Ζητήσαμε από έξι ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να μας μεταφέρουν την εμπειρία τους από ένα ή περισσότερα οικογενειακά τραπέζια που έχουν μοιραστεί τις γιορτές (κι όχι μόνο)!
Ηλίας Κατιρτζιγιανόγλου // καλλιτεχνικός διευθυντής QueerCon

Μέσα δεκαετίας ’90. Ήταν ένα μεγάλο τραπέζι με συγγενείς, λαϊκούς ανθρώπους. Πολιτικά προοδευτικούς, ναι, αλλά όχι τόσο ώστε να μην έχουν μια φοβική ματιά για κάθε σεξουαλικό προσανατολισμό ή έκφραση φύλου που παρέκκλινε από την ετεροκανονικότητα.Εγώ, στα τέλη της εφηβείας μου, πάλευα να διαχειριστώ τη διαφορετικότητά μου. Γνώριζα πολύ καλά ποιος ήμουν, αλλά αδυνατούσα να το παραδεχτώ δημόσια. Η σκέψη με παρέλυε. Ξαφνικά, ξεκινάει μια κανιβαλιστική κουβέντα για τους γκέι και τις λεσβίες. Νιώθω ένα σφύξιμο στο στομάχι και την –δυστυχώς– γνώριμη σε όλα τα queer άτομα αίσθηση ότι συρρικνώνομαι, προσπαθώντας να γίνω αόρατος στη θέση μου. Σαν Από Μηχανής Θεά, μια παριστάμενη πετάγεται και, με σταθερή και ήρεμη φωνή, κόβει τη συζήτηση: «Δεν καταλαβαίνω γιατί το κάνουμε θέμα. Άνθρωπος αγαπάει άνθρωπο. Αυτό θα έπρεπε να μας είναι αρκετό». Κάποιος ψέλλισε κάτι κακοποιητικό, οι άλλοι χαζογέλασαν αμήχανα, η συζήτηση άλλαξε. Κοίταξα τη «σωτήρα» μου. Με κοίταξε κι εκείνη πίσω, και μου χαμογέλασε με τα μάτια. Χρόνια αργότερα, έμαθα από συγγενικούς κύκλους ότι ήταν και η ίδια γκέι. Ποτέ, όμως, δεν έζησε τη ζωή της ανοιχτά και ελεύθερα. Σκέφτομαι κατά καιρούς ότι θα ήθελα να τη βρω, να την ευχαριστήσω για τη δύναμη που μου έδωσε. Ίσως, όμως, εκείνο το βλέμμα που μοιραστήκαμε σε εκείνο το τραπέζι, να αποτύπωσε την ευγνωμοσύνη μου με έναν τρόπο πολύ πιο βαθύ και αληθινό.
Γιάννης Βίτσος // Δημοσιογράφος, δημιουργός ψηφιακού περιεχομένου

Τα δικά μου οικογενειακά τραπέζια δεν έχουν κάτι από σινεμά. Ο σύντροφός μου δεν κάνει small talk με τη μητέρα μου, ούτε βοηθάει τον πατέρα μου στο κόψιμο της σαλάτας, υπό της γιορτινές μελωδίες της Mariah Carey και της Άτζυς Σαμίου. Ούτε υπάρχει άκρατη ΛΟΑΤΚΙφοβία, συνοδευόμενη από χτυπήματα χεριών στο τραπέζι και ερωτήσεις του τύπου «καμια κοπελίτσα παίζει;». Στη δική μου περίπτωση επικρατεί απλώς μια μη σινεματική σιωπή. Γιατί, οι σιωπές του σινεμά συνήθως προμηνύουν κάποια έκρηξη. Έστω ένα jumpscare. Οι δικές μου παραμένουν σιωπές. Η οικογένειά μου γνωρίζει ότι είμαι gay. Και εγώ γνωρίζω ότι μία αναφορά στο θέμα αυτό από πλευράς μου, όπως ένα παράπονο που και φέτος είμαι μπακούρι, θα ήταν ικανή να κάνει τέσσερα στόματα να μπουκωθούν ταυτοχρόνως και τη σιωπή να γίνει ακόμα πιο εκκωφαντική. Η αναφορά μου αυτή δεν θα επέφερε καυγά, φωνές, αναστεναγμούς… Θα επέφερε μόνο σιωπή. Και ενώ μία τέτοιου είδους σιωπή συχνά αποτελεί ένα ασφαλές καταφύγιο, αργά ή γρήγορα θα απαιτήσει εκτόνωση. Τι κάνω; Προσφεύγω στα κουήρια μου το συντομότερο δυνατόν, είτε δια ζώσης είτε διαδικτυακά, ώστε να επέλθει μία τάξη πραγμάτων εντός μου. Τι θα ήθελα να κάνω; Να βρω τη δύναμη να αντιμετωπίσω τη σιωπή. Με μικρές αναφορές. Σιγά-σιγά. Στην αρχή θα υπάρχει σιωπή και θα είναι τρομακτικό. Μέχρι που η σιωπή θα αρχίσει να σπάει. Μέχρι που το ταμπού θα γίνει κανονικότητα. Και ίσως, μέσα από αυτή την ιστορία, να ξεκινήσουν κι άλλα άτομα στον κύκλο μου δειλά-δειλά να σπάνε τη σιωπή τους. Και κάπως έτσι, ίσως στο μέλλον να μιλάμε κι εμείς περισσότερο και να μασάμε λιγότερο. Μέχρι τότε, καλές σιωπηλές γιορτές σε όλα.
Τζόνα Σαχπάζης // Εικαστικός Καλλιτέχνης

Το ’23 ήταν η στιγμή που κατάλαβα πόσο συχνά τα «οικογενειακά τραπέζια» μπορούν να γίνουν χώροι βίας. Μια εβδομάδα πριν από το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, η μητέρα μου έψαξε κρυφά την τσάντα μου και βρήκε ένα χαρτί από τον ψυχίατρό μου το οποίο έγραφε πως είμαι τρανς γυναίκα και πως θέλω να ξεκινήσω το ιατρικό μου transition. Αυτό το χαρτί ήταν η αρχή για ένα δραματικό μονόλογο γεμάτο απειλές, συναισθηματικό εκβιασμό και μια προσπάθεια να με σταματήσει από το να γίνω αυτό που πάντα ήμουν. Η Τζόνα. Για εβδομάδες μετά ένιωθα βυθισμένη σε μια σιωπηλή κατάρρευση. Ήταν σαν κάτι μέσα μου να είχε σπάσει. Όμως ολόκληρο το σώμα μου είχε μουδιάσει. Ξύπνησε την κατάθλιψη μέσα μου. Σε σημείο που δεν μπορούσα καν να φύγω. Έτσι μια εβδομάδα μετά τις απειλές, βρέθηκα στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Ήταν ίσως το πιο ψυχρό και σκληρό τραπέζι της ζωής μου: έπρεπε να κάνω πως δεν συμβαίνει τίποτα, γιατί ο πατέρας μου δεν γνώριζε ακόμη. Φοβόμασταν για την αντίδραση του. Καθόμουν εκεί, αλλά στην πραγματικότητα ήμουν απούσα. Σαν να έβλεπα τον εαυτό μου από μακριά, παγωμένη. Από τότε ξέρω ότι δύσκολα θα ξανακαθίσω σε τέτοιο τραπέζι μαζί τους. Τουλάχιστον όχι χωρίς να ζητήσουν συγνώμη. Και αν δεν ακούσω το όνομα μου… Αν κάτι θα ήθελα να πω σε οποιοδήποτε ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο φοβάται, είναι αυτό: δεν είσαι υποχρεωμένο να προσφέρεις την παρουσία σου σε έναν χώρο που σε πληγώνει. Η οικογένεια είναι εκείνοι που σε βλέπουν, σε αναγνωρίζουν και σε αφήνουν να υπάρξεις ολόκληρα. Οπότε από πέρυσι κάνω τραπέζια με τα δικά μου άτομα.
Δήμητρα Θωμά // Stand up comedian

Τα οικογενειακά τραπέζια μεγαλώνοντας ήταν στιγμές ανταμώματος και ζεστασιάς και δεν φανταζόμουν ποτέ πώς θα μου δημιουργούσαν αίσθημα δυσφορίας ή απομόνωσης. Δεν μπορούσα να χωνέψω πως σε ένα τραπέζι γεμάτο χαρές και αγαπημένα πρόσωπα – ήμουν τυχερή γιατί σε τέτοια μεγάλωσα – θα βίωνα ξαφνικά τόση μοναξιά. Την μοναξιά που νιώθεις όταν λείπει η ίδια σου η εαυτή, την μοναξιά που βιώνεις όταν λείπει ο άνθρωπός σου, όχι μόνο σαν φυσική παρουσία αλλά και σαν ύπαρξη. Δεν σου επιτρέπεται να μιλήσεις για την ζωή σου σε όλη της την έκφανση, τα σκιρτήματα, τις απογοητεύσεις, την σχέση σου, τα καθημερινά ευτράπελα, τον τσακωμό για το ποια θα πάει λαϊκή και ποια θα πλύνει τα πιάτα. Έτσι και εμένα, από τη μια στιγμή στην άλλη, δεν μου επιτρεπόταν να είμαι ολόκληρη παρούσα αλλά μόνο κάποια κομμάτια δικά μου στα οικογενειακά τραπέζια, μικρά, μαζεμένα και συγκεκριμένα. Λες και τα μόνα νέα μου ήταν τα επαγγελματικά! Τα οικογενειακά τραπέζια πρέπει να είναι τόποι χαράς και αγάπης, μοιράσματος και αγκαλιάσματος. Ευτυχώς, πολλά από εμάς έχουμε φτιάξει τα δικά μας «οικογενειακά τραπέζια» με ανθρώπους που μας συνδέουν δεσμοί αγάπης και κοινού βιώματος. Στα τραπέζια αυτά της επιλεγμένης οικογένειας είμαστε πια με ανθρώπους που μας βλέπουν ολόκληρα, που μαζί τους κόβουμε βασιλόπιτα, ψήνουμε κουλουράκια, γελάμε και υπάρχουμε χωρίς φόβο.
Αικατερίνη Κονταρίνη // Visual Artist/ Art Director HUMAN CAST

Φέρνοντας στη μνήμη μου τα γιορτινά οικογενειακά τραπέζια του παρελθόντος, ξεχωρίζει το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι του 2015. Πηγαίνοντας ακριβώς 10 χρόνια πίσω, τον Δεκέμβριο του 2015, στην Βουλή ψηφίστηκε η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια μια στιγμή που για μένα σηματοδότησε μια σημαντική αλλαγή στην ελληνική κοινωνία. Το ίδιο βράδυ της ψηφοφορίας, αποφασίσαμε με τον φίλο μου –και οικογένεια από επιλογή– Δημοσθένη να βρεθούμε στο Σύνταγμα. Ήμασταν λίγα άτομα, αλλά ένιωθα πως το να είμαστε εκεί είχε σημασία. Θυμάμαι την αναμονή, την αγωνία, τη συγκρατημένη αισιοδοξία. Και θυμάμαι πως όταν ανακοινώθηκε το αποτέλεσμα, νιώσαμε ένα κύμα χαράς και ελπίδας για το μέλλον. Με αυτή τη διάθεση και αισιοδοξία μπήκα στις γιορτές και στο καθιερωμένο οικογενειακό τραπέζι. Εκεί, μέσα στη ροή της συζήτησης, μοιράστηκα αυθόρμητα τη χαρά μου. Η αντίδραση ενός γονέα μου, όμως, με αιφνιδίασε. Δεν ήταν μόνο η διαφωνία που με ενόχλησε όσο και ο τρόπος – έντονος, απότομος, λες και μιλούσαμε για κάτι ξένο και όχι για μια εξέλιξη που άγγιζε ανθρώπινες ζωές. Η συζήτηση πήρε γρήγορα θερμό τόνο, και η βραδιά έκλεισε με δική μου εσπευσμένη αναχώρηση. Κι όμως, την επόμενη μέρα το τηλέφωνο χτύπησε. Ο ίδιος γονέας μού ζήτησε συγγνώμη για την ένταση. Μου είπε ότι σκέφτηκε όσα είπα και αναγνώρισε τους λόγους. Πριν κλείσουμε, πρόσθεσε κάτι που θυμάμαι μέχρι σήμερα: «Ακόμη κι αν δεν συμφωνούμε, το σημαντικό είναι να διεκδικείς αυτό που νιώθεις δίκαιο». Έκτοτε έχουμε ξανά διαφωνήσει ή και συγκρουστεί, αλλά εκείνη η στιγμή κατανόησης είναι κάτι που κρατώ μέσα μου.
Χριστίνα Βιτλή // process coordinator

Οι γιορτές πάντα μου προκαλούν ένα ιδιάζον συναίσθημα. Θέλω τόσο πολύ να βρεθώ ξανά με τους αγαπημένους μου ανθρώπους, που δεν ξέρω πότε θα τους ξαναδώ όλους μαζί, να φάω το ψητό της γιαγιάς μου και να βλέπω την Ντιάνα (το σκυλί μας) να παρακαλάει για ό,τι κομματάκι μπορεί να έχει ξεπέσει από τα ξαδέρφια μου. Ξέρω όμως πως μέσα σε όλο αυτό το γιορτινό γιουρούσι, δεν θα λείπει και ένα συνονθύλευμα νοσταλγίας αλλά και απρόκλητου ρατσιστικού, ομοφοβικού και σεξιστικού οχετού που πάντα φαίνεται να ολοκληρώνει το «γιορτινό» κλίμα των Χριστουγέννων. Δυστυχώς, δεν ξέρω αν θα έρθει ποτέ η μέρα που αυτό το άγχος που καραδοκεί πίσω από κάθε τέτοιο οικογενειακό τραπέζι, θα είναι απλά μια ανάμνηση. Από τότε όμως που πήρα την απόφαση να φύγω και να χτίσω τη ζωή μου σε μια άλλη χώρα, έχω επιλέξει να δώσω εγώ τον χαρακτήρα που θέλω στα δικά μου γιορτινά τραπέζια, με τους πιο κοντινούς μου ανθρώπους, ανοίγοντας το σπίτι μας (με τη σύντροφό μου) και στήνοντας το δικό μας παραδοσιακό τραπέζι, με ό,τι χρειαζόμαστε όλοι τις γιορτές: φαγητό, αλκοόλ, πλειλιστ με Βανδή και ανθρώπους που σε δέχονται χωρίς προϋποθέσεις και αυτά τα «δεν είμαι.. αλλά..».








