Είκοσι χρόνια πέρασαν από τις 19 Μαίου 1994, όταν μια από της διασημότερες γυναίκες του πλανήτη έκλεισε τα μάτια της. Ποτέ η ζωή μιας γυναίκας δεν έχει αποθανατιστεί για τόσες πολλές δεκαετίες και σε τόσες πολλές φωτογραφίες όσο η ζωή της Jacqueline Bouvier Kennedy Onassis.
Η ζωή της, μια μίξη παραμυθιού, μύθου αλλά και τραγωδίας. Ήταν επιμελήτρια βιβλίων που αρνήθηκε να πει την μεγαλύτερη ιστορία όλων – τη δικό της . Και έτσι , αυτό που γνωρίζουμε από αυτήν , το γνωρίζουμε ως επί το πλείστον , από εικόνες , και αυτά παρέχουν τις πιο ζωντανές ενδείξεις για το μυστήριο της ζωής της . Ποια ήταν πραγματικά ;
Κοιτάζοντας στο διαδίκτυο διαβάζω “Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και ήταν κόρη χρηματιστή. Έζησε σε πλούσιο κλίμα και πραγματοποίησε ικανοποιητικές σπουδές. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1953 παντρεύτηκε τον John Fitzgerald “Jack” Kennedy με τον οποίο έμελλε να γίνει η πρώτη κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών της οποίας η θητεία ως πρώτη κυρία κρίθηκε αρκετά επιτυχής. Απέκτησε δύο παιδιά την Caroline και τον John junior. Μετά τη δολοφονία του άντρα της, η Τζάκυ συνδέθηκε με αρκετούς διάσημους άντρες για να καταλήξει στο τέλος να παντρευτεί τον Έλληνα εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε ιδιωτική τελετή που πραγματοποιήθηκε στον Σκορπιό στις 20 Οκτωβρίου 1968 τέσσερις μήνες μετά την δολοφονία του κουνιάδου της Robert Kennedy. Απεβίωσε σε ηλικία 64 ετών από καρκίνο στους λεμφαδένες στον ύπνο της το βράδυ της 19ης Μαΐου του 1994. “
Η γνωριμία της με τον John Fitzgerald Kennedy που σημάδεψε τη ζωή της για πάντα έγινε το 1951. Οι δυο τους συνέχισαν να βλέπονται και αρραβωνιάστηκαν τον Ιούνιο του 1953, ενώ στις 12 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, η Jacqueline Lee Bouvier παντρεύτηκε τον John F. Kennedy σε έναν τεράστιο γάμο που αποτέλεσε το κοσμικό γεγονός εκείνης της περιόδου.
Η κυρία Kennedy, όπως ήταν γνωστή στον Λευκό Οίκο, ζήτησε από το προσωπικό να μην αναφέρεται σε εκείνη ως η «Πρώτη Κυρία». Αμέσως μετά την εγκατάστασή της στον Λευκό Οίκο, άρχισε την ανακαίνισή του, την οποία επέβλεψε η ίδια, καλώντας πλούσιους φίλους της να δωρίσουν ή να δανείσουν αντικείμενα τέχνης.Σχημάτισε την White House Historical Association ώστε να την βοηθήσει με την ανακαίνιση του κτηρίου ενώ παράλληλα ίδρυσε και την Special Committee for White House Paintings για να την συνδράμει στο έργο της.Το αποτέλεσμα ήταν εξαίσιο. Το Κονγκρέσο γοητευμένο αποφάσισε να ανακηρύξει τον Λευκό Οίκο εθνικό μνημείο. Μάλιστα έγραψε την εισαγωγή για το ‘The White House: A Historical Guide’ ενώ ανέπτυξε και την ιδέα της για ένα κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ για τον Λευκό Οίκο το οποίο σκηνοθέτησε η ίδια .
Η φήμη της εντός και εκτός Αμερικής εξαπλωνόταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε σε ένα ταξίδι του προεδρικού ζεύγους στο Παρίσι, ο John F. Kennedy συστήθηκε ομιλία του σε επίσημο δείπνο στις Βερσαλλίες λέγοντας: «είμαι αυτός που συνοδεύει την κυρία Kennedy στο Παρίσι».
Για χίλιες ημέρες, ήταν η αδιαφιλονίκητη βασίλισσα της χώρας. Τα τραπέζια που διοργάνωνε στον Λευκό Οίκο συγκέντρωναν τους καλύτερους και τους λαμπερότερους ανθρώπους του κόσμου.Ένα δείπνο τον Απρίλιο του 1962, στο οποίο παραβρέθηκαν 40 νομπελίστες και πρωτοκλασάτοι καλλιτέχνες, έκανε τον Πρόεδρο Kennedy να δηλώσει: «η πιο εκπληκτική συλλογή ταλέντου και γνώσης που συγκεντρώθηκε ποτέ στον Λευκό Οίκο, με μόνη ίσως εξαίρεση όταν ο Τόμας Τζέφερσον έτρωγε μόνος».
Γνωρίζοντας την ευρωπαϊκή κουλτούρα στο αμερικάνικο κοινό, η Jacqueline Kennedy έγινε η απόλυτη βασίλισσα της Αμερικής. Μέσα σε λιγότερο από 3 χρόνια οι ενδυματολογικές της επιλογές έδιναν το πρόσταγμα για τη μόδα σχεδόν ολόκληρου του πλανήτη.
Εκείνο όμως που προκάλεσε τον θαυμασμό του έθνους για την Jackie, ήταν το απίστευτο κουράγιο και η διαγωγή της στις οδυνηρές μέρες που ακολούθησαν τη δολοφονία του άντρα της . Μετά τους πυροβολισμούς της 22ης Νοεμβρίου του 1963, χάρη στην καλλιέργειά της κατάφερε να δείξει κουράγιο και να κρατήσει το έθνος ενωμένο με μία αξιοπρέπεια που έγινε το χαρακτηριστικό της γνώρισμα.
Αρνήθηκε τη χορήγηση υπνωτικών χαπιών, ώστε να ανταπεξέλθει στις οργανωτικές απαιτήσεις της κηδείας. Δεν έβγαλε το ματωμένο ροζ ταγιέρ, αντίγραφο Chanel από τον νεοϋορκέζικο οίκο Chez Ninon, ώστε ο κόσμος να δει τι συνέβη και να μάθει την αλήθεια.
Ο πρόεδρος Lyndon Johnson της πρότεινε να την κάνει πρέσβη στο Παρίσι αλλά η ίδια επέλεξε να ζήσει πλέον μακριά από την πολιτική και προσπάθησε να ζήσει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Αλλά η χήρα του προέδρου ήταν ο άνθρωπος που όλοι ήθελαν να δουν. Έστι για να βρει την ιδιωτική της ζωής, επέλεξε το 1964 να μετακομίσει με τα παιδιά της στη Νέα Υόρκη, αφήνοντας πίσω της τα φαντάσματα που παρελθόντος.
Αγόρασε ένα διαμέρισμα στο 1040 στην 5η Λεωφόρο, στον 15ο οροφο μιας πολυκατοικίας του 1930 σχεδιασμένη από τον Rosario Candela, για 250.000$, ώστε να ζει κοντά σε φίλους και συγγενείς κι άρχισε να ζει με μια σχετική ελευθερία. Αποκόπηκε από την οικογένεια Kennedy αργά, αλλά σταθερά. Μεγάλωσε τα παιδιά της σαν Νέοϋορκέζους και όχι σαν Βοστονέζους.
Όταν ο κουνιάδος της Robert F. Kennedy κατέβηκε για Πρόεδρος στις εκλογές του 1968, εξέφρασε την υποστήριξή της, αλλά χωρίς ιδιαίτερες παρεμβάσεις. Λίγο αργότερα, στις 5 Ιουνίου του 1968, ο Γερουσιαστής R.F.Kennedy δολοφονήθηκε στο Los angeles. Η Jackie ένιωσε ότι εκείνη και τα παιδιά της αποτελούσαν στόχο (“If they’re killing Kennedys, then my children are targets … I want to get out of this country.”) και αποφάσισε να παντρευτεί τον Αριστοτέλη Ωνάση και να ζήσει στο εξωτερικό, σοκάροντας την αμερικανική κοινή γνώμη.
Οι δυο τους είχαν γνωριστεί, όταν ο Ωνάσης είχε παραχωρήσει την πολυτελή θαλαμηγό του στην Jackie για να κάνει διακοπές, μετά το θάνατο του γιού της Patrick Bouvier Kennedy (August 7, 1963 – August 9, 1963). Σε ιδιωτική τελετή που πραγματοποιήθηκε στον Σκορπιό στις 20 Οκτωβρίου του 1968 τέσσερις μήνες μετά την δολοφονία του κουνιάδου της και η Jacqueline Kennedy έγινε «Jackie O.».
Με τις ενδυματολογικές, στιλιστικές επιλογές της, η Jackie έγινε η απόλυτη επιτομή του στιλ για το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Ήταν, είναι και θα είναι το συνώνυμο της απέριττης κομψότητας με τα ιδιαίτερα ελιτίστικα χαρακτηριστικά. Η πρώτη κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών και μετέπειτα κυρία Ωνάση δεν άφησε ποτέ τη φινέτσα της γαλλικής καταγωγής της να ατονήσει στις στυλιστικές της επιλογές. Τα τύπου Chanel ταγέρ της και τα αμάνικα φορέματα σε Α γραμμή με τα ασορτί καπέλα, τα φορέματα Dior, τα κολιέ από μαργαριτάρια, οι συνδυασμοί αληθινών και ψεύτικων κοσμημάτων και η τεράστια συλλογή από δερμάτινες τσάντες, παπούτσια, φουλάρια, καθώς και τα μεγάλα σκούρα γυαλιά ηλίου αλλά και τα capri παντελονια και την μαρινιέρα ήταν το σήμα κατατεθέν της .
Μέσα από δύο διαφορετικές εικόνες, την Jackie Kennedy και την Jackie O., η Jacqueline Bouvier μετέτρεψε την εικόνα της σε σύμβολο, δημιουργημένο μέσα από τον φωτογραφικό φακό. Την επισημότητα της απόλυτης γαλλικής κομψότητας και φινέτσας διαδέχτηκε η κοσμοπολίτικη εικόνα μιας πιο απλής, γοητευτικής και μυστηριώδους γυναίκας. Με άσπρο παντελόνι, μαύρο t-shirt και τα χαρακτηριστικά μαύρα τεράστια γυαλιά, η Jackie O. έγινε σύμβολο του στυλ και αγαπημένο θήραμα των παπαράτσι.
Το 1975 ο Ωνάσης πέθανε αφήνοντας την Jackie χήρα για δεύτερη φορά. Μετά την επιστροφή της στη Νέα Υόρκη, επέλεξε να εργαστεί ως επιμελήτρια βιβλίων αρχικά για τον εκδοτικό οίκο Viking Press και αργότερα στον οίκο Doubleday. Είχε, φυσικά, ένα από τα ωραιότερα διαμερίσματα στο κέντρο της Νέας Υόρκης. Στον αριθμό 1040 της διάσημης Πέμπτης Λεωφόρου η πρώην κυρία Kennedy και πλέον χήρα Ωνάση, επέστρεψε εκεί πλέον μόνιμα για να μείνει με τα παιδιά της, στο διαμέρισμα που είχε αγοράσει μετά τον θάνατο του πρώτου συζήγου της.
Νέος σύντροφος της, έγινε ο έμπορος διαμαντιών και σύμβουλος επενδύσεων Maurice Tempelsman, η μεγαλύτερη σχέση της η οποία και κράτησε μέχρι το θάνατο της το 1994.
Καθ ‘όλη τη ζωή της, Jacqueline Kennedy προσπάθησε να διατηρήσει και να προστατεύσει την πολιτιστική κληρονομιά της Αμερικής. Τα αποτελέσματα της δουλειάς της είναι ακόμα ορατά στην πλατεία Lafayette, απέναντι από το Λευκό Οίκο στην Ουάσινγκτον, DC. Ενώ ήταν πρώτη κυρία, βοήθησε να σταματήσει η καταστροφή των ιστορικών κτιρίων κατά μήκος της πλατείας, συμπεριλαμβανομένου του κτιρίου Renwick, τώρα μέρος του Smithsonian. Άνθρωπος με τεράστια μόρφωση και κουλτούρα, ηγήθηκε της καμπάνιας για τη διάσωση του Grand Central Terminal με το σύνθημα «αν δεν ενδιαφερθούμε για το παρελθόν μας, δεν μπορούμε να ελπίζουμε για το μέλλον μας» και κέρδισε για άλλη μια φορά τις καρδιές των Νεοϋορκέζων.
Αν και το στυλ της ήταν διαχρονικό, η ίδια δεν ήταν. Τα παιδιά της τώρα είχαν μεγαλώσει. Οι σπάνιες πλέον φωτογραφίες της, την έδειχναν φευγαλέα, πιο εύθραυστη: η λεπτή μητέρα και αργότερα γιαγιά που έκανε για χρόνια jogging, πάντα κομψή, ακόμη και ιδρωμένη, ήταν πλέον απίστευτα λεπτή σαν ξεθώριασμα της ελπίδας και της ίδιας της εικόνας της. Στις 19 Μαΐου του 1994, στα εξήντα τέσσερα χρόνια της, υπέκυψε στον καρκίνο των λεμφαδένων. Η ταφή της έγινε στο Arlington National Cemetery δίπλα στον πρώτο της σύζυγο John F. Kennedy.
Το 1996, σε δημοπρασία από τον οίκο δημοπρασιών Sotheby’s, πωλήθηκαν προσωπικά της αντικείμενα, έπιπλα, πίνακες, χαλιά και πολύτιμα κοσμήματα, μετά από απόφαση των παιδιών της. Το 1996, μετά τη δημοπρασία των προσωπικών της αντικειμένων, πωλήθηκε και το διαμέρισμα της για $9.5 εκατομμύρια, το οποία πωλήθηκε ξανά το 2008 για 19.5 εκατομμύρια μετά από μια τεράστια ανακαίνηση.
Αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί ένα σύμβολο καλαισθησίας.Εκτός από τις πρωτότυπες και στιλάτες ιδέες που είχε για την εποχή της, γνώριζε ότι οι επαγγελματίες της μόδας θα τη βοηθήσουν και για αυτό επέλεξε για σύμβουλο της την τότε διευθύντρια της αμερικανικής Vogue, Diana Vreeland, η οποία την έφερε σε επαφή με τον σχεδιαστή Oleg Cassini. Ο Giorgio Armani, του οποίου της δημόσιες σχέσεις στην Αμερική έκανε η αδερφή της Lee Radziwill, έχει πει για την ίδια «Το υπέροχο στυλ της ήταν και ταιριαστό σε κάθε περίσταση στην οποία έπρεπε να παρευρεθεί και διαχρονικό, αλλά και φορέσιμο».
H Jacqueline Kennedy κατάφερε να γοητεύσει το Αμερικανικό έθνος και τον υπόλοιπο κόσμο με την ευφυΐα της, την ομορφιά και τη χάρη της . Με μια βαθιά αίσθηση της αφοσίωσης στην οικογένεια και τη χώρα της, αφιερώθηκε στην ανατροφή των παιδιών της και να κάνει τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος μέσα από την τέχνη, τη λογοτεχνία, και ένα σεβασμό για την ιστορία και τις δημόσιες υπηρεσίες. Σχεδόν ό,τι ειπώθηκε για εκείνη ήταν εικασίες ή φήμες. Η ίδια δεν έδωσε ποτέ συνέντευξη για το παρελθόν της – η τελευταία της ήταν το 1967.