Το 2013, επί παντοκρατορίας Χρυσής Αυγής, βρεθήκαμε στα διόδια Αφιδνών όπου και μάς περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Δεκάδες φασιστόπουλα, με ύφος μεταξύ Adolph Eichmann και συμπλεγματικού διαιτητή β Εθνικής, στέκονταν στη μπάρα και μοίραζαν φυλλάδια. Αίμα τιμή και μια τσιροσαλάτα στη μέση, τα γνωστά.
Το θέμα μας όμως σήμερα δεν είναι αυτοί που τα έδιναν: είναι αυτοί που τα έπαιρναν. Οι οδηγοί που τούς χαμογελούσαν φοβισμένα και άρπαζαν δέκα δέκα τα φυλλάδια. Δυο τρεις μόνον δεν πήρανε κι έμειναν με το βλέμμα στυλωμένο μπροστά. Ένας – μετρημένος – κατέβασε το τζάμι και τους έφτυσε ένα ‘κωλοναζίδια’ στο μεσόφρυδο. Αυτοί τού κλώτσησαν το λάστιχο και τι να σου πω πια, τού έκαναν τα μούτρα κρέας. Οι υπόλοιποι τα πήραν, είπαν ένα τραγούδι και χίλια ευχαριστώ.
Ήταν φασίστες όλοι αυτοί; Μπα. Πανικόβλητα ανθρωπάκια ήταν που έκαναν τεμενάδες στους κουραδόμαγκες. Ανθρωπάκια με το σκατό στην κάλτσα – excuse my French. Αυτό το μόνιμο σκατό, το πλύνε βάλε, που αργά ή γρήγορα σού σκαρφαλώνει απ’ το σοσόνι και φωλιάζει στην ψυχή. Αυτό. Είναι τα ίδια ανθρωπάκια που, ενώ τρέμουν ένα βρωμόμουτρο στα διόδια, προτρέπουν παράλληλα τους πρόσφυγες ‘να μείνετε να πολεμήσετε για την πατρίδα σας ρε’.
Είναι τα μιχαλολιάκια. Αυτά που δεν δηλώνουν αλλά είναι φασίστες. Τα θυμήθηκα τα καημένα, τώρα με την δίκη της Χρυσής Αυγής όπου όλα τα τραμπουκοκούραδα έδειξαν το αληθινό τους προσωπάκι. Ένα προσωπάκι αόρατο δια γυμνού οφθαλμού, μικρούλι μωρέ, τόσο δα κούτσικο που το πατάς με χαρτομάντηλο και το λιώνεις. Όσο για την αρχηγάρα τον Μιχαλολιάκο, τι γενναιότης, τι ανδρεία, τι υψηλό φρόνημα. Μόνο το έδρανο του μάρτυρα που δεν σφουγγάρισε με τη γλωσσίτσα του. Τέτοια κατάντια. Πού εκείνος ο σούπερ ηγέτης που ύψωνε το χέρι σε ναζιστικό χαιρετισμό κοφτό και κιμπάρικο. Τώρα τα χεράκια στις τσεπούλες και τα ματάκια στα μωσαϊκά. Μα όλοι τους.
Γιατί λοιπόν δεν χαιρόμαστε που δικάζονται και hopefully καταδικάζονται οι χρυσαυγίτες; Γιατί, αγαπούλα μου, αυτοί έχουν αφήσει κάβα πίσω τους. Ακόμα κι αν οι μιχαλολιάκοι τιμωρηθούν, τα μιχαλολιάκια θα ζουν ανάμεσά μας: υπόγεια σαν τους αρουραίους. Με ψευδώνυμα και κατάρες ασορτί, θα κρύβονται πίσω από τον ψηλότερο για να μας κάνουν νιανιανιά εκ του ασφαλούς.
Τα μιχαλολιάκια χαμογελούν στους φασίστες στα διόδια μη βρουν κάνα μπελά. Τα μιχαλολιάκια τρώνε χοιρινά σουβλάκια δίπλα σε εξαθλιωμένους πρόσφυγες. Τα μιχαλολιάκια γίνονται βουλευτές και χλευάζουν την πείνα του παιδιού που δεν γεννήθηκε έλληνας. Τα μιχαλολιάκια φαντασιώνονται αγχόνες για τις γυναίκες του silly walk. Τα μιχαλιολάκια είναι γονείς που μεγαλώνουν παιδιά και τα διδάσκουν πώς να τρομοκρατείς τον αλλόθρησκο συμμαθητή σου. Πώς τον κακοποιείς, πώς του ρίχνεις πέτρες, πώς τον βιάζεις στην τουαλέτα. Τα μιχαλολιάκια λιθοβολούν τους ξένους με τα μωρά στην αγκαλιά. Σπάνε τη τζαμαρία της δομής φιλοξενίας. Τρομοκρατούν τους έλληνες που βοηθούν τους ανθρώπους αυτούς. Τα μιχαλολιάκια λουφάζουν μπροστά στον δυνατό και βαράνε τον αδύναμο.
Τα μιχαλολιάκια προχτές χαράκωσαν ένα 13χρονο προσφυγόπουλο μαθητή γυμνασίου και το απείλησαν πως αν τολμήσει να ξαναπάει σχολείο, θα τον σφάξουν στο γόνατο. Α, όλως τυχαίως οι δράστες ύστερα εξαφανίστηκαν στο σκοτάδι – το οποίο και τους εξέθρεψε άλλωστε. Βακτήρια με μόνιμη διεύθυνση κατοικίας τους υπονόμους όπου και κρύβονται.
Και το κυριότερο; Ανθρωπάκια που επικαλούνται την πατρίδα. Μια πατρίδα που, αν μπορούσε, θα τους έφτυνε. Γιατί αυτοί είναι οι δωσίλογοι της Κατοχής. Οι κουκουλοφόροι του μπλόκου. Οι μαυραγορίτες του τότε και του τώρα: από τον λαδέμπορο που βιάζει το κορίτσι για δυο σταγόνες λάδι, μέχρι τον δουλέμπορο που πουλάει παιδιά, μέχρι το κάθαρμα που χρεώνει δέκα ευρώ για να φορτίσει ο πρόσφυγας το κινητό του.
Οι Μιχαλολιάκοι δικάζονται. Τα μιχαλολιάκια ζουν δίπλα σου και ρουφάνε το οξυγόνο που αναπνέεις.
Να προσέχεις.
Έλενα Ακρίτα για tanea.gr