συνηθέστερο είναι και ομαλό δεν ήταν ούτε πανάρχαια ούτε αυτονόητη, αλλά επικράτησε σταδιακά κατά τον 19ο αιώνα μέσα από αυτές τις διαδικασίες.
Ενδεικτικό του πόσο ατελής είναι η επιστημονική προσέγγιση για τον χαρακτηρισμό του φύλου αποτελεί η ρευστότητα των κριτηρίων που χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικές εποχές από τον 19ο και 20ο αιώνα. Όπως μαθαίνουμε από μελέτες για τις ίντερσεξ καταστάσεις, ως πρωτεύον κριτήριο θεωρούνταν άλλοτε οι γονάδες-ωοθηκός-ορχικός ιστός, αργότερα οι ορμόνες και μεταγενέστερα τα γονίδια, διαφοροποιήσεις που υπογραμμίζουν τη βιολογική συνθετότητα του τι είναι θηλυκό ή αρσενικό.
Η ΑΥΘΕΝΤΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ – ΤΟ ΑΛΑΘΗΤΟ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ
Η λέξη επιστήμη πρωτοεμφανίζεται τη δεκαετία του 1840, ενώ η επίκληση στο «επιστημονικό» για νομιμοποίηση και στους επιστήμονες ως υπέρτατες αυθεντίες αποτελεί γέννημα της νεωτερικότητας. Η ανερχόμενη αστική τάξη προσφεύγει στην επιστήμη με στόχο τη νομιμοποίηση της ιδεολογίας που δικαιώνει τις διεκδικήσεις και τις μεθόδους της, ενώ ο βιολογικός ντετερμινισμός αποτελεί το όπλο αυτής της διαδικασίας (τα παραδείγματα πολυάριθμα, όπως η κατασκευή του προφίλ του εγκληματία με βάση τα χαρακτηριστικά του προσώπου, η ιεραρχική κατάταξη των ανθρώπινων φυλών που επιτρέπει τον αφανισμό τους, μέχρι την ευγονική και το Ολοκαύτωμα). Οι επιστήμονες σε αντάλλαγμα λαμβάνουν ιστορικά το χρίσμα του αλάθητου.
Ανεξάρτητα από την εγκυρότητα της εκάστοτε επιστημονικής θεωρίας ή επιτεύγματος, το βέβαιο είναι ότι η επιστήμη δεν διαμορφώνεται σε κοινωνικό κενό. Αντίθετα, οι κοινωνικές συνθήκες επηρεάζουν όχι μόνο τα αποτελέσματα αλλά και τις κατευθύνσεις της επιστημονικής έρευνας. Η ιατρική βρίθει από παραδείγματα παθολογικοποίησης με βάση τις κυρίαρχες αντιλήψεις κάθε εποχής: αρκεί να θυμίσουμε την ετυμολογία της «υστερίας» (αποδιδόταν αποκλειστικά στις γυναίκες και θεωρούταν απότοκο της κατοχής μήτρας-υστέρας), ή το γεγονός ότι ο αυνανισμός αντιμετωπιζόταν ως και τον 20ου αιώνα ως παθολογική κατάσταση, που έχρηζε ιατρικής αντιμετώπισης. Το ότι πολλές καταστάσεις εξαιρέθηκαν από το DSM (Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρίας) οφείλεται όχι σε αυθόρμητη επιστημονική έρευνα αλλά σε μετατόπιση μετά από μακρόχρονη πίεση από τη μεριά των θιγόμενων ομάδων και κινημάτων (όπως στην περίπτωση των τρανς ατόμων), μεταβολή ενδεικτική της αλληλεπίδρασης μεταξύ κοινωνίας και επιστήμης.
ΟΥΣΙΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ
Οι ντετερμινιστές έχουν την άποψη ότι τα άτομα προηγούνται οντολογικά της κοινωνίας και ότι τα χαρακτηριστικά των ατόμων είναι συνέπεια της βιολογίας τους. Οι ρίζες του βιολογικού ντετερμινισμού ανάγονται στον καρτεσιανό δυισμό σώματος-ψυχής, που ουσιαστικά αποσπά τα βιολογικά σωματικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων από την ψυχική σφαίρα. Σύμφωνα με τον βιολογικό ντετερμινισμό, τα βιολογικά χαρακτηριστικά ενός σώματος αποτελούν τα μόνα κριτήρια με βάση τα οποία χαρακτηρίζεται το φύλο σε κάθε άνθρωπο ανεξάρτητα από τη ψυχική σφαίρα, τις επιθυμίες και τις ανάγκες του.
ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ
Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, πού αλλού στην προεπαναστατική Ρωσία και τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, μια πρωτοποριακή ομάδα φυσιολόγων-νευροφυσιολόγων, όχι απαραίτητα επαναστάτες αλλά σαφώς εμπνευσμένοι από το επαναστατικό πνεύμα της εποχής, αμφισβητούν την κυρίαρχη ως τότε (αλλά και ως σήμερα) καρτεσιανή θεώρηση της φυσιολογίας και της ανατομίας, στις οποίες βασίζεται η δυτική ιατρική. Η θεωρία για τα λειτουργικά συστήματα (theory of functional systems) δίνει έμφαση στον πρωτεύοντα ρόλο της διασύνδεσης των μερών με όρους λειτουργικού συστήματος (αντί να προσλαμβάνει έναν ζώντα οργανισμό ως απλή συνάρθρωση ανεξάρτητων στοιχείων, όπως ο Ντεκάρτ) και αναδεικνύει τις αντιφάσεις του μηχανιστικού μοντέλου πάνω στο οποίο έχει οικοδομηθεί η δυτική ιατρική.
Οι Ρώσοι επιστήμονες παρείχαν έναν ριζικά νέο τρόπο αντίληψης του ζωντανού σώματος και των οργάνων του. Ενάντια στην παγιωμένη στη δυτική ανατομία και φυσιολογία αντίληψη για τα όργανα ως «κάτι μορφολογικά καθορισμένο και σταθερό, οι νέες θεωρήσεις τονίζουν τον ρόλο κάθε οργάνου σε ένα λειτουργικό σύνολο και όχι ως ανατομική μονάδα (με άλλα λόγια δεν είναι δυνατόν π.χ. η μήτρα να καθορίσει τη λειτουργία και την υπόσταση ενός ολόκληρου οργανισμού).
Η ρωσική σχολή αμφισβήτησε τον βιολογικό ντετερμινισμό επιμένοντας στην ιστορική διάσταση της βιολογίας. Η επιρροή της κοινωνίας και της ιστορίας στα έμβια όντα αναγνωρίζεται ακόμα και στο επίπεδο της διαμόρφωσης και της μετατροπής των ενστίκτων. Για τον λόγο αυτό, τα ένστικτα δεν αποτελούν ένα σταθερό και αμετάβλητο απόθεμα, αλλά ένα διευρυνόμενο και μεταβαλλόμενο επίτευγμα του ανθρώπου.
Στους αντίποδες της δυτικής ιατρικής σκέψης, η οποία συστηματικά συσκοτίζει την ιστορική πτυχή της βιολογίας, θα πρέπει να προσπαθούμε να κατανοούμε τα φυσικά φαινόμενα και τους νόμους τους μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με τους μελετητές αυτής της πρωτοποριακής προσέγγισης, ο βιολογικός ντετερμινισμός δεν συναντάται ουσιαστικά παρά μόνο στην δυτική ιατρική και επιστήμη.
ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΦΥΛΟ
Ο κατακερματισμός του σώματος σε όργανα-η μηχανιστική δηλαδή καρτεσιανή αντίληψη για τους οργανισμούς, και ο διαχωρισμός σώματος-ψυχής είναι τα προβληματικά μεθοδολογικά εργαλεία της δυτικής σκέψης πάνω στα οποία στηρίζεται η θεωρία των δύο φύλων. Το φύλο δεν μπορεί να θεωρείται ότι καθορίζεται ερήμην της ψυχικής διάθεσης του ατόμου, αντικειμενοποιώντας το σώμα και κατακερματίζοντάς το σε μεμονωμένα όργανα, τα οποία θεωρούνται αυθαίρετα ως ιεραρχικά σημαντικότερα στον καθορισμό του φύλου.
Αν βέβαια η βιολογία δεν είναι σε θέση να καθορίσει το φύλου ενός ατόμου, άλλο τόσο δεν είναι ικανό και το κοινωνικό υπόβαθρο από μόνο του (υπήρξαν προσπάθειες όπως του John Money στα μέσα του 20ου αιώνα να αποδείξει το δεύτερο με τραγικές συνέπειες). Όπως έχει εύστοχα ειπωθεί, το βιολογικό και το κοινωνικό δεν είναι ούτε διαχωρίσιμα, ούτε αντιθετικά, ούτε εναλλακτικά, αλλά συμπληρωματικά. Το φύλο που αισθάνεται ένα άτομο είναι πολύ πιο σύνθετο για να συρρικνωθεί σε επιμέρους όργανα αντικειμενοποιώντας το σώμα.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στις σημερινές συνθήκες ανόδου μιας Ακροδεξιάς που θέτει στο επίκεντρο των επιθέσεών της τα έμφυλα ζητήματα, βάλλοντας τις γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, οφείλουμε να απαντήσουμε. Αν σήμερα στοχοποιούνται οι τρανς, ίντερσεξ και λοατκι+ άνθρωποι, είναι βέβαιο, όπως ήδη συμβαίνει, ότι η επόμενη επίθεση θα αφορά και στο δικαίωμα στην άμβλωση. Για να τους ανακόψουμε, οφείλουμε να απαντήσουμε συνολικά και συλλογικά. Ο σεβασμός όχι μόνο στα δικαιώματα αλλά και την ίδια την ύπαρξη καταπιεσμένων ομάδων αποτελεί προϋπόθεση για να προχωρήσουμε μαζί.