Ο Ρόζα φον Πράουνχαϊμ, μια εμβληματική μορφή του κουήρ κινηματογράφου και του ΛΟΑΤΚΙ+ ακτιβισμού, πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου στο Βερολίνο, σε ηλικία 83 ετών. Η συμβολή του θεωρείται καθοριστική για την απαρχή του σύγχρονου κινήματος για τα γκέι δικαιώματα στις γερμανόφωνες χώρες.
Η ταινία του «It Is Not the Homosexual Who Is Perverse, but the Society in Which He Lives» (1971) αποδίδεται ευρέως ως το έργο που πυροδότησε τον δημόσιο διάλογο για την ομοφυλοφιλία και ενέπνευσε τη δημιουργία δεκάδων ομάδων ακτιβισμού στη Δυτική Γερμανία και την Ελβετία.
Για περισσότερα από πενήντα χρόνια, ο Πράουνχαϊμ —γεννημένος ως Χόλγκερ Ράντκε— δεν έπαψε να προκαλεί. Σκηνοθέτησε πάνω από 150 ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους, έγραψε βιβλία, σκηνοθέτησε θεατρικά έργα και επηρέασε βαθιά τη ΛΟΑΤΚΙ+ κουλτούρα. Το έργο του ήταν συχνά άβολο, θυμωμένο, προκλητικό και ενίοτε προσβλητικό, αλλά πάντα πολιτικά αιχμηρό και βαθιά απελευθερωτικό.

Ριζοσπαστικός, αμφιλεγόμενος
Στα πρώτα χρόνια της καριέρας του αναδείχθηκε σε έναν από τους πιο μαχητικούς ακτιβιστές του γκέι κινήματος στη Γερμανία, απαιτώντας ορατότητα και αλλαγή. Η πιο αμφιλεγόμενη στιγμή του ήρθε το 1991, όταν σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση έκανε δημόσιο outing στους παρουσιαστές Χάπε Κερκελινγκ και Άλφρεντ Μπιολέκ. Η πράξη αυτή προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις και παραμένει μέχρι σήμερα αντικείμενο έντονης συζήτησης.
Το περιστατικό συμπυκνώνει τον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του: για τον φον Πράουνχαϊμ, η δημόσια ορατότητα ήταν πολιτικό εργαλείο απελευθέρωσης. Οι επικριτές του μίλησαν για υπέρβαση ορίων, οι υποστηρικτές του για θάρρος. Ο ίδιος κινήθηκε διαρκώς μέσα σε αυτή την ένταση.

Το κύκνειο άσμα: Satanic Sow
Παρέμεινε δημιουργικά ενεργός μέχρι το τέλος. Η τελευταία του ταινία, «Satanic Sow» (2025), είναι ένα αυτοβιογραφικό, πειραματικό αποχαιρετιστήριο έργο. Την περιέγραφε ως «ένα ποίημα — και μάλιστα πολύ πειραματικό». Σε συνέντευξή του στη DW, λίγες ημέρες πριν τον θάνατό του, μίλησε ανοιχτά για την ασθένειά του:
«Έχω όγκο στον εγκέφαλο και δεν μου μένει πολύς χρόνος. Ανυπομονώ να πεθάνω. Είναι όμορφο να ξεκουράζεσαι, να μη τρέχεις συνεχώς για την επόμενη ταινία».
Παρά τον θορυβώδη δημόσιο λόγο του, στην προσωπική του ζωή ήταν χαμηλών τόνων. Αμφέβαλλε, φοβόταν το λάθος, αλλά προχωρούσε. Με το έργο του έσπασε ταμπού, αμφισβήτησε κοινωνικούς κανόνες και έφερε στο προσκήνιο την καθημερινότητα, τις επιθυμίες και τις καταπιέσεις των γκέι ανδρών.
Στα τελευταία του χρόνια δήλωνε λιγότερο «μαχητικός», αλλά ποτέ αποπολιτικοποιημένος:
«Ο κουήρ κινηματογράφος μπορεί να είναι οτιδήποτε — αλλά πρέπει και να είναι ριζοσπαστικός. Να δείχνει στην κοινωνία το μεσαίο δάχτυλο».
Πίστευε ότι η αποδοχή προχωρά μόνο μέσα από την έκφραση της κουήρ ταυτότητας και τη στήριξη του φεμινιστικού κινήματος. «Η αλλαγή τρελαίνει πολλούς ανθρώπους», έλεγε. «Γι’ αυτό μισούν ό,τι δεν χωράει στη “νόρμα”».
Λίγες ημέρες πριν τον θάνατό του, παντρεύτηκε τον επί χρόνια σύντροφό του Όλιβερ Ζέχτινγκ.





