Ο Γιώργος Παπαπαύλου είναι ένα παιδί από την Πάτρα, που είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε με αφορμή την παράσταση “Ο Συλλέκτης” στον πολυχώρο Vault, στην οποία και πρωταγωνιστεί. Ο ίδιος -με το χαμόγελο να μη σβήνει ποτέ από τα χείλη του- μας μίλησε για τον ρόλο του, τα καλλιτεχνικά του σχέδια και για το πώς όλοι μας, στην προσπάθειά μας να συλλέξουμε αγάπη, καταλήγουμε να εγκλωβίζουμε τις σχέσεις μας (ετερόφυλες και μη).
Πότε και πώς ξεκινά η καλλιτεχνική σου σταδιοδρομία;
Ξεκινάει με το που κατεβαίνω στην Αθήνα για να σπουδάσω Νομική. Παράλληλα, είχα σκοπό να κάνω και θέατρο. Μπαίνω, λοιπόν, στη δραματική σχολή και στη συνέχεια αρχίζω να κάνω τις πρώτες μου δουλειές. Κάπως έτσι ξεκίνησαν τα πράγματα για εμένα και είναι αυτό που ονειρευόμουν.
Το σήμερα σε βρίσκει, μεταξύ άλλων, στο Vault και στην παράσταση “Ο Συλλέκτης”. Μίλα μας λίγο για αυτό.
Το έργο βασίζεται στο πρώτο μυθιστόρημα του John Fowles και πρόκειται στην ουσία για μία κριτική στην αγγλική κοινωνία και στην επικοινωνία (ή μη) που υπάρχει μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Η δική μας διασκευή επικεντρώνεται κυρίως στις πληγές και στα ρήγματα αυτών των ανθρώπων. Μιλάμε για την έννοια του εγκλωβισμού. Ο Φρέντερικ, ο χαρακτήρας που υποδύομαι, συλλέγει πεταλούδες. Δεν μπορεί να απολαύσει την ομορφιά, μονάχα την εγκλωβίζει. Πάνω σ΄αυτή τη βάση, βρίσκει μια κοπέλα που του αρέσει και την κλείνει σ΄ένα υπόγειο με σκοπό να την ερωτευτεί. Στην ψυχιατρική, ο χαρακτήρας αυτός αναγνωρίζεται ως κοινωνιοπαθής. Δεν αντιλαμβάνεται ότι αυτό που κάνει είναι λάθος. Πέρα από αυτό, όμως υπάρχουν πιο βαθιά στρώματα.
Δηλαδή;
Το πώς όλοι μας στην καθημερινότητα εγκλωβίζουμε αυτούς που αγαπάμε, αυτούς που δεν αγαπάμε, αυτούς που ανταγωνιζόμαστε κλπ. Στην υπερβολή της αυτή η παράσταση θέλει να σου δείξει ότι όλοι εν δυνάμει μπορούμε να εγκλωβίσουμε και ανθρώπους για να τους έχουμε δίπλα μας.
Το έργο χρησιμοποιεί, επίσης, πολύ τα δίπολα, άντρας – γυναίκα, πλούσιος – φτωχός κλπ. Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;
Μάλλον γιατί θέλει να δείξει πιο έντονα, τι συμβαίνει όταν δύο άνθρωποι βρεθούν σ΄ένα υπόγειο, χωρίς όλες αυτές τις μάσκες που τους επιβάλλει η κοινωνία. Και όπως λέει και ο ίδιος ο χαρακτήρας στο έργο:“Όλοι οι άνθρωποι μπορεί να έκαναν το ίδιο, αν είχαν τα μέσα να το κάνουν. Αν είχαν το χρήμα και τον χρόνο”. Πολλές φορές χαρακτηρίζουμε ως τρελούς, ανθρώπους που κάνουν κάτι, ενώ δεν έχουν τα μέσα του χρόνου και του χρήματος. Αντιθέτως, αν κάνει κάτι ένας πλούσιος για παράδειγμα, δεν τον χαρακτηρίζουμε έτσι. Σκεφτόμαστε ότι πρόκειται μάλλον για κάποια εκκεντρικότητα.
Είναι ο ρόλος που υποδύεσαι ο κακός της ιστορίας;
Ναι, αλλά δεν μένω εκεί. Η πρώτη ανάγνωση που κάνεις είναι αυτή. Μετά όμως υπάρχει κάτι περισσότερο. Δεν τον δικαιολογώ γι΄αυτό που κάνει, αλλά τον κατανοώ. Υπάρχουν γεγονότα στη ζωή του που τον έκαναν να πιστεύει ότι μπορεί να λειτουργήσει έτσι, ότι μόνο έτσι μπορεί να απολαύσει την ομορφιά. Και στο σημείο αυτό καταλαβαίνεις, ότι δεν είμαστε τυχεροί όλοι σ΄αυτή τη ζωή. Ή ότι δεν μπορέσαμε όλοι να διαχειριστούμε τα τραύματά μας με τον ίδιο τρόπο. Οπότε, αν μη τι άλλο, πρέπει να δείχνουμε μια κατανόηση και έναν σεβασμό σε ανθρώπους που κακοποιήθηκαν μικροί και δεν βρήκαν το κανάλι να διοχετεύσουν τη σεξουαλικότητά τους και την επιθετικότητά τους με έναν τρόπο, για την κοινωνία, υγιή.
Επιτυγχάνεται αυτός ο ερωτισμός που επιζητά ο Φρέντερικ;
Είναι εκεί, υπάρχει. Αλλά κινείται σε άλλα επίπεδα. Γιατί ο συγκεκριμένος χαρακτήρας δεν τον αντιλαμβάνεται με τον τρόπο που όλοι ξέρουμε. Δεν πραγματώνεται μέσω μιας σωματικής επαφής, δηλαδή. Απλά θέλει να την έχει εκεί και να την κοιτάει. Γι΄αυτό, όταν η κοπέλα προσπαθεί να τον πλησιάσει, εκείνος απομακρύνεται.
Θα μπορούσε να συμβεί κάτι αντίστοιχο σε άτομα του ίδιου φύλου;
Φυσικά. Και δεν πιστεύω ότι θα υπήρχαν πολλές αλλαγές. Γενικά αυτό το μοτίβο του εγκλωβισμού είναι κάτι που συμβαίνει σ΄όλα τα ζευγάρια (ομόφυλα ή μη). Όχι φυσικά με τον ακραίο τρόπο του έργου, αλλά μέσα στα όρια μια σχέσης.
Πέρα από τον “Συλλέκτη” με τι άλλο ασχολείσαι αυτό τον καιρό;
Με μία παιδική παράσταση «Το άγαλμα που κρύωνε», του Χρήστου Μπουλώτη. Κάνω την ιστορία του Αγαμέμνονα στον Αισχύλο και στον Ευριπίδη. Η Λήδα Πρωτοψάλτη αφηγείται και εγώ ζωντανεύω τα πρόσωπα, στο θέατρο Θησείο.
Πώς ήταν να μεγαλώνεις σε μια πόλη όπως η Πάτρα;
Την εποχή που μεγάλωσα εγώ, θυμάμαι τον εαυτό μου να παίζει σε αλάνες. Δεν υπήρχε κίνδυνος. Καθόμασταν μέχρι αργά έξω. Αυτά είναι τα καλά της επαρχίας. Υπήρχε μια ελευθερία.
Θεωρείς, ότι οι πόλεις αυτές είναι κλειστές σε θέματα διαφορετικότητας;
Ναι και με πιάνει θυμός, όταν το σκέφτομαι αυτό. Γενικά, πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία στη βάση της είναι μια άκρως συντηρητική κοινωνία με επικίνδυνες απόψεις. Δεν δέχεται το διαφορετικό. Παιδιά υποφέρουν στα σχολεία. Δάσκαλοι με παρωπίδες. Γονείς με παρωπίδες. Και δε μιλάω μόνο για την επαρχία. Αλλά όσο πιο μικρή είναι μια κοινωνία τόσο πιο άγρια είναι η αντιμετώπιση. Η κακοποίηση πρέπει να σταματήσει και ευθύνη έχουμε όλοι εμείς που τη βλέπουμε να πραγματώνεται και δεν κάνουμε τίποτα.
Ποια θεωρείς ότι είναι η πιο ρατσιστική λέξη ή φράση που χρησιμοποιεί η κοινωνία για την LGBT κοινότητα.
Το “δεν με νοιάζει τι κάνει ο άλλος στο κρεβάτι του”. Λες και όταν μιλάμε, για παράδειγμα, για την ομοφυλοφιλία, μιλάμε μόνο για το σεξ. Λες και δεν υπάρχει συντροφικότητα, αγάπη; Το θεωρώ πολύ ρατσιστικό όλο αυτό.
Υπάρχει στην Ελλάδα η αίσθηση του queer θεάτρου;
Θεωρώ πως είναι κάτι που αρχίζει να καλλιεργείται. Εντάξει, τα έργα υπήρχαν πάντα. Τώρα γίνεται όμως μια πιο οργανωμένη προσπάθεια να καθιερωθεί αυτό το πράγμα. Υπάρχουν και τα σχετικά βραβεία.
Τι θες να πεις σ΄όσους διαβάσουν αυτή τη συνέντευξη;
Ότι στέκομαι με απόλυτα ταπεινότητα και σεβασμό απέναντι σ΄όλους αυτούς που τα δεδομένα της ζωής, γι΄αυτούς δεν ήταν δεδομένα. Και καταλαβαίνω πώς είναι κόπος ακόμα και σε ένα οικογενειακό τραπέζι να μην μπορείς να είσαι με τον σύντροφό σου. Κόπος και θλίψη για πράγματα αυτονόητα. Επίσης, θα θελα να πω και στους γονείς ότι, αν το παιδί σας για την κοινωνία είναι ο πούστης ή η λεσβία για σας θα πρέπει να είναι πάντα και μόνο το παιδί σας.
Κεντρική φωτογραφία: Νίκος Τσακανίκας
Συντελεστές:
Μετάφραση – Δραματουργική Επεξεργασία: Μαριλένα Παναγιωτοπούλου
Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολλάρι
Σκηνικά- Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης
Φωτισμοί: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου
Δραματολόγος: Ναταλί Μηνιώτη
Μουσική Επιμέλεια: Ένκε Φεζολλάρι
Βοηθός Σκηνοθέτη: Δάφνη Λιανάκη
Βοηθός Σκηνογράφου: Ανθή Παρασκευά – Βελουδογιάννη
Επιστημονική Σύμβουλος – Εγκληματολόγος: Κάτια Σωτηρίου
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
Επικοινωνία: Μαρία Κωνσταντοπούλου
Παραγωγή: Red Moonlight Productions
Ερμηνεύουν: Γιώργος Παπαπαύλου, Πολυξένη Μυλωνά
ΗΜΕΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
Δευτέρα και Τρίτη: 21.00
ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 80’
Πολυχώρος VAULT THEATRE PLUS
Μελενίκου 26, Γκάζι, Βοτανικός
Πλησιέστερος σταθμός μετρό: Κεραμεικός (8′ περίπου με τα πόδια)
Πληροφορίες-κρατήσεις: 213 0356472 / 6949534889
(τηλεφωνικό κέντρο 11:00 – 14:00 και 17:00 – 21:00)
Email: [email protected]
http://www.facebook.com/VAULTTheatreGr1