Σπύρος Γραμμένος: Ο ρατσισμός και η πατριαρχία δεν είναι παρά κόμπλεξ κατωτερότητας

Με αφορμή την συναυλία του στις 12 του Σεπτέμβρη στην Τεχνόπολη μιλήσαμε με τον Σπύρο Γραμμένο για την σύμπλευση της τέχνης με τις κοινωνικές διεκδικήσεις, τις γυναικοκτονίες, την συνεργασία του με την Ελένη Κωστοπούλου (μητέρα του Ζακ), την αναγκαιότητα της ενσυναίσθησης, τη δυσφορία απέναντι στην πατριαρχία, το τραύμα, τις απώλειες, την κακοποίηση που δέχτηκε σε νεαρή ηλικία και την σχέση τέχνης – πολιτικής. Σταθήκαμε στα τρια τραγούδια του, «Ψυχή», «Λύκου Κραυγή», «Καμία Μόνη».

«Καμία Μόνη»: οι γυναικοκτονίες, μια προσωπική απώλεια και η κοινωνική προσδοκία

Αντιμέτωπος με την ερώτηση: «από που αντλείς έμπνευση για να γράψεις;» παραπέμπει στο «Δεν ξέρω τι είναι» του Δεληβοριά και στο «Γιατί δεν έρχεσαι όταν σε θέλω» του Ιωαννίδη. Δεν παρέλειψε ούτε μια φορά να αναφέρει τους όλους συνεργάτες του. Αυτά τα δύο στοιχεία, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κάπως αναπάντεχα. Αναπάντεχος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμα ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται τις απώλειες και τα τραύματα. Ξεκινήσαμε την κουβέντα επικεντρώνοντας στο κομμάτι «Καμία Μόνη».

«Οι ιδέες συνήθως έρχονται από πράγματα που είτε σε ενοχλούνε, είτε σε κάνουν χαρούμενο σε καθημερινή βάση. Σε μια χώρα στην οποία οι γυναικοκτονίες μετατρέπονται σταδιακά σε καθημερινότητα, εμείς μένουμε να προσπαθούμε να εξηγήσουμε σε κάποιους: τι σημαίνει γυναικοκτονία και πως αυτή στοιχειωθετείται στην βάση της δύναμης και της εξουσίας του θύτη απέναντι στο θύμα του. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν ένιωσα την ανάγκη να γράψω αυτό το κομμάτι. Το ρεφρέν μου βγήκε πρώτα. Ο ήχος και η αίσθηση του κομματιού μου ήρθε στην κηδεία μιας φίλης, η οποία έφυγε από άλλη αιτία, η απώλειά της όμως με ώθησε προς τα κει. Η έντονη στιγμή ήταν αυτή η κηδεία. Τις επόμενες μέρες διαπράχτηκαν διαδοχικές γυναικοκτονίες και σχετικές συζητήσεις γύρω απ’ το φαινόμενο», είπε κι απ’ τα λεγόμενα του προέκυψε το εξής ενδιαφέρον στοιχείο: το τραγούδι ενδέχεται να συνιστά έναν τρόπο να μετατρέψει κανείς μιαν απώλεια σε συνεχή παρουσία.

«Το κομμάτι το έγραψα ένα μεσημέρι και όταν τελείωσα δεν ήξερα τι να το κάνω. Δεν ήξερα αν μπορώ να το πω εγώ. Έτυχε να γραφτεί απ’ τα χέρια μου, αλλά έπρεπε να το πει γυναίκα. Οπότε πήρα την Νεφέλη και την Αγγελίνα και το φτιάξαμε μαζί. Την παραγωγή την έκανε ο Βασίλης Ντοκάκης και πραγματικά έβαλε την ψυχή του», σημείωσε. «Η τέχνη αντλεί απ’ την καθημερινότητα. Τα τραγούδια δεν ανήκουν σε αυτούς που τα γράφουνε, άλλο αν έχουμε τον καπιταλισμό και ζούμε απ’ τα πνευματικά δικαιώματα. Νιώθω ότι η τέχνη υπάρχει γύρω μας και τυχαίνει το κάθε κομμάτι, ο κάθε πίνακας, το κάθε έργο να βγει απ’ το χέρι κάποιου. Έτσι πιστεύω ότι αυτό το κομμάτι είναι κάτι που προϋπήρχε και έτυχε να το γράψω εγώ. Το φαινόμενο των γυναικοκτονιών είναι κάτι που υπάρχει. Έτυχε σε εκείνη την ευάλωτη στιγμή, μετά από εκείνη την απώλεια να ανοίξει μια δικιά μου πόρτα και να βγει από μένα», συμπλήρωσε.

Το συγκεκριμένο τραγούδι ωστόσο αντλεί από ένα πολιτικό σύνθημα, γεγονός που θα μπορούσε να μας οδηγήσει στον εξής συνειρμό: το τραγούδι είναι μορφή αφηγήματος και το σύνθημα μια συμπυκνωμένη μορφή πολιτκού λόγου. Ο πιο πάνω συνειρμός μπορεί να γεννήσει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την διαπλοκή τέχνης και πολιτικής. Ο Σπύρος Γραμμένος απαντά:  «Προτιμώ τον όρο κοινωνική τέχνη από τον όρο πολιτική τέχνη. Έχω πρόβλημα με την αδικία. Νομίζω πως εκεί εντοπίζεται το καλλιτεχνικό ένστικτο. Γράφω τραγούδια για να μην σπάσω το κεφάλι μου στον τοίχο. Βεβαίως συμβαίνει και το αντίθετο. Μετά από τρία – τέσσερα βαριά τραγούδια έχω την ανάγκη να γράψω κι ένα αστείο για να μην σπάσω το κεφάλι μου στον τοίχο. Δεν μ αρέσει όμως ο όρος πολιτικό τραγούδι, προτιμώ τον όρο κοινωνικό τραγούδι»

Ο Σπύρος Γραμμένος ορίζει την στρατευμένη τέχνη ως την κατάσταση εκείνη κατά την οποία η πολιτική στρατηγική καταπίνει το καλλιτέχνημα. «Έτσι δεν μπορώ να πω πως κάνω πολιτικό τραγούδι. Γράφω κοινωνικά τραγούδια που μιλάνε για πράγματα που με ενοχλούν στην καθημερινότητα και τυχαίνει να ενοχλούν κι άλλους ανθρώπους» σημειώνει. «Έχουμε ένα πολιτικό σύστημα που επιβιώνει απ’ τον τρόμο που δημιουργεί στους αδύναμους. Ταυτόχρονα το σύστημα αυτό δημιουργεί ελπίδα. Από την ελπίδα τώρα προτιμώ την προσδοκία, γιατί όταν θέλω να αλλάξει κάτι δεν προσεύχομαι και ελπίζω, προσδοκώ να αλλάξει, εμπλέκομαι δηλαδή για να έρθει η αλλαγή. Δεν μπορώ λοιπόν  να πιστέψω σε ένα τέτοιο σύστημα. Απ’ αυτές τις λειτουργίες προκύπτει ο ρατσισμός και η πατριαρχία, που δεν είναι τίποτε άλλο από κόμπλεξ κατωτερότητας. Επιβιώνω λοιπόν μέσα σ’ αυτό το σύστημα όπως όλοι μας προσδοκώντας όμως να αλλάξει», συμπληρώνει διευκρινίζοντας πως τα τραγούδια δεν είναι παρά οι προσδοκίες των τραγουδοποιών.

«Ψυχή»: η κουλτούρα της ματσίλας και δυο παιδικά τραύματα

Η ιστορία πίσω απ΄το τραγούδι «Ψυχή» κρύβει ένα πολιτιστικό ευτράπελο, ορισμένα απωθημένα βιώματα και μια ακόμα προσωπική απώλεια. «Ένα βράδυ με έναν φίλο κανονίσαμε να πάμε σε ένα σκυλάδικο, πολύ αυθεντικό μαγαζί. Γινόταν κάτι το φοβερό. Το 70% του κόσμου στο μαγαζί ήτανε Ρομά. Εκεί είδα την διαφορά της κουλτούρας και αισθάνθηκα πάρα πολύ άσχημα. Όταν ένας Ρομά ανέβαινε στην σκηνή να χορέψει τσιφτετέλι με την κοπέλα του, ανέβαιναν 15 φίλοι του γύρω απ’ αυτόν και τον χειροκροτούσαν. Όταν ανέβαινε μπαλαμός να χορέψει με τη γυναίκα του, οι υπόλοιποι μπαλαμοί κοιτούσαν τη γυναίκα του ή για παράδειγμα πέρναγε η σερβιτόρα και κοιτούσαν την σερβιτόρα, φέροντάς την σε αμηχανία. Αυτό με αρρώστησε εκείνο το βράδυ. Γύρισα σπίτι κοιμήθηκα για ένα τέταρτο και ξύπνησα με τον στίχο: τα βράδια ντύνεται η ψυχή μου κορίτσι, στολίζεται. Μου βγήκε τόσο αβίαστα αυτό το κομμάτι. Το ηχογράφησα στα γρήγορα για να μην το ξεχάσω στις 7 το πρωί, και κατά τις 11 που σηκώθηκα πήρα τον φίλο μου τηλέφωνο και δεν κατάφερα να το παίξω ολόκληρο, στην μέση είχα πλαντάξει στο κλάμα. Τυχαίνει αυτό το κομμάτι να το παίξω τρεις μέρες μετά τη δολοφονία του Ζακ, χωρίς να έχω σκεφτεί κάτι. Τελειώνοντας το κομμάτι, το νιώθω και εγώ και ο Χρήστος ο Καλκάνης, ότι κάτι έχει συμβεί εδώ πέρα. Ήταν μικρό το μαγαζί, είμαστε στο ένα μέτρο με τον κόσμο και βλέπω που λένε καναδύο ότι “αυτό το έγραψε για τον Ζακ” και ένιωσα εκείνη τη στιγμή ότι ο Ζακ αυτό το κομμάτι το έκανε δικό του. Μετά πήρα δύο φίλους του και τους έστειλα το κομμάτι να το ακούσουνε και σιγά σιγά το φτιάξαμε και κυκλοφόρησε.

» Το κομμάτι κουβαλά μια ολόκληρη κοινωνία και πολλές προσωπικές εμπειρίες. Μέσα σε αυτό το κομμάτι υπάρχουν σκέψεις και συναισθήματα απ’ την κακοποίηση που δέχτηκα στα 13 μου, υπάρχουν βιώματα από συζητήσεις με ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Δεν βρίσκω βαθύτερα νοήματα στα κομμάτια μου συνήθως. Είναι ζήτημα ενσυναίσθησης η συγγραφή ενός τραγουδιού.  Μια ακόμα σκέψη που με οδήγησε στο να το γράψω ήταν η εξής: Όταν ήμουν 14χρονών έχασα έναν φίλο μου λόγο του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Οι γονείς του τον έδερναν και το παιδί αυτοκτόνισε. Ήταν ένας καταπληκτικός χορευτής, θα γινόταν ένα τεράστιο αστέρι. Ήταν 12χρονών και έβγαζε όλες τις χορογραφίες του Michael Jackson. Πέρασαν πάνω από 25 χρόνια για να καταλάβω τι είχε συμβεί. Αυτοκτόνησε γιατί δεν άντεξε την πίεση απ΄την οικογένεια, απ’ το σπίτι του. Ήμασταν στην ίδια ηλικία, προερχόμασταν απ΄την ίδια κοινωνική τάξη, είχαμε μείνει και οι δύο στα Μαθηματικά και τη Φυσική. Δεν ένιωσα ποτέ ότι μας διαχωρίζει κάτι. Το απώθησα για να μην το επεξεργαστώ, όπως έκανα και με την κακοποίησή μου», είπε αναφερόμενος στο τραγούδι ως ένα εργαλείο ασφαλούς επιστροφής στα απωθημένα τραύματα της παιδικότητας.

«Λύκου Κραυγή»: Η συνεργασία με την Ελένη Κωστοπούλου

«Πριν από δύο χρόνια, τον Μάη του 2021, ήρθε η μητέρα του Ζακ, στον Ορφέα, που παίζαμε με τον Κωνσταντίνο Πουλή και τον Γιάννη Ταυλά. Είδε την παράσταση και στο τέλος μιλήσαμε. Μετά από δύο – τρεις βδομάδες έστειλε στον Κωνσταντίνο, με τον οποίο έχουν μια πιο προσωπική σχέση και του λέει: έχω κάποιους στοίχους, θα ήθελα να τους δώσω στον Σπύρο.

»Οι στίχοι έφτασαν στα χέρια μου 12 η ώρα το μεσημέρι και εγώ σηκώθηκα καθάρισα όλο το σπίτι, μαγείρεψα, πέταξα τα σκουπίδια, χώνεψα και πέρασα τουλάχιστον ένα πεντάωρο χωρίς να μπορώ να ανοίξω αυτό το email. Άνοιξα αυτό το email και όπως ένιωσα την πρώτη φορά που διάβασα, αυτό το υπέροχο νανούρισμα της Ελένης, έτσι νιώθω κάθε φορά που το τραγουδάω. Το θεωρώ ότι πιο σημαντικό έχω κάνει, γιατι ότι έχω γράψει εγώ το έχω γράψει για κάποιον τρίτο. Αυτό, το έγραψε η ίδια η μητέρα του. Πέρα απ’ το ότι είναι τα λόγια της ίδιας της μητέρας του, είναι και υπέροχα λόγια, το ότι δεν θα ήθελα να είσαι ένα πανί και ένα σύνθημα, θα ήθελα να ήσουν εδώ, να έχεις πεταμένα ρούχα στο πάτωμα και να φωνάζεις για το δίκιο με λύκου κραυγή. Οι γονείς του Ζακ είναι σπουδαίοι άνθρωποι, και γι αυτό ήταν κι ο Ζακ ένα σπουδαίο παιδί. Η δικιά μου μητέρα δεν άντεξε να ακούσει το κομμάτι όσες φορές της το πρότεινα. Το άκουσε πρώτη φορά στην συναυλία στην Τεχνόπολη πέρυσί, μαζί με την μαμά του Ζακ», αναφέρει κλείνοντας.

Μέρα: Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου

Ώρα: 21.00

Προπώληση εισιτηρίων Viva.gr εδώ

Early Bird: 10 euro

Γενική είσοδος: 13 euro

Εισιτήρια στο ταμείο: 15 euro

Ο Σπύρος Γραμμένος στην Τεχνόπολη: “Τελευταία Συναυλία”

Πειραιώς 100 & Βουτάδων

Γκάζι, Αθήνα




Δες και αυτό!