Ο ΤΑΖ προσπαθεί να καταλάβει πώς γίνεται να ζητήσει συγγνώμη χωρίς να ζητήσει συγγνώμη και χαθεί το φιλότιμό του.
Κάνεις μια μαλακία εντάξει; Και δύο και τρεις απανωτές. Μετά έρχεσαι στα ίσα σου και προσπαθείς να ζητήσεις συγγνώμη. Τι κάνουν οι περισσότεροι που λέμε τώρα, έχεις αδικήσει; Αντί να δεχθούν τη μετάνοιά σου, βρίσκουν πάτημα πάνω της για να σε κάνουν να νιώσεις πιο πολύ ένοχος, χρησιμοποιώντας την ατάκα του τίτλου. Δηλαδή εσύ πας με βαριά καρδιά να τους πεις «μαλακίστηκα» κι αυτοί σου απαντάνε «μαλάκας είσαι». Αυτό μου αρκεί για να διαλύσω πολλές σχέσεις με πολλούς ανθρώπους. Η μη συγχώρεση.
Σε έναν κόσμο χριστιανικής ηθικής που η συγχώρεση είναι το άλφα και το ωμέγα. Όποτε τον συμφέρει. Με μια συμπεριφορά, που σε κάνει τελικά να μη θες ποτέ να πεις «συγγνώμη» γιατί θα βρουν αφορμή να σε πατήσουν. Πρώην γκόμενοι, εργοδότες, η ίδια σου η μάνα… Ξέρετε πόσες φορές μου έχει πει η μάνα μου τη φράση του τίτλου; Ξέρετε πόσες φορές προσπάθησα να φέρω τα ίσα σε φαγώματα με φίλους; Το ίδιο. Ε τότε τι γουστάρεις; Να σου πω ναι μεν ήμουν μεθυσμένος αλλά ευτυχώς ξαλάφρωσα το μέσα μου από τη μαλακία σου; Στον έρωτα και στον πόλεμο δεν υπάρχει συγγνώμη. Και μάλλον γι’ αυτό μου αρέσει και ο έρωτας και ο πόλεμος. Δύο αντίπαλες ομάδες με περίσσιο φιλότιμο προσπαθούν να κυριαρχήσουν. Το φιλότιμο κρύβεται στην προσπάθεια σου να επιβιώσεις σκοτώνοντας όσον το δυνατόν λιγότερους. Ή πιο αναίμακτα, εξορίζοντας τους. Το συγγνώμη δεν είναι υπόκλιση στον άρχοντα. Το φιλότιμο είναι υπόκλιση στην ψυχή σου. Βαρέθηκα να ψάχνω αυτήν την ισορροπία όταν οι άλλοι δεν είναι διατεθειμένοι να την κατανοήσουν. Και τότε γίνομαι πολεμοχαρής. Κατάλαβες φίλε; Γίνομαι πολεμοχαρής από την έλλειψη συγκατάβασης με το «συγγνώμη» μου. Και τότε γίνομαι πιο ανεξέλεγκτος. Σε έναν κόσμο που το συγγνώμη είναι πάτημα για να σε γαμήσει ο άλλος, γιατί να ζητάω συγγνώμη; Από τη στιγμή που για πολλούς δεν έχω φιλότιμο. Όλοι μας, κατασκευασμένες ύαινες να φάμε τα αποφάγια των λιονταριών. Όλη μας η συμπεριφορά ένα κεμπαμπτζίδικο. Εκεί που αισθάνεσαι περήφανος και μιλάς με λαδωμένα νύχια και στόμα. Ο μόνος που έχω να ζητήσω συγγνώμη είναι ο εαυτός μου μάλλον. Με ό,τι καλό και κακό τον διαμόρφωσα. Αλλά ποτέ ξανά συγγνώμη σε ξένους. Όταν λέω «ξένους» δεν εννοώ την κυρία που κατά λάθος της πάτησες το παπούτσι στο λεωφορείο. Εννοώ τους κολλητούς σου που μια ζωή μαζί δεν κατάλαβαν τίποτα από σένα, γιατί την περνούσαν στον καθρέφτη με το σεσουάρ από τα μαλλιά δονητή στον κώλο. Το συγγνώμη δεν χάθηκε απ’ όταν βγήκε το φιλότιμο. Το φιλότιμο εξαφανίστηκε απ’ όταν δεν έμαθες να ακούς και να αξιολογείς το συγγνώμη.
Στα ελάχιστα αστικά σπίτια στην Ελλάδα, πριν το δείπνο προσεύχονται ακόμα και ζητάνε συγγνώμη στην προσευχή τους για το σκοτωμένο ζώο, που πρόκειται να τους φέρει ηδονή και χόρταση. Οι υπόλοιποι το θεωρούμε δεδομένο. Μπιφτέκι ήταν και πάει. «Από τότε που βγήκε το συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο». Κι από τότε που βγήκε το λιγδιάρικο φιλότιμο, χάθηκε το συγγνώμη. Πόσες μαλακίες έχεις πει για τον πρώην γκόμενό σου, θυμάσαι; H ενοχή είναι δηλητήριο. Μ’ αγαπάς; Δεν ξέρω. Συγγνώμη!