Jurassic World
22 χρόνια μετά την πρώτη, τρομακτική επίσκεψη στο πάρκο ψυχαγωγίας, ερχόμαστε να ζήσουμε (με ένα ολόφρεσκο καστ) μοναδικές, επικών διαστάσεων σκηνές καταδίωξης με τον τρισδιάστατο τρόμο (που δεν μπορείς να πεις πως περνά κι απαρατήρητος) να παραμονεύει σε κάθε γωνιά. Καλωσορίσατε στο ολοκαίνουργιο Jurassic World μας! Ευχόμαστε να απολαύσετε τη βόλτα σας και το νέο γενετικά τροποποιημένο υβρίδιό μας, την Indominus rex! Όταν ο Steven Spielberg άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του πάρκου αυτού το 1993 κατάφερε όχι απλά να μαγέψει και να προκαλέσει δέος με τις εικόνες του, αλλά και να δημιουργήσει μια κινηματογραφική εμπειρία που όμοιά της δεν είχες ζήσει μέχρι τότε. Αν και οι δυο ταινίες που ακολούθησαν το original Jurassic Park δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις μεγάλες προσδοκίες των φαν και σε συνδυασμό με τις κάτω των προσδοκιών εισπράξεις έδειχναν πως μάλλον αυτό το πάρκο θα έκλεινε μια και καλή τις πόρτες του στο κοινό. Όμως χρειάστηκε να περάσει καιρός μέχρι να αποδειχθεί ότι η μαγεία υπάρχει ακόμα, και αυτό το δύσκολο έργο της αναβίωσης του πάρκου δόθηκε στον Colin Trevorrow ο οποίος κάνει ακριβώς αυτό που απέτυχε ο προκάτοχός του Joe Johnston: να σεβαστεί το original. Χτίζοντας πάνω στο ήδη γερά θεμέλια του πρώτου Jurassic Park, ο Trevorrow δημιουργεί κάτι το ακόμα πιο εντυπωσιακό παίρνοντας ό,τι καλύτερο υπήρχε από το πρώτο, τα συνδυάζει με καινούργιες ιδέες και το αποτέλεσμα μοιάζει να είναι κάτι το τελείως πρωτόγνωρο, αλλά πάντα με κάποια ψήγματα νοσταλγίας. Ακόμα και τα θέματα του John Williams δένουν τέλεια με την καινούργια μουσική του Michael Giacchino. Τα εφέ και οι δεινόσαυροι θα καταφέρουν ξανά να σε αφήσουν με το στόμα ανοιχτό, η αγωνία και το σασπένς είναι παρών σε όλη την διάρκεια της ταινίας ενώ η δράση είναι καταιγιστική με πολλές δόσεις καλού και εύστοχου χιούμορ. Όλο το καστ να δίνει τον καλύτερο τους εαυτό, το διασκεδάζει και αυτό να φαίνεται, με το πρωταγωνιστικό δίδυμο να είναι όσο πρέπει αξιολάτρευτο. Όμως δεν λειτουργούν τα πάντα τόσο τέλεια μέσα στην ταινία. Το ρομάντζο μεταξύ των χαρακτήρων της Bryce Dallas Howard και του Chris Pratt μοιάζει λίγο βεβιασμένο και όχι τόσο πιστικό, ενώ μερικές σεναριακές αφέλειες και κάποια κλισέ όπως αυτό με τον κακό της υπόθεσης να είναι πάλι ο στρατόκαυλος που θέλει τα εκθέματα για όπλα ίσως να ξινίσουν μερικούς. Παρόλα αυτά όμως το Jurassic World είναι το καλύτερο από τα sequel στην ιστορία του franchise το οποίο πατάει γκάζι από την αρχή και δεν το αφήνει μέχρι το τέλος με μια μάχη που θα την συζητάμε για καιρό. Κυρίες και κύριοι το πάρκο μόλις άνοιξε τις πόρτες του και σας περιμένει. Προσδεθείτε και απολαύστε την διαδρομή. Αξίζει. (8/10)
La Famille Bélier (Οικογένεια Μπελιέ)
Η Paula Bélier δεν είναι μια τυπική έφηβη κοπέλα. Ζει στην εξοχή με τους γονείς και τον αδελφό της, οι οποίοι είναι όλοι κωφοί. Έτσι αποτελεί τον συνδετικό κρίκο με τον εξωτερικό κόσμο, ειδικά στον πάγκο πώλησης τυριών τους αλλά και στον αγώνα του πατέρα της για τη διεκδίκηση της δημαρχίας της πόλης. Η συμμετοχή της στη σχολική χορωδία θα γεννήσει νέα ενδιαφέροντα και κρυφές ελπίδες, αλλά η πιθανότητα μιας υποτροφίας σε μουσικό σχολείο στο Παρίσι θα ερχόταν σε αντιδιαστολή με τις ανάγκες της οικογένειάς της που τη χρειάζονται… Η δραμεντί του Eric Lartigau έσπασε τα ταμεία στη Γαλλία συνδυάζοντας το τρυφερό πορτρέτο ενηλικίωσης της Paula, με αστεία στιγμιότυπα από την ζωή της οικογένειας, τα πρώτα καρδιοχτύπια και γερές δόσεις συγκίνησης με ορισμένες σκηνές να προορίζονται να μείνουν ως κλασικές… Οι François Damiens και Karin Viard στο ρόλο των γονιών φροντίζουν να ισορροπήσουν άρτια μεταξύ κωμωδίας και δράματος, διαθέτοντας την κατάλληλη χημεία. Ο μικρός γιός της οικογένειας Luca Gelberg είναι και στην πραγματικότητα κωφός και βγάζει τη φυσικότητα αυτή ενώ η κολλητή φίλη της πρωταγωνίστριας Roxane Duran πρόκειται για χαρισματική φάτσα που ξεχωρίζει όπου παίζει (The White Ribbon, Resprire). Την παράσταση όμως κλέβει εύκολα η Louane Emera, στην πρώτη της κινηματογραφική απόπειρα. Γεννημένη το 1996, εμφανίστηκε το 2013 στο Γαλλικό The Voice όπου ξεχώρισε και έφτασε μέχρι τα ημιτελικά. Κυκλοφόρησε το πρώτο της δίσκο και αποδέχθηκε την πρόταση να δοκιμαστεί στο ρόλο της Paula Bélier εξαιτίας της αγάπης του ρόλου για το τραγούδι. Τα κατάφερε εξαιρετικά και βραβεύτηκε με το Βραβείο Cesar Πρωτοεμφανιζόμενης Ηθοποιού. Η Οικογένεια Μπελιέ μπορεί να σε στιγμές να μοιάζει προβλέψιμη, αλλά δεν παύει να διαθέτει ψυχή και το ίδιο προβλέψιμο είναι πως θα αγαπηθεί. Η σκηνή λίγο πριν το τέλος πρόκειται για instant classic που δύσκολα θα αφήσει κάποιον ασυγκίνητο… (7/10)
The Cobbler (Σε Ξένα Παπούτσια)
Ο Adam Sandler ενσαρκώνει έναν υποδηματοποιό τέταρτης γενιάς που ανακαλύπτει μια μαγική ραπτομηχανή στο υπόγειο του πατέρα του, η οποία του επιτρέπει να παίρνει τη μορφή όποιου θέλει φορώντας τα παπούτσια του, κάτι που θα αλλάξει τόσο τον ίδιο όσο και τον κόσμο γύρω του. Γιατί κάποιες φορές ο μόνος τρόπος για να καταλάβεις ποιος πραγματικά είσαι είναι να μπεις στη θέση του άλλου. Αν και όλο αυτό μοιάζει να είναι μια ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη ιδέα, η εκτέλεσή της είναι ένα τελείως άλλο θέμα. Το αποτέλεσμα είναι, για μια ακόμη φορά, άλλη μια κάτω του μετρίου ταινία με τον Sandler. Η ταινία φλερτάρει με την γελοιότητα πολλές φορές αλλά, κατά έναν μαγικό τρόπο, δεν καταφέρνει να την φτάσει. Υπάρχουν στιγμές που θα σε κάνουν να χαμογελάσεις, αν και οι περισσότερες ίσως θα είναι από αμηχανία παρά από κάτι αστείο που θα δεις. Το ευχάριστο είναι όμως ότι όλα αυτά δεν είναι φταίξιμο του Sandler ο οποίος δίνει μια άκρως ικανοποιητική ερμηνεία, η οποία δυστυχώς χάνεται σε αυτό το βαρετό παραμύθι το οποίο ο σκηνοθέτης Tom McCarthy ποτέ δεν καταφέρνει να το κάνει να απογειωθεί εντελώς. (3/10)
Survivor (Καταδίωξη Σε Δύο Ηπείρους)
Μια υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών διορίζεται στην Αμερικανική πρεσβεία στο Λονδίνο όταν όλη της η ομάδα συνεργατών σκοτώνεται από μια έκρηξη βόμβας. Η ίδια γίνεται στόχος εκτελεστών και βρίσκεται παγιδευμένη για εγκλήματα που δεν έχει διαπράξει. Θα ακολουθήσει ένας αγώνας επιβίωσης, δικαίωσης αλλά και προσπάθειας να αποτρέψει μια καταστροφική επίθεση που θα λάβει χώρα την Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Από τον σκηνοθέτη του V For Vendetta σίγουρα δεν θα περίμενε κανείς να δει μια ταινία φουλ προπαγανδιστική για την μετά 11η Σεπτεμβρίου Αμερική και παράλληλα τόσο αφελή και ανούσια μαζί. Τα όποια στοιχεία θρίλερ πέφτουν στο κενό και αντικαθιστούνται από γλαφυρές και γελοίες καταστάσεις που, μέχρι το τέλος δεν βγάζουν απολύτως κανένα νόημα. Ακόμα και οι σκηνές δράσεις δεν έχουν κανένα σασπένς, καμία ένταση και το μόνο μυστήριο και θεωρία συνωμοσίας είναι το πως ένα τόσο υπέροχο και λαμπρό καστ αποφάσισε να παίξει σε μια τέτοια ταινία. (1/10)
Συντάκτες: Δημήτρης Βαρελάς, Χρήστος Μπακατσέλος