Μια μέρα σαν τη σημερινή, μια μέρα τρανς μνήμης

Λίγο πριν το πέρασμα στο Millenium, η Gwendolyn Ann Smith, τρανς γυναίκα και ακτιβίστρια θέλοντας να αποδώσει φόρο τιμής, να εγείρει ορατότητα και να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη για την στυγερή δολοφονία της τρανς φίλης της Rita Hester, οργάνωσε μια μέρα σαν και τη σημερινή, την πρώτη Ημέρα Τρανς Μνήμης, καλώντας τον κόσμο να ανάψει ένα κερί στη μνήμη κάθε τρανς θύματος ρατσιστικής βίας. Με αφορμή τη σημερινή επέτειο το ANTIVIRUS συνομιλεί με την Άννα Απέργη (τρανς ακτιβίστρια, Ειδική Σύμβουλος θεμάτων Ισότητας, ΛΟΑΤΚΙ+ και πρόεδρο του ΣΥΔ), την Μόνικα (σεξεργάτρια και επιζήσασα ρατσιστικών επιθέσεων) και την Αγγελική Σουγλέ (δικηγόρο του Red Umbrella).

Τι σημαίνει Διεθνής Ημέρα Τρανς Μνήμης;

«Η Διεθνής Ημέρα Τρανς Μνήμης (20 Νοεμβρίου), είναι μία ημέρα μνήμης και τιμής για όσα τρανς και φυλοδιαφορετικά άτομα υπήρξαν θύματα ακραίου ρατσιστικού τρανφοβικού μίσους και εγκλημάτων και βίας αλλά και αφύπνισης για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα τρανς άτομα στην καθημερινότητά τους», αναφέρει η Άννα Απέργη.

«Καθιερώθηκε ακρίβώς γιατί η ανθρώπινη μνήμη για αυτά τα θηριώδη εγκλήματα σβήνει πολύ σύντομα. Αυτό συμβαίνει γιατί τη μνήμη των νεκρών πάντοτε τη συντηρούν  οι οικείοι τους, το στενό τους περιβάλλον, με μιά λέξη  “οι ζωντανοί” . Στην περίπτωση όμως των τρανς ατόμων πολύ συχνά οι οικείοι απλά δεν υπάρχουν. Τα τρανς άτομα ζουν και χάνουν την ζωή τους σε συνθήκες βίας και μοναξιάς. Έχουμε αντιμετωπίσει περιπτώσεις που τα άψυχα σώματα τρανς ατόμων παραμένουν επί μήνες σε ψυγεία, στα αζήτητα, γιατί κανένας δεν αναλαμβάνει την ταφή ή την καύση τους. Πρωτοβουλίες σαν το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Δολοφονιών των τρανς ή η καθιέρωση της 20ης Νοεμβρίου ως Διεθνούς Ημέρας Τρανς Μνήμης αποτελούν έναυσμα για ευαισθητοποίηση και αγώνα για  αναγνώριση της ισότητας των τρανς ατόμων. Κανένα έγκλημα που εμφορείται από ρατσιστικό κίνητρο, λόγω της διαφορετικής ταυτότητας φύλου δεν θα πρέπει να μένει ατιμώρητο», συμπληρώνει η Αγγελική Σουγλέ, δικηγόρος του Red Umbrella και δικηγόρος στην υπόθεση της τρανσκτονίας της Άννας Ιβάνκοβα.

Ο ετήσιος αριθμός θυμάτων: Δεν είμαστε όλες εδώ, λείπουν οι δολοφονημένες

Τα ετήσια αποτελέσματα του Trans Murder Monitoring Report, του παγκόσμιου δηλαδή προγράμματος παρακολούθησης περιστατικών ακραίας τρανσφοβικής βίας – τρανσκτονιών, στο οποίο δραστηριοποιούνται συλλογικότητες που ασχολούνται με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανά τον κόσμο, προκαλούν ανησυχία. Κατά το διάστημα 1 Οκτωβρίου 2022 έως και τις 30 Σεπτεμβρίου 2023, καταγράφηκαν 320 δολοφονίες τρανς και φυλοδιαφορετικών ατόμων σε όλο τον κόσμο, εάν προσθέσουμε και τις αυτοκτονίες αλλά και τα περιστατικά που δεν εξιχνιάστηκαν ακόμη, ο αριθμός αυτός φτάνει και ξεπερνά τα 392 περιστατικά.

«Αν και οι ανθρώπινες ζωές δεν χωρούν σε αριθμούς και στατιστικές, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι πιο πάνω αριθμοί είναι καθαρά ενδεικτικοί διότι αφορούν μόνο τα καταγεγραμμένα περιστατικά. 320 τρανς συνάνθρωποί μας, δεν βρίσκονται πλέον μαζί μας. Πίσω από κάθε αριθμό βρίσκεται και ένας άνθρωπος που έζησε, ονειρεύτηκε, και προσδοκούσε μία ζωή. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν και η δική μας η Άννα Ιβάνκοβα, της οποίας ο στυγνός θάνατος αποτελεί την πρώτη καταγεγραμμένη δολοφονία τρανς γυναίκας μαύρου χρώματος, προσφύγισσας και εργαζόμενης στο σεξ στη χώρα μας», σημειώνει η Άννα Απέργη.

«Τα τρανς άτομα είναι θύματα ρατσιστικών εγκλημάτων, όμως λίγες από τις πράξεις αυτές καταγγέλονται και φτάνουν στην δικαιοσύνη, γιατί πολύ απλά τα ίδια τα θύματα διστάζουν να καταγγείλουν, δεν εμπιστεύονται τις αρχές και δεν έχουν τα ψυχικά αποθέματα ώστε να αντέξουν την περαιτέρω κακοποίηση και αναμόχλευση του τραύματός τους. Φέτος το καλοκαίρι μάλιστα είχαμε κορύφωση της βίας με την διάπραξη στην Αθήνα της ειδεχθούς δολοφονίας της τρανς προσφύγισσας Άννας Ιβάνκοβα. Η Άννα που στις 10 Ιουνίου ήταν πάνω στο κεντρικό άρμα στην παρέλαση του Φεστιβάλ Υπερηφάνειας της Αθήνας, ακριβώς ένα μήνα μετά, στις 10 Ιουλίου βρέθηκε δολοφονημένη στο διαμέρισμά της», αναφέρει η Αγγελική Σουγλέ, δικηγόρος της υπόθεσης.

Πίσω απ’ τα ποσοστά

Τα ποσοστά τρανσκτονιών ανά τον κόσμο έρχονται σαν προϊόν του βαθέως κοινωνικού ρατσισμού και της αποστέρησης των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνεχίζουν να βιώνουν τα τρανς άτομα. «Αντιμετωπίζουν ένα ευρύ φάσμα στερεοτύπων, προκαταλήψεων, παρενοχλήσεων, διακρίσεων και βίας, καθώς και περιορισμένη πρόσβαση στην εργασία και στην επαγγελματική κατάρτηση, στην κοινωνική πρόνοια, στην ασφάλιση, στην υγειονομική περίθαλψη και στην εκπαίδευση, εκτός από την ευρεία ρητορική μίσους και τη βία που αντιμετωπίζουν τόσο στην ιδιωτική και όσο και στη δημόσια σφαίρα. Η προστασία από τις διακρίσεις και η ισότιμη μεταχείριση, όταν δεν πάνε μαζί με το δικαίωμα στην αξιοπρεπή διαβίωση, είναι μισή προστασία και φυσικά δεν υπάρχει καμία ισοτιμία. Η ελεύθερη ισότιμη πρόσβαση και η δωρεάν παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για τα τρανς πρόσωπα εξακολουθεί να παραμένει ένα όνειρο θερινής νυκτός, ενώ τα τρανς ανασφάλιστα άτομα που αποτελούν και το μεγαλύτερο ποσοστό της κοινότητας μας, βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος του όποιου θεού. Το ξέρετε ότι σήμερα το μεγαλύτερο μέρος των τρανς προσπαθεί να επιβιώσει με τα 200 Ευρώ του ΚΕΑ το μήνα; Πείτε μου ειλικρινά, μπορεί κάποιος άνθρωπος να ζήσει με αξιοπρέπεια με 200 Ευρώ;», αναφέρει σχετικά η Άννα Απέργη.

«Συνιστούν μία κοινότητα, η οποία στερείται βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι αγώνες της διαχρονικά και σε παγκόσμιο επίπεδο είναι βαμμένοι με  το ίδιο της το αίμα της. Η  απρόσκοπτη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην οικογένεια, στην κατοικία, στην εργασία δεν είναι δεδομένη. Παραμένει ζητούμενη. Ακόμα και το πιό απλό, το να κυκλοφορήσει κανείς  ελεύθερα στον δρόμο, ενέχει  για τα άτομα αυτά επικινδυνότητα και ρίσκο να λοιδορηθούν, να ξυλοκοπηθούν, να βιαστούν μέχρι και να δολοφονηθούν, με μεγάλη  μάλιστα  πιθανότητα  να μείνει ο θύτης ατιμώρητος. Πολύ συχνά αναγκάζονται να εγκαταλείψουν νωρίς το σχολείο ή ακόμα και την οικογένειά τους λόγω του ακραίου bullying που υφίστανται. Όσα τρανς άτομα μπαίνουν στην διαδικασία της φυλομετάβασης καλούνται να ανταποκριθούν σε δυσβάσταχτο οικονομικό  κόστος, καθώς τα ασφαλιστικά ταμεία δεν καλύπτουν τις απαραίτητες ιατρικές πράξεις. Δυσκολεύονται να μσθώσουν  κατοικία, όπως και να προσληφθούν για εργασία. Οι κλειστές πόρτες σε κάθε έκφανση της ζωής τους, τα  οδηγούν στην περιθωριοποίηση. Δεν είναι υπερβολή να πω ότι ουσιαστικά οι τρανς άνθρωποι δεν αναγνωρίζονται ως άνθρωποι», συμπληρώνει η Αγγελική Σουγλέ.

Η Μόνικα μιλά για τον πολύπλευρο ρατσισμό που έχει υποστεί

 Συναντήσαμε την Μόνικα το πρώτο κρύο βράδυ του 2023 στην Καλλιθέα. Η Μόνικα έχει εργαστεί ως τρανς σεξεργάτρια για περίπου τριάντα χρόνια. Εκκινώντας από την πιάτσα του Κολωνακίου στο σβήσιμο της δεκαετίας του ’80, έχει δεχτεί πάμπολλες απειλές και επιθέσεις εντός του πεδίου της σεξεργασίας. Πιο έντονα θυμάται τις φορές που πλησίασε τον θάνατο κατά τα πρώτα έτη της επαγγελματικής της δραστηριότητας, ξυλοδαρμούς που έλαβαν χώρα πίσω από κλειστές πόρτες αυτοκινήτων και ξενοδοχείων. Θυμάται αστυνομικούς να εξαναγκάζουν συναδέλφους της σε σεξουαλικές πράξεις προκειμένου να γλυτώσουν το αυτόφορο. Θυμάται φίλες τις που δολοφονήθηκαν την δεκαετία του ’90 από κατά συρροή δολοφόνους τρανς γυναικών – σεξεργατριών.

«Η εργασία στο σεξ για τα τρανς άτομα της προηγούμενης γενιάς ήταν μονόδρομος. Δεν μπορούσες να βρεις άλλη δουλειά αν ήσουν τρανς. Το να δουλεύεις στην πιάτσα σε εκθέτει σαφώς περισσότερο στην βία και την επιθετικότητα. Στα πλαίσια της δουλειάς μου, μου έχουν τραβήξει πιστόλι, με έχουν κλέψει, με έχουν χτυπήσει με τόσο μένος που χρειάστηκα νοσήλια. Με τα χρόνια μαθαίνεις να αντιμετωπίζεις τα ρατσιστικά σχόλια και τις επιθέσεις στον δρόμο, αναπτύσσεις κάτι σαν ένστικτο. Στην αρχή είχα σοκαριστεί», αναφέρει.

«Η κακοποίηση μου προφανώς δεν ξεκίνησε στην πιάτσα. Ξεκίνησε στην οικογένειά μου. Η μητέρα μου θέλοντας να ακολουθήσει την καριέρα της στο τραγούδι και όντας εξαρτημένη από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά θεώρησε πρέπον να με εγκαταλείπει σε θετές οικογένειες, στις οποίες έδινε ένα μηνιάτικο για να με κρατάνε. Οι οικογένειες αυτές με κακοποιούσαν συστηματικά. Έχω βιαστεί στην ηλικία των πέντε ετών. Θυμάμαι να μου φυσάνε καπνό τσιγάρου στο πρόσωπο και να πνίγομαι, να είμαι κλειδωμένη στο πατάρι, να τρέφομαι για μήνες μόνο με νερό και ψωμί με αλάτι. Θυμάμαι να με κλειδώνουν στην πίσω αυλή. Η κακοποίηση μου συνεχίστηκε και όταν πήγα σε ένα εκκλησιαστικό ορφανοτροφείο. Πρέπει να ήμουν το μόνο επτάχρονο που σκεφτόταν σοβαρά να αυτοκτονήσει σε τέτοια ηλικία. Επίσης θυμάμαι όταν ξαναπήγα να μείνω με την μητέρα μου πως η ίδια και οι κατά καιρούς σύντροφοί της συστηματικά με έγδυναν και με κλείδωναν εκτός του σπιτιού, με αποτέλεσμα να με βλέπουν γυμνή οι περίοικοι», σημειώνει η Μόνικα υπογραμμίζοντας πως τα πράγματα μπορεί να έχουν αλλάξει από την εποχή που ξεκίνησε να εργάζεται στο σεξ, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η έκθεση των τρανς σεξεργατριών στην ρατσιστική βία έχει εξαλειφθεί και υπενθυμίζοντας την πρόσφατη τραγική απώλεια της Άννας Ιβάνκοβα.

Οι διεκδικήσεις

Η Άννα Απέργη αναγνωρίζει τα στοιχειώδη και αργοπορημένα βήματα που έχει καταφέρει η ελληνική κοινωνία με την νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, η οποία ωστόσο απέχει από τα ευρωπαϊκά πρότυπα καθώς παραμένει κοστοβόρα και χρονοβόρα διαδικασία, απ’ την οποία όπως αναφέρει «εξαιρούνται τα έγγαμα τρανς πρόσωπα, δεν μεταβάλλεται η ληξιαρχική πράξη γέννησης πιθανού τέκνου, υπάρχει και ηλικιακό όριο, ενώ στις ηλικίες 15 έως 17 η διαδικασία είναι έντονα ψυχιατρικοποιημένη. Ο νόμος δεν συμπεριλαμβάνει τα μη-δυαδικά, καθώς επίσης και τα τρανς άτομα με προσφυγικό/μεταναστευτικό προφίλ».

Σημειώνει επιπλέον πως η «νομοθεσία απαγόρευσης των διακρίσεων καλύπτει μόνο τον χώρο της εργασίας, ενώ δεν συμπεριλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών και αγαθών, την υγεία, την εκπαίδευση και τη στέγαση, ενώ η νομοθεσία για την προστασία από τη ρητορική μίσους λόγω του περιοριστικού της πλαισίου, παραμένει να είναι ελλιπής». Τονίζει την άμεση αναγκαιότητα αναθεώρησης του Οικογενειακού δικαίου με στόχο την πλήρη απόδοση γονεϊκών δικαιωμάτων «χωρίς την υποχρεωτική προϋπόθεση να έχει προηγηθεί γάμος σε οποιαδήποτε μορφή ή κάποια άλλη πράξη όπως σύμφωνο συμβίωσης, έτσι ώστε να κατοχυρωθούν και τα δικαιώματα των ήδη υπαρχοντων ή μελλοντικών γονέων, που βρίσκονται είτε σε σχέση, είτε σε ελεύθερη συμβίωση. Αν δεν γίνει αυτό, τότε θα έχουμε μία πολύ σοβαρή διάκριση». Καλή την Πολιτεία να μεριμνήσει ώστε να δοθούν αξιοπρεπή προνοιακά επιδόματα σε όλα τα τρανς πρόσωπακαι το Υπ. Υγείας να ενσωματώσει τον νέο αναθεωρημένο ICD-11, στον οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται η καταχώριση της ονομαζόμενης «διαταραχής ταυτότητας φύλου».

«Σήμερα στα σχολεία μας δεν ύπάρχουν επίσημες οδηγίες, δεν υπάρχει επικαιροποιημένο εκπαιδευτικό υλικό, ούτε εφαρμόζεται μία ενιαία πολιτική για τα τρανς παιδιά. Ο νόμος δίνει την δυνατότητα νομικής αναγνώρισης ταυτότητας φύλου από τα 17 με τη συναίνεση γονέων και από τα 15 εφόσον υπάρχει συναίνεση γονέων και επιπλέον θετική γνωμάτευση διεπιστημονικής επιτροπής, ενώ για τα μικρότερα παιδιά δεν προβλέπεται  δικαίωμα  αυτοπροσδιορισμού. Όταν η  Πολιτεία εγκαταλείπει θεσμικά  παιδιά σε ένα θολό τοπίο, ουσιαστικά τα αφήνει απροστάτευτα και ενθαρρύνει την περιθωριοποίηση τους, τη βία και την στέρηση δικαιωμάτων. Μεγαλώνοντας ένα τρανς άτομο που επιθυμεί να αναγνωριστεί νομικά η ταυτότητα φύλου του είναι υποχρεωμένο να επωμιστεί  το ίδιο το οικονομικό και το ψυχολογικό κόστος που έχει ένα δικαστήριο. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να απλουστευθεί και να πραγματοποιείται με μία απλή δήλωση του ατόμου στο οικείο Ληξιαρχείο. Γενικότερα πρέπει να διορθωθούν όλες οι σοβαρές ελλείψεις της αντιρατσιστικής νομοθεσίας  και να ενεργοποιηθούν μηχανισμοί καταπολέμησης της ρητορικής μίσους και του ρατσιστικού λόγου που δυστυχώς στις μέρες μας διαχέονται ανεξέλεγκτα και διαμορφώνουν συνειδήσεις», αναφέρει κλείνοντας η Αγγελική Σουγλέ.




Δες και αυτό!