“Rights are a useful but insufficient charity, perverse in their disciplinary capacity”
-Eskalera Karakola
Μία κυρίαρχη αντίληψη στο νεοφιλελευθερισμό είναι αυτή που συνδέει την ανθρώπινη αξία και αξιοπρέπεια με την παραγωγή. Το μήνυμά της είναι: ‘Είμαι νομοταγής πολίτης, βγάζω χρήματα, πληρώνω τους φόρους μου, είμαι επιτυχημένος, δίνω κάτι στο κράτος και συνεπώς είμαι χρήσιμος, άρα ως αντάλλαγμα μπορώ να ζητώ από αυτό να μου παραχωρεί δικαιώματα’.
Αυτό πάνω κάτω μας είπε κι ο Γιώργος Καπουτζίδης στην πρόσφατη εκδήλωση με τίτλο “Κοινωνία χωρίς Ρατσισμό, Κοινωνία με Μέλλον” για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού – ταυτότητας και έκφρασης φύλου που διοργάνωσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης (ναι, το ίδιο υπουργείο που πρότεινε και πέρασε το νομο για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια), με ένα πάνελ που αποτελείτο για ακόμη μια φορά αποκλειστικά από άντρες.
Όσο κι αν συντάσσομαι με το αίτημα του κ. Καπουτζίδη, όσο εξαιρετικά συμπαθής κι αν μου είναι προσωπικά ο ίδιος, δεν μπορώ παρά να διαφωνήσω μεν με τις ατραπούς που ακολουθεί η σκέψη του για να καταλήξει στο σωστό δε συμπέρασμα, ότι δηλαδή είναι επιτέλους καιρός τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να αποκτήσουν τα ίδια δικαιώματα με αυτά που τα σις στρέιτ απολαμβάνουν εδώ και δεκαετίες.
Όχι, δε χρειάζεται να δουλεύεις ή να επιθυμείς να δουλέψεις για μπορείς να διεκδικείς την πολιτειακή αναγνώριση των δικαιωμάτων σου.
Όχι, φυσικά και δεν χρειάζεται να πετύχεις το οτιδήποτε, επαγγελματικά ή προσωπικά, για να μην αντιμετωπίζεσαι από το κράτος και το κοινωνικό σύνολο ως πολίτης δεύτερης κατηγορίας. Δεν είναι η “αριστεία” και ο καθωσπρεπισμός το κριτήριο για την ισότητα απέναντι στο νόμο, δεν θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον, τέτοια επιχειρήματα ενέχουν ταξικό ελιτισμό, προέρχονται από μια θέση οικονομικού, ταξικού προνομίου. Έχουμε σιχαθεί να ακούμε για τους “φυσιολογικούς” γκέι, τους καθωσπρέπει και συχνά επιφανείς, που “δεν προκαλούν” και κάνουν τη δουλείτσα τους και ακολουθούν υπάκουα τις επιταγές της ετεροσεξιστικής μας κοινωνίας, δια μέσω αυτού του κοινωνικού πιεστηρίου έχει δομηθεί άλλωστε και η ομοκανονικότητα που ξεχωρίζει τους “σωστούς” ομοφυλόφιλους από τις “κραγμένες”.
Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι αυθύπαρκτη. Οι άνθρωποι δεν αξίζουν ελευθερίες και δικαιώματα επειδή γίνονται χρήσιμοι σε κάποιον, είτε αυτός ο κάποιος είναι το κράτος, ο καπιταλισμός ή/και η πατριαρχία, είτε είναι ένας άλλος άνθρωπος. Αυτή είναι η (καπιταλιστική) λογική με την οποία εκμεταλλευόμαστε την εργατική τάξη, το γυναικείο φύλο, ολόκληρες φυλές, τα υπόλοιπα ζώα και το περιβάλλον εδώ και αιώνες, είναι η λογική που αποκλείει και περιθωριοποιεί τα ανάπηρα σώματα, τα μη αρτιμελή, τα γερασμένα, και όσα ακόμη θεωρεί λιγότερο σημαντικά επειδή αξιολογεί ότι δεν μπορούν να είναι εξίσου παραγωγικά με τα αρτιμελή, αυτή είναι ακριβώς η λογική που ιεραρχεί και διαχωρίζει ποιες ζωές είναι άξιες να βιωθούν και ποιες όχι· αυτή είναι, ουσιαστικά, και η απάντηση στην ίδια την ερώτηση του κ. Καπουτζίδη.
Ο αντίλογος εδώ γίνεται επ’ ουδενί επί του προσωπικού, αλλά επί των όρων με τους οποίους διεκδικούμε ως κοινότητα αστικά δικαιώματα. Η διεκδίκηση, λοιπόν, δεν γίνεται να μην είναι συμπεριληπτική, δεν μπορεί να γίνει με μία ρητορική που δυνητικά λειτουργεί εις βάρος, έστω έμμεσα, ορισμένων εξ ημών, ούτε με διαπιστευτήρια συμβατικής επιτυχίας και αριστείας, γιατί έτσι κάποια από εμάς πάντοτε θα θεωρούνται ανεπαρκή και θα μένουν στο περιθώριο, και το κοινωνικό και το κινηματικό.