Στο Παρίσι της Belle Époque, η Romaine Brooks και η Natalie Clifford Barney μοιράστηκαν έναν queer έρωτα που, παρά τις προκλήσεις, άνθισε για περισσότερα από 50 χρόνια.
Romaine Brooks
Η Brooks γεννήθηκε την 1η Μαΐου 1874 στη Ρώμη και πέρασε μια δύσκολη παιδική ηλικία. Οι οικογενειακές δυσκολίες και η συναισθηματική κακοποίηση από τη μητέρα της άφησαν βαθιά τραύματα. Το 1902, όμως, η κληρονομιά που απέκτησε της έδωσε την ελευθερία να ακολουθήσει την τέχνη. Η ίδια ανέπτυξε ένα πρωτότυπο ύφος, αντλώντας έμπνευση από καλλιτέχνες όπως ο Τσαρλς Κόντορ και ο Τζέιμς ΜακΝιλ Γουίστλερ, απορρίπτοντας παράλληλα τις κυρίαρχες τάσεις, όπως ο κυβισμός.
Τα έργα της χαρακτηρίζονται από μια υποτονική χρωματική παλέτα με κυρίαρχο το γκρι και τη θεματολογία της γυναικείας μορφής, συχνά σε ανδρόγυνες ή αρρενωπές εκδοχές. Στην τέχνη της ενσωματώνονται ισχυρά στοιχεία κουήρ ταυτότητας. Η ίδια θεωρείται μητέρα της κουήρ τέχνης.
Natalie Clifford Barney
Η Natalie Clifford Barney γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1876 στο Ντέιτον του Οχάιο. Ανήκε σε εύπορη οικογένεια, γεγονός που της επέτρεψε να αφιερωθεί στη λογοτεχνία και την καλλιτεχνική δημιουργία. Ως λεσβία που ζούσε ανοιχτά τη σεξουαλικότητά της, η Barney έγινε γνωστή για τα θρυλικά της σαλόνια στο Παρίσι.
Το σπίτι της στη Rue Jacob έγινε τόπος συγκέντρωσης καλλιτεχνών και διανοουμένων, όπως η πρώην ερωτική σύντροφος της και διάσημη συγγραφέας, Κολέτ, ο θρυλικός Τζαν Κοκτώ, και η Γκέρτρουντ Στάιν (την οποία έχουμε συναντήσει ήδη σε αυτή τη στήλη). Οι φιλοσοφικές της ιδέες και η υπεράσπιση της γυναικείας ανεξαρτησίας την κατέστησαν πρωτοπόρο του φεμινιστικού κινήματος της εποχής.
Η γνωριμία τους
Ήταν στις αρχές του 1915, όταν η Romaine Brooks, που είχε ήδη καθιερωθεί ως ζωγράφος, γνωστή για τα σκοτεινά πορτρέτα της, συναντήθηκε για πρώτη φορά με τη Natalie Clifford Barney, που θεωρούταν ήδη χαρισματική ποιήτρια, συγγραφέας και οικοδέσποινα του διασημότερου και εντελώς queer καλλιτεχνικού σαλονιού στο Παρίσι. Στον κήπο του λογοτεχνικού σαλονιού της Barney, στον κήπο της Rue Jacob, υπό το φως κεριών, το άκουσμα της ποίησης και τον ρυθμό της μουσικής, οι δύο γυναίκες αντάλλαξαν τα πρώτα τους βλέμματα.
Η Brooks είχε μόλις επιστρέψει από ένα ταξίδι στην Ιταλία, ενώ η Barney ήταν ήδη διάσημη για την ελευθεριακή της ζωή και την αποφασιστικότητά της να ζει ανοιχτά ως λεσβία, κάτι σχεδόν αδιανόητο για την εποχή. Συνδέθηκαν ακαριαία. Η Romaine, αν και γνωστή για τη συγκρατημένη και μυστηριώδη της προσωπικότητα, εντυπωσιάστηκε από την έντονη προσωπικότητα της Barney. Η Natalie, από την άλλη, γοητεύτηκε από την καλλιτεχνική ευαισθησία και την απόμακρη γοητεία της Brooks.
Λέγεται ότι η πρώτη τους συνομιλία διήρκεσε ώρες και περιλάμβανε θέματα από την τέχνη, τη φιλοσοφία, μέχρι τις απόψεις τους για την αγάπη και την ελευθερία. Η σχέση τους δεν άργησε να αναπτυχθεί, και παρά τις πολυάριθμες ερωτικές συνδέσεις της Barney, η Romaine κατέληξε να είναι η πιο σταθερή παρουσία στη ζωή της.
Η σχέση τους
Παρόλο που η Natalie Clifford Barney είχε τη φήμη μιας γυναίκας που έδινε προτεραιότητα στην ανεξαρτησία και στις πολλαπλές ερωτικές σχέσεις, με τη Romaine Brooks ανέπτυξε έναν ιδιαίτερο δεσμό που διήρκεσε πάνω από 50 χρόνια. Από την αρχή, οι δυο τους συμφώνησαν να έχουν μια «ανοιχτή» σχέση, που θα τους επέτρεπε να διατηρούν την ελευθερία τους, ενώ παρέμεναν συναισθηματικά αφοσιωμένες η μία στην άλλη.
Η Romaine, πιο εσωστρεφής και επιφυλακτική, είχε ανάγκη από σταθερότητα και στήριξη, ενώ η Natalie ήταν εξωστρεφής, μαγνητική και κοινωνικά κυρίαρχη. Παρά τις διαφορές τους, κατάφεραν να βρουν έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας, βασισμένο στον αμοιβαίο σεβασμό για την τέχνη και τις ιδέες τους. Η σχέση τους χαρακτηριζόταν από τη συναισθηματική εγγύτητα, αλλά και από περιόδους αποστάσεων, καθώς ζούσαν σε ξεχωριστά σπίτια και διατηρούσαν τα δικά τους προσωπικά δίκτυα.
Η Romaine ζωγράφισε αρκετά πορτρέτα της Natalie, τα οποία αποκαλύπτουν όχι μόνο την ομορφιά της αλλά και την ισχυρή προσωπικότητά της. Ένα από τα πιο γνωστά έργα της Brooks, το οποίο φημολογείται ότι εμπνέεται από τη Natalie, είναι το «Αmazon» (1920), ένας δυναμικός και μνημειώδης πίνακας που αναδεικνύει τη δύναμη και την αυτονομία της γυναίκας.
Αντίστοιχα, η Natalie συχνά έγραφε για τη Romaine στα έργα της, αναδεικνύοντας τον θαυμασμό και τη βαθιά εκτίμηση που είχε για την τέχνη και την προσωπικότητά της. Παρά τις διαφορετικές τους επιλογές και τα εμπόδια, η σχέση τους επιβίωσε δεκαετίες γεμάτες αλλαγές και προκλήσεις. Οι δυο τους κράτησαν μια ιδιαίτερη ισορροπία: δεν επέβαλαν περιορισμούς η μία στην άλλη, αλλά παρέμεναν στη ζωή η μία της άλλης ως μούσες, σύντροφοι και σταθερά σημεία αναφοράς. Στα τελευταία τους χρόνια, η φιλία και η συντροφικότητά τους έγιναν ακόμα πιο έντονες.