Ερωτηματικά υπάρχουν στο με ποιον τρόπο θα αναγνωριστούν τα ήδη υπάρχοντα τέκνα στις ΛΟΑΤΚΙ+ οικογένειες.
Γράφει η Άννα Απέργη*
Σύμφωνα με το νομικό μας σύστημα, η αναγνώριση ενός τέκνου μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε εκούσια, με σύνταξη σχετικής συμβολαιογραφικής πράξης ή διαθήκης, είτε δικαστικά με έγερση αγωγής αναγνώρισης της πατρότητας.
Και στις δύο περιπτώσεις όμως υπάρχει το περιβόητο «τεκμήριο πατρότητας».
Εάν αυτό δεν τροποποιηθεί ώστε να αντικατασταθεί με τον όρο «τεκμήριο γονεϊκότητας», που είναι ασφαλώς ένας πολύ πιο συμπεριληπτικός όρος, πως θα μπορεί να υπάρξει αναγνώριση γονεϊκότητας για τον (μη βιολογικό) γονέα στην περίπτωση των ομοφυλόφιλων προσώπων ή και του βιολογικού γονέα ακόμη στην περίπτωση που αυτός είναι τρανς πρόσωπο;
Θα τροποποιηθεί το άρθρο 1475 του Αστικού Κώδικα (Εκούσια αναγνώριση), έτσι ώστε ο ένας γονέας (και όχι πατέρας όπως σήμερα αναγράφεται) να μπορεί να αναγνωρίσει ως δικό του το τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο, ή εάν ο ένας γονέας έχει πεθάνει ή δεν έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, η αναγνώριση γίνεται με μόνη τη δήλωση του άλλου γονέα;
Επιπλέον σε ότι αφορά τους τρανς γονείς των οποίων τα στοιχεία μεταβλήθηκαν στα δημόσια έγγραφα τους σύμφωνα με τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, θα τροποποιηθεί η άκρως απαράδεκτη στρεβλή διάταξη του άρθρου 5, παρ,2 (Συνέπειες της διόρθωσης του καταχωρισμένου φύλου) του 4491/2017, έτσι ώστε τα στοιχεία του τρανς γονέα, να μεταβάλλονται και στα ληξιαρχικά έγγραφα του παιδιού ή όχι με αποτέλεσμα στα έγγραφα του παιδιού να αναγράφεται ένας γονέας «φάντασμα», ο οποίος δεν θα υπάρχει πουθενά για το ελληνικό κράτος;
Ή μήπως ο νομοθέτης ως άλλος Πόντιος Πιλάτος θα νίψει τας χείρας του και θα προτιμήσει την εύκολη οδό γι’ αυτόν (διότι ως γνωστόν η πολύ δουλειά τρώει τον αφέντη), δίνοντας τη δυνατότητα αναγνώρισης των ήδη υπαρχόντων τέκνων μόνο μέσω της ιδιωτικής τεκνοθεσίας (υιοθεσίας), που είναι μία δικαστική διαδικασία και που αυτό σημαίνει ότι είναι και χρονοβόρα αλλά και κοστοβόρα, κάνοντας τη ζωή των ΛΟΑΤΚΙ+ γονέων ακόμη πιο δύσκολη βάζοντας τους και σε μία άκρως ψυχοφθόρα διαδικασία, επιβαρύνοντας και τα πινάκια με περιττή δικαστική ύλη;
Και εν τέλει, τα νομοσχέδια φτιάχνονται για να καλυτερεύουν τις ζωές των ανθρώπων και να τις κάνουν πιο εύκολες και για να καταπολεμήσουν αποκλεισμούς και διακρίσεις ή για να προσθέσουν διακρίσεις και να βάλλουν ανθρώπους σε μία νέα βάσανο;
Και επειδή εγώ δεν είμαι νομικός, παρακαλώ όπου κάνω λάθος να με διορθώσετε.
*Η Άννα Απέργη είναι πρόεδρος του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών (ΣΥΔ).