Macbeth
(6/10)
The Walk (Βόλτα Στο Κενό)
Νέα Υόρκη, 7 Αυγούστου 1974. Λίγες μέρες πριν κλείσει τα 25 του χρόνια, ο Γάλλος σχοινοβάτης Philippe Petit (Joseph Gordon-Levitt) περπάτησε για 45 λεπτά, κάνοντας οκτώ διαδρομές πέρα-δώθε, σ’ ένα τεντωμένο σκοινί ανάμεσα στους Δίδυμους Πύργους του World Trade Center, 411 μέτρα από το έδαφος, χωρίς την άδεια του Δήμου ή οποιασδήποτε αρχής. Δώδεκα άνθρωποι έχουν περπατήσει στο φεγγάρι. Μόνο ένας όμως έχει περπατήσει στο τεράστιο κενό ανάμεσα στους Δίδυμους Πύργους. Αυτή είναι η ιστορία του. Προδοσίες, διαφωνίες, μια ομάδα από όλον τον κόσμο, ένας μέντορας (Ben Kingsley) και ένα θεότρελο σχέδιο. Κάθε φορά που ο Robert Zemeckis κάθεται στην καρέκλα του σκηνοθέτη υπάρχει πάντα ένα τεράστιο ενδιαφέρον για την ταινία που ετοιμάζει. Κι αυτή την φορά, τρία χρόνια μετά το τελευταίο του φιλμ Flight, ο Zemeckis επιστρέφει με μια ταινία βασισμένη σε αληθινή ιστορία. Μια ιστορία που ενώ στην αρχή μοιάζει να είναι μια εξιστόρηση του επιτεύγματος που έκανε ένας αρκετά θαρραλέος (ή τρελός – εσύ αποφασίζεις) άντρας, στην πραγματικότητα πρόκειται για το ερωτικό γράμμα, το μεγάλο αντίο, του σκηνοθέτη στα πιο εμβληματικά κτήρια της Νέας Υόρκης – τους Δίδυμους Πύργους. Ο Zemeckis δεν παύει ούτε λεπτό να δείχνει κοντινά ή μεγαλειώδη πλάνα των Πύργων που πολλές φορές είναι άκρως εντυπωσιακά. Η Νέα Υόρκη από ψηλά δείχνει μαγική και πανέμορφη, αλλά αυτό που χαλάει την μαγεία του τοπίου είναι η φλυαρία της ταινίας, και πιο συγκεκριμένα του χαρακτήρα του Gordon-Levitt ο οποίος από την αρχή μέχρι το τέλος δεν σταματά να μιλάει για το οτιδήποτε συμβαίνει, είτε μέσα στο μυαλό του, είτε έξω από αυτό. Από ένα σημείο και μετά σου αποσπάει την προσοχή και καταστρέφει το όποιο κλίμα προσπαθεί να στήσει ο Zemeckis. Παρ’ όλα αυτά όμως η θεαματική σκηνοθεσία και η πανέμορφη φωτογραφία της είναι τα πιο δυνατά της σημεία. (6/10)
The Intern (Ο Αρχάριος)
70άρης χήρος ζει μέσα στη ρουτίνα του μέχρι τη στιγμή που αποφασίζει πως πρέπει να ξανανιώσει παραγωγικός. Μια αγγελία για internship θα τον προσγειώσει σε μια σύγχρονη start up εταιρία, όπου τίποτα δεν είναι όπως είχε συνηθίσει. Το μεγάλο αφεντικό, η Jules, μπορεί αρχικά να θεωρεί πως δεν έχει κάτι να της προσφέρει, στη συνέχεια όμως θα βρει στο πρόσωπό του κάτι παραπάνω από έναν πολύτιμο συνεργάτη, αλλά κι έναν έμπιστο φίλο. Η Nancy Meyers (What Women Want, The Holiday) γράφει και σκηνοθετεί μια ταινία που διαθέτει κωμικές και δραματικές στιγμές. Στο σύνολό της παρακολουθείται ευχάριστα, αλλά η διάρκεια των 2 ωρών φαντάζει ανούσια. Ορισμένα σημεία φαίνονται βιαστικά κι εκτός τόπου και χρόνου, ενώ άλλα διαθέτουν μια γλυκύτητα που τους τα συγχωρείς. Το κομμάτι του φεμινισμού και της ισότητας των φύλων βγαίνει κάπως αναχρονιστικό και δεν έχει κάτι επίκαιρο να προσφέρει. Ο Robert De Niro είναι (ευχάριστα κι επιτέλους) θετικός, ενώ η Anne Hathaway δε φαίνεται να δυσκολεύεται στο ρόλο της. Η χημεία τους σε συνδυασμό με κάποια καλογραμμένα αστεία και μια πιστευτή φιλία που μας κάνουν να πιστέψουμε σημειώνονται στα ευχάριστα σημεία μιας ταινίας που είναι ευχάριστη αλλά ως εκεί. (5/10)
The Green Inferno (Κανίβαλοι)
Μια ομάδα ακτιβιστών φοιτητών από τη Νέα Υόρκη, που έχουν μάθει να εξαρτώνται από την τεχνολογία για την κάθε τους ανάγκη, ταξιδεύουν στον Αμαζόνιο για να οργανώσουν τις προσπάθειες προστασίας μιας ιθαγενούς φυλής, που απειλείται με εξαφάνιση όταν ανακαλύπτεται πολύτιμο πετρέλαιο στην περιοχή τους και μια πολυεθνική βάζει σκοπό να τους εξοντώσει. Όμως, το αεροπλάνο που μεταφέρει την ομάδα πέφτει στη ζούγκλα και οι επιζώντες, πλήρως ανήμποροι μακριά από κάθε είδους τεχνολογία, καταλήγουν όμηροι της φυλής που είχαν σκοπό να σώσουν – και τα μέλη της έχουν ιδιαίτερες ορέξεις… Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Eli Roth αποφασίζει να προκαλέσει με μια του ταινία. Και σίγουρα δεν θα είναι και η τελευταία. Μετά την επιτυχία των Hostels, ο Roth επιστρέφει στον τρόμο και το άπλετο gore αποφασίζοντας να κάνει μια ταινία, φόρο τιμής στην πιο αγαπημένη του ταινία gore, το Cannibal Holocaust. Ναι, η καινούργια του ταινία έχει να κάνει με κανίβαλους αλλά βγαίνοντας από την αίθουσα δεν θα σε κάνει να γίνεις χορτοφάγος ή vegan. Υπάρχουν κάποιες σκηνές που θα σε κάνουν να νιώσεις μια αναγούλα, αλλά αφού αντέξεις και μείνεις, στο δεύτερο μισό της, η ταινία χαλαρώνει κάπως στο gore αφήνοντας χρόνο να… χωνέψεις τα όσα είδες. Αλλά δεν είναι μόνο σπλάτερ με εντόσθια και κοκορέτσια η ταινία. Υπάρχουν στιγμές που θα σε πονέσει το στομάχι, όχι από κάτι αηδιαστικό, αλλά από τα γέλια. Ο Roth δεν παίρνει την ταινία τόσο πολύ στα σοβαρά και αυτό είναι εμφανές. Α, και να μείνετε κατά την διάρκεια των credits για μια επιπλέον σκηνή! (5/10)
Pawn Sacrifice (Θυσιάζοντας Ένα Πιόνι)
Ο Bobby Fischer προσέλκυσε την προσοχή του σκακιστικού κόσμου ως ένα 6χρονο παιδί-θαύμα, γνωστό για την απόλυτη αφοσίωση και το ανίκητο σερί του. Όταν έφτασε στην εφηβεία, είχε εξελιχθεί σε παγκοσμίου κλάσης παίκτη αλλά η μετεωρική του άνοδος είχε αμαυρωθεί από την απρόβλεπτη συμπεριφορά του και τις ολοένα πιο ακραίες απαιτήσεις του. Ενώ ταξίδευε ανά τον κόσμο, ο Fischer συνέθλιβε με ευκολία τους αντιπάλους του αλλά είχε μοναχά μία επιθυμία: να αντιμετωπίσει τον ανίκητο Σοβιετικό παίκτη Boris Spassky, κι έτσι να δώσει τέλος στην 24χρονη κυριαρχία της Σοβιετικής Ένωσης στο σκάκι. Το 1972, η επιθυμία του έγινε πραγματικότητα και το «Ματς του Αιώνα», ένα παιχνίδι 21 γύρων, κανονίστηκε στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας. Όμως, η ολοένα διογκούμενη εμμονή του Fischer με διάφορες θεωρίες συνομωσίας που γεννούσε το ασταθές μυαλό του, επηρεάζουν το παιχνίδι και η αλλόκοτη συμπεριφορά του αναστατώνει τον συνήθως ατάραχο Spassky. Μπορεί κάποιος να πιστεύει πως ίσως μια ταινία με θέμα το σκάκι δεν θα έχει την ένταση και το ανάλογο ενδιαφέρον. Και με την ταινία του του Edward Zwick σίγουρα δεν θα αλλάξει γνώμη. H ταινία μοιάζει να είναι ακούρδιστη, μονότονη και πολλές φορές βαρετή. Δεν επικεντρώνεται καν στην ένταση που υπάρχει μεταξύ των δυο αντιπάλων, κι ενώ σε κάθε σκηνή στο σκακιστικό τουρνουά μοιάζει να είναι μια πνευματική αναμέτρηση τιτάνων, o Zwick πετσοκόβει στην κυριολεξία τις σκηνές αυτές, χωρίς αιτία, κάνοντάς τες να μοιάζουν τελείως ασήμαντες. Σε όλο αυτό δεν βοηθάει και η ερμηνεία του Maguire ο οποίος αποτυγχάνει να δώσει βάθος στον χαρακτήρα του. Όλη η ταινία φαίνεται να έχει τις σωστές ιδέες αλλά το αποτέλεσμα, όπως και το μυαλό του Fischer , μοιάζει κάτι το τελείως μπερδεμένο και πολλές φορές ανούσιο. (4/10)
Barbie & Her Sisters In The Great Puppy Adventure
(Barbie & Οι Αδελφούλες Της Σε Μια Απίθανη Κουταβοπεριπέτεια)
Μια πόλη που βρίσκεται σε ανάγκη. Οι κάτοικοι της την εγκαταλείπουν επειδή χάνουν τις δουλειές τους στις τοπικές επιχειρήσεις. Οι παραδόσεις της αρχίζουν και ξεφτίζουν και οι εορτασμοί δεν θυμίζουν σε τίποτε τα μεγαλεία του παρελθόντος, καθώς δεν υπάρχει καμία στήριξη από το κράτος. Και μέσα σε όλα αυτά, μια χήρα που αναλαμβάνει να φιλοξενήσει τα εγγόνια της καθώς οι γονείς τους είναι συνεχώς απόντες, χαμένοι στις υποχρεώσεις τους. Κι όμως αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία αναπτύσσεται η νέα ταινία της Barbie. Εκείνη και οι τρεις αδερφές της, αφού φτάνουν στο σπίτι της χήρας γιαγιάς τους (δεν μαθαίνουμε ποτέ από τι πέθανε ο παππούς) αναλαμβάνουν να βρουν τον θησαυρό που έκρυψαν οι θεμελιωτές της πόλης Willows για την περίπτωση που υπάρχει ανάγκη για χρήμα, όπως τώρα. Κλασικά, όπως σε κάθε ταινία της σειράς, υπάρχουν τα ζωάκια που μιλάνε και οι απαραίτητοι κακοί για την εξέλιξη της πλοκής. Βέβαια σε μια ταινία που το κυρίαρχο χρώμα της είναι το ροζ, πόσο κακοί μπορεί να είναι οι κακοί είναι ένα άλλο θέμα. Περισσότερο θα έλεγα αφελείς και αδέξιοι, παρά διατεθειμένοι να εγκληματίσουν. Το animation θαρρώ έχει πάει ένα βήμα παραπέρα όσον αφορά το στυλ του σχεδιασμού (σαφώς καλύτερο) ενώ απουσιάζει το μουσικό στοιχείο που χαρακτήριζε όλες τις προηγούμενες ταινίες. Πολλές οι κωμικές στιγμές, όχι να λυθείς στο γέλιο αλλά λίγο να χαμογελάσεις και ίσως περισσότερο να απορήσεις αν θα “πιάσουν” όλα τα αστεία οι μικροί θεατές. Επίσης η μικρότερη απ’όλες δείχνει τάσεις να γίνει καταθλιπτική και υπέρβαρη. Να το κοιτάξουν. (3/10)
https://www.youtube.com/watch?v=a5qCn4XFFBg
Συντάκτες: Χρήστος Μπακατσέλος, Δημήτρης Βαρελάς, Χρήστος Σφιάτκος