Αν κάποιος είχε πει στην Ayesha Kapur 10 χρόνια πριν ότι θα πρωτοστατούσε στον αγώνα ενάντια σε έναν από τους παλαιότερους νόμους που ποινικοποιούν το ομοφυλοφιλικό sex, δεν θα τον είχε πιστέψει. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, η Kapur φοβόταν ακόμα και να μιλήσει για τη σεξουαλικότητά της.
Μεγαλώνοντας στο Νέο Δελχί τη δεκαετία του 1980, η Kapur δεν ήξερε τίποτα για καμία gay γυναίκα, κανένα σημείο αναφοράς σε ταινία του Μπόλιγουντ δεν μπορούσε να προσφέρει το λεξιλόγιο γι’ αυτό που ένιωθε. Η λέξη “λεσβία”, όπως λέει, ήταν “μια κακιά λέξη.”
Τρεις δεκαετίες μετά, η Kapur, που περιγράφει τον εαυτό της ως αρκετά κλειστή και κυρίως απολιτική, έγινε μέλος της πρώτης ομάδας gay αιτούντων με σκοπό να αμφισβητήσουν το νόμο, γνωστό ως Άρθρο 377.
Βγαίνοντας μπροστά, η Kapur, 43, και άλλοι αιτούντες ομολόγησαν στο δικαστήριο ότι υπήρξαν εγκληματίες σύμφωνα με ένα νόμο που συχνά χρησιμοποιείται ως κάλυψη για κακοποίηση, εκβιασμό και σεξουαλική παρενόχληση απέναντι σε gay άτομα.
“Σύμφωνα με τους νόμους της χώρας μου, θα μπορούσα να συλληφθώ,” λέει. “Είναι ένα μεγάλο ενδεχόμενο. Τίποτα δεν εμποδίζει την αστυνομία να εισβάλει στα σπίτια μας.”
Αυτό το καλοκαίρι, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας πρόκειται να λάβει υπόψη του αυτές τις αιτήσεις αφού επανεξετάζει τη συνταγματικότητα του Άρθρου 377, δημιουργώντας ένα κύμα ελπίδας σε δικηγόρους και ακτιβιστές που πάλευαν εναντίον αυτού του νόμου για χρόνια.
Αλλά η ελπίδα μετριάζεται από χρόνια απογοήτευσης. Ακόμα και τώρα αποτελεί ρίσκο να αυτοπροσδιορίζεσαι ως gay δημοσίως στην Ινδία, ή να υπερασπίζεσαι την αλλαγή.
Σε συνεντεύξεις που έχουν διενεργηθεί σε περίοδο τριών μηνών, gay και transgender Ινδοί από όλη τη χώρα περιέγραψαν τις συνθήκες ζωής σε ένα κράτος που τους έχει θέσει εκτός νόμου: εγκατάλειψη από γονείς, κοινωνικός αποκλεισμός, ελάχιστες προστασίες στο χώρο εργασίας και μια τρομακτική επιρρέπεια τόσο σε αστυνομική βία όσο και σε σεξουαλική παρενόχληση, με περιορισμένη προσφυγή στη δικαιοσύνη.
Η Kapur, που εργάζεται στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, λέει ότι αποφάσισε να βγει μπροστά επειδή είχε βαρεθεί την κατάσταση.
“Γιατί είμαστε αόρατοι;” αναρωτιέται. “Επειδή κάναμε τους εαυτούς μας αόρατους; Ή επειδή μας έχουν κάνει άλλοι; Δεν θέλω να με αντιμετωπίζουν ως εγκληματία. Γι’ αυτό ακριβώς πρόκειται.”
Στο Μπιλασπούρ, μια ηλιόλουστη πόλη στην κεντρική Ινδία, η Rajesh Yadav, λεπτή με ψηλά ζυγωματικά, αναφέρει ότι τη βίασαν ομαδικά τέσσερις φορές σε λιγότερο από ένα χρόνο, τη χτύπησαν με ένα τούβλο και σχεδόν την πέταξαν έξω από ένα κινούμενο όχημα λόγω της σεξουαλικότητάς της.
“Παρακαλούσα κάθε φορά να με αφήσουν ήσυχη, αλλά αυτοί θα συνέχιζαν να με χτυπάνε και να ασκούν βία και να με βιάζουν,” λέει η κα Yadav, 25, που αυτοπροσδιορίζεται ως gay cross-dresser και προτιμά θηλυκές αντωνυμίες. “Αν αρχίσω να σου λέω την ιστορία μου, θα περάσουν πολλές νύχτες.”
Ο Α, ένας νέος gay που ζήτησε να αναφέρεται μόνο με το αρχικό του ονόματός του, μοιράστηκε μια παρόμοια εμπειρία.
Όταν ο Α, 22, έκανε σχέδια να συναντηθεί με έναν άντρα μέσα από μία εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων στην ανατολική Ινδία, ήρθε αντιμέτωπος τελικά με δύο διαφορετικούς άντρες, ο ένας με στολή αστυνομικού, οι οποίοι τον νάρκωσαν και τον βίασαν. Έπειτα, ένας από τους άντρες έβγαλε σέλφι με τον Α. “Φοβόμουν ότι θα με απειλούν,” λέει.
Ούτε η κα Yadav ούτε ο Α. σκέφτηκαν να απευθυνθούν στην αστυνομία για να καταγγείλουν τα εγκλήματα, φοβούμενοι τις συνέπειες.
“Το Άρθρο 377 είναι βάρβαρο,” λέει ο Α. “Χρησιμοποιείται μόνο για να βλάπτει ανθρώπους όπως εγώ. Κάνει τους ανθρώπους να κρύβονται.”
Το 2014, όταν ένας γιατρός από το Μπανγκαλόρ αποκάλυψε ότι διάφοροι άντρες με τους οποίους είχε συνευρεθεί σεξουαλικά του απέσπασαν εκβιαστικά γύρω στα $25,000, η αστυνομία συνέλαβε τους άντρες, αλλά και τον γιατρό, λόγω του Άρθρου 377, αναφέρει ο Danish Sheikh, επίκουρος καθηγητής στο Jindal Global Law School στο Νέο Δελχί.
“Ο γιατρός εδώ γίνεται ταυτόχρονα θύμα και δράστης. Ο νόμος λειτουργεί αποθαρρυντικά στην αναζήτηση δικαιοσύνης.”
Θύματα εκβιασμού και σεξουαλικής παρενόχληση πολύ συχνά διστάζουν να απευθυνθούν στην αστυνομία γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, φοβούμενοι ότι θα συλληφθούν – ή χειρότερα. “Από τους πλούσιους, θα αποσπάσουν χρήματα, τους φτωχούς θα τους κακοποιήσουν σεξουαλικά,” αναφέρει ο Mohnish Malhotra, ακτιβιστής των δικαιωμάτων των gay στο Νέο Δελχί.
“Κανένας δεν μιλάει γι’ αυτές τις εμπειρίες,” προσθέτει. “Αυτή δεν είναι μια συζήτηση με την οποία είναι άνετοι οι άνθρωποι εδώ στην Ινδία.”
Παρόλα αυτά, η Ινδία κάποτε ήταν άνετη με απεικονίσεις ομοφυλοφιλικού έρωτα και ρευστότητας φύλου. Στον Ινδουισμό, θεοί μεταμορφώνονται σε θεές και άντρες γεννούν παιδιά. Το Rekhti, ένα είδος ποίησης που άκμασε στην Ινδία στα τέλη του 1700, περιγράφει ερωτικές συνευρέσεις μεταξύ γυναικών.
Όταν οι Βρετανοί αποικιοκράτες έφτασαν στην Ινδία, η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας υπονομεύτηκε.
Τη δεκαετία του 1960, οι Βρετανοί θέσπισαν το Άρθρο 377 στον Ινδικό Ποινικό Κώδικα. Ο νόμος προέβλεπε πρόστιμο, 10 χρόνια φυλάκιση ή ακόμα και ισόβια κάθειρξη σε “οποιονδήποτε έχει εθελοντικά παρά φύσιν σαρκική επαφή.”
Το Άρθρο 377 πρακτικά αφορά τη σεξουαλική επαφή ανάμεσα σε άντρες, αλλά επισήμως επεκτείνεται και στο πρωκτικό ή στοματικό σεξ ακόμα και στα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια.
Ακτιβιστές λένε ότι έχει υπάρξει αρκετή πρόοδος απ’ όταν η Ινδία ανεξαρτητοποιήθηκε το 1947. Μάλιστα, πέρσι σε βιβλία λογοτεχνίας που μοιράστηκαν σε σχολεία αναγνωριζόταν η ερωτική έλξη μεταξύ ατόμων ίδιου φύλου. Ωστόσο, η ομοφοβία συνεχίζει να εκφράζεται μέσα από επιθετική συμπεριφορά, και το Άρθρο 377 περιορίζει τις δυνατότητες επίλυσης του προβλήματος.
Η πίεση για την κατάργηση του Άρθρου 377 ξεκίνησε στις αρχές του 2000, όταν ένα τρομοκρατημένος άντρας εμφανίστηκε στο Naz Foundation, έναν οργανισμό για την ευαισθητοποίηση απέναντι στον HIV στο Νέο Δελχί, ικετεύοντας για βοήθεια.
Η Anjali Gopalan, που διοικεί τον οργανισμό, ανέφερε ότι οι γονείς του άντρα τον είχαν εισάγει σε κρατικό νοσοκομείο όπου υποβλήθηκε σε θεραπεία ηλεκτροσόκ για να “γίνει στρέιτ.”
Αφού προώθησε την έκκληση του άντρα στην Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Ινδίας, η επιτροπή δήλωσε ότι δεν μπορούσε να τον βοηθήσει επειδή ήταν gay και επομένως εγκληματίας.
Σύντομα η κα Gopalan άσκησε αγωγή κατά του Άρθρου 377, αντιμετωπίζοντας απειλές κατά της ζωής της μέχρι το 2009, όπου ένα δικαστήριο στην Ινδία αποφάσισε ότι ο νόμος δεν εφαρμόζεται όταν πρόκειται για συναινετικό σεξ. Όμως, ομάδες Χριστιανών, Μουσουλμάνων και Ινδουιστών άσκησαν εφέσεις και το Άρθρο αποκαταστάθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας το 2013.
Χιλιάδες gay άτομα που είχαν “βγει απ’ την ντουλάπα” το 2009, ξαφνικά έπρεπε πάλι να κρύβονται. Κάποιοι πιο πλούσιοι Ινδοί έφυγαν από τη χώρα.
“Για πρώτη φορά, σκέφτηκα ότι χρειάζεται να μεταναστεύσω,” λέει η σεφ Ritu Dalmia, άλλη μία απ’ τους αιτούντες κατά του Άρθρου 377. “Υπήρχε αυτός ο φόβος – ο απόλυτος φόβος.”
Το Ανώτατο Δικαστήριο υποστηρίζει την απόφασή του γράφοντας ότι μόνο ένα “μικροσκοπικό τμήμα του πληθυσμού αποτελείται από λεσβίες, gay, bisexual και transgender άτομα.” Από την θέσπιση του Άρθρου, δήλωσε το δικαστήριο, έχει ασκηθεί δίωξη σε λιγότερο από 200 άτομα.
Αλλά σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το Εθνικό Γραφείο Καταγραφής Εγκλημάτων, δικηγόροι επισημαίνουν ότι πολλά άλλα περιστατικά υποβόσκουν. Το 2014, την πρώτη χρονιά καταγραφής περιστατικών από το Γραφείο, 1.448 καταγγελίες υποβλήθηκαν. Το 2016, ο αριθμός σχεδόν διπλασιάστηκε, σε 2.187. Εκείνη τη χρονιά, πάνω από 1.600 υποθέσεις κατέληξαν στα δικαστήρια.
Το να προκύψουν συμπεράσματα από αυτά τα δεδομένα είναι δύσκολο. Πολλές φορές δεν διαχωρίζεται στις καταγγελίες αν το σεξ ήταν συνεναιτικό. Πολλές επίσης συντάσσονται από τρίτα πρόσωπα, που εκφράζουν τις δικές τους απόψεις, αναφέρει ο καθηγητής Sheikh.
“Πολύ σπάνια θα καταγγείλει ο ίδιος ο επιζών το περιστατικό. Ο πατέρας θα έκανε την καταγγελία λέγοντας ‘Έπιασα αυτό το άτομο να κάνει αυτή την ανήθικη πράξη με το γιο μου.’”
Ανταποκρινόμενοι στην απόφαση του Δικαστηρίου, μια ομάδα δικηγόρων, καθοδηγούμενη από τις Menaka Guruswamy και Arundhati Katju συνέταξαν μια αναφορά το 2016 εκ μέρους των gay Ινδών. Η αναφορά έθετε υπό αμφισβήτηση το Άρθρο 377, καθώς παραβιάζει τα δικαιώματα σε ισότητα και ελευθερία, μεταξύ άλλων παραβάσεων, κατοχυρωμένα από το Σύνταγμα της Ινδίας.
“Πάντα νιώθαμε ότι υπήρχε ένα κενό,” λέει η κα Guruswamy, “η απουσία των LGBT ατόμων να φωνάζουν ‘Το Σύνταγμα είναι δικό μας επίσης.’”
Αρχικά, τρεις ακόμα αιτούντες συμμετείχαν μαζί με τις Kapur και Dalmia: ο Navtej Singh Johar, χορευτής, ο Sunil Mehra, δημοσιογράφος και ο Aman Nath, ξενοδόχος.
Τις τελευταίες εβδομάδες, παίρνοντας θάρρος από αυτή την ομάδα, αιτήσεις συμπληρώθηκαν από άλλα 26 άτομα, μεταξύ τους ο Arif Jafar, του οποίου το πρόγραμμα προστασίας gay και transgender ατόμων τερματίστηκε από την αστυνομία το 2001, λέγοντας ότι λαμβάνει χρηματοδότηση από το Πακιστάν για να κάνουν τους Ινδούς άντρες gay.
Ο κος Jafar συλλήφθηκε λόγω του Άρθρου 377 και άλλων νόμων και πέρασε 47 μέρες στη φυλακή, όπου ξυλοκοπήθηκε από τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Παρόλο που οι περισσότεροι αιτούντες είναι οικονομικά ευκατάστατοι, κάτι που τους προστατεύει από πολλούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν πολλοί gay Ινδοί, η κοινή γνώμη έχει αρχίσει να αλλάζει σε πολλά μέρη. Παρελάσεις Υπερηφάνειας ξεπετάγονται σε μεγάλες πόλεις, ενώ γονείς υπερασπίζονται τα gay παιδιά τους.
Η κα Kapur έλαβε τα δικά της μέτρα. Παραιτήθηκε από τη δουλειά της σε εταιρία όπου δούλευε με “εξαιρετικούς ανθρώπους” αλλά ένιωθε ενόχληση που οι συνεργάτες της υπέθεταν ότι όλοι στο γραφείο ήταν στρέιτ. Το 2009 επίσης μίλησε για τη σεξουαλικότητά της στη μητέρα της, η οποία πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα λίγο μετά τη συζήτηση.
“Αφού έχασα τη μητέρα μου, έγινα ατρόμητη. Μετά το θάνατό της, μου έδωσε κουράγιο.”
Ακόμα κι αν το Ανώτατο Δικαστήριο αποκλείσει το συναινετικό σεξ από το νόμο, οι δικηγόροι τονίζουν ότι η αρχαϊκή γλώσσα που χρησιμοποιείται δημιουργεί ανάγκη τροπολογίας για να προστατευτούν όντως τα gay άτομα.
Τον Ιανουάριο, ο πατέρας της κας Kapur της ταχυδρόμησε μια κορνιζομένη εφημερίδα, με ένα απόκομμα άρθρου των Times of India που αναφερόταν στις “Δημοφιλείς και Ατρόμητες 5.” Κάτω από το απόκομμα, έγραψε ένα σημείωμα:
“Η μητέρα σου θα ήταν τόσο περήφανη.”
πηγή: nytimes.com
απόδοση: Κωνσταντίνος Καραΐσκος