Σκιαδαρέσες: Σ’ αυτήν τη χώρα δεν νιώθουμε ασφαλείς για τίποτα

Με αφορμή τη σημερινή τους συναυλία (29/09) το Antivirus συνομιλεί με τις Σκιαδαρέσες για τον έρωτα, την κοινωνία, την πολιτική, το πένθος, την ανασφάλεια και τον σεξισμό.

Υποκριτική και θεσμική υποκρισία

Οι Όλγα και Νίκη Σκιαδαρέση έχουν σπουδάσει υποκριτική. Σταδιακά το τραγούδι προέκυψε στη ζωή τους ως ανάγκη για συναισθηματική και κοινωνική εκτόνωση αλλά και ως μέσο για να σπάνε πλάκα με τα πράγματα που δεν βγάζουν νόημα. Για τις ίδιες ότι δεν έχει νόημα θα πρέπει οπωσδήποτε να έχει πλάκα.

Η Όλγα στέκεται στη γενικότερη απαξίωση του κλάδου σημειώνοντας: «Η απαξίωση των πτυχίων των καλλιτεχνών είναι ένα από τα πιο υποτιμητικά πράγματα που έχει βιώσει ο κλάδος μας. Βλέποντάς το από απόσταση δεν μπορώ να καταλάβω που βασίζεται και γιατί συνέβη. Νιώθω πως είναι όταν τσακώνεσαι με κάποιον και λέει απλά μια βλακεία για να σε πληγώσει, νιώθω ότι δεν έχει απολύτως καμία βάση αυτό που συνέβη και ότι η υπουργός κρατώντας προβληματισμένη το σαγόνι της ήταν σε φάση “Χμ τι κακό μπορώ να κάνω στους ηθοποιούς;”. Επειδή δεν το καταλαβαίνω, δεν ξέρω και πως να το αντιμετωπίσω. Είναι σαν να μιλάς σε έναν άνθρωπο χωρίς λογική. Να εξηγήσουμε τι; Ότι υποτιμάτε το επάγγελμα; Ότι τα πτυχία μας στέκουνε; Ότι στο εξωτερικό και τα σωματεία και η κυβέρνηση αναγνωρίζει κανονικά το επάγγελμα; Αν πρέπει να κάνουμε αυτήν τη συζήτηση, να την κάνουμε, αλλά μου φαίνεται αδιανόητο ότι πρέπει να την κάνουμε».

Κατά τη στροφή από τον 15ο στον 16ο αι μεταξύ των πράξεων ενός θεατρικού έργου λάμβανε χώρα ένα μουσικό διάλειμμα, το οποίο λεγόταν ιντερμέδιο. Το ιντερμέδιο αποτελούταν από πολυφωνικά τραγούδια, αλληγορίες και κωμικούς διαλόγους. Το ιντερμέδιο θεωρήθηκε πρόδρομος της ιταλικής κωμικής όπερας και συχνά προκαλούσε μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την ίδια την παράσταση. Τώρα αν αλληγορικά παρομοιάσουμε τη ζωή με θεατρικό έργο, τότε θα μπορούσαμε να πούμε πως οι Σκιαδαρέσες αντιλαμβάνονται τα τραγούδια τους ως ιντερμέδια.

Ανασφάλεια, φόβος, πένθος και άλλα κυρίαρχα κοινωνικά συναισθήματα

Στην προσπάθειά τους να περιγράψουν τα κοινωνικά συναισθήματα που βιώνει μια κοπέλα το 2023 στην Ελλάδα στέκονται στον φόβο και την ανασφάλεια που επικρατεί σε κάθε επίπεδο, στον έρωτα, στην κοινωνία και στην εργασία. Η Όλγα αναφέρει: «Οι ενδείξεις είναι πάρα πολλές για να φοβάται ένα κορίτσι πλέον. Όχι ότι δεν είναι το ίδιο επικίνδυνο και για ένα αγόρι. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει πολύ μεγάλος φόβος, δηλαδή το γεγονός ότι εγώ ας πούμε μεγάλωσα με το να φοβάμαι να περπατήσω το βράδυ μόνη στον δρόμο, ενώ ο αδερφός μου νιώθει άνετος ό,τι ώρα και να γυρίζει, υπάρχει συγκεκριμένη αιτία που συμβαίνει».

Η Νίκη, πλάι στον φόβο τοποθετεί την ανασφάλεια που προκύπτει από αυτόν: «Η μια κατάσταση είναι ο φόβος. Η άλλη είναι η ανασφάλεια, το να μην έχεις λεφτά για να πληρώσεις το ρεύμα και το νερό σου και ταυτόχρονα να βιώνεις την προκατάληψη και τον ρατσισμό της κοινωνίας. Γενικά η ανασφάλεια είναι το κυρίαρχο συναίσθημα για όποιον άνθρωπο ζει το 2023, στον πλανήτη γη. Μια ανασφάλεια επικρατεί γενικώς. Με όλη την έννοια της λέξης, δηλαδή δεν νιώθουμε ασφαλείς. Δεν νιώθεις ασφαλής κυριολεκτικά και για τίποτα, δηλαδή από τον δρόμο, το βράδυ από τη δουλειά σου από το αν θα έχεις λεφτά να πληρώσεις το νοίκι σου, από την έκθεση σου στα social, είναι τρομερό».

Τα κορίτσια προβληματίζονται γύρω από το αν το πένθος έχει μετατραπεί σε εθνική μας συνήθεια αλλά και τις πιθανότητες η συγκεκριμένη συναισθηματική κατάσταση να πολιτικοποιηθεί: «Η κοινωνική αντιμετώπιση που υπάρχει δηλαδή οτιδήποτε άσχημο συμβαίνει είναι λίγο: Θα στεναχωρηθούμε όλοι μαζί και αυτό θα είναι αρκετό. Δεν ξέρω τι θα ήταν όμως αρκετό, πέρα απ’ αυτή τη λογική. Το δυστυχές δηλαδή είναι ότι δεν έχουμε να προτείνουμε λύση γι’ αυτό. Μάλιστα ενδέχεται στους ανθρώπους που έχουν να προτείνουν κάτι να μην τους δίνεται ο λόγος. Νιώθω ότι μια λύση θα ήταν να δοθεί χώρος σε αυτούς τους ανθρώπους. Δεν ξέρω όμως τι αποτέλεσμα φέρνει τελικά η δημόσια και συνεχής έκφραση πένθους, γιατί την επόμενη μέρα γίνεται κάτι άλλο και δεν ξέρω αν αλλάζει και κάτι, απ’ την στιγμή που πενθούμε πολύ, αλλά ξεχνάμε γρήγορα», σημειώνει η Νίκη.

Mansplaining και άλλα δεινά

Περιγράφοντας το βίωμα της ανασφάλειας στο εργασιακό επίπεδο η Νίκη αναφέρει: «Εμείς στη δουλειά μας, όταν πρόκειται να μιλήσουμε για πρακτικά θέματα και να διεκδικήσουμε εργασιακά πράγματα ή κάποια συνεργασία, βλέπουμε πάρα πολύ έντονα ότι η αντιμετώπιση που έχουμε ως δύο νέα κορίτσια είναι εκείνη του mansplaining, ότι “τώρα, αυτές δεν ξέρουνε και πολλά”. Η συμπεριφορά αυτή λοιπόν αλλάζει με το που θα φέρουμε μαζί μας και έναν άντρα. Σε ραντεβού επαγγελματικά που έχουμε πάει μαζί με κάποιον φίλο, ή συνεργάτη, ή τον μπαμπά μας, βλέπουμε ότι απευθύνονται πιο πολύ σ’ αυτόν, ότι συμπεριφέρονται αλλιώς, μας παίρνουν περισσότερο στα σοβαρά αν υπάρχει δίπλα μας ένας άντρας και αυτό συμβαίνει και στον χώρο του θεάτρου. Για παράδειγμα ακούμε ακόμα και τρία χρόνια μετά, ατάκες όπως: “δεν ξέρετε ακριβώς τι κάνετε τώρα εσείς, αλλά από ένστικτο βγαίνει καλό, συνεχίστε έτσι και θα με θυμηθείτε”. Ε, λοιπόν φυσικά και ξέρουμε τι κάνουμε. Εμείς το κάνουμε! Για να βγάλουμε το κάθε τραγούδι σπάμε το κεφάλι μας και κοιμόμαστε πάνω στην κιθάρα, αλλά υπάρχει η εντύπωση πως τα κοριτσάκια δεν ξέρουνε τι κάνουνε».

Αναφορικά με την αξία που μπορεί να έχει η ανθρώπινη ζωή σε ένα κοινωνικό πλαίσιο που καθορίζεται από τον φόβο και την ανασφάλεια η Όλγα αναφέρει: «Η καθημερινότητα είναι η απόδειξη του πόσο λίγο αξίζει η ανθρώπινη ζωή. Όταν συμβαίνουν όλα αυτά που συμβαίνουν, με τα Τέμπη, την Πύλο με τις πλημμύρες, με τις φωτιές, με τις δολοφονίες. Έγινε ο χαμός. Αντιδράσαμε. Στεναχωρηθήκαμε. Πήγαμε στη συγκέντρωση για τα Τέμπη και ρίχνανε δακρυγόνα. Αναρωτιόμασταν αν έχουμε καταλάβει κάτι λάθος ή αν απλά περιμένανε να πεθαίνει κόσμος και να μην διαμαρτύρεται καμιά». «Είναι πολύ βαθιά ερώτηση το πόσο αξίζει η ανθρώπινη ζωή στην Ελλάδα. Δυστυχώς με τις εικόνες που έχω από τα κανάλια και με τις τόσες τραγωδίες που έχουν περάσει στα ψιλά, μου είναι πολύ δύσκολο να απαντήσω πως αξίζει. Έχω την αίσθηση πως δεν αξίζει», συμπληρώνει η Νίκη.

Ερωτευτείτε γιατί χανόμαστε

Οι πρώτες μνήμες της μιας αφορούν στην άλλη. Η πρώτη ανάμνηση της Νίκης είναι να ανταλλάσσει καραμέλες με την Όλγα, ενώ η δεύτερη θυμάται τα μπουγέλα με το λάστιχο στην αυλή του πατρικού τους. Διατηρούν την ικανότητά τους να ερωτεύονται ακόμα παρότι έχουν συχνότατα βρεθεί μπροστά στη multiple choice ερώτηση: α) σε θέλω ακόμα, β) πέφτω σε κόμμα γ) με γάμησες τελείως.

Λατρεύουν το μπλε του καναπέ. Αγαπημένο τους αξεσουάρ είναι ένα μωβ πορτοφόλι. Το κόκκινο του στοπ είναι το σωστό και το είχαν διασταυρώσει μια φορά που είχαν ματώσει. Πιστεύουν πως μπορεί ο ήλιος να μαυρίσει, η Ανατολή να γίνει Δύση, να σιχαθούμε όλες τη Caesar Σαλάτα, την ζωή να παρατείνουν, πιστεύουν πως όλα αυτά μπορεί να γίνουν, όμως ο μαλάκας θα ναι πάντα μαλάκας.

Αντιλαμβάνονται τον έρωτα ως διαδικασία που μπορεί να εξυψώσει και να κατεδαφίσει το ερωτευμένο άτομο με την ίδια ευκολία. Ταυτόχρονα θεωρούν πως πρόκειται για διαδικασία κατά την οποία αυτό μπορεί να χάσει ή να βρει τον εαυτό του ανάλογα με το υποκείμενο που επιθυμεί. Όταν τις ρώτησα αν χωρούν ειλικρινείς προθέσεις στην διαδικασία του έρωτα ακολούθησε ο εξής διάλογος:

«Για πολλά χρόνια δεν νομίζω ότι υπήρξα ειλικρινής στον έρωτα. Ένιωθα ότι σκανάρω το άτομο που με ενδιαφέρει, εντοπίζω τι μπορεί να του αρέσει και υποσυνείδητα εφάρμοζα τις παρατηρήσεις μου. Έλεγα: “Α, αυτουνού του αρέσουν οι πιο ροκ γκόμενες”. Ξαφνικά εμφανιζόμουν τσουπ… ως ροκ – γκόμενα. Όταν θες να αρέσεις, κάνεις πράγματα για να αρέσεις, αλλά κάποια στιγμή ένοιωσα ότι με το να είσαι όσο πιο αληθινή μπορείς, κερδίζεις πολύ περισσότερα, γιατί έχεις ανοιχτά χαρτιά και περισσότερη αυτοπεποίθηση εξαιτίας αυτού κι έχεις επίγνωση, μπορείς δηλαδή να απενοχοποιημένα πεις: “έκανα αυτό γιατί το ένιωθα”. Προσπαθώ πάρα πολύ να είμαι αληθινή στο κομμάτι του έρωτα και για να μην πληγωθώ και για να μην ξεγελάσω τον άλλον παρουσιάζοντας κάτι άλλο από αυτό που είμαι, και για να μη μου μένουν απωθημένα και κυρίως για να μην κοροϊδεύω τον εαυτό μου. Είτε υπάρχει ανταπόκριση είτε όχι, όταν είσαι αληθινή κοιμάσαι και πιο ήσυχη», λέει η Όλγα.

«Εγώ είμαι ακόμα στην αναζήτηση. Πολλές φορές στηρίζομαι στην Όλγα να μου πει ποια είμαι. Δεν νομίζω ότι έχω βρει ακόμα ποια είμαι και νομίζω ότι δεν με βοηθάω κιόλας. Πολλές φορές κάνω πολύ παρορμητικά πράγματα που δεν θα τα έκανα χθες και δεν θα τα έκανα ούτε αύριο. Μου κάνω και κοινωνικά πειράματα. Για παράδειγμα μου φαινόταν πάρα πολύ cringe να βάζει κάποιος φωτογραφία στο κινητό του τον εαυτό του. Μπορεί λοιπόν να ξυπνήσω και να πω θα το κάνω για να δω πως είναι. Και μπορεί για έναν μήνα να έχω φωτογραφία τον εαυτό μου στο κινητό μου», αναφέρει η Νίκη. «Εμένα όμως δεν με ενημερώνει και μια μέρα μπορεί να μου πει “βάλε ένα GPS” και να δω τη φωτογραφία της να πω: “ΟΚ δεν είμαι με την αδερφή μου αυτή τη στιγμή”», συμπληρώνει η αδερφή της.

«Γενικά το κάνω αυτό», λέει η Νίκη γελώντας για να πάρει τον λόγο η Όλγα λέγοντας: «Θα μπορούσες να με προειδοποιήσεις όμως γιατί εγώ σκέφτηκα τα χειρότερα. Έτσι κι αλλιώς όμως κανένας μας δεν είναι ούτε μόνο ένα πράγμα, ούτε κάτι συγκεκριμένο, δηλαδή το ποια είμαι σαν έννοια, δεν μπορεί να το ξέρει καμιά. Ανάλογα με την κοινωνία, με το άτομο που έχεις απέναντί σου, με τη συνθήκη στην οποία βρίσκεσαι προσωπικά, αντιδράς διαφορετικά και μαθαίνεις καινούριες πτυχές σου». «Οπότε και στον έρωτα αυτό θέλω να σου πω, δεν ξέρω αν παρουσιάζω αληθινό εαυτό, δεν ξέρω τι παρουσιάζω σε έμενα» καταλήγει η Νίκη.

Οι Σκιαδαρέσες έκλεισαν την κουβέντα μας με την ελπίδα να καταφέρουμε να ανακαλύψουμε τις πραγματικές εαυτές μας και αν δεν τα καταφέρουμε, τουλάχιστον να μπορέσουμε να σπάσουμε πλάκα μαζί τους.

Πληροφορίες συναυλίας:

Ημερομηνία: Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023
Ώρα έναρξης: 21:00
Τιμές εισιτηρίων: Καθήμενοι (αριθμημένα) 12€ / Όρθιοι 10€
Προπώληση: https://www.viva.gr/tickets/music/skiadareses-summer-tour-1/




Δες και αυτό!