Μητροπόλεις, θρησκευτικές οργανώσεις και κατά τόπους ιερείς έχουν προσφύγει στο ΣτΕ με σκοπό την ακύρωση του συμφώνου συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια. Αυτός ο εκκλησιαστικός «ακτιβισμός» έχει προκαλέσει την αντίδραση της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, ενώ η γενική γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Γιαννακάκη, χαρακτηρίζει εξαιρετικά προσβλητικές για τους ομοφυλόφιλους τις αιτήσεις των εκπροσώπων της εκκλησίας.
Αν και σε θεωρητικό επίπεδο οι εκπρόσωποι του εκκλησιαστικού έργου προάγουν την αγάπη, την καταλλαγή και την ισότητα, δεν είναι λίγες οι φορές που η ανακύκλωση στερεοτύπων και κοινωνικών προκαταλήψεων αντανακλάται στη μισαλλόδοξη δράση και ρητορική ιερέων, δεσποτών ακόμα και μητροπολιτών. Πιο παράδοξο, δε, πως υπάρχουν περιπτώσεις που συγκεκριμένοι εκπρόσωποι τής εκκλησίας, δεν συγκρούονται μόνο με τις χριστιανικές διδαχές, αλλά το σκοταδιστικό τους κήρυγμα αντιτίθεται και της επίσημης θέσης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ενδεικτικό παράδειγμα, οι αιτήσεις ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια.
«Οι αιτήσεις ακύρωσης αφορούν μία απόφαση του υπουργείου Εσωτερικών, με μία εξ αυτών να βασίζεται σε δύο επιχειρήματα: Το ένα αφορά την προσβολή των χρηστών ηθών και το άλλο πως ο άνθρωπος δεν αναγνωρίζεται ως έμφυλο ον και αυτό γιατί στο σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια υπάρχει μέρος Α και μέρος Β» αναφέρει στο koutipandoras.gr η γενική γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Γιαννακάκη.
Οι αιτήσεις, όπως σημειώνει η κ. Γιαννακάκη, προέρχονται από τον Σεραφείμ Πειραιώς, δηλαδή την Μητρόπολη Πειραιά, από τη Μητρόπολη Κυθήρων και από τη Μητρόπολη Γορτυνίας και Μεγαλοπόλεως, όπως επίσης και από διάφορους κατά τόπους ιερείς αλλά και από θρησκευτικές οργανώσεις.
«Οι αιτήσεις ακυρώσεως είναι εξαιρετικά προσβλητικές για τους ομοφυλόφιλους και για την Πολιτεία, αλλά να τονίσουμε πως οι αιτούντες εκφράζουν προσωπικές απόψεις και όχι τη θέση της Εκκλησίας. Η θέση της Εκκλησίας εκφράστηκε από τον εκπρόσωπό της, ο οποίος είχε κληθεί στις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής κατά τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου. Τότε, ο εκπρόσωπος είχε πει επί λέξει:
”Η εκκλησία δεν έρχεται να διδάξει άρνηση στη ρύθμιση σχέσεων πολιτών μεταξύ τους. Έρχεται, μόνο και μόνο, να υπενθυμίσει το γεγονός ότι έχει τη δική της διδασκαλία από τη θεολογία της, η οποία αντιμετωπίζει το γάμο ως μυστήριο μέγα. Η εκκλησία της Ελλάδας, λοιπόν, έρχεται να πιστοποιήσει τη διδασκαλία της, έρχεται να καταθέσει τις απόψεις της, όχι για να αρνηθεί ρυθμίσεις σχέσεων, όχι για να αρνηθεί το δικαίωμα στο κράτος να ρυθμίσει τις σχέσεις του με τους πολίτες, αλλά για να δείξει τη δική της πρόταση και να τονίσει ότι θεωρεί κάποια δεδομένα πράγματα ως οικογένεια, αυτά τα προστατεύει, γύρω από αυτά κινείται και ό,τι άλλο βρίσκεται πέρα από τη δική της διδασκαλία, δεν μπορεί να αποτελέσει και δικό της αντικείμενο αρμοδιότητας”.
»Εν ολίγοις, μας είπε πως η εκκλησία έχει τη διδασκαλία της, αναγνωρίζοντας απόλυτα πως η ρύθμιση των σχέσεων των πολιτών είναι αρμοδιότητα της Πολιτείας και όχι της εκκλησίας. Αυτή ήταν η θέση της εκκλησίας» εξήγησε η γενική γραμματέας και συνέχισε επισημαίνοντας πως στις αιτήσεις αυτές εκφράζονται προσωπικές απόψεις.
«Αναγράφεται ότι ο συγκεκριμένος νόμος του κράτους έρχεται σε αντίθεση με το κοινό αίσθημα, ωστόσο αυτό είναι ανακριβές γιατί έχουν γίνει πάρα πολλές δημοσκοπήσεις που δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, ότι η κοινωνία ήταν πάρα πολύ ώριμη και ότι εν ολίγοις η πολιτική ήταν πίσω από την κοινωνία προκειμένου να υλοποιηθεί το σύμφωνο συμβίωσης. Αλλά ακόμη κι αν η κοινή γνώμη ήταν αντίθετη κι αν ήταν μειοψηφική άποψη, ακριβώς γι’ αυτό υπάρχει το διεθνές πλαίσιο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για να μην υπόκεινται αυτά σε συγκυριακές πλειοψηφίες ή μειοψηφίες. Γι’ αυτό ακριβώς και τα ανθρώπινα δικαιώματα ποτέ δεν αποτελούν ζήτημα και ερώτημα δημοψηφίσματος. Κι εγώ είμαι από τις πολιτικούς που πιστεύουν πως ρόλος του πολιτικού είναι να διαμορφώνει την κοινή γνώμη κι όχι να σέρνεται πίσω της προς άγραν ψήφων» .
Η κ. Γιαννακάκη απορρίπτει κάθε ενδεχόμενο ακύρωσης του νόμου με βάση την επιχειρηματολογία που χρησιμοποιούν οι αιτούντες, επικρίνοντας παράλληλα το γεγονός πως τέτοιου είδους πρωτοβουλίες κοστίζουν πολύτιμες εργατοώρες στο στελεχιακό προσωπικό του υπουργείου. «Νομίζω ότι κάποιοι σπαταλούν πολύτιμο χρόνο και χρήμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στο καθ’ αυτό έργο της εκκλησίας» κατέληξε.
«Είμαστε συνηθισμένοι σε πράξεις και λόγια μίσους από την εκκλησία»
Εκπρόσωποι και μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας στηλιτεύουν την πρωτοβουλία συγκεκριμένης μερίδας του κλήρου που αντιδρά στο σύμφωνο συμβίωσης, ζητώντας την ακύρωσή του. Μάλιστα, ανάγουν αυτές τις πρακτικές σε συνηθισμένο, πλέον, φαινόμενο, καθότι δεν είναι η πρώτη φορά που ιεράρχες στρέφονται εναντίον τους, διοχετεύοντας στην κοινή γνώμη μίσος μέσω του διχαστικού τους λόγου.
«Αυτές οι ενέργειες μας οδηγούν ξανά προς τον μεσαίωνα. Επ’ ουδενί η Μητρόπολη Πειραιά εκπροσωπεί την εκκλησία. Όλα αυτά είναι μεμονωμένες ενέργειες κάποιων σκοταδιστικών εκπροσώπων της» τονίζει ο εκπρόσωπος Τύπου της Ομοφυλοφιλικής Λεσβιακής Κοινότητας Ελλάδας (ΟΛΚΕ), Θάνος Βλαχογιάννης, και συμπληρώνει λέγοντας πως «εκατοντάδες ομόφυλα ζευγάρια υπογράφουν σύμφωνο συμβίωσης για να δομήσουν τη ζωή τους και αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν το δικαίωμα να τους επιβληθούν με αυτές τις απόψεις». Ο κ. Βλαχογιάννης εκτιμά ότι οι αιτήσεις που έχουν κάνει στο ΣτΕ θα καταπέσουν, καθόσον δεν έχουν νομική υπόσταση.
Στο ίδιο μήκος κύματος και η πρόεδρος του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών, Μαρίνα Γαλανού, η οποία χαρακτήρισε τις πρωτοβουλίες αυτές ως «αστεία πράγματα, λαμβανομένου υπόψιν ότι η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης για όλες και όλους, νομοθετήθηκε μετά από απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με βάση την απαγόρευση των διακρίσεων, που πέραν όλων των άλλων, αφού επικαλούνται το Σύνταγμα, αποτελεί μία από τις Συνταγματικές αρχές».
Η κ. Γαλανού επισήμανε, επίσης, ότι τέτοιου είδους δράσεις πρέπει να ενεργοποιήσουν τη δικαιοσύνη εξαιτίας της υποκίνησης ρατσιστικού μίσους κατά των μελών της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. «Η μισαλλόδοξη ρητορική που με κάθε ευκαιρία εξαπολύεται από μέρους μητροπολιτών, και ιδίως από τον Σεραφείμ Μεντζελόπουλο, είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα, που, επιτέλους, πρέπει να απασχολήσει πολύ σοβαρά την δικαιοσύνη και να αποφασίσει εάν το οποιοδήποτε δημόσιο πρόσωπο από θέσεως ισχύος, μπορεί να λοιδορεί, να κακοποιεί και να στιγματίζει συμπολίτες του, υποκινώντας μίσος και διακρίσεις. Αυτό είναι το σοβαρό θέμα. Κατά τα λοιπά, αφού δεν φείδονται χρημάτων να τα ξοδεύουν χωρίς νόημα στα παράβολα, ας κάνουν όσες προσφυγές νομίζουν» είπε χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά του, ο Σάββας Κλεάνθους, μέλος της ομάδας Colour Youth, αποκαλεί καταδικαστέα κάθε ενέργεια που σκοπό έχει την ακύρωση είτε της ίδιας της νομοθεσίας για το σύμφωνο συμβίωσης είτε των υπουργικών αποφάσεων που την συνοδεύουν.
«Οι αντιδράσεις αυτές όμως δεν μας εκπλήσσουν. Η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα είναι συνηθισμένη σε πράξεις και λόγια μίσους από την Εκκλησία. Άλλωστε ήδη από τον πρώτο καιρό της θεσμοθέτησης του συμφώνου Μητροπολίτες προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ακύρωσή του» λέει ο κ. Κλεάνθους, προσθέτοντας πως πρέπει να γίνει απόλυτα σαφές πως σε ένα κοσμικό και σύγχρονο κράτος, τα θρησκευτικά πιστεύω πρέπει να μένουν στο προσωπικό και να μην γίνονται απόπειρες επιβολής τους στο κοινωνικό.
Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών απαντά χωρίς να… απαντήσει
Λόγω της αυξημένης θέσης ευθύνης που έχει η Αρχιεπισκοπή Αθηνών έναντι των λοιπών Μητροπόλεων, απευθυνθήκαμε στον εκπρόσωπο Τύπου της, Χάρη Κονιδάρη. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας ο κ. Κονιδάρης μας προέτρεψε πολλές φορές να απευθυνθούμε στις Μητροπόλεις που άσκησαν αίτηση ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, αρνούμενος να παραθέσει την άποψη της Αρχιεπισκοπής Αθηνών επ’ αυτού, κάτι που άλλωστε είναι και η δουλειά του. Μάλιστα, όταν επιμείναμε, ο κ. Κονιδάρης μας συμβούλεψε να μπούμε στην ιστοσελίδα της Αρχιεπισκοπής για να διαβάσουμε τη θέση της για το σύμφωνο συμβίωσης.
«Να διαβάσετε την σχετική ανακοίνωση που είναι εκτενής και αναλυτική. Τέτοιου είδους τοποθετήσεις δεν μεταφέρονται με ατάκες» είπε μεταξύ άλλων και στη συνέχεια παρέθεσε: «Κάθε Μητροπολίτης έχει τη δική του προσωπική άποψη, την οποία και εκφράζει».
Στην ερώτηση αν ο εκάστοτε Μητροπολίτης είναι ανεξέλεγκτος να εκφράζει οποιαδήποτε άποψη και να πράττει κατά το δοκούν, είπε: «Αν δογματικά και θεολογικά κάποιος παρεκκλίνει, τότε επιλαμβάνεται η Ιερά Σύνοδος. Αν δημιουργήσει για παράδειγμα αίρεση. Καταλάβατε;».