Η σχέση μεταξύ της Έλενορ Ρούζβελτ και της Λορένα Χίκοκ είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά κεφάλαια της ζωής της πρώτης Πρώτης Κυρίας των Ηνωμένων Πολιτειών, μιας γυναίκας που αψήφησε τα στερεότυπα της εποχής της. Παρά το γεγονός ότι η Έλενορ Ρούζβελτ ήταν παντρεμένη με τον Φράνκλιν Ρούζβελτ, η σχέση της με τη Λορένα Χίκοκ, μια ισχυρή και ανεξάρτητη δημοσιογράφο, αποκάλυψε μια βαθιά, προσωπική και ρομαντική σύνδεση που εξελίχθηκε σε ένα σημαντικό κεφάλαιο της ζωής της, καθώς πρόσφατες έρευνες επικεντρώνουν στην αμφιφυλοφιλική της ταυτότητα.
Η Έλενορ Ρούζβελτ
Η Άννα Έλενορ Ρούζβελτ γεννήθηκε στις 11 Οκτωβρίου 1884 στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Ήταν κόρη της Άννα Ρεμπέκα Χολ και του Έλιοτ Ρούζβελτ. Από μικρή ηλικία προτιμούσε να την αποκαλούν με το μεσαίο της όνομα, Έλενορ. Η μητέρα της της έδωσε το παρατσούκλι «γιαγιά» επειδή συμπεριφερόταν με τόσο σοβαρό τρόπο ως παιδί. Μετά το θάνατο των γονιών της, η Έλενορ μεγάλωσε στο σπίτι της γιαγιάς της από τη μητέρα της, της Μαίρη Λίβινγκστον Λάντλοου Χολ της οικογένειας Λίβινγκστον στο Τίβολι της Νέας Υόρκης. Ως παιδί ήταν ανασφαλής, με χαμηλή αυτοπεποίθηση και διψούσε για στοργή.
Ολοκλήρωσε τη βασική της εκπαίδευση κατ’ οίκον. Με την υποστήρηξη της θείας της Άννας «Μπέιμι» Ρούζβελτ, στάλθηκε στην Ακαδημία Allenswood σε ηλικία 15 ετών, ένα ιδιωτικό σχολείο στο Γουίμπλεντον του Λονδίνου. Εκεί, παρακολούθησε μαθήματα από το 1899 έως το 1902. Η διευθύντρια, μια γνωστή παιδαγωγός που προσπαθούσε να καλλιεργήσει την ανεξάρτητη σκέψη στις νεαρές γυναίκες, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Ρούζβελτ. Την βοήθησε να μιλάει άπταιστα γαλλικά.
Το καλοκαίρι του 1902, η Ρούζβελτ συνάντησε τον πέμπτο ξάδελφο του πατέρα της, Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ, σε ένα τρένο στο Τίβολι της Νέας Υόρκης. Ξεκίνησαν να αλληλογραφούν μυστικά. Το ειδύλλιο τους είχε σαν αποτέλεσμα τον αρραβώνα τους στις 22 Νοεμβρίου 1903. Το ζευγάρι παντρεύτηκε στις 17 Μαρτίου 1905, στη Νέα Υόρκη και απέκτησε έξι παιδιά. Το 1932, ο σύζυγός της πήρε το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος ως υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ και κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία τις εκλογές του ιδίου έτους. Ανέλαβε τα καθήκοντα του Προέδρου το 1933 και επανεξελέγη το 1936, το 1940 και το 1944.
Στο πλάι του συζύγου της η Έλενορ έγινε Πρώτη Κυρία, ωστόσο δεν ήταν ευτυχισμένη στον γάμο της. Ο άντρας της είχε εξωσυζυγικές σχέσεις και ενώ η ίδια είχε συζητήσει την πιθανότητα ενός διαζυγίου, ο προεδρικός κύκλος την μετέπεισε με αποτέλεσμα να διατηρήσει έναν λευκό γάμο ως το τέλος της ζωής του συζύγου της. Η ζωή της Έλενορ όμως έμελλε να αλλάξει το 1932 όταν συνάντησε την Λορένα Χίκοκ.
Η Λορένα Χίκοκ
Η Λορένα Χίκοκ και η Έλενορ Ρούζβελτ συναντήθηκαν το 1932, όταν η Χίκοκ ανέλαβε την κάλυψη της Έλενορ για την εφημερίδα Associated Press. Περίπου την εποχή που εξελέγη ο Ρούζβελτ το 1932, η Λορένα ανακάλυψε ότι η Έλενορ ήταν δυστυχισμένη με το ρόλο της Πρώτης Κυρίας.
Η Λορένα Χίκοκ μεγάλωσε σε συνθήκες φτώχειας στη Νότια Ντακότα, στις σκληρές μεσοδυτικές πολιτείες, σε αυτές τις μικρές πόλεις με τους σπάνιους δρόμους. Ο πατέρας της ήταν βίαιος, την έδιωξαν από το σπίτι της στα 13 της και πήγε να δουλέψει σε σπίτια άλλων ανθρώπων ως υπηρέτρια. Με το ζόρι αποφοίτησε από το λύκειο επειδή δούλευε συνέχεια και στη συνέχεια δεν κατάφερε ποτέ να πάει στο κολλέγιο. Είχε μια πολύ δύσκολη ζωή. Το οποίο την έκανε πολύ καλή δημοσιογράφο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Ήταν ανοιχτά λεσβία και είχε συνάψει αρκετούς ερωτικούς δεσμούς πριν την γνωριμία της με την Ρούζβελτ.
Η Έλενορ προερχόταν από μία οικονομικά ευκατάστατη οικογένεια. Ήταν μια Ρούζβελτ ακόμη και πριν παντρευτεί. Και οι δύο είχαν θλιβερή παιδική ηλικία αλλά με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Παρόλο που προέρχονταν από τόσο διαφορετικά περιβάλλοντα, μοιράστηκαν την θλίψη για τα παιδικά τους χρόνια, η οποία αποτέλεσε εξαρχής μια σημαντική σύνδεση.
Η σχέση
Για τα πρώτα χρόνια μετά τη γνωριμία τους, η Έλενορ ήθελε κοντά της την Λορένα. Έτσι, βρήκε τρόπο να αφήσει τη δουλειά της στο AP και να έρθει να ζήσει στον Λευκό Οίκο, πράγμα το οποίο έκανε. Η Λορένα έζησε για αρκετό καιρό σε ένα από τα υπνοδωμάτια των υπηρετών, όχι μακριά από το δωμάτιο της Έλενορ. Και οι δυο τους, όταν βρίσκονταν μαζί στην Ουάσιγκτον, ήταν εξαιρετικά δεμένες και εμπιστεύονταν η μία στην άλλη τα πάντα.
Αμέσως, οι δυο τους ανέπτυξαν μια στενή φιλία που γρήγορα έγινε κάτι περισσότερο. Η Χίκοκ ήταν η πρώτη που κατάλαβε ότι η Έλενορ ήταν δυσαρεστημένη με τον ρόλο της ως Πρώτη Κυρία, καθώς η ίδια προτιμούσε την ανεξάρτητη ζωή που είχε πριν ο σύζυγός της εκλεγεί πρόεδρος. Αυτή η συνειδητοποίηση οδήγησε τη Χίκοκ να υποστηρίξει την Έλενορ να βρει τη δική της φωνή και ρόλο ως Πρώτη Κυρία.
Η Χίκοκ βοήθησε την Έλενορ να ξεκινήσει μια καθημερινή στήλη, “My Day”, που την έφερε πιο κοντά στον αμερικανικό λαό, δίνοντάς της έναν πρωτοποριακό ρόλο που καμία άλλη Πρώτη Κυρία δεν είχε αναλάβει πριν. Επιπλέον, ενθάρρυνε την Έλενορ να διοργανώσει συνεντεύξεις Τύπου αποκλειστικά για γυναίκες δημοσιογράφους, ενισχύοντας τη φωνή των γυναικών στη δημοσιογραφία. Παράλληλα, η Χίκοκ ήταν μια στήριξη για την Έλενορ σε προσωπικό επίπεδο, ιδιαίτερα καθώς η σχέση της με τον Φράνκλιν Ρούζβελτ ήταν κυρίως μια πολιτική συνεργασία και όχι ένας παραδοσιακός γάμος.
Η αλληλογραφία και οι πιέσεις
Το πιο συγκλονιστικό στοιχείο της σχέσης τους είναι η εκτενής αλληλογραφία που αντάλλαξαν, η οποία περιλαμβάνει περισσότερες από 3.000 επιστολές. Σε αυτές τις επιστολές, οι δυο τους εκφράζουν βαθιά συναισθήματα, με την Έλενορ να γράφει στην Χίκοκ λόγια που αποκαλύπτουν μια έντονη συναισθηματική σύνδεση, ενώ η Χίκοκ ήταν συχνά η πρώτη που άκουγε τις ανησυχίες και τις σκέψεις της Έλενορ. Αυτές οι επιστολές βρίσκονται στη βιβλιοθήκη Ρούζβελτ στο Χάιντ Παρκ και αποκαλύπτουν μια σχέση που, για την εποχή της, ήταν εξαιρετικά τολμηρή και πιθανότατα ρομαντική.
Παρά τη στενή τους σχέση, οι κοινωνικές πιέσεις και οι απαιτήσεις της δημόσιας ζωής ανάγκασαν τη σχέση τους να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Η Χίκοκ, έχοντας εγκαταλείψει τη δουλειά της ως δημοσιογράφος για να είναι κοντά στην Έλενορ, έπρεπε να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που προέκυψαν από τη στενή της σύνδεση με μια τόσο δημόσια φιγούρα. Ωστόσο, η σχέση τους άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στην ιστορία.