Αν υπάρχει ένας ρόλος στην ελληνική μυθοπλασία με πραγματικά φανατικούς θαυμαστές είναι αυτός της Σάσας από το «Ντόλτσε Βίτα».
Ένας ρόλος για μία γυναίκα που, κόντρα στη σοβαροφάνεια της εποχής, αγαπά το σώμα της και το διαθέτει ελεύθερα, χωρίς να νοιάζεται για τις κοινωνικές προκαταλήψεις και που προτιμά “να της βγει το όνομα παρά το μάτι (τέτοιο τσακίρικο μάτι)”.
Πρόσφατα, έτυχε να διαβάσω ένα σχόλιο γύρω από τον χαρακτήρα της Σάσας και του κατά πόσο πρεσβεύει τη σεξουαλική ελευθερία ή αποτυπώνει μια καρικατούρα.
Αμέσως, θυμήθηκα την Κατιάνα Μπαλανίκα και τα όσα είχε πει για αυτόν τον ρόλο. Για την ίδια, «η Σάσα πρεσβεύει την ελευθερία της γυναικείας έκφρασης και της ελεύθερης διάθεσης του σώματος», ενώ ο ρόλος είχε θεωρηθεί για πολλούς εκείνη την εποχή «προκλητικός».
Το πιο εντυπωσιακό – κατά τη γνώμη μου- είναι ότι η ίδια για να ενσαρκώσει τον ρόλο της Σάσας και να αποτυπώσει αυτή τη σεξουαλική ελευθερία βασίστηκε στην γκέι ταυτότητα. «Την έπαιξα σαν γκέι άνδρας», τη θυμάμαι να μου λέει χαρακτηριστικά. «Στο μυαλό είχα κάτι γκέι φίλους μου. Ήθελα έτσι να τονίσω τη σεξουαλική ελευθερία του ρόλου αυτού, που τα λέει όλα και δεν φοβάται και δεν ντρέπεται. Αν την έπαιζα απλά ως μια γυναίκα που κάνει πολύ σεξ, δεν θα έβγαινε αυτό».
Ίσως αυτό να εξηγεί και το γιατί πολλά ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα έχουμε κολλήσει με αυτόν τον ρόλο. Ελάχιστοι, βλέπετε, οι ρόλοι στην τηλεόραση που δεν αισθάνονται άσχημα με την έντονη σεξουαλική τους διάθεση.
Εξτραδάκι: Κάποιες από τις ατάκες που και η ίδια η Μπαλανίκα θυμάται και γελά είναι: «Τα τεκνά του πλοιάρχου Γκραντ» ή το «πήγε 3:30, πρέπει να φύγω, σχολάει η οικοδομή».