Ο Τάσος Θεοδωρόπουλος -ή απλά ΤΑΖ- ήταν ένα «περήφανο» μέλος του περιοδικού μας, που μέσα από τις ΤΑΠΕΙΝΟΓΡΑΦΙΕΣ του προσπαθούσε να μας μιλήσει για όλα αυτά που συνέβαιναν στον υπέροχα περίεργο κόσμο του. Μπορεί ο ΤΑΖ να έφυγε από κοντά μας, εμείς όμως δίνουμε την υπόσχεση να τον θυμόμαστε, ακριβώς όπως τον γνωρίσαμε μέσα από τα κείμενά του και τις στιγμές που μοιραστήκαμε μαζί του (σαν κι αυτές που θα διαβάσετε παρακάτω).
Όταν ο ΤΑΖ αγάπησε τον Καβάφη
H αλήθεια είναι πως ποτέ μου δεν περίμενα να μεγαλώσω. Είχα φάει κι εγώ όπως πολλοί άλλοι τη χάπα του Πίτερ Παν που δεν μεγαλώνει ποτέ. Τόσο σίγουρος ήμουν γι’ αυτό που διάβαζα Καβάφη στα ερωτικά του και έλεγα μέσα μου “τι μαλάκας και μίζερος τύπος”. Φωναχτά δεν το έλεγα μην με πάρουν με τις ντομάτες. Αλλά κάπου εκεί στα 18, από τη φύση σου δεν μπορείς να νιώσεις τη μελαγχολία του πόθου και της μοναξιάς και της ανάγκης σου να τα εκφράσεις χωρίς να τα εξευτελίζεις. Τα χρόνια πέρασαν, Καβάφης όπως είναι προφανές δεν έγινα ποτέ μολονότι στην πορεία τον αγάπησα. Ούτε καν συγγραφέας δεν έγινα. Πολλά πράγματα δεν έγινα ποτέ και το ρολόι τρέχει αμείλικτο και δεν ξέρω τι να πρωτοπρολάβω. Ένα πληκτρολόγιο έχω για εραστή και σύμμαχο, γεμάτο στάχτες από τσιγάρα, ενίοτε και βότκα. Αυτό με τη βότκα κοστίζει γιατί μετά το πάω για επιδιόρθωση και μου ζητάνε 500 ευρώ γιατί λέει καταστράφηκε ο μητρικός δίσκος.
Όταν ο TAZ προσπάθησε να γράψει κάτι εορταστικό κι ευοίωνο
Είναι 5 το πρωί και είχα σκοπό να γράψω κάτι δραματικό και μαύρο. Γι’ αυτό και οι 3 διαφορετικοί τίτλοι. Όμως συγγνώμη κιόλας, αλλά μόλις πριν λίγο μου έφερες το σκισμένο μου γραμματόσημο. Ναι, μπορεί να κουβαλάει πόνο, μια ερωτική ιστορία που δεν κατέληξε καλά. Όμως είναι πολύτιμο σαν παλιό και πολύτιμο με άλλη χρήση σε καινούργια χέρια. Η ζωή μου εκεί μέσα, που έχω το δικαίωμα, τη χαρά, την ελευθερία, να την ταχυδρομήσω ξανά. Ή να την ταχυδρομήσω για πρώτη φορά αν βοήθησα τότε. Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσεις τους φόβους σου και τις αναπηρίες σου είναι να τις κοιτάξεις κατάματα. Αν πονάει λέει; Δεν μπορώ να σου περιγράψω. Γι’ αυτό και εφευρίσκεις κάθε πιθανή δικαιολογία προκειμένου να το αποφύγεις. Γυρνάς με πανικό στα γράμματα που δεν έστειλες ποτέ σου και σκίζεις τα γραμματόσημά τους, έτσι, για να έχεις μια δικαιολογία που δεν βρήκες ποτέ το θάρρος να τα στείλεις. Ή ένα παυσίπονο που τα έστειλες και σου επεστράφησαν. Πέρνα σεβαστικά με το δάχτυλο σου πάνω από το σκίσιμο του γραμματοσήματός σου. Κι ένας νέος κόσμος θα σου ανοιχτεί. Θα κουβαλάει πόνους από τον παλιό και καλά θα κάνει γιατί τι να τον κάνεις τον καινούργιο κόσμο αν δεν μπορείς να τον συγκρίνεις με έναν παλιό. Όμως εκεί είναι που τώρα η περιπέτεια σε περιμένει να ανοίξεις τα μάτια σου. Δεν σου εγγυώμαι με την καμία ότι θα είναι η καλύτερη της ζωής σου. Μπορεί να είναι και χειρότερη από εκείνη του σκισμένου γραμματοσήμου. Όμως αυτή τη φορά θα ξέρεις. Είτε είναι καλή είτε είναι «άσε το καλύτερα» θα έχει το γραμματόσημο της το σκισμένο. Κι αυτό το σκίσιμο αυτή τη φορά όταν το βλέπεις δε θα είναι αφορμή πόνου και φόβου. Αλλά υπόσχεση για νέες περιπέτειες, για νέες εξερευνήσεις. Για νέες αναιρέσεις και επαναπροσδιορίσεις πάνω στο τι αξία έχει ένα σκισμένο γραμματόσημο. Ναι, ακόμα κι αυτό που δεν έστειλες ποτέ. Τι σε εμποδίζει να το στείλεις τώρα; Δεν πίστευα στις γιορτές, αλλά φέτος αισθάνομαι ότι υπάρχει ένα δεντράκι στην καρδιά μου γεμάτο σκισμένα γραμματόσημα για να το στολίσω, να γίνουν αστρόσκονη και να ενώσουν τα χαμόγελα και τις μουντζούφλες μας. Μου το εύχομαι. Σου το εύχομαι!
Όταν ο ΤΑΖ αποφάσισε να γράψει μια ερωτική επιστολή, χωρίς παραλήπτη
Eίχα μεγάλη ανάγκη να γράψω ένα ερωτικό γράμμα απόψε. Όχι σε κάποιον συγκεκριμένο. Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στη ζωή μου κάτι τέτοιο και δεν με φοβίζει αν δεν υπάρξει ξανά. Απλά ήθελα να γυρίσω στις αρχές της αγάπης μου με τη γραφή. Ούτε το σινεμά ήταν, ούτε διάφορες μαλακίες που λέω κατά καιρούς για να ανασκευάσω τον όποιο μύθο μου. Ερωτικές επιστολές ήταν που πολλές φορές τις έγραφα με χαρτί και στιλό μέσα στο τρένο. Λίγο πριν πάω να τον συναντήσω. Παρακολουθώντας από τα παράθυρα του τρένου λαϊκούς άντρες με σορτσάκια και σαγιονάρες, κατακαλόκαιρο, στα μπαλκόνια τους, να πίνουν καφέ. Δεν το παίζω Χριστιανόπουλος όσον αφορά τα λαϊκά τεκνά κι οτιδήποτε. Αλλά υπήρχε μια αγνότητα καύλας σε εκείνη την εικόνα. Μια επιθυμία να βρεθώ στο μπαλκόνι τους κι οπουδήποτε αλλού με έπαιρνε να βρεθώ μαζί τους. Όχι σαν καταραμένος ποιητής ή κάτι υπεράνω, αλλά σαν ένας μικρός πλοίαρχος Νέμο, ταξιδευτής με υποβρύχιο σε άλλες ζωές. Θυμάμαι αποσπασματικά δύο κείμενα – επιστολές για άντρες που μπορεί και να ερωτεύτηκα. Το ένα το έδωσα στον Αντρέα, ένα βράδυ στην και καλά ατημέλητη αλλά επιτηδευμένα σοφιστικέ αποθήκη που έμενε. Είχε μια σόμπα, πάνω της έβαζε φλούδες από μανταρίνια και η μυρωδιά ήταν σαν να μπαίνει μέσα σου λιβάνι με LSD. Το διάβασε και μετά επιδεικτικά το έσκισε μπροστά μου. Τον ρώτησα γιατί το έκανε αυτό. Μου απάντησε ότι το έκανε για το καλό μου. Για να μην εκτίθεμαι συναισθηματικά τόσο εύκολα. Επίσης, μου είπε ότι μια μέρα μπορεί να γίνω κάτι σαν αναγνωρίσιμος, επώνυμος ή όπως αλλιώς το λένε που ναι, με έναν τρόπο σε έναν κύκλο ανθρώπων είμαι. Δεν τον ξαναείδα από τότε. Γιατί τα λόγια του κουβαλούσαν μια φριχτή αλήθεια. Σε σχέση με τις αναπηρίες μου, το ναρκισσισμό μου (πάντα βγαίνει αυτός όταν γράφεις δημόσια ή ιδιωτικά) αλλά φυσικά και τις δικές του. Ο δεύτερος ήταν ένας καθηγητής πανεπιστημίου, ο Γρηγόρης. Θυμάμαι ότι του έγραφα “θα ήθελα να σε γνωρίσω και γύρω μας να γίνεται πόλεμος. Να είμαστε στο Βερολίνο μετά τον βομβαρδισμό και να πηδιόμαστε πάνω στα χαλάσματα, ξορκίζοντας το κακό, με τα σώματα μας γεμάτα από τη σκόνη των ερειπίων, μεταμορφώνοντας το σε σκηνικό ενός κατεστραμμένου σκηνικού από διεστραμμένο παραμύθι”. Ήταν σαν να τον αποχαιρετώ. Με ευγενικό τρόπο την ώρα που αισθάνθηκα πως και οι δύο μας ήμασταν ερείπια.
Όταν ο ΤΑΖ μάς εξήγησε γιατί προτιμά τη λέξη «πούστης»
Κατ’ αρχάς, μας βάφτισαν “gay” που στα αγγλικά σημαίνει “χαρούμενος”. Δηλαδή λίγο πουστράκι – παλιάτσος. Ήταν βολικό για σαλονάτη αποδοχή. Μετά είδαν ότι η χαρά μας είναι άγρια. Έχει πάθος εκτός ελέγχου, αμφισβήτηση, τρυφερή βία και αναρχική χαρά. Επαναστατική δύναμη ανατροπής απέναντι στα στερεότυπα. Σόρι για τα νέα, αλλά εγώ “gay” δεν είμαι. Είμαι “πούστης” κι όταν χρειαστεί “αγριοπουστάρα”. Mπορεί στο κρεβάτι να κάνω τη “νιάου μια γατούλα” όποτε με καβλώνει και να ζητάω ξεφτιλίκια, αλλά είναι σαν μια εναλλακτική απελευθερωτική performance σε ότι δεν ανέχομαι στην καθημερινότητά μου. Δεν ήξερα που θα καταλήξει αυτό το άρθρο, όπως και δεν ξέρω που θα καταλήξει η ζωή μου. Και να σου πω κάτι φίλε; Χαίρομαι γι αυτό. Στο τέλος της αυστραλέζικης πούστικης – κι όχι gay- ταινίας “Head On” που σκηνοθέτησε η Άννα Κοκκίνου, διασκευάζοντας ένα best seller του Χρήστου Τσιόλκα, ο πρωταγωνιστής λέει: “Είμαι ναύτης, είμαι αλήτης και θα παραμείνω έτσι μέχρι το τέλος”.
εικονογράφηση: Κωνσταντίνος Γεωργαντάς