O δικός μας Ζακ

10/11/2018

Φίλος, ακτιβιστής, drag queen, συντάκτης, επαναστάτης queer, σύντροφος… Όσες λέξεις και να τοποθετήσεις δίπλα από το όνομά του δε θα καταφέρεις να περιγράψεις αυτό που πραγματικά ήταν. Γιατί πολύ απλά, ο Ζακ ήταν όλα αυτά και πολλά περισσότερα. Γι΄αυτό, λοιπόν, αποφασίσαμε να κάνουμε τις λέξεις ιστορίες και να σας τις διηγηθούμε σε μια προσπάθεια να σας μιλήσουμε για έναν άνθρωπο, που έμελλε να μας σημαδεύσει. Για τον δικό μας Ζακ (σ.σ. Ζαχαρία, Ζάχο, Zackie).

Kαι οι ξανθιές έχουν ψυχή, Ζακ …

Ρε συ Ζακ, ποιος θα το ‘λεγε πως θα κατόρθωνες εσύ να βγάλεις στους δρόμους και στις πορείες ποιον; Moi. Μια κυριούλα βορείων προαστίων, μια αστή μιας άλφα ηλικίας. Και πού να στα λέω, την Τρίτη πριν φύγω για Σύνταγμα ανακαλύπτω πως δεν έχω αθλητικά παπούτσια όπως όλος ο λογικός κόσμος. Τελικώς, έβαλα ένα ωραιότατο ζευγάρι μοκασίνια σε διακριτική nude απόχρωση κι έτσι ξαναβγήκα μάτια μου, στους δρόμους της νιότης μου. Για σένα. Για σένα και για ό,τι εσύ σημαίνεις για μας που μείναμε πίσω.
Κάτω από το ‘ναι’ μου στην διαδικτυακή ανάρτηση για την πορεία ήρθε μια γλυκούλα – απ’ αυτές που στον τοίχο τους ποστάρουν τριαντάφυλλα και βαπτίσεις – και μου έγραψε «ναι καλά, τρέχετε για τον Ζακ γιατί ήταν προβεβλημένος και παιδί του συστήματος, αν όμως ήταν ανώνυμος μπλα μπλα μπλα…»

Ρε συ Ζακ τι ήσουν τελικά, παιδί του συστήματος ή το ‘καημένο το παιδί’; Ένας εξαρτημένος ή ένας ‘ανεξάρτητος’; ΄Ένας ακτιβιστής ή ένας περιθωριακός; Ένας αγωνιστής, ένας ληστής, ένας άγιος, ένας δαίμονας – τι διάολο ήσουν; Γιατί δεν έβαζες κουτάκια στον εαυτό σου εν ζωή, ώστε να ξέρουμε πού να σε κατατάξουμε μετά θάνατον; Γιατί τα παράτησες όλα στη μέση, όλα… αγώνες κι αγκαλιές και γέλια και δάκρυα… και μια ζωή, ζωή μου, μια ολόκληρη ζωή, ζωούλα μου.

Μπράβο πάντως ναι όχι μπράβο, να κρατάς στο χέρι σου μαχαίρι και να μην έχει τα αποτυπώματά σου ούτε ο μάγος Χουντίνι δηλαδή. Φταίμε κι εμείς πρέπει πια να σταματήσουμε να απαντάμε σε φασίστες: όχι δεν υπήρχαν αποτυπώματα. Όχι δεν μπήκε για να κλέψει. Όχι δεν απείλησε κανέναν. Όχι δεν υπήρχε νόμιμη άμυνα του ροζ κυρίου και του άλλου. Όχι δεν πέθανε σε βαθιά γεράματα στα 33 του χρόνια. Όχι δεν γίνεται κοσμηματοπωλείο να μην έχει κάμερες ασφαλείας. Τα κοσμηματοπωλεία στην Αθήνα αγάπη μου, μετριούνται στα δάχτυλα – στο λέω εγώ που τα βόρεια προάστια τα έχτισα με τα χεράκια μου.

Κι ο άλλος κλώτσαγε έως θανάτου γιατί λέει φοβήθηκε μην του κλέψεις κι αυτουνού το βιός. Μεσιτικό γραφείο είχες αγάπη μου, τι να σου κλέψει τα αντίγραφα του υποθηκοφυλακείου; Δηλαδή σοβαρά τώρα υπάρχουν δικηγόροι που τους τα ΄χουν συμβουλέψει αυτά, ή κυκλοφορεί κι εγχειρίδιο ηλιθίων και δεν το ξέρουμε;

Ζακ, πονάει η ψυχή μας για σένα, πονάει το μέσα μας. Δεν το αντέχουμε, δεν το προσπερνάμε και κυρίως δεν το συνηθίζουμε. Όσοι είμαστε, όσοι απομείναμε δεν το συνηθίζουμε και δεν το ξεχνάμε. Είμαστε εδώ και θα είμαστε εδώ για σένα. Κι όσο υπάρχει τόση οργή μέσα μας, δεν μπορούμε να σε κλάψουμε και δεν θέλουμε να σε κλάψουμε.
Κι εγώ, η αγαπημένη σου κυριούλα βορείων προαστίων δεν θα αλλάξω, στο υπόσχομαι. Και δεν θ’ αλλάξω όχι γιατί είμαι ένας υπέροχος άνθρωπος αλλά γιατί ειλικρινά Ζακ, I’m too old for this shit.

Να προσέχεις εκεί πάνω – αν υπάρχει ‘εκεί πάνω’, γιατί όλα αυτά περί γειτονιάς των αγγέλων ελέγχονται ως ανακριβή. Κι εμείς ‘εδώ κάτω’ δεν θα σε ξεχάσουμε.
Γεια σου Ζακ. Φλου ξελεφτερία, ψυχή μου.

Έλενα Ακρίτα

Mε τον Ζαχαρία γνωριστήκαμε τον Σεπτέμβριο του ’97, ξεκινήσαμε όμως να κάνουμε παρέα λίγο αργότερα. Απ’ όλα αυτά τα χρόνια που περάσαμε στην Ιτέα, μόνο ευχάριστες στιγμές έχω να θυμάμαι. Κάθε Σάββατο κοιμόμασταν στο σπίτι μου, ήμασταν έξω, περνάγαμε καλά, χορεύαμε… υπήρχε αγάπη μεταξύ μας. Μια ατμόσφαιρα για την οποία φρόντιζε πάντα ο Ζαχαρίας. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές μας, πάντα είχε ένα χαμόγελο και πάντα ήξερε να μας πει αυτό που είχαμε ανάγκη να ακούσουμε για να αισθανθούμε καλύτερα και να προχωρήσουμε. Αυτό το είχε από παιδί. Ήταν πάντα τόσο αισιόδοξος, αλλά και μεγάλος χέστης. Αυτό το παιδί, αυτός ο χαρακτήρας δε θα μπορούσε ποτέ ούτε κουνούπι να σκοτώσει. Αρχικά, είχε ξεκινήσει σπουδές στο θέατρο, γιατί ήθελε να γίνει ηθοποιός, μεγάλη ψωνάρα βλέπεις… Μετά αποφάσισε ότι δεν τον ενδιέφερε και τόσο και ασχολήθηκε με το μάρκετινγκ. Πήγε στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη αυτός, Λάρισα εγώ, ταξιδεύαμε κάθε Σαββατοκύριακο για να βρεθούμε. Περνάγαμε καταπληκτικά. Έχω να θυμάμαι τόσα από τον φίλο μου. Θα σταθώ όμως σε μια δύσκολη στιγμή, όταν το 2005 χάσαμε μια παιδική μας φίλη.

Αν δεν ήταν ο Ζαχαρίας δίπλα μου, να με κάνει να γελάω, να μου μιλάει, να είναι εκεί σε όλα του, δε θα κατάφερνα να το ξεπεράσω. Πάντα νοιαζόταν για τους ανθρώπους γύρω του. Θυμάμαι ακόμα ένα σκηνικό. Ήταν απόκριες κι έχουμε βγει όλη η παρέα έξω. Έχουμε μασκαρευτεί κι έχουμε περάσει απ΄όλα τα μαγαζιά της Ιτέας. Είχαμε ανέβει μάλιστα σε ένα ποδήλατο 8 άτομα. Γελάσαμε πολύ. Αυτός φυσικά καθόταν ψηλά ψηλά. Ανέμελος που ήταν τότε ο Ζαχαρίας ή όπως τον λέγαμε κοροϊδευτικά “Χαρχαρίας”. Όταν ήταν στην Αθήνα ήθελε να κάνει πράγματα, να βοηθήσει την κοινωνία. Τον θαύμαζα γι’ αυτό. Ήθελε να κάνει πράγματα για να φέρνει κοντά τους ανθρώπους και να μη φοβούνται να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Ο Ζαχαρίας προσπαθούσε να δώσει φωνή στον κόσμο. Γι΄αυτό έλεγε πάντα τη γνώμη του και πολλές φορές λογοκρίθηκε γι΄αυτό. Απαντούσε πάντα με αξιοπρέπεια σε όσους τον σχολίαζαν, αλλά και με δυναμισμό σ΄αυτούς που προσπαθούσαν να τον μειώσουν. Έτρεχε όλη την ημέρα, αλλά πάντα το βράδυ το είχαμε για την παρέα, για να πούμε τα νέα μας, να κουτσομπολεύσουμε. Μοιραζόμασταν τη ζωή μας.

Είναι δύσκολο για εμάς που δεν τον έχουμε δίπλα μας. Θυμάμαι επίσης, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με το drag κι άρχισε να χτίζει την περσόνα του. Ήταν τότε που βρήκε μέσα του τη Zackie Oh! Μου είχε δώσει να διαβάσω το κείμενο που είχε γράψει για εκείνη. Ήταν τόσο γνώριμο αυτό που διάβασα. Η Zackie ήταν πραγματικά ο εαυτός του. Το ταλέντο που έκρυβε εξωτερικεύτηκε χάρη στη Zackie. To κατάλαβα κι από το πρώτο του σόου. Γεννημένος για το Broadway σκέφτηκα. Αυτό το παιδί, γιατί για ένα παιδί μιλάμε, είχε τόσο ταλέντο και τόση αγάπη. Και μας έχει διδάξει τόσα πράγματα. Με θλίβει που τον χάσαμε. Δεν ξέρω πώς θα συνεχίσω χωρίς τον Ζαχαρία, χωρίς την οικογένειά μου, χωρίς τον αδερφό μου, χωρίς το άλλο μου μισό.

Πάνος Θάνος

Aλήθεια, πώς να γράψω κείμενο για εσένα; Πώς να ξεκινήσω; Βάζω ένα ποτό. Από τα ηχεία ακούγεται να τραγουδά η Αρλέτα. “Ακόμα κι αν φύγεις”. Και ξεκινάω… Θα σας μιλήσω για έναν άνθρωπο. Στην Ιτέα τον φώναζαν Ζάχο. Μετά Ζαχαρία. Αργότερα Ζακ. Πλέον συστηνόταν και ως Zackie. Εγώ όμως θα σας μιλήσω για τον “Ζαχαγία”. Βλέπεις, ο γλυκός μου δεν έλεγε καλά το “ρο”. Πάνε πολλά χρόνια. Κοντεύει δεκαετία. Είχα ραντεβού στη Θετική Φωνή για μια δράση που ετοίμαζε. Είχα αργήσει θυμάμαι, όπως άλλωστε κάνω σχεδόν πάντα στα ραντεβού μου. Χτυπάω το κουδούνι. Μου ανοίγει ένας νεαρός. Ψηλός, αδύνατος, με έντονες μαύρες μπούκλες. Μου έδωσε το χέρι του και συστήθηκε. Ήταν ο Ζαχαρίας κι αυτή ήταν η πρώτη φορά που γνωριστήκαμε. Η πρώτη φορά που κράτησα το χέρι του.

Μετά ήρθαν οι πρώτες συνεργασίες, οι πρώτες δράσεις, οι πρώτες βόλτες. Κι όπως το ένα φέρνει το άλλο, η παρέα έγινε πιο συχνή. Πιο στενή. Κι ένα βράδυ βρεθήκαμε να κοιμόμαστε αγκαλιά στον καναπέ. Ο Ζαχαρίας είναι, όπως χαριτωμένα έλεγε τότε, “ένας επαρχιώτης απ’ το Νιου Τζέρσι”. Γιος Ελλήνων μεταναστών στην Αμερική. Επέστρεψε στην Ελλάδα. Μεγάλωσε στην Κίρρα, στην Ιτέα. Έφυγε πάλι για Αμερική ακολουθώντας το όνειρο. Με μια πτήση, ξαφνικά, επιστρέφει μόνος του Ελλάδα, στο χωριό του. Το αμερικάνικο όνειρο δεν είχε πετύχει. Μετά Αθήνα. Έπειτα Θεσσαλονίκη. Ξανά Αθήνα. Αυτή τη φορά μόνιμα. Αυτή τη φορά σε γνώρισα. Και μείναμε έξι χρόνια μαζί. Θυμάμαι τα όνειρά σου, εκείνες τις σπίθες στο βλέμμα και τη φλόγα μέσα σου. Ήθελες να αλλάξεις τον κόσμο. Γιατί εσύ δεν ήθελες να αλλάξεις. Δε μπορούσες καν να διανοηθείς να κρύβεσαι και να λες ψέματα για το ποιος πραγματικά είσαι. Δε σε φόβιζε αν η κοινωνία κατάφερνε να γονατίσει εσένα. Εσύ ήξερες να ξανασηκώνεσαι. Τίναζες λίγο τα γόνατά σου και περπατούσες ξανά. Παραπατούσες ίσως μετά από κάθε πτώση, αλλά γρήγορα μπορούσες να τρέξεις και πάλι. Θα τρόμαζες όμως, αν έπεφτε η διπλανή ή ο διπλανός σου. Δεν ήξερες αν είχαν κι αυτοί τη δύναμη να σηκωθούν. Δεν ήξερες αν θα μπορούσες να τους βοηθήσεις να σηκωθούν. Έτσι, αποφάσισες να φωνάξεις. Να φωνάξεις τόσο δυνατά, έτσι ώστε η κοινωνία να σε προσέξει. Να σε δει. Να μάθει τις ταυτότητές σου. Να τις συνηθίσει. Μείναμε μαζί σχεδόν έξι χρόνια.

Όμορφα χρόνια. Δύσκολα, αλλά όμορφα. Κρεβάτι, θυμάμαι, δεν είχαμε. Ένα στρώμα στο πάτωμα και κάτι φλοράλ σεντόνια. Σε ένα σπίτι κάπου στα Πετράλωνα. Τρία είχες αλλάξει σε αυτή την περιοχή, αλλά αυτό ήταν το πιο όμορφο. Όμορφο γιατί εκεί, εγώ τουλάχιστον, έχω τις πιο ωραίες αναμνήσεις. Σηκωνόμασταν το πρωί, πίναμε ένα βιαστικό καφέ. Ανεβαίναμε στο μηχανάκι. Να σε πάω πρώτα για δουλειά, ένα πεταχτό φιλί στη μέση του δρόμου και συνέχιζα για το γραφείο. Το απόγευμα ραντεβού στο σπίτι. Κοιτάζαμε τις τσέπες μας κι αποφασίζαμε τι θα κάναμε το βράδυ μας. Αν είχαμε λεφτά, θα ήμασταν έξω. Αν δεν είχαμε, θα φωνάζαμε φίλους στο σπίτι. Μα τι μαζώξεις είχαμε κάνει! Έχουν αφήσει ιστορία αυτά τα σουαρέ! Πόσο όμορφα περνούσαν όλοι. Μαγειρεύαμε για 20 άτομα τη βραδιά. Είχαμε πάντα μπίρες και τσίπουρο για να κερνάμε. Συζητήσεις. Θεωρίες. Σχέδια. Όνειρα. Όλοι φεύγαμε πάντα πιο γεμάτοι. Και πάντα ένας στόχος: να αλλάξουμε τον κόσμο. Όχι να τον πληγώσουμε, αλλά να τον κάνουμε να πάψει να μας πληγώνει. Μια φορά μας είχαν αποκαλέσει το “τσίρκο μεντράνο”. Η παρέα μας ήταν πάντα περίεργη στα μάτια του κόσμου. Γκέι, λεσβίες, στρέιτ, μπάι, τρανς άτομα, άτομα με αναπηρία, πρόσφυγες, μετανάστριες, σκληροπυρηνικές φεμινίστριες, οροθετικοί, χρήστες, άτομα με νανισμό. Αλλά ποτέ δράκοι. Γιατί αυτό ήταν το δικό μας παραμύθι. Και, αν και θυμίζει μια μικρογραφία της κοινωνίας, είχε μια διαφορά. Υπήρχε αγάπη και κατανόηση. Ποτέ μίσος. Ποτέ φόβος μεταξύ μας. Ήσουν ένας αθεράπευτα ρομαντικός αναρχικός. Έτσι σε θυμάμαι. Πάντα άοπλος. Ποτέ βίαιος. Πάντα γλυκός, ακόμα κι όταν ήσουν νευριασμένος και θυμωμένος. Ακόμα κι όταν αυτό ξεχείλιζε από μέσα σου. “Έναν να αλλάξουμε κάθε μέρα” έλεγες. Τι υπέροχο όνειρο. Έναν άνθρωπο να αλλάζαμε κάθε μέρα. Έναν να φέρναμε πιο κοντά. Περάσαν χρόνια κι άλλαξαν πολλοί. Όχι αρκετοί για να ζούμε σε μια κοινωνία που μας χωράει. Όχι αρκετοί για να είσαι μαζί μας σήμερα. Μόνο όπλο σου ο λόγος σου. Τα κείμενά σου. Οι καούκες σου. Τα πολιτικά σου σόου. Η κάθε σου πράξη, πολιτική πράξη. Μπορεί να σε πολεμούσαν γι’ αυτό, αλλά δε σε ένοιαζε. Δε θα έκανες ποτέ τίποτα κρυφά. Κι εκεί θα έδειχνες τη μαγκιά σου. Μέσα από τις δημόσιες πράξεις σου. Φανερά παντού. Εσύ με τη βία δε το’ χες ποτέ. Θα κρυβόσουν πίσω από έναν τεράστιο κουβά ποπ κορν στο σινεμά για να μην αντικρίσεις τη βία. Για να μην τη συνηθίσεις. Να μην την αφήσεις να κρυφτεί μέσα σου. Και τα κατάφερες. Την κράτησες έξω σου. Ρομαντικός μέχρι αηδίας. Όταν έβλεπες τα πολιτικά παιχνίδια που έπρεπε να παίξουμε για να στριμώξουμε την κάθε εξουσία έμενες άναυδος. Ήσουν ο ακτιβιστής που όλοι θα ήθελαν να έχουν δίπλα τους στα δύσκολα. Ακόμα κι αν δεν είχες λύση στα προβλήματα του κόσμου, θα ήσουν μια ζεστή αγκαλιά. Θα πέταγες μια ατάκα του στυλ “εντάξει, κλάψαμε τώρα, το βγάλαμε, πάμε να μοιραστούμε μια μπίρα και να δούμε τι θα κάνουμε”. Θα έπαιρνες μέρος του θυμού και της στεναχώριας και θα έδινες πίσω έμπνευση και δύναμη. Αυτός ήσουν. Σεπτέβρης 2018. Δε ξέρω αν ήσουν στο λάθος μέρος τη λάθος ώρα. Πάντως σίγουρα η ώρα ήταν “η κακή”. Όταν έμαθα, είπα ότι αποκλείεται να είσαι νεκρός. Είναι ένα κακό αστείο. Μια μαλακισμένη είδηση, που αποκλείεται να είναι αλήθεια. Αλλά ήταν. Δεύτερη σκέψη, ότι δε θα πήγαινες να ληστέψεις. Με έκαναν και γέλασα όταν είπαν ότι κρατούσες μαχαίρι. Το μόνο “όπλο” που είχες κρατήσει ποτέ ήταν μια παντόφλα, κυνηγώντας μια κατσαρίδα επί πέντε ώρες. Η κατσαρίδα βέβαια επέζησε…

Ο άνθρωπος που ήξερα εγώ, ο δικός μου Ζαχαρίας, ο επί έξι χρόνια σύντροφός μου, δεν είχε βίαιο προφίλ ποτέ, ό,τι κι αν είχε συμβεί. Δεν είχα ανάγκη τα αποδεικτικά στοιχεία. Ήμουν βέβαιος, από την αρχή. Κι όπως φαίνεται πήγες στο μέρος που θεώρησες πιο ασφαλές. Αλλά μια βιτρίνα σου πήρε τη μόνη σου άμυνα: το να μπορείς να τρέξεις να σωθείς. Σε δολοφόνησαν στο κέντρο της Αθήνας. Σε κεντρική πλατεία. Μπροστά στα μάτια δεκάδων ανθρώπων με ελάχιστες αντιδράσεις. Μας φώναξες στην Ομόνοια να μας δείξεις τι συμβαίνει εκεί. Να μας αφηγηθείς την απανθρωπιά τους. Να πέσεις νεκρός και να μας δείξεις και να τους αποδείξεις τι είναι ικανοί να κάνουν. Κι αυτό είναι το πιο ασυνάρτητο κείμενο που έγραψα ποτέ. Έχουν περάσει μέρες κι ακόμα να μπορέσω να το πιστέψω. Δε θέλω εκδίκηση. Απαιτώ δικαιοσύνη. Απαιτώ την αλήθεια. Ακόμα κι αν αυτή μας πληγώσει. Που δε μπορεί να μας πληγώσει. Έπεσες νεκρός στα χέρια και τα πόδια των τιμωρών σου. Οι εικόνες αυτές για πάντα θα στοιχειώνουν τη κοινωνία μας. Θα της αποδεικνύει τι είναι ικανή να κάνει. Θα της δείχνει πόσο σκατά είναι.

Tέλης Ράπτης

Oσο και αν προσπαθώ δεν μπορώ να θυμηθώ την πρώτη φορά που είδα τον Ζακ. Ήταν στο περιοδικό σίγουρα. Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με την μνήμη μου που πάει από το κακό στο χειρότερο αλλά δεν θυμάμαι την γνωριμία, το χαίρω πολύ. Απλά τον ξέρω. Είναι ένα κομμάτι της ζωής μου (αρνούμαι να πω ήταν, όχι ακόμα) όπως και άλλοι άνθρωποι. Και με «άγγιξε» με τον δικό του τρόπο. Νομίζω ότι όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε στο πόσο ήσυχος και ήρεμος είναι. Όσες φορές έχουμε βρεθεί μαζί, ακόμα και όταν δεν μιλάμε υπάρχει αυτή η …ξεκούραστη ησυχία- δεν χρειάζεται να την «γεμίσουμε» ντε και καλά με λόγια. Οι κουβέντες μας βέβαια έχουν υπάρξει πάντα ενδιαφέρουσες. Και πικάντικες, κυρίως πικάντικες! Η απορία μου ήταν και είναι πώς μπορεί όχι μόνο να περπατά αλλά να κάνει πασαρέλα φορώντας τόσο ψηλά τακούνια. Αυτά και το πώς πετυχαίνει πάντα το ρουζ στο μακιγιάζ. «Άλλοι με βάφουν αγάπη μου, εγώ την τύφλα μου ξέρω». Για τα τακούνια απλά κάνει στροφές γύρω μου, ο επιδειξίας! Τα μάτια του… Δεν θα τα ξεχάσω ποτέ. Έντονο βλέμμα αυτά τα μαύρα μάτια. Του έχω πει ότι με τρομάζει το βάθος τους. “Δεν είσαι η πρώτη που μου το λένε» μου απάντησε αλλά το άφησε εκεί.Έχω κάτι φτερά που μου έδωσε σε ένα pride, το ξεπουπούλιασα. «Θα σου δώσω άλλο καλέ, πέτα τα!» Τώρα είμαι χαρούμενη που τα κράτησα.

Δεν θα με συγχωρήσω ποτέ που δεν τον απόλαυσα ως Zackie Oh. Είχα δεδομένο ότι είχα χρόνο. Αλλά τα δεδομένα είναι μόνο για τους υπολογιστές, ποτέ για τους ανθρώπους- ένα μάθημα που δεν λέω να μάθω. Αν και κάτι μου λέει ότι αυτή την φορά θα το θυμάμαι αυτό το «χαστούκι».

Ίσως όταν δεχθώ/αποδεχθώ αυτό που έγινε, ότι δεν θα τον ξαναδώ, ίσως τότε να μπορέσω να κλάψω. Προς το παρόν τον βλέπω μόνο στον ύπνο μου να μου τραγουδά τα άπαντα της Μαντόνα.

Αντωνία Κυδωνάκη

Aκόμα δεν θυμάμαι πότε άρχισα να τον ακολουθώ στα social media. Στην αρχή ήταν τα status στο facebook. Με έκαναν να γελάω, κυρίως για το ύφος. Είχα μπροστά μου μία ενσάρκωση της Σωσώς Παπαδήμα, σε αντίθεση όμως με την Σωσώ, ο Ζακ, είχε δίκιο. Αυτό όμως που με έκανε να θέλω να τον ακολουθώ ήταν τα σχόλια από κάτω από κάθε post του. Φίλοι να σχολιάζουν, να κάνουν πλάκα, και να περνάνε καλά. Και εχθροί, να προσπαθούν να τον γειώσουν και να τον κάνουν να αισθανθεί άσχημα. Αλλά ο Ζακ, χαμπάρι. Αφοπλιστικός όσο έπρεπε.

Στην πορεία ανακάλυψα την Zackie Oh!. Και είπα «να τι βρήκε να διοχετεύσει όλη του την περσόνα». Και συνεχίζω να τον ακολουθώ. Περνούσα καλά. Κάποια στιγμή αρχίζω να διαβάζω post του που αφορούσαν σε «σοβαρά» θέματα. Και είπα «κοίτα να δεις. Ασχολείται και με αυτά». Σε άλλα συμφωνούσα, σε άλλα διαφωνούσα. Κι όμως. Προέκυπτε κάτι; Ήθελα να μάθω την γνώμη του. Να δω τι έγραφε, τι απαντούσε. Ήταν σα να έχει φτιάξει το δικό του σύμπαν, στο οποίο ο καθένας μπορούσε να λέει ό,τι θέλει, αρκεί να είναι έτοιμος να δεχτεί τον ανάλογο αντίποδα. Όταν το περιοδικό Antivirus, έψαχνε κινηματογραφικό συντάκτη, η φίλη Κλεοπάτρα, με πρότεινε και άρχιζα να συνεργάζομαι με το περιοδικό. Στο πρώτο meeting συντακτών, κονιόρδος εγώ, σαν το παγόνι. Κάθομαι, και σκάει μύτη, χωρίς να ξέρω ότι γράφει κει εκείνος, ο Ζακ. Συστήνομαι, δηλώνω θαυμαστής του και ενώ περίμενα μία over the top προσωπικότητα, βλέπω απέναντί μου μία σεμνή φιγούρα, η οποία μου λέει ένα αμήχανο «Σ’ ευχαριστώ» και μένω στήλη άλατος μέσα στην απορία. Το meeting ξεκινά, σχολιάζαμε θέματα για να μπουν στο επόμενο τεύχος και όταν η συζήτηση σοβάρεψε, η σεμνή φιγούρα, πήγε περίπατο. Τα μάτια του πήραν φωτιά, τα επιχειρήματά του μπορούσαν να σε στείλουν αδιάβαστο,και μόλις τελείωσε ό,τι είχε να πει, επιστροφή και ηρεμία (γράφοντας τα παραπάνω να ξέρεις, έχω ένα χαμόγελο). Επόμενο meeting, και ο Ζακ έρχεται με το μάτι μαυρισμένο, γιατί την προηγούμενη νύχτα κάποιοι του επιτέθηκαν στο Γκάζι, μετά από ένα drag show. Τον ρωτάω αν είναι καλά. Μου απαντάει, «Μια χαρά. Πέτυχα έναν με τη γόβα μου». Οξύμωρα ξεκαρδιστικό. Η συζήτηση συνεχίζεται με τις απόψεις του να γίνονται αποδεκτές, γιατί είχε δίκιο. Το σημαντικό όμως είναι ότι όταν διαφωνούσες, είχες και εσύ δίκιο. Γιατί αυτό ήθελε. Να συζητάς. Και οι απόψεις να πηγαινοέρχονται. Άλλη συνάντηση. Το νύχι κατάμαυρα βαμμένο και αρχίζουμε να συζητάμε για την παράσταση που συμμετείχε, in-full-drag. Διψούσε να τα πει. Αλλά και εγώ διψούσα να μάθω.

Τελευταία φορά τον είδα το καλοκαίρι τυχαία στην γενέτειρά του. Σε ένα πανηγύρι με την Γωγώ Τζαμπά. Δεν καταφέραμε να κάτσουμε παρέα, αλλά σκεφτόμουν όλο το βράδυ τι έχει να πει το στόμα του. Αυτή είναι η τελευταία εικόνα που έχω. Και αυτήν θα κρατήσω. Δεν έχω δει βίντεο. Και δεν πρόκειται. Δεν με αφορούν όσοι λένε το μακρύ τους και το κοντό τους. Βλέπω όμως τους ανθρώπους που τον γνώριζαν. Και βλέπω την θλίψη τους, το σοκ τους, και τον θυμό τους. Δεν θα μιλήσω για πράγματα που δεν γνωρίζω. Δεν τον έζησα αρκετά. Μιλάω μόνο για αυτά που ξέρω. Και σκάω όταν δεν έχω τίποτα να πω. Και σκέφτομαι αυτό να κάνω από εδώ και πέρα, φίλε Ζακ και φίλη Zackie. Θα το βουλώνω όταν δεν ξέρω. Θα σκάω όταν πρέπει. Αλλά θα μιλάω όταν χρειάζεται και όταν τα λόγια μου θα πιάσουν τόπο. Για να σώσω όποιον μπορώ και όσο μπορώ.

Κωνσταντίνος Καραγάνης

Zητάω συγγνώμη για όσες φορές δεν σταμάτησα να φτύσω στη μούρη τον κάθε ανερμάτιστο ταρίφα την ώρα που μου μιλούσε για αδερφές και για το πόσο τον ενοχλεί η γκόμενα που δεν το έχει ξυρισμένο.

Θα ήθελα εξίσου να ζητήσω ειλικρινέστατη συγγνώμη που δεν άστραψα ένα φούσκο –να δουν τα ματάκια του πεταλούδες, που λέμε στο χωριό μου- στον επιβάτη του 11 που έκραξε τον μετανάστη ή την αλλοδαπή κυρία με τα 4 παιδιά στο καρότσι που τον ξεβόλεψε.
Θα ήθελα εξίσου να ζητήσω κατανόηση και συγγνώμη για τις φορές που πήγα και καυλάντισα κάτι λεβεντομαλάκες – αρρενωπούς αυτόκλητους πια- ελέω τρίχας και πατσιάς- που με την πρώτη ευκαιρία έσπευσαν να αποδείξουν ex negatio πως και αυτές είναι εκτός gay σκηνής και εκτός των πραγμάτων που μας αφορούν, όπως παραδείγματος χάριν, ένας φόνος. Θα ήθελα εξίσου να ζητήσω συγγνώμη από όλες εκείνες τις φορές που δεν φίλησα δήθεν γιατί οι συνθήκες δεν το επέτρεπαν. Να θυμίσω εδώ για μια στιγμή πως το φιλώ, είναι από τα πιο αγαπημένα μας ρήματα. Από εκεί τόσα άξια πράγματα παράγονται: η φιλία, ο φίλος, το φιλί.

Θα ήθελα τέλος να ζητήσω συγγνώμη από όλους εκείνους τους φίλους που δεν έβρισα ακαριαία την ώρα που με παρακινούσαν σε δήθεν πολιτικές ορθότητες και βλακείες άχρονες, επιχειρήματα στιλβωμένα με κάτι ακατάληπτα γρήγορα λογικά περάσματα, με ανοησίες επαναλαμβανόμενες –κενές σε κάθε αντίσταση-, που από κούραση και κάματο και λίγη αδυναμία δεν έκραξα και δεν χάλασα μαζί τους κάθε επαφή.

Γιατί τόσες συγγνώμες; Γιατί σαν και εμένα, άλλοι τόσοι, αφήσαμε πολλούς σαν και αυτούς να μεγαλώσουν και να βγάλουν ρίζες στις ζωές μας, καθημερινές. Τόσο που μεγάλωσε η κακία τους και έκανε ίσκιο. Δεν νομίζω πως κανείς θέλει να ζει σε τέτοια σκιά.

Βασίλης Νικορέλος

Με τον Ζακ γνωριστήκαμε στο περιοδικό, όταν ξεκίνησε να γράφει τη στήλη του σχετικά με τον HIV. Από τότε τον διαβάζαμε όλοι συστηματικά, αφού όσα έγραφε άγγιζαν αρκετό κόσμο. Θυμάμαι, τα είχα τότε με ένα παιδί και ήταν αυτός που με βοήθησε να διαχειριστώ την οροθετικότητα ως μία φυσιολογική κατάσταση και όχι ως ασθένεια. Ήταν σπουδαίο αυτό που έκανε. Μιλούσε για κάτι δύσκολο σε μια εποχή γεμάτη στερεότυπα και τρομοκρατία. Ακόμα και στις παρέες μας, δεν μιλούσε κανείς. Μόνο ο Ζακ το έκανε και έλεγε την αλήθεια του και αυτοσαρκαζόταν και εξηγούσε τα πράγματα και απαντούσε στις ερωτήσεις που είχαμε. Μόνο ο Ζακ. Πάντα με εντυπωσίαζε το πόσο ανοιχτά κι άνετα άνοιγε την κουβέντα, σα να ήταν ένα καθημερινό θέμα. Βασικά αυτό έκανε πάντα. Έβρισκε ένα θέμα που ο κόσμος το απέφευγε, το έκρυβε και το έφερνε στο προσκήνιο. Χωρίς να το αντιλαμβάνεται μας φρόντιζε. Ή μήπως, το αντιλαμβανόταν; Αυτός ήταν ο Ζακ. Αυθεντικός, ευθύς. Ένας ωραίος και γνήσιος άνθρωπος.

Νίκος Σοφιανός

Ζακ, την τελευταία μας συνάντηση την έχασες. Πόσα μηνύματα σου είχα στείλει για να στο θυμίσω. “Πρέπει να είσαι” συνήθιζα να σου λέω, “μην το αμελείς”. Ερχόσουν (σχεδόν) πάντα λίγο αργοπορήμενος και πάντα έπρεπε να μας φιλήσεις όλους και όλες πριν να ξεκινήσουμε και πάλι. Είχες τις πιο ασυνήθιστες ιδέες. “Τι λέτε να βγούμε στον δρόμο in drag μέρα – μεσημέρι και να ρωτάμε τους παππούδες και τις γιαγιάδες για τα gay παιδιά, που σίγουρα έχουν και δεν το ξέρουν”, “μήπως να έπαιρνε η Zackie συνέντευξη από τον πρωθυπουργό;”. Αχ, αυτές οι ιδέες σου, ρε Ζακ. Πόσες φορές τις ζήλεψα και πόσες φορές σου κάκιωσα, που δεν τις μοιράστηκες μαζί μας. Όταν αργούσες έφευγες πάντα τελευταίος. Μου είχε κάνει εντύπωση αυτό. Ξέρεις η ευγένεια δε βρίσκεται στις λέξεις, αλλά μέσα μας. Θυμάμαι μια φορά είχαμε μαζευτεί για να γυρίσουμε ένα βίντεο με τις ιστορίες μας, σε μια προσπάθεια να δείξουμε στον κόσμο, ότι όλα θα πάνε καλά. Δεν το είχαμε καθόλου. Αστεία, χαζά γελάκια κι αμηχανία. Όταν ήρθε η σειρά σου όμως σε έπιασαν τα κλάματα. Η Χριστίνα αμέσως σε αγκάλιασε και προσπάθησε να σε ηρεμήσει. Όλοι σε ρωτήσαμε τι έχεις. Μας είπες ότι είσαι καλά και ότι απλά ξέσπασες. Ακόμα αναρωτιέμαι αν έκλαιγες για κάτι δικό σου ή γιατί σκεφτόσουν όλα τα παιδιά που θα έβλεπαν αυτό το βίντεο και που μάλλον θα περνούν δύσκολα. Εκείνη την ημέρα ήθελα να κλάψω και εγώ. Δεν το έκανα όμως, με ΄πιάσαν οι ντροπές. Εσένα όχι. Σε θαύμασα γι΄αυτό. Δεν στο είπα ποτέ, συγγνώμη. Στην τελευταία μας συνάντηση δεν ήρθες. Μακάρι να είχες έρθει και να στο είχα πει. Μακάρι να σε έβλεπα στην επόμενη.

Βασίλης Θανόπουλος

Hρθες στο σύλλογο, τη Θετική Φωνή, ως εθελοντής το 2010. Συναντηθήκαμε στα γραφεία στην Κυψέλη. Σκόπευα να σου μιλήσω για τον σύλλογο, τις δράσεις και τα σχέδια που κάναμε. Να σου μιλήσω για τον HIV. Διάολε, εσύ ήξερες περισσότερα! Σε θαύμαζα! Ακόμα σε θαυμάζω! 2018 και ψάχνω στις φωτογραφίες. Θα προτιμούσα να πηγαίναμε για τσίπουρα… στο λέω να το ξέρεις!

Γιώργος Παπαδοπετράκης

Antivirus Magazine No 82 cover Zak Kostopoulos




Δες και αυτό!