Αυτού του τύπου η αβεβαιότητα, που νιώθεις μια ανυπομονησία, αλλά και μια ανησυχία ταυτόχρονα, για το τι θα φέρει η ημέρα, τι θα ’ναι αυτό που θα ακούσεις, θα διαβάσεις ή θα δεις.
Τι συναίσθημα θα γεννηθεί μέσα σου; Κι αυτό το συναίσθημα, πώς θα χρωματίσει τη ψυχή σου;
Κοιτάζω δίπλα μου και βλέπω τη σύντροφο μου και εκεί νιώθω ανακούφιση, καθώς είναι το σημείο αναφοράς μου. Στη συνέχεια θα σηκωθώ θα φτιάξω ένα δυνατό καφέ και θα ολοκληρώσω τη πρωινή μου ρουτίνα με ένα ζεστό μπάνιο. Θα ανοίξω το κινητό μου και αμέσως θα συνδεθώ σε ό,τι λογαριασμό έχω. Αρχίζω να διαβάζω τα νέα και νιώθω λες και έχω ανοίξει την εφημερίδα…εκείνη τη στιγμή έχω στο ύφος και τον ανάλογο στόμφο.
Διαβάζω ό,τι βρω μπροστά μου. Αν δε το κάνω θα μείνω πίσω. Λες και ο κόσμος θα προχωρήσει κι εγώ θα τρέχω να προλάβω.
Συνειδητοποιώ, όμως, πως ο κόσμος, όχι μόνο δεν προχωρά, αλλά είναι πέρα για πέρα στάσιμος. Τα «πραγματικά» νέα δεν είναι εκεί. Θα ήθελα να διαβάσω για μια καινοτομία στην ιατρική, ένα νέο πολιτικό κίνημα αλλαγής, που θα προσφέρει ασφάλεια, ισότητα και ευκαιρίες στους πολίτες. Μία ιστορία αγάπης δύο ανθρώπων, και γιατί όχι, ίσως, και περισσότερων, συνεντεύξεις γεμάτες χαρά, ελπίδα και φως. Ούτε αυτές είναι εκεί.
Σταματάω και σκέφτομαι πόσο δύσκολο είναι να προχωρήσει ο κόσμος και να εξελιχθεί, όταν ζούμε σε αυτή τη κατάσταση, όπου μας κατατρέχει καθημερινά μία ασθένεια ορατή και ταυτόχρονα αόρατη. Μια συνθήκη που μας πάει από την ανεργία, στο καναπέ κι από τον υπολογιστή, άντε να μας βγάλει και μια βόλτα μέχρι το μπαλκόνι.
Μαζί με τη πανδημία, λοιπόν, έρχεται και η απόλυτη κατρακύλα της ανθρώπινης ύπαρξης, που λέγεται κακοποίηση.
Παίρνει πολλές μορφές και είναι πανταχού παρούσα. Είναι ο φαύλος κύκλος των δεινών της ζωής μας. Ο κόμπος εκεί ψηλά στο στήθος μας, η σύγχιση στο μυαλό μας, ο θυμός…η θλίψη…όλα όσα δε θα θέλαμε να ζήσουμε.
Οι δύο παραπάνω συνθήκες, λοιπόν, έρχονται και διαμορφώνουν τα νέα των ημέρων.
Νέα μαύρα.
Σκοτεινά.
Το ουσιώδες, όμως, είναι πως μέσα από το σκοτάδι, έρχεται το φως. Ένα νέο πρωινό, που τα «κακά νέα» φέρνουν μαζί τους, όλα τα καλά του κόσμου, και πάνε τη ζωή μας παραπέρα.
Η πανδημία γίνεται ο λόγος που μας έφερε κάπως πιο κοντά με αυτούς που αγαπάμε. Μας δίδαξε πως δε χρειάζεται σε όλο αυτό το χαοτικό ελεύθερο μας χρόνο να είμαστε παραγωγικοί. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μας προσέχουμε και να μας αγαπάμε λίγο παραπάνω.
Και για το τέλος, δε θα πω πως η κακοποίηση έχει κάτι να μας διδάξει. Ξέρουμε, πλέον, πως έχουμε δύναμη, δεν είμαστε μόν@, και οι φωνές μας γκρεμίζουν πια το τεράστιο τείχος της σιωπής.
Αυτήν την πλευρά των νέων θα επιλέγω εγώ, κάθε φορά και θα ξυπνάω κάθε μέρα στο φως.
Γράφει η Μαρία-Σοφία Μουχτούρη