Το 1906 δεν ήταν μια καλή χρονιά για το Σαν Φρανσίσκο. Ένας τρομερός σεισμός κατέστρεψε το 80% της πόλης. Το γεγονός οδήγησε την Άλις Μπ. Τόκλας να πάρει μια απ’ τις σημαντικότερες αποφάσεις στη ζωή της.
Στα τέλη του καλοκαιριού του 1907, η Άλις άφησε πίσω της τον πατέρα και τον αδελφό της και έφυγε προκειμένου να αναζητήσει νέες περιπέτειες στο Παρίσι. Αν και δεν ήταν σίγουρη για το μέλλον της στην Πόλη του Φωτός, η πολλά υποσχόμενη πιανίστρια κονσέρτου ανακάλυψε την απάντηση λίγο μετά την άφιξη και τη συνάντηση με την πρωτοποριακή συγγραφέα Γερτρούδη Στάιν.
Το πρώτο πράγμα που ερωτεύτηκε πάνω της ήταν οι φωνή της, όπως αναφέρει η ίδια στο βιβλίο της, What Is Remembered. Το συναίσθημα ήταν εξαρχής αμοιβαίο, καθώς η Στάιν της ζήτησε να επαναλάβουν το ραντεβού τους. Συνέχισαν να βγαίνουν για πολλές διαδοχικές, μέρες, βδομάδες και μήνες. «Μέχρι που γίναμε αχώριστες όπως μια τυπωμένη λέξη με τη σελίδα της», όπως ανέφερε η Τόλκας στην Αυτοβιογραφία της.
Όπως περιγράφει στο βιβλίο της, Gertrude and Alice, η Νταϊάνα Σουχάμι: “Η Στάιν ήταν μεγάλη προσωπικότητα. Της άρεσε να φοράει φαρδιά ράσα και σανδάλια, με την εμφάνισή της να δίνει την αίσθηση “ενός πλάσματος οικουμενικού – έμοιαζε κάπως με καρδινάλιο ή επίσκοπο”. Η Τόκλας ήταν μικρόσωμη, με έντονα χαρακτηριστικά και έκφραση. Ήταν γνωστή για την προτίμησή της στα φλοράλ φορέματα και την άρνησή της να ξυρίσει το μουστάκι της.
Παρ’ όλες τις επιφανειακές διαφορές τους, οι δύο γυναίκες είχαν πολλά κοινά. Και οι δύο είχαν μεγαλώσει σε επιφανείς εβραϊκές οικογένειες. Πέρασαν την παιδική τους ηλικία στο San Francisco Bay Area. Αγαπούσαν τα κορίτσια και την τέχνη. Κατά το πρώτο διάστημα του δεσμού τους οι δύο κοπέλες επιδίδονταν σε μακρινούς περιπάτους στα παριζιάνικα πάρκα. Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας εκδρομής, το 1908 στη Νορμανδία, η Στάιν έκανε “πρόταση γάμου” στη μεγάλη της αγάπη.
Εντυπωσιασμένη από το πρωτοποριακό συγγραφικό έργο της συντρόφου της, η Τόκλας πήγαινε κάθε πρωί στο διαμέρισμα της Στάιν στην οδό Rue de Fleurus 27 για να δακτυλογραφήσει τα χειρόγραφα της. Με αποτέλεσμα την τελική έκδοση του “The Making of Americans”.
Μετά από τρία χρόνια καθημερινού πήγαινε- έλα της Τόκλας στην οδό Fleurus 27 και άλλα τρία χρόνια συγκατοίκησης με τον Λέο – τον αδερφό της Στάιν – οι δύο κυρίες κατάφεραν τελικά να αποκτήσουν το σπίτι δικό τους το 1913. Το σπίτι αυτό έμελλε να γίνει ένα απ’ τα διασημότερα σαλόνια των Παρισίων. Εκεί συγκεντρώνονταν και συζητούσαν καλλιτεχνικά είδωλα όπως ο Πάμπλο Πικάσο και ο Ανρί Ματίς.
Ενώ το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διατάραξε την καθημερινή ρουτίνα, είχε μηδενική επίδραση στον χρόνο που περνούσαν οι δύο γυναίκες μαζί. Μέχρι τη δεκαετία του 1920 το διαμέρισμα 27 rue de Fleurus ήταν και πάλι το κέντρο της παρισινής λογοτεχνικής καλλιτεχνικής σκηνής με τους Ernest Hemingway, F. Scott Fitzgerald και Man Ray να παρευρίσκονται συχνά για να ανταλλάσσουν ιδέες με την Στάιν και άλλους ομότεχνούς τους.
Οδήγησε επίσης σε μια πολυδιαφημισμένη περιοδεία βιβλίου στην Αμερική το 1934, η οποία έφερε τις γυναίκες πίσω στις ΗΠΑ για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες και τους επέτρεψε να συναντήσουν προσωπικότητες όπως ο George Gershwin, ο Charlie Chaplin και η Eleanor Roosevelt. Ενώ οι διαλέξεις της Στάιν έτυχαν σε μεγάλο βαθμό καλής υποδοχής, οι εφημερίδες δεν μπορούσαν να μην αναφερθούν στην παρουσία του “μόνιμου συντρόφου” της, χωρίς να εμβαθύνουν πολύ στη φύση της σχέσης τους.
Η ναζιστική κατοχή του Παρισιού το 1940 ανάγκασε και πάλι τις γυναίκες να βγουν από τους καθημερινούς ρυθμούς τους. Απέφυγαν την σύλληψή τους για ομοφυλοφιλία δραπετεύοντας στη νότια Γαλλία. Ξεκίνησαν να πουλούν διάσημα έργα τέχνης, που τους είχαν κατά καιρούς δωρήσει η επισκέπτες του σαλονιού τους – για να αγοράσουν προμήθειες στη μαύρη αγορά.
Μετά τον πόλεμο, η ζωή επέστρεψε για λίγο σε κάτι που έμοιαζε με κανονικότητα. Όμως, οι τέσσερις δεκαετίες συμβίωσης και συνεργασίας πλησίαζαν στο τέλος τους, καθώς ο καρκίνος ρίζωσε στο στομάχι της Στάιν. Οι καλοκαιρινές διακοπές του 1946 στη δυτική Γαλλία διακόπηκαν και οι δύο γυναίκες βρέθηκαν να περιμένουν μαζί στο Αμερικανικό Νοσοκομείο στα περίχωρα του Παρισιού.
Σύμφωνα με το What Is Remembered, της Τόκλας, τα τελευταία λόγια της Στάιν προς την ίδια ήταν: “Ποια είναι η απάντηση;”. Χωρίς να λάβει απάντηση, η Stein συνέχισε λέγοντας: “Σε αυτή την περίπτωση, ποια είναι η ερώτηση;”. Στη συνέχεια την πήγαν για χειρουργική επέμβαση. Η Τόκλας δεν ξαναείδε ζωντανή την Στάιν.