Κάθε κοινωνική μειονότητα υποφέρει από τραύματα που ο κορμός της κοινωνίας αγνοεί. Είναι σύνηθες φαινόμενο αυτά τα τραύματα να μπαίνουν κάτω από το χαλάκι, αν όχι να θεωρούνται φυσική συνέπεια της ίδιας της ύπαρξης της μειονότητας.
(Είναι συχνά τα σχόλια τύπου “οι γκέι είναι δυστυχισμένοι επειδή είναι γκέι”, με τα οποία μεγάλωσαν γενιές και γενιές, λες και επρόκειτο για κάποια απειλή, για κάποια προειδοποίηση, πως αν “γίνεις” γκέι θα είσαι δυστυχισμένος, και άρα μακριά από εμάς.)
Αν και το τραύμα αντιμετωπίζεται ως η απόδειξη ενός κακού βιώματος, δεν παύει να είναι και η απόδειξη μίας επιβίωσης. Όταν ακόμα και η ψυχική υγεία χρησιμοποιείται και πλασάρεται ως σύμβολο κανονικότητας και επιτυχίας, είναι σχεδόν άθλος να τολμά κανείς να δώσει χρόνο και χώρο στο τραύμα του να πάρει τις διαστάσεις που χρειάζεται προτού ξεπεραστεί.
Γιατί τίποτα δεν ξεπερνιέται αν δεν αναγνωριστεί πρώτα. Και ο πόνος που ζει κανείς σε μία κοινωνία που τον κατατάσσει στους “περιθωριακούς”, είτε λόγω σεξουαλικότητας, είτε λόγω οποιασδήποτε διαφοροποίησής του από τη μάζα, είναι αβάσταχτος.
Όχι, η διαφορετικότητα δεν είναι πάντα ουράνια τόξα, φτερά και πούπουλα. Κάποιες φορές είναι κατάθλιψη, απομόνωση, απώλεια φίλων και αγαπημένων που υπολόγιζες πως πάντα θα είναι εκεί. Η διαφορετικότητα δεν είναι ένας ατελείωτος χαρωπός ακτιβισμός. Είναι ψυχική μάχη σήμερα, εχθές, αύριο, και κάθε νέο εργασιακό περιβάλλον, κάθε νέα παρέα, κάθε νέο σχολείο, είναι μία καινούργια παρτίδα η οποία πρέπει να κερδηθεί.
Δεν υπάρχει τίποτα που να επικοινωνεί πιο ειλικρινά το ανθρώπινο συναίσθημα από την κοινή κατανόηση γύρω από ένα τραύμα. Και ενώ συνηθίσαμε να βλέπουμε ως τραύμα μόνο ό,τι αφήνει φανερή ζημιά, τα περισσότερα κακά έχουν γίνει από λόγια που δεν ήταν ακραία, από πράξεις που δεν ήταν σπαραξικάρδιες, και από όλα αυτά που έχουν αγνοηθεί επιτηδευμένα ανά τα χρόνια επειδή η ίδια η κοινωνία μας είπε πως “έλα μωρέ, αυτό δεν ήταν τίποτα.”
Ε λοιπόν, ήταν. Και όσο μία πονεμένη ομάδα είναι σε θέση να μιλάει για τον πόνο της, τόσο αυτός γίνεται δύναμη. Ο κίνδυνος σε αυτό είναι η ανακύκλωση. Το να αναμοχλεύει κανείς αρνητικές αναμνήσεις ξανά και ξανά, δημιουργώντας μία μη παραγωγική, αδιέξοδη “γκρίνια”. Ποια είναι η λύση; Πώς μπορεί κανείς να μιλά για τον πόνο του χωρίς να “κολλήσει” σε αυτόν;
Μήπως γινόμαστε υπερευαίσθητοι, μήπως κοιτάμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος; Η ακτιβιστική δράση δεν ξεκινά στο δρόμο, ούτε στο άρμα. Ξεκινάει μέσα μας. Αν δεν τα βρούμε με τον εαυτό μας, αν δεν αγαπήσουμε τις αδυναμίες μας, αν δεν αποδεχτούμε τα τραύματά μας, καμία αλλαγή δεν θα έρθει γιατί καμία αλλαγή δεν επιχειρείται.
Το τραύμα είναι το μέσο επικοινωνίας μίας αλήθειας που δεν γνωστοποιήθηκε ποτέ. Είναι εκεί για να σου πει πως αυτό που σου συνέβη ήταν κακό. Σε αλλάζει, όπως κάθε μηχανισμός επιβίωσης, αλλά δεν σε καταστρέφει — και δεν χρειάζεται να το καταστρέψεις ούτε εσύ. Η επικοινωνία είναι εκεί και ζητά συμφιλίωση.
Και όσο κι αν έχουμε πονέσει, είτε επειδή ανήκουμε σε μια μειονότητα, είτε επειδή ζήσαμε κάτι φοβερό, είτε επειδή αγνοηθήκαμε όταν χρειαζόμασταν βοήθεια πιο πολύ από ποτέ, η αλήθεια είναι πως επιζήσαμε με επιτυχία όλες τις μέρες μας ως τώρα. Και το να σκεφτόμαστε αυτό, καμιά φορά, αρκεί.