Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Γυναίκας πέντε συντάκτριες του ANTIVIRUS παίρνουν τον λόγο κάνοντας το δικό τους “fem talk”.
«Μας χωράει όλες αυτή η ομπρέλα.»
Μικρή μου άρεσαν οι barbie, οι πριγκίπισσες και οι totally spies και θεωρούσα μεγάλο πλήγμα που η μητέρα μου είχε βάψει τους τοίχους του δωματίου μου γαλάζιους. Έπρεπε όλα να είναι ροζ, ροζ, ροζ. Και αφού μου άρεσαν τα ροζ, οι barbie, οι πριγκίπισσες και οι totally spies ήμουν σίγουρα ένα κορίτσι. Τόσο απλά. Όσο μεγάλωνα όμως και οι επιδιώξεις για μια ορθή συγκρότηση του φύλου μου άρχισαν να γίνονται πιο περίπλοκες, ένιωθα πως αυτός ο τίτλος του “θηλυκού” με περιορίζει, με μπερδεύει, με προκαθορίζει. Δεν ήθελα να είμαι σαν τα “άλλα κορίτσια”, γιατί εάν είσαι σαν “τις άλλες”, κάτι μάλλον έχεις κάνει λάθος. Οπότε, άρχισα να απομακρύνομαι οικειοθελώς από αυτή την έννοια και να χλευάζω όλα όσα συνδέονται σχεδόν αβίαστα με το θηλυκό φύλο, γιατί μου δημιουργήθηκε η ιδέα πως μόνο με αυτή την τακτική θα μπορώ να στέκομαι ισάξια δίπλα σε όλους όσους έχουν κερδίσει εκ γεννησιμιού τους αυτή τη θέση. Προσπερνώντας λοιπόν κάποια χρόνια και φτάνοντας στο 2020, αντιλαμβάνομαι πλέον πως οι ταυτότητες είναι ρευστές και κοινωνικά επιβεβλημένες κατασκευές. Δεν σε κοιτάζουν πάντα επιβλητικά και μερικές φορές μπορούν να γίνουν πηγή ενδυνάμωσης. Δεν μου αρέσει τελικά το ροζ, δεν ψάχνω τελικά τον πρίγκιπα, δεν μπορώ να φορέσω ψηλάποντα χωρίς να φάω τα μούτρα μου, αλλά μου αρέσουν τα φορέματα, τα κραγιόν και τα μιούζικαλ. Τίποτα από όλα αυτά δεν με κάνει λιγότερο γυναίκα. Ούτε από εσένα λείπει κάτι εάν δεν σε αντιπροσωπεύουν πλήρως ή και καθόλου τα παραπάνω. Όπως είχε πει και η Audre Lorde: “Η διαφορετικότητα δεν πρέπει απλώς να γίνει ανεκτή, αλλά να εκληφθεί ως θεμέλιο των αναγκαίων πολώσεων, μέσα στις οποίες η δημιουργικότητα μας μπορεί να λάμψει σαν διαλεκτική… Χωρίς κοινότητα, δεν υπάρχει απελευθέρωση, μόνο η πιο ευάλωτη και παροδική ανακωχή ανάμεσα σε ένα υποκείμενο και την καταπίεση του.”
Μας χωράει όλες αυτή η ομπρέλα.
-Χριστίνα Βιτλή
«Δεν υπάρχουν φόρμουλες και προϋποθέσεις για να είσαι γυναίκα.»
Πάντα μου άρεσε να παίζω ποδόσφαιρο. Φυσικά μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι αυτό δεν είναι πολύ συνηθισμένο για μία κοπέλα, και προκαλούσε εντύπωση σε όποιον το μάθαινε. Τώρα που έχουν περάσει αρκετά χρόνια, ακόμα μου αρέσει να παίζω ποδόσφαιρο, αλλά όχι να βλέπω. Μου αρέσει να ακούω μουσική, να χορεύω, να τραγουδάω, να πίνω μπύρες, να βάφομαι, να βάζω φορέματα, αλλά να μη βάφομαι και καθόλου. Νιώθω πως με κάνει γυναίκα ό,τι με ευχαριστεί να φοράω και να κάνω. Συνεχίζω να είμαι ο εαυτός μου παρά τα πολλαπλά σχόλια και απόψεις ότι «οι γυναίκες δεν είναι ωραίο να βρίζουν», κάτι που κάνω πολύ συχνά. Δεν υπάρχουν φόρμουλες και προϋποθέσεις για να είσαι γυναίκα. Γυναίκα με κάνει να νιώθω-ή μάλλον όχι-μού υπενθυμίζεται ότι είμαι, όταν περπατάω στον δρόμο και ακούω διάφορα ηχητικά εφέ (spoiler alert: δεν είναι από τη φασαρία του δρόμου), νιώθω περίεργα βλέμματα και ακούω φράσεις που θα ήταν καλύτερα να μην εκφράζονταν φωναχτά. Κάθε φορά που διαβάζω τα νέα και βλέπω ότι έγινε άλλη μία γυναικοκτονία θυμώνω. Δεν είναι τυχαία εγκλήματα, απορρέουν από την εικόνα της γυναίκας που έχει διαμορφώσει η κοινωνία. Η πραγματικότητα διαφέρει από την εικόνα σας. Είμαστε cis και είμαστε trans, είμαστε βαμμένες και είμαστε άβαφες, είμαστε ξυρισμένες και είμαστε αξύριστες, βάφουμε τα νύχια μας και παίζουμε ποδόσφαιρο.
Είμαστε γυναίκες.
-Ελευθερία Κατόπη
«Για κάθε μία μικρή ή μεγάλη ιστορία»
Γυναίκα λέγομαι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Από το στάδιο που άρχισα να φοράω ροζ φορεματάκια και να ζητάω να δω για εκατοστή φορά τη μικρή γοργόνα στο βίντεο. Από τα διαλείμματα που καθόμουν με τα υπόλοιπα κοριτσάκια για να παίξω, γιατί τα αγόρια έπαιζαν ποδόσφαιρο. Από εκείνο το καλοκαίρι που μου ήρθε περίοδος πρώτη φορά και ένιωσα ότι έχω το ιερότερο προνόμιο. Από τη μέρα που απαίτησα από τη μητέρα μου να έχω καλλυντικά για να είμαι όμορφη. Από τότε που άρχισα να νιώθω άσχημα επειδή είχα σιδεράκια και παραπάνω κιλά και δεν ήμουν “τέλεια”. Από την πρώτη μου σχέση και το πόσο ερωτευμένη ήμουν. Κι από την πρώτη φορά που απέδωσα το ό,τι μιλάω πολύ στο ότι είμαι γυναίκα.
Ίσως κι από τότε που σιχάθηκα το ροζ δωμάτιό μου και ζήτησα να το κάνουμε γαλάζιο. Μπορεί κι από μια φάση που άρχισα να μαζεύω τα κορίτσια της τάξης μου ώστε να παίξουμε κάτι πιο δραστικό και αρχίσαμε να κάνουμε τις κατασκόπους. Από το πόσο άσχημα αισθάνθηκα όταν η περίοδός μου έγινε αντιληπτή και μου τόνισαν ότι δεν πρέπει να ξανασυμβεί αυτό. Από όταν άρχισα να σκέφτομαι ότι με ενοχλεί να καλύπτω συνεχώς το δέρμα μου με make up για να είμαι όμορφη. Από τη στιγμή που ανακάλυψα ότι η εικόνα μου δεν ικανοποιεί τα πρότυπα ομορφιάς που έχουν επιβληθεί στο φύλο μου κι όχι πως δεν αρέσει σε μένα. Από τότε που μου ασκήθηκε βία με τρόπο ειρωνικά αβίαστο. Και τέλος, από τότε που επιτέλους κατάλαβα ότι μιλάω πολύ επειδή έχω πράγματα να πω.
Άρα τι με κάνει γυναίκα; Αν αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, σίγουρα δεν είναι κάτι σταθερό. Πάντα αλλάζει η συνθήκη, ο τόπος και ο χρόνος. Μια γυναίκα εξάλλου δεν είναι ποτέ ένα πράγμα και σίγουρα όχι κάτι που μπορεί κανείς να προβλέψει, ούτε να προκαθορίσει με κατασκευές. Δεν είμαστε κατασκευές, οι κατασκευές αργά ή γρήγορα χαλάνε. Κάθε μία μας είναι απλώς η ιστορία της. Εκεί έξω υπάρχουν πολλές ακόμα που πρέπει να ειπωθούν.
Κι ο κόσμος οφείλει να αφουγκράζεται περισσότερες από μία μέρες.
-Τόνια Στεργίου
Γυναικείες ταυτότητες: Ατομικό ή συλλογικό βίωμα;
Είπαμε για αυτήν τη μέρα να μιλήσουμε βιωματικά. Να γράψουμε πως η καθεμία από εμάς αντιλαμβάνεται τη γυναικεία ταυτότητα. Και μόνο από τις συζητήσεις μας καταλάβαμε πόσο πολύπλοκη κατηγορία είναι και πόσο διαφορετική για την καθεμία. Προσωπικά, είχα ως δεδομένη τη cis γυναικεία ταυτότητα μου από μικρή. Μόνο όμως όταν άρχισα να ασχολούμαι με τον φεμινισμό την αντιλήφθηκα ως πιο ρευστή και πιο δυναμική. Κάποιες φορές αγκαλιάζω την θηλυκότητα που έχω σωματοποιήσει ίσως και στερεοτυπικά αλλά σίγουρα με έναν δικό μου τρόπο, κάποιες άλλες όχι. Δεν είναι όμως η θηλυκότητα μου που με κάνει να νιώθω γυναίκα. Νιώθω γυναίκα όταν συσπειρώνομαι, συζητάω ή απλώς συνυπάρχω με άλλες γυναίκες, cis ή τρανς. Οι ιστορίες που μοιραζόμαστε δεν είναι πάντα ευχάριστες. Απορρέουν από τον σεξισμό, την ομοφοβία ή την τρανσφοβία που δεχόμαστε σε διάφορες φάσεις της καθημερινότητας μας. Για κάποιες η καταπίεση είναι διπλή και τριπλή, καθώς η γυναικεία ταυτότητα συμβαίνει παράλληλα με άλλες ταυτότητες: την σεξουαλική, την εθνική/εθνοτική, την θρησκευτική κ.α. Η Margaret Atwood λέει “Συχνά οι άνδρες με ρωτάνε, γιατί οι γυναικείοι χαρακτήρες σου είναι τόσο παρανοϊκοί; Δεν είναι παράνοια. Είναι η αναγνώριση της κατάστασης τους”. Επειδή καμιά φορά η αισιοδοξία είναι απαραίτητη και ενδυναμωτική, θέλω απλά να πιστέψω ότι όλ@ μαζί μπορούμε να ανατρέψουμε αυτήν την κατάσταση, τις κανονικότητες που μας κλειδώνουν σε μικρά κουτάκια, και να ζήσουμε ελεύθερα. Για μένα η μέρα αυτή είναι πάντα αφιερωμένη σε όλα τα υποκείμενα που καταπιέζονται από την πατριαρχία. Η φετινή όμως, πρέπει να αφιερωθεί στις προσφύγισσες και στις μετανάστριες που τις τελευταίες μέρες είναι αποδέκτριες του ελληνικού ρατσισμού, του σεξισμού, της βίας και της απανθρωποποίησης. Σε παράφραση του Ernest Renan για την συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας, εγώ μιλώντας για την έμφυλη ταυτότητα:
“Το να έχουμε υποφέρει από κοινού”μας φέρνει πιο κοντά από ότι οι κοινές χαρές.”
-Ανδρομάχη Κουτσουλέντη
«Γυναίκα. Και μετά τι;»
Δε θα γράψω για τη στιγμή που απέκτησα συνείδηση της γυναικείας μου ταυτότητας, γιατί το σημαντικό κομμάτι είναι το μετά. Το σημαντικό κομμάτι είναι να επιλέγεις να μη στέκεσαι απέναντι, αλλά δίπλα σε όλες τις γυναίκες. Στις τρανς γυναίκες, στις κακοποιημένες γυναίκες, σε όσες δεν έχουν φωνή και σε όσες έχουν και δε σταματούν να φωνάζουν. Ακόμα και σε εκείνες που δεν κατανοούν ακόμα τι είναι η πατριαρχία και πώς τις επηρεάζει. Και δε μιλώ για εξιδανίκευση της εκάστοτε γυναίκας. Αλλά για κατανόηση και υποστήριξη. Γιατί μέσα σ’ αυτόν τον κυκλώνα γυναικοκτονιών, παρενόχλησης γυναικών από κρατικά όργανα, σεξεργατριών χωρίς δικαιώματα και παροχή ασφάλειας, συστημικής κακοποίησης τρανς γυναικών, βιασμών, το μόνο που έχουμε είναι η μία την άλλη.
Οι εαυτές μας απέναντι σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο.
-Ραφαέλα Συκοβάρη