Η χοντροφοβία είναι βία. Είναι η βία του να μη μπορείς να φας κάπου δημόσια χωρίς την απειλή της χλεύης. Είναι η βία του να νιώθεις το σώμα σου εκτεθειμένο ανά πάσα στιγμή σε δημόσιους χώρους. Είναι η βία του να το αστυνομεύεις και να το περιορίζεις εσύ πρώτα πριν προλάβει να το κάνει κάποιος άλλος για σένα, να μη μπορείς ποτέ να το αφήσεις χαλαρό, να το νιώθεις να πιάνεται και να πονά, αλλά και πάλι να συνεχίζεις επειδή έτσι νιώθεις ότι προκαλεί λιγότερο.
Γράφει η Εύα Ξευγένη
Όσα κατοικούμε σε χοντρά σώματα ξέρουμε πολύ καλά ότι το μίσος για το σώμα μας αποτελεί μίσος για ολόκληρη την υπόστασή μας. Έχουμε κατά καιρούς μισήσει το σχήμα και τη μορφή του, τη μυρωδιά και τον ιδρώτα του, το δέρμα, τις τρίχες και τα σημάδια του, τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, με ένα μίσος ολοκληρωτικό και λυσσαλέο, και δε γίνεται να μισείς κάθε κομμάτι της ίδιας σου της σάρκας χωρίς να μισείς κατ’ ουσίαν εσένα.
Χοντροφοβία είναι η βία του να προσπαθείς συνεχώς να συρρικνωθείς για να χωρέσεις στις απαιτήσεις των άλλων, γιατί στα μάτια τους η ύπαρξή σου και μόνο αποτελεί προσβολή.
Τα σώματά μας έχουν ταυτιστεί με την οδύνη, έχουν μετατραπεί σε κλουβιά, σε ασφυκτικά δωμάτια που πίσω από τις πόρτες τους κρύβουν τη σκιά κάθε ταπείνωσης κι εξευτελισμού, όπως τα βουβά δάκρυα σε ένα δοκιμαστήριο γεμάτο αναποδογυρισμένα ρούχα πολύ μικρά για να μας χωρέσουν, την υποτίμηση στο βλέμμα κάποιου που πλησιάσαμε με ερωτική διάθεση στο μπαρ και που απορεί με το θράσος μας, την επίσκεψη σε γιατρό για μόλυνση στο μάτι που καταλήγει σε άνευ λόγου νουθεσία για απώλεια βάρους, τη δημόσια κοροϊδία για τα μπλουζάκια μας με τις οριζόντιες ρίγες, τα κολάν, τα σορτσάκια, τα αμάνικα και τα κολλητά μας.
Κάποιοι από τους νταήδες μας βέβαια είναι θρασύδειλοι, νιώθουν άτρωτοι όταν κάνουν punching down καταπιεσμένων ομάδων μπροστά σε χιλιάδες followers, αλλά κρύβονται σε τουαλέτες όταν συνειδητοποιήσουν ότι έχουν γίνει αντιληπτοί από τα άτομα που γελοιοποιούν.
Θέλω να ξέρετε λοιπόν ότι σας βλέπουμε. Μυρίζουμε από μακριά την υποκρισία σας και πετάμε στον κάλαθο των αχρήστων τις συγγνώμες σας που κι αυτές ακόμη καταφέρνουν να είναι προσβλητικές, ακριβώς επειδή δεν είναι ειλικρινείς.
Ακόμη περισσότερο όμως, βλέπουμε κι εσάς που παρακολουθείτε την υποτίμηση των συνανθρώπων σας και τη σιγοντάρετε από μια απόσταση ασφαλείας ή που παραμένετε αμέτοχοι.
Η σιωπή σας καθιστά συνένοχους.
Όταν ήμουν παιδί, έτρωγα ξύλο στο σχολείο επειδή είμαι χοντρή, πλέον καμία ρίγα δε με φοβίζει.