Ο Γρηγόρης Μπαλλάς μας έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον. Πιτσιρικάς, ταλαντούχος και πολλά υποσχόμενος. Τελείωσε την Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης «Δήλος» της Δήμητρας Χατούπη και έχει παίξει στο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», μία παράσταση βασισμένη στο ομώνυμο έργο του Διονυσίου Σολωμού, στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, στο «Τεριζίν» και στο πολυβραβευμένο «Οι αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες». Μάλιστα, φέτος ήταν υποψήφιος για καλύτερο ανδρικό ρόλο στα Queer Theatre Awards για τη συμμετοχή του στην τελευταία παράσταση. Ήρθε η ώρα να τον γνωρίσουμε καλύτερα.
Πως προέκυψαν όλα; Ήξερες από μικρός ότι είσαι γεννημένος ηθοποιός;
Πιστεύω ότι γενικά πρόκειται για μία συνεχή ανακάλυψη και εξέλιξη. Η αρχή έγινε όντως σε μικρή ηλικία. Σε τέτοιες ηλικίες υπάρχει πολύ έντονα η αίσθηση του παιχνιδιού, οπότε η αυτοδιάθεση σε διάφορες συνθήκες γίνεται άφοβα και με βοήθησε να δοκιμάσω εμένα, να πάρω μία γεύση για το πως λειτουργώ μέσα σε ένα σύνολο ερεθισμάτων. Τώρα, όσον αφορά το «γεννημένος ηθοποιός», τότε ναι, το πίστευα, όπως πίστευα ότι ίσως κάποια μέρα εξελιχθώ τόσο, ώστε να έχω σούπερ δυνάμεις και να τηλεμεταφέρομαι ή να γίνομαι αόρατος. Στην πορεία, βέβαια, κατάλαβα ότι η παιδιάστικη πίστη περί εξέλιξης και, ίσως, σουπερμανοποίησης ευσταθεί περισσότερο -συν ότι ακόμα τη γουστάρω- από το τελεσίδικο «γεννημένος ηθοποιός». Εξελίσσομαι και γίνομαι ηθοποιός, λοιπόν.
Με τι ασχολείσαι αυτή την περίοδο;
Βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη, στην πόλη μου, όπου λόγω παραστάσεων και εξετάσεων της δραματικής στην Αθήνα, είχα να βρεθώ σχεδόν δύο χρόνια, ενώ προσπαθώ να τελειώσω παράλληλα και την άλλη σχολή μου (Επικοινωνία στο Καποδιστριακό).
Πως νιώθεις που έπαιξες στο πολυσυζητημένο “Οι αναστατώσεις του οικοτρόφου Τέρλες;
Ξέρεις, αισθάνομαι ικανοποίηση, όχι όμως τόσο επειδή έπαιξα εγώ σε μια πολυσυζητημένη παράσταση, αλλά επειδή ο κόσμος μετά το τέλος της, τη συζητούσε με τον τρόπο που συζητούσαμε και αναλύαμε εμείς την ιστορία του Μούζιλ, στις πρόβες. Για μένα το πιο σημαντικό κομμάτι είναι ότι βρέθηκα σε μια ομάδα διαθέσιμη εκατό τοις εκατό. Ίσως είναι η αγάπη του καθενός για τη δουλειά του, σίγουρα όμως, είναι η πίστη στο όραμα που είχε για την ιστορία αυτή η Γεωργία Μαυραγάνη. Και ο τρόπος που δουλέψαμε για την ιστορία αυτή μαζί της, έκανε την πίστη αυτή, ορμή. Αισθάνομαι διαφορετικός γιατί όταν μια γερή ομάδα επιζητά τα δύσκολα, τα καταφέρνει και εξελίσσει και τα επιμέρους άτομα. Να τη η εξέλιξη πάλι! Πάντως είμαι και χαζοπερήφανος γιατί πρόκειται για μια παράσταση που έχει μια ευθύνη απέναντι στην εποχή μας. Αλλά και στην τέχνη της εποχής μας.
Το έργο αυτό έχει γραφτεί το 1906 και μιλάει για την σχολική κακοποίηση. Παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια, είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Ποια είναι η γνώμη σου πάνω σε αυτό; Πιστεύεις ότι ενώ αλλάζουν οι εποχές, οι άνθρωποι παραμένουν ίδιοι;
Αρχικά, το έργο μιλάει για πολύ περισσότερα πράγματα. Μιλάει για την εφηβεία, για την καταπιεσμένη επιθυμία που οδηγεί στο φασισμό. Χρησιμοποιεί συμβολικά το συγκεκριμένο περιστατικό στο οικοτροφείο και πάνω σ‘ αυτό χτίζεται πραγματικά ένα ολόκληρο σύμπαν θεμάτων που αφορούν την ανθρώπινη ψυχή όπως ο έρωτας, η μοναξιά, θέματα που παραμένουν ανοιχτά και σήμερα. Δεν έχουμε βρει κάποια συγκεκριμένη συνταγή. Κι‘ έτσι, σου λέω πως ναι, ενώ οι εποχές αλλάζουν, η ανθρώπινη ψυχή, οι αδυναμίες, οι ανάγκες της παραμένουν ίδιες. Γι αυτό ακούμε τόσο συχνά «αυτό είναι τόσο επίκαιρο».
Ποιο είναι το μήνυμα που θέλει να περάσει αυτή η παράσταση;
Νομίζω καλύτερα αυτό να το ανακαλύψει ο θεατής από την παράσταση.
Ποια είναι η πιο όμορφη ανάμνηση που σου άφησε η παράσταση αυτή;
Οι στιγμές λίγο πριν την αρχή της κάθε παράστασης που τα φώτα είναι κλειστά μ’ αρέσουν πολύ! Αυτό το αίσθημα ότι κάτι ετοιμάζεται να συμβεί. Κυρίως, όμως, η πιο όμορφη ανάμνηση είναι ο ήχος των βημάτων των τεσσάρων μας που συγχρονίζονται μέχρι να πάρουμε τις θέσεις κάτω από τις τέσσερις λάμπες.
Περίμενες τη διάκριση της παράστασης στα Queer Theatre Awards και την απονομή του βραβείου «Παράσταση της χρονιάς» και «Καλύτερης Σκηνοθεσίας»; Πως νιώθεις γι’ αυτό;
Επειδή η παράσταση είχε αρκετές υποψηφιότητες, θεώρησα ότι ήδη ο συγκεκριμένος θεσμός την αγάπησε, οπότε ήμουν ψιλιασμένος, ναι. Το ότι βραβεύτηκε σε δύο από τις επτά κατηγορίες, το βρήκα πολύ κολακευτικό και τιμητικό.
Υπάρχει queer θέατρο στην Ελλάδα;
Αν queer θέατρο είναι το θέατρο που θίγει lgbtq θεματικές, τότε υπάρχει, ναι. Επίσης, αν πάρουμε ότι η τέχνη δε λογοκρίνει η ίδια τον εαυτό της και αυτονόητα καταπιάνεται με τη ζωή και αντλεί από αυτήν. Υπάρχουν πολλά κείμενα που αφορούν τη σεξουαλικότητα και ανεβαίνουν συχνά σε σκηνές. Δεν πιστεύω όμως ότι το ποσοστό ανεβασμάτων ανταποκρίνεται στην αγωνία (φανερή ή κρυφή) που έχει η κοινωνία για το συγκεκριμένο θέμα. Ίσως, οι μεγαλύτερες σκηνές να είναι και πιο συντηρητικές. Τα τελευταία χρόνια όμως και μέσω θεσμών όπως τα βραβεία που αναφέραμε ή μέσω των επιδιώξεων ίσων δικαιωμάτων, γιατί επιτέλους ξεστομίζονται πιο άφοβα, η φωνή αυτή γίνεται πιο ηχηρή.
Επιλέγεις «δύσκολες» και απαιτητικές παραστάσεις. Και αναφέρομαι τόσο στις «Αναστατώσεις του οικοτρόφου Τέρλες», όσο και στο «Τερεζίν», που μας μεταφέρει στο γκέτο του ναζιστικού κόμματος στην Τσεχία, που αποτέλεσε τον προθάλαμο για τη μεταφορά και την εξόντωσή των μεγαλύτερων Εβραίων καλλιτεχνών στα κρεματόρια του Αουσβιτς. Τι κρύβεται πίσω από τις επιλογές σου;
Ευτυχώς ή δυστυχώς, μέχρι στιγμής η τύχη επιλέγει για μένα. Στην ακρόαση για τις «αναστατώσεις» ήξερα πολύ λίγα για το έργο. Το ότι πήγα στην ακρόαση ήταν αδιαπραγμάτευτο γιατί εκτιμούσα ήδη την Γεωργία και ήμουν σίγουρος για την καλλιτεχνική αξία αυτού που θα δημιουργούσε. Το «Τερεζίν», σε σκηνοθεσία της Δήμητρας Χατούπη ήταν η συνέχεια πάνω στις πτυχιακές εξετάσεις στη δραματική. Την επόμενη σεζόν ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε στο θέατρο «Αργώ». Το απαιτητικό στη συγκεκριμένη δουλειά ήταν η ομαδική δραματοποίηση, ο ρυθμός ως το Α και το Ω μιας παράστασης μιούζικαλ (είδος που ανέκαθεν το γούσταρα), πέρα από το ίδιο το θέμα του έργου. Είναι πολύ σημαντικό να αγαπάς και να υπερασπίζεσαι πάντα την εκάστοτε δουλειά, γιατί μόνο αν το πιστέψεις θα πετύχει.
Ποια είναι η καλύτερη παράσταση που είδες πρόσφατα;
Τα Κύματα του Δημήτρη Καραντζά στη «Στέγη».
Υπάρχει κάποιος ρόλος που σε έκανε να θες να ήσουν εσύ αυτός που θα τον ενσαρκώσει;
Ναι, ο ρόλος του Ρομπέρτο Τσούκο στο ομώνυμο έργο του Κολτές. Είναι τρομερή δουλειά το να είσαι διάφανος.
Ποιος είναι αυτός που θαυμάζεις περισσότερο στο θεατρικό χώρο ή με ποιον θα ήθελες να συνεργαστείς;
Μου αρέσει πολύ η προσπάθεια ορισμένων σκηνοθετών να οικοδομούν κάτι που συμβαδίζει πραγματικά με το τώρα, όσον αφορά το μέσο με το οποίο εκφράζεται η εκάστοτε ιστορία. Δηλαδή με τον ηθοποιό. Σαν κάποιος να βάζει ένα πετραδάκι άθελά του στο κενό που έχει δημιουργήσει η απουσία ενός καλλιτεχνικού ρεύματος. Αυτό νομίζω συμβαίνει μόνο όταν απλώς συμβαίνει, και, όταν δεν υπάρχει σαν αυτοσκοπός. Η ίδια η ζωή του τώρα στο υποδεικνύει. Δεν μπορώ να το ορίσω ακριβώς, κυρίως γιατί πιστεύω ότι τώρα γίνεται η αρχή συν το ότι είμαι σχετικά νιάνιαρο. Δείγματα αυτού έχω δει σε δουλειές της Κιτσοπούλου, της Μαυραγάνη, του Καραζήση κ.α.
Περνάει το θέατρο κρίση στις μέρες μας; Πόσο εύκολο είναι να είσαι ηθοποιός;
Η τέχνη είχε και έχει πολύ περισσότερη αξία από αυτήν που κοστολογήθηκε από τους κυβερνώντες αυτής της χώρας, χρόνια τώρα. Γιατί ούτε στην παιδεία έπεσαν ποτέ λεφτά, οπότε.. Πως να καταλάβεις τη σημασία που έχει η τέχνη και ο πολιτισμός; Και αν δεν είναι δυνατόν να το κατανοήσουν οι αρμόδιοι, τουλάχιστον ας αναγνωρίσουν τη δουλειά μας σαν επάγγελμα, γιατί ούτε αυτό γίνεται. Πολύ μικρή εμπειρία έχω, γιατί βγήκα φέτος στη δουλειά αλλά σου λέω πως πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα και με πολύ μεγάλη κούραση, γιατί η δουλειά σου δε σταματά μετά το πεντάωρο της πρόβας, δεν φεύγεις από το γραφείο και κλείνεις πίσω την πόρτα. Και αν το αντιμετωπίσεις και ως λειτούργημα, που και βέβαια είναι, όπως ο δάσκαλος που έχει στα χέρια του δυο χούφτες καινούργιους ανθρώπους και θα τους πλάσει (Χριστέ μου τη ευθύνη).. ζεις και δουλεύεις μαζί. Απλά καπηλεύονται το ότι αυτό το αγαπάς ουσιαστικά. Κι όποιος αντέξει! Βιαιότητα θα το πω εγώ.
Τι σε κάνει να κοκκινίζεις;
Όταν μπλοφάρω και το καταλαβαίνει ο άλλος.
Τι σου αρέσει στην Αθήνα του 2016;
Κάθε μέρος ή συνεύρεση ανθρώπων που έχει την ανάγκη να εκφράζει το συλλογικό πένθος και να χτίζει κάτι πάνω σ’ αυτό. Και το Παγκράτι. Πάντα το Παγκράτι.
Κατά πόσο πιστεύεις ότι το Σύμφωνο Συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια άλλαξε τη ζωή των lgbt ατόμων στην Ελλάδα; Είναι η κοινωνία μας έτοιμη να αποδεχτεί τη διαφορετικότητα;
Είναι ένα σημαντικό βήμα που έγινε. Πιστεύω όμως ότι χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμα και όχι μόνο σε νομικό επίπεδο.
Ποια είναι τα πλάνα σου για το μέλλον;
Τα πιο άμεσα είναι ο δευτερος κύκλος παραστάσεων του «Οι αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες» τον Οκτώβρη στο θέατρο Πόρτα. Για τα επόμενα, είτε πλάνα είτε όνειρα, δεν μπορώ να σου πω ακόμα γιατί διαμορφώνονται τώρα.