“Ποια ήταν η τελευταία φορά που είδες έναν ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρα να παρουσιάζεται ως καρικατούρα;”
Ζητήσαμε από έξι νέους καλλιτέχνες να μας απαντήσουν στο παραπάνω ερώτημα και να μας εξηγήσουν γιατί πρέπει να σταματήσουμε να αποτυπώνουμε τόσο στερεοτυπικά τη διαφορετικότητα στην τέχνη.
(σ.σ. γιατί ευτυχώς δεν υπάρχει μόνο ο Σεφερλής…)
Αγγελική Γρηγοροπούλου
Η τελευταία φορά που είδα έναν ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρα να παρουσιάζεται ως καρικατούρα ήταν στην ελληνική τηλεόραση. Το πιο σύνηθες “μοντέλο” είναι αυτό του gay άνδρα, που παρουσιάζεται ως ένας θηλυπρεπής, υστερικός, εκκεντρικός, ξινός ή αιθεροβάμων φίλος του πρωταγωνιστή (ή μάλλον πρωταγωνίστριας) που πετά απλά ατάκες για να γελάσουμε. Πάντα βοηθητικός ρόλος ή guest και ποτέ πρωταγωνιστικός. Μου έρχονται τουλάχιστον πέντε παραδείγματα στο μυαλό. Το αισιόδοξο είναι ότι αυτοί οι χαρακτήρες αρχίζουν σιγά σιγά να εκλείπουν από την ελληνική τηλεόραση και βαδίζουμε σε πιο ρεαλιστικά μονοπάτια. Μια άλλη περίπτωση είναι οι straight ανδρικοί χαρακτήρες που για να κάνουν χιούμορ ή για να χλευάσουν κάποιον λεπταίνουν τη φωνή και σπάνε καρπό, υποδυόμενοι τους gay. Αυτό το είδα, δυστυχώς, πολύ πρόσφατα σε μια καινούρια ελληνική σειρά και σκέφτηκα “Πώς είναι δυνατόν ΑΥΤΟ σήμερα να θεωρείται αστείο;”. Και μετά σκέφτηκα “Όσο θα υπάρχει ‘φιλοθεάμον’ κοινό που θα γελάει με αυτό, ναι, θα το βάζουν και θα το ξαναβάζουν”. Και έκλεισα την τηλεόραση. Ευτυχώς υπάρχει και το Netflix. Όσον αφορά στο θέατρο, δεν έχει τύχει να δω κάποια παράσταση όπου LGBT ήρωας να παρουσιάζεται ως καρικατούρα. Γνωρίζω την ύπαρξη τέτοιων παραστάσεων, αλλά επιλέγω να μην τις δω. Η τέχνη είναι κι αυτή ένας παράγοντας που διαμορφώνει την κοινωνική συνείδηση. Αν ένας ηθοποιός π.χ παρουσιάζει έναν LGBT χαρακτήρα ως καρικατούρα, ως μια κωμική, δηλαδή, παραμόρφωση για να προκαλέσει γέλιο, δίνει το “παράδειγμα” στον εκάστοτε θεατή για να αναπαράγει και να διαιωνίζει κι ο ίδιος αυτή την παρωδία. Δείχνει με το δάχτυλο μια ομάδα ανθρώπων και λέει: “Αυτοί οι άνθρωποι μιλούν με τον ίδιο τρόπο, κάνουν τις ίδιες κινήσεις, φοράνε τα ίδια ρούχα, έχουν τα ίδια γούστα και είναι όλα υπερβολικά, διαφορετικά,αστεία και είναι οκ να γελάμε μαζί τους”. Και κάπου εκεί ο θεατής -γονιός, συμμαθητής, εργοδότης, φίλος, άγνωστος κλπ θα αρχίσει να γελά “αθώα” με μια ανθρώπινη ύπαρξη μόνο και μόνο επειδή τελικά έχει διαφορετική σεξουαλική ταυτότητα. Κι αν είναι και “μεγαλόψυχος” θα προσπαθήσει να τον φέρει στον ίσιο δρόμο για να μην συνεχίσουν να γελούν οι άλλοι μαζί του. Ή θα τον απομονώσει για να μη γίνει στόχος και ο ίδιος και γελούν μαζί του. Ή θα θυμώσει μαζί του γιατί τολμά να υποστηρίξει τις επιλογές του που έτυχε να είναι διαφορετικές από τις δικές του. Τον περιθωριοποιεί. Τον στοχεύει. Τον σκοτώνει. ‘Εχει περάσει η εποχή της comedia dell arte με τους στερεότυπους ρόλους. Ο αρλεκίνος, η κολομπίνα, ο πανταλόνε, ο πιερρότος, ο στρέιτ, ο γκέι, η τρανς και η λεσβία; Δε χωράνε αυτά στο σήμερα. Δεν αφορούν κανέναν. Δε χωράει η γενίκευση στην τέχνη. Κάθε χαρακτήρας είναι μοναδικός επειδή κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός, ανεξαρτήτως σεξουαλικής ταυτότητα, ηλικίας, προέλευσης, εξωτερικής εμφάνισης ή κοινωνικής τάξης.
Η Αγγελική γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά. Είναι τελειόφοιτος Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ και απόφοιτος της Δραματικής Σχολής “Πράξη Επτά”. Το ’18 έπαιξε στην παράσταση “Αν υπάρχει δεν το έχω βρει ακόμα” σε σκηνοθεσία Μάκη Παπαδημητρίου στο Θέατρο Βρετάνια καθώς και στην “Ελένη” σε σκηνοθεσία Τζωρτζίνας Κακουδάκη στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Παράλληλα, με το θέατρο ασχολείται με τη μουσική και ετοιμάζει το πρώτο της live στην Αθήνα. Επίσης, με την ομάδα της “Fem Tettix” ολοκληρώνουν τη συγγραφή του πρώτου τους θεατρικού έργου το οποίο θα ανέβει προσεχώς.
Γιάννης Σοφολόγης
Στην ελληνική τηλεόραση αλλά και στη σύγχρονη ελληνική επιθεώρηση, παραδοσιακά και συχνά, οι ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρες παρουσιάζονται με στερεοτυπικό και επίπεδο τρόπο και όχι ως πολυδιάστατες προσωπικότητες. Σε αντίθεση με τις ξένες παραγωγές στις οποίες εδώ και χρόνια η προσέγγιση γίνεται κατά βάση με επίκεντρο τον άνθρωπο και όχι τη σεξουαλικότητα. Τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας δεν είναι καρικατούρες. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι απλώς μία από τις πολλές πτυχές κάθε ανθρώπου. Οποιαδήποτε μορφή τέχνης, αν θέλει να στοχεύει στην ουσία, οφείλει να μην περιορίζεται σε φθηνές και επιφανειακές προσεγγίσεις ενός χαρακτήρα, λόγω άγνοιας και φόβου της διαφορετικότητας. Είναι ένα ζήτημα που μας απασχόλησε έντονα στις πρόβες της «Αρχής του Αρχιμήδη» διότι το θέμα της ομοφυλοφιλίας υπάρχει στο έργο, και το αντιμετωπίσαμε τελικά σαν οποιοδήποτε άλλο στοιχείο των χαρακτήρων, όπως θα έπρεπε δηλαδή, και όχι σαν κάτι το οποίο θα έπρεπε να αναδειχτεί με κραυγαλέο τρόπο.
Ο Γιάννης Σοφολόγης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Αποφοίτησε από τη δραματική σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος το 2011. Εργάζεται στο θέατρο ως ηθοποιός και σκηνοθέτης. Αυτήν την περίοδο συμμετέχει στην παράσταση «Η Αρχή του Αρχιμήδη», του Ζουζέπ-Μαρία Μιρό, σε σκηνοθεσία του Βασίλη Μαυρογεωργιου, μαζί με τους Σεραφείμ Ράδη, Μιχάλη Συριόπουλο και Μαρία Φιλίνη, στο Skrow Theater, στο Παγκράτι.
Μαρία Μοσχούρη
Για να είμαι ειλικρινής δεν μπορώ να θυμηθώ ποια ήταν η τελευταία φορά που είδα κάτι τέτοιο. Νομίζω άλλωστε ότι οι σειρές, οι παραστάσεις και οι ταινίες που έχουν κάποιο βάθος και κάποιο κόπο για να γίνουν, δεν καταφεύγουν σε τέτοιες εύκολες και αφελείς επιλογές. Φυσικά είμαι σίγουρη, ότι ακόμα και σήμερα θα υπάρχουν μέσα που παρουσιάζουν κατά τέτοιο τρόπο αυτούς τους χαρακτήρες, αλλά νομίζω πως σιγά σιγά καλλιεργείται η συνείδηση του κοινού και φανερώνεται ότι κάτι τέτοιο είναι όχι μόνο γελοίο αλλά και βαθιά κακόγουστο! Το ερώτημα για μένα είναι γιατί το 2019 πρέπει να γίνεται αυτή η στερεοτυπική απεικόνιση. Αλλά επειδή μάλλον είναι νωρίς στον κόσμο αυτόν και δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, η απάντηση στην ερώτηση είναι γιατί μια τέτοια απεικόνιση διαιωνίζει ένα στερεότυπο το όποιο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και το οποίο περιορίζει τρομερά την αντίληψη μας για τους ανθρώπους και την σεξουαλικότητά τους εν γένει. Η καρικατούρα είναι υπεραπλούστευση και η υπεραπλούστευση όταν αφορά στην απεικόνιση ανθρώπων είναι έως και επικίνδυνη. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο χλεύης, γιατί από μόνος του δεν έχει τίποτα το γελοίο. Γελοίος, κακόγουστος και αφελής είναι ο τρόπος που διαλέγει ορισμένες φορές να τον παρουσιάσει η κοινωνία, άρα και οι τέχνες. Τέλος, ξέρω ότι υπάρχουν άνθρωποι που θα υποστηρίξουν πως σε ο,τι αφορά στο χιούμορ δεν υπάρχουν όρια και εν μέρει έχουν δίκιο. Αλλά το 2019 δεν είναι κακό (ίσα ίσα είναι και πολύ χρήσιμο) να αναρωτηθούμε: με τι στ’ αλήθεια γελαμε;
Η Μαρία γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και τελειόφοιτη του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Έχει παρακολουθήσει τα Σεμινάρια του Θεάτρου Πόρτα για το Δράμα στην Εκπαιδευση και έχει εργαστεί με παιδιά και πρόσφυγες τα τελευταία χρόνια. Στο θέατρο έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως: Πάρις Μέξης, Βαβαδάκης, Γιώργος Κατσής, Δημήτρης Αγαρτζίδης, Βασίλης Κουκαλάνι, Παντελής Δεντάκης κ.α.
Πάνος Παπαδόπουλος
H παρουσία του LGBT χαρακτήρα ως καρικατούρα στην τέχνη εντοπίζεται κυρίως την περίοδο που η πατριαρχία έχει ισχυρή παρουσία στις κοινωνικές δομές και την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Ο άνδρας και η γυναίκα έπρεπε να έχουν σαφή στερεοτυπικά χαρακτηριστικά ώστε να είναι αρεστά στο άλλο φύλο. Σε αντίθετη περίπτωση γίνονταν αντικείμενα χλευασμού, ως άτομα μη “δυνατά” να αντεπεξέλθουν σε ό,τι ορίζει η κοινωνία ως σεξουαλικότητα, αυτοπεποίθηση και έκφραση συναισθήματος. Σε καλλιτεχνικά θεάματα που χαρακτηρίζονται από το χοντροκομμένο και εύκολο χιούμορ, δίνεται η ευκαιρία στους δημιουργούς, να χλευάσουν τον “αδύναμο”, να τονίσουν τις μη αποδεκτές ιδιότητές του και να τις διογκώσουν. Συνήθως τέτοιοι χαρακτήρες εμφανίζονται σε επιθεωρήσεις, την περίοδο που το συγκεκριμένο είδος χάνει την δηκτική του ματιά στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα, καθώς και σε ταινίες και σίριαλ που γυρίζονται την περίοδο της οικονομικής ευμάρειας του τόπου. Στην σημερινή εποχή που παρατηρείται μια σταδιακή υποχώρηση των πατριαρχικών αντιλήψεων, που καταργούνται τα κοινωνικά στερεότυπα και οι θεσμοί προστατεύουν την ελεύθερη επιλογή των ανθρώπων, οι καρικατούρες αρχίζουν και αποδυναμώνονται. Οι άνθρωποι αγαπούν τους άλλους ανθρώπους για αυτό που είναι και όχι για αυτό που θα ήθελε το κυρίαρχο ρεύμα από αυτούς. Συνεπώς με βάση την αγάπη ως αλήθεια, ο ανθρωπισμός νικά. Και αυτή η νίκη θα πρέπει να περάσει και στην τέχνη ως κάτι το Υψηλό και το Ωραίο.
Ο Πάνος είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου (2015). Στο Θέατρο, συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τη Σοφία Φιλιππίδου, στο «Καρφίτσες στα Γόνατα» της Ρ. Γεωργακοπούλου, τον Δημήτρη Λιγνάδη στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Ο. Σαίξπηρ στον «Πέερ Γκυντ» του Χ. Ίψεν, τον Γιάννη Κακλέα στο «Παιχνίδι της Σφαγής» του Ε. Ιονέσκο, τον Μάνο Βαβαδάκη και τον Γιώργο Κατσή στο «Έξυπνο Πουλί» του Ζ. Φεντώ (για το οποίο υπήρξε και υποψήφιος για Βραβείο Χορν 2018) και με τον Γιώργο Παπαγεωργίου στον «Επιθεωρητή» του Ν. Γκόγκολ με τον οποίον επιμελήθηκε από κοινού και τη διασκευή του έργου. Στον κινηματογράφο συνεργάστηκε με τον Τάκη Παπαναστασίου, τον Γιάννη Βεσλεμέ και τη Σοφία Εξάρχου.
Νάνσυ Μπούκλη
Έχω παρατηρήσει πως σε διάφορα θεάματα γενικώς, τους ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρες, όταν κάποιος τους παριστάνει, συμβαίνει αυτό το άβολο και κοροϊδευτικό “κινούμενο σχέδιο”, από το κουτάκι χωρίς φαντασία, με τις τυποποιημένες εκφράσεις και τύπους ανθρώπων. Δεν εμβαθύνει στο ποιος είναι αυτός που θέλει να υποδυθεί στην ουσία του, παρουσιάζει απλώς ένα κακόγουστο περίγραμμα. Άραγε γιατί; Αφού βλέπουμε ως καρικατούρες τους ανθρώπους ΛΟΑΤΚΙ+γύρω μας, πώς θα μπορούσε να συμβεί κάτι άλλο στην τέχνη; Πρέπει να σταματήσουμε να παρουσιάζουμε τους ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρες ως καρικατούρες στην τέχνη, γιατί απλούστατα δεν είναι. Α, θα πω μια σοφία! Είναι άνθρωποι όπως είμαστε όλοι. Δεν γίνεται να είμαστε όλοι ίδιοι, μόνο όλοι ίσοι. Μπορεί να ακούγεται αφελές αυτό που λέω, αλλά αυτούς που δεν τους αρέσουν τα γεμιστά, πως τους παρουσιάζουμε; Μια ζωή μας τρώει να κρίνουμε, να αποστασιοποιούμαστε και να φερόμαστε με βία, σε κάτι που μπορεί να μας φαίνεται ανοίκειο ή σε κάποιον που δεν συμφωνεί μ’ εμάς. Κι έφυγε η ζωή. Ό,τι δεν μπορούμε να καταλάβουμε ή φαίνεται ξένο, διαφορετικό ή περίεργο για εμάς, δεν πρέπει να το αποφεύγουμε, ούτε να το διώχνουμε, μπορούμε να μάθουμε γι’ αυτό, να το γνωρίσουμε. Είναι μέσα μας, τους περιέχουμε και αυτούς που δεν τρώνε τα γεμιστά, κι ας είναι το αγαπημένο μας φαγητό, δεν αρέσει σε όλους, ας μην θυμώνουμε γι’ αυτό. Καλή χώνεψη.
Η Νάνσυ είναι αριστούχος απόφοιτος της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης «δήλος», της Δήμητρας Χατούπη. Έχει συνεργαστεί στο θέατρο με τον Δημήτρη Λιγνάδη, Γιώργο Κιμούλη, Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, Bijoux de Kant, κ.α. Στον κινηματογράφο, έχει συμμετάσχει σε αρκετές μικρού μήκους ταινίες και στη μεγάλου μήκους ταινία “1968”, του Τάσου Μπουλμέτη. Το 2017 σκηνοθέτησε την πρώτη της θεατρική παράσταση, ’ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ’ ενώ το 2018 σκηνοθέτησε στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Aυτή την περίοδο συμμετέχει στην τηλεοπτική σειρά “Ο Πρίγκιπας της Φωτιάς”. Επίσης, πρόκειται να σκηνοθετήσει και να παίξει μαζί με τον Πάνο Παπαδόπουλο το έργο “Γελώντας Άγρια”, του Κ. Ντουράνγκ στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Ηλέκτρα Σαρρή
Συχνά έχω δει στο θέατρο LGBT χαρακτήρες να παρουσιάζονται ως καρικατούρες, δηλαδή κάπως «κουνημένοι», περίεργοι, σαν να μην είναι άνθρωποι, αλλά παράξενα πλάσματα, φορτωμένα συνήθως με παράταιρα κιτς κουστούμια, πειραγμένη άρθρωση και αλλόκοτη συμπεριφορά. Παλιά, ομολογουμένως, πιο συχνά από ότι τώρα πια. Είναι εξοργιστικό και χυδαίο προς χάριν μιας κακώς εννοούμενης κωμικότητας να εκθέτεις στους θεατές μια τέτοια εικόνα, υπονοώντας ότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Προτιμώ, αντί να εκθέσω αυτούς που έχω δει να το κάνουν, να υμνήσω αυτούς που προτίμησαν να μη το κάνουν και αντιμετώπισαν με ευαισθησία και σεβασμό το ρόλο τους, όπως δηλαδή θα αντιμετώπιζαν κάθε ρόλο. Θαυμάζω, λοιπόν, την Έφη Σταμούλη για την ερμηνεία της στο «Σωτηρία με λένε», σε σκηνοθεσία Χριστίνας Χατζηβασιλείου, τον Μιχάλη Οικονόμου για την ερμηνεία του στον «Αρίστο», σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου και την Κλεοπάτρα Μάρκου για την ερμηνεία της στο «Rotterdam», σε σκηνοθεσία Μάριου Παναγιώτου. Γνώρισα μια μέρα μια τρανς στη στάση του λεωφορείου. Θυμάμαι να μου λέει: «Όλοι αυτοί οι οικογενειάρχες, οι ‘άντρακλες’ που μπροστά σε κόσμο με βρίζουν, με ταπεινώνουν και προσποιούνται ότι δεν μπορούν να αναπνεύσουν τον ίδιο αέρα με μένα, το πρωί που πηγαίνουν στη δουλειά τους με το λεωφορείο, είναι οι ίδιοι που το βράδυ που επιστρέφουν μου την πέφτουν και μου ζητούν να βγούμε. Η κοινωνία μας είναι γεμάτη υποκρισία.»
Αν υποθέσουμε ότι το θέατρο αντανακλά την κοινωνία μας, ποιος από όλους μας μοιάζει καρικατούρα; Η τέχνη αφηγείται τα ανθρώπινα, δεν τα κοροϊδεύει.
Η Ηλέκτρα γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Παιδαγωγικά και κλασσικό πιάνο και στη συνέχεια πέρασε στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν. Η πρώτη τηε δουλειά ήταν ο «Πινόκιο», μια παράσταση του Θεάτρου του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη για παιδιά που για διάφορους λόγους δεν μπορούν να πάνε εύκολα στο θέατρο. Ο «Πινόκιο» παίζεται φέτος για δεύτερη χρονιά. Το καλοκαίρι συμμετείχε στις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη. Αυτή την περίοδο παίζει στον «Καλό άνθρωπο του Σετσουάν» του Μπρέχτ, σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη στο θέατρο Θησείον.