Κατά πλειοψηφία εγκρίθηκαν την Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου, και τα άρθρα του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου για τα οποία είχε ζητηθεί ονομαστική ψηφοφορία από τον ΣΥΡΙΖΑ (για το άρθρο 2, που αφορούσε την ποινικοποίηση της άρνησης των Γενοκτονιών) και τη Χρυσή Αυγή (για τα άρθρα 1, 2 και 3).
Συνολικά συμμετείχαν 99 βουλευτές:
– Για το άρθρο 1 ψήφισαν 58 υπέρ, 10 κατά, 31 παρών.
– Για το άρθρο 2 ψήφισαν 54 υπέρ, 42 κατά, 3 παρών.
– Για το άρθρο 3 ψήφισαν 60 υπέρ, 10 κατά, 29 παρών.
Νωρίτερα είχε διεξαχθεί δοκιμαστική ηλεκτρονική ψηφοφορία για το άρθρο 1 στην οποία συμμετείχαν 95 βουλευτές. Σ’ αυτή τα αποτελέσματα ήταν: 56 υπέρ, 10 κατά, 29 παρών.
Update:
Ολόκληρος ο νέος νόμος
Τροποποίηση του ν. 927/1979 (Α ́ 139) και προσαρμογή του στην απόφαση – πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ της 28ης Νοεμβρίου 2008, για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου (L 328) και άλλες διατάξεις
Άρθρο 1
Το άρθρο 1 του ν. 927/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 1 Δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους
1. Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000-20.000) ευρώ.
2. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται όποιος με πρόθεση και με τα μέσα και τους τρόπους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υποκινεί, προτρέπει, προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξη φθοράς ή βλάβης πραγμάτων, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνταν από τις παραπάνω ομάδες ή πρόσωπα, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη.
3. Αν η πρόκληση, προτροπή, διέγερση ή υποκίνηση των προηγούμενων παραγράφων είχε ως αποτέλεσμα την τέλεση εγκλήματος, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή δεκαπέντε έως τριάντα χιλιάδων (15.000-30.000) ευρώ.
Σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, επιβάλλεται η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων από ένα έως πέντε έτη.
4. Όποιος συγκροτεί ή συμμετέχει σε οργάνωση ή ένωση προσώπων οποιασδήποτε μορφής που επιδιώκει συστηματικά την τέλεση των πράξεων των παραγράφων 1 και 2, τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
5. Αν η πράξη των προηγουμένων παραγράφων τελέστηκε από δημόσιο λειτουργό ή υπάλληλο, κατά την άσκηση των ανατεθειμένων σε αυτόν καθηκόντων, επιβάλλεται: α) στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2, φυλάκιση έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως εικοσι πέντε χιλιάδων (10.000-25.000) ευρώ και β) στην περίπτωση της παραγράφου 3, φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή εικοσι πέντε χιλιάδων έως πενήντα χιλιάδων (25.000-50.000 ) ευρώ.»
Άρθρο 2
Το άρθρο 2 του ν. 927/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 2 Δημόσια επιδοκιμασία ή άρνηση εγκλημάτων
1. Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται την ύπαρξη ή τη σοβαρότητα εγκλημάτων γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού που έχουν αναγνωριστεί με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων και η συμπεριφορά αυτή στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους της που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, όταν η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία ή μίσος ή ενέχει απειλητικό ή υβριστικό χαρακτήρα κατά μίας τέτοιας ομάδας ή μέλους της, τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου.
2. Αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου τελέστηκε από δημόσιο λειτουργό ή υπάλληλο, κατά την άσκηση των ανατεθειμένων σε αυτόν καθηκόντων, επιβάλλεται φυλάκιση έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως εικοσι πέντε χιλιάδων (10.000-25.000) ευρώ.»
Άρθρο 3
Μετά το άρθρο 2 του ν. 927/1979 προστίθεται άρθρο 3 ως εξής:
«Άρθρο 3 Τέλεση μέσω διαδικτύου
Όταν οι πράξεις των προηγουμένων άρθρων τελούνται μέσω διαδικτύου ή άλλου μέσου επικοινωνίας, τόπος τέλεσης θεωρείται και η Ελληνική Επικράτεια, εφόσον στο έδαφός της παρέχεται πρόσβαση στα συγκεκριμένα μέσα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής τους.»
Άρθρο 4
Μετά το άρθρο 3 του ν. 927/1979 προστίθεται άρθρο 4 ως εξής:
«Άρθρο 4 Ευθύνη νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων
1. Αν κάποια από τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου τελέσθηκε προς όφελος ή για λογαριασμό νομικού προσώπου ή ενώσεως προσώπων, από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου ή της ενώσεως προσώπων και που καθ’ οιονδήποτε τρόπο το εκπροσωπεί, επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο ή στην ένωση προσώπων, με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, σωρευτικά ή διαζευκτικά, μετά από αμετάκλητη παραπομπή του φυσικού προσώπου σε δίκη, οι ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις: α) πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, β) αποκλεισμός από δημόσιες παροχές, επιχορηγήσεις, ενισχύσεις, επιδοτήσεις ή αναθέσεις έργων και υπηρεσιών, προμήθειες, διαφημίσεις και διαγωνισμούς του δημοσίου ή των νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα από έναν έως έξι μήνες. Η διοικητική κύρωση του στοιχείου α ́ επιβάλλεται πάντοτε, ανεξαρτήτως της επιβολής άλλων κυρώσεων. Σε περίπτωση υποτροπής οι κυρώσεις του στοιχείου β ́ μπορεί να προσαυξηθούν μέχρι του διπλασίου του ανωτάτου ορίου.
2. Όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, κατέστησε δυνατή την τέλεση κάποιας από τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου από πρόσωπο που τελεί υπό την εξουσία του, προς όφελος ή για λογαριασμό νομικού προσώπου ή της ενώσεως προσώπων, επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο ή στην ένωση προσώπων, σωρευτικά ή διαζευκτικά, μετά την αμετάκλητη παραπομπή του τελούντος υπό την εξουσία ή εποπτεία σε δίκη, οι ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις: α) πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, β) οι προβλεπόμενες στο στοιχείο β ́ της προηγούμενης παραγράφου, για χρονικό διάστημα έως έξι μήνες.
3. Ουδεμία κύρωση επιβάλλεται χωρίς προηγούμενη κλήτευση του νομικού προσώπου ή της ενώσεως προσώπων προς παροχή εξηγήσεων. Η κλήση κοινοποιείται τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από την ημέρα της ακρόασης. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
4. Οι εισαγγελικές αρχές ενημερώνουν τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μετά την αμετάκλητη παραπομπή, για υποθέσεις στις οποίες υπάρχει εμπλοκή φυσικού προσώπου, υπό την έννοια των παραγράφων 1 και 2 και του κοινοποιούν τις εκδιδόμενες σχετικές δικαστικές αποφάσεις.
5. Εάν η πράξη τελέστηκε σε ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή, οι κυρώσεις που προβλέπονται από το παρόν άρθρο επιβάλλονται από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, προς το οποίο διαβιβάζεται ο φάκελος από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
6. Σε περίπτωση αμετάκλητης απαλλαγής του παραπεμφθέντος οι κατά τα ανωτέρω αποφάσεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων ανακαλούνται.
7. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται ως προς το κράτος, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα δημόσια νομικά πρόσωπα κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας και τους διεθνείς οργανισμούς δημοσίου δικαίου.»
Άρθρο 5
Μετά το άρθρο 4 του ν. 927/1979 προστίθεται άρθρο 5 ως εξής:
«Άρθρο 5
1. Οι πράξεις που περιγράφονται στον παρόντα νόμο, καθώς και τα εγκλήματα που τελούνται συνεπεία αυτών, διώκονται αυτεπαγγέλτως. Ο παθών, κατά την υποβολή της έγκλησης, όπως και όταν παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων, δεν καταβάλλει το σχετικό παράβολο υπέρ του Δημοσίου.
2. Η παρ. 4 του άρθρου 39 του ν. 2910/2001 (Α ́ 91) καταργείται.»
Άρθρο 6
1. Οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης αυξάνονται ως ακολούθως: α) Από 16ης Σεπτεμβρίου 2014 των προέδρων εφετών κατά δέκα (10) με ισάριθμη κατάργηση των οργανικών θέσεων των εφετών, οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εκατόν δεκαπέντε (115) και τετρακόσιες πενήντα (450) αντιστοίχως και β) από 1ης Ιουνίου 2016 των εισαγγελέων πρωτοδικών κατά τέσσερις (4) και των αντεισαγγελέων πρωτοδικών – παρέδρων εισαγγελίας κατά τρεις (3), οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εκατόν σαράντα (140) και διακόσιοι σαράντα έξι (246) αντιστοίχως.
2.α. Το πρώτο εδάφιο της υποπερίπτωσης ιστ ́ της περίπτωσης 1 της πρώτης παραγράφου του άρθρου 2 του ν.δ. 1017/1971 (Α ́ 209), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«ιστ) για την αντιμετώπιση άμεσων και πιεστικών αναγκών των καταστημάτων κράτησης των εταιρειών προστασίας ανηλίκων και του Ιδρύματος αγωγής ανηλίκων αρρένων Βόλου, σχετικά με την προμήθεια φαρμάκων και λοιπού υγειονομικού υλικού, πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης, καθώς και την αρτοτροφοδοσία, όπως επίσης και για την αντιμετώπιση, με τη μορφή της επιχορήγησης στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «Επάνοδος», των δαπανών στέγασης, σίτισης, ημερήσιας οικονομικής αρωγής, μετακινήσεων αποφυλακισθέντων, καθώς και των κάθε είδους δαπανών λειτουργίας αυτού.»
β. Δαπάνες λειτουργίας του ως άνω νομικού προσώπου που πραγματοποιήθηκαν από 13.2.2012 και μετέπειτα καλύπτονται από την ετήσια επιχορήγησή του από το ΤΑΧΔΙΚ.
3.α. Οι σπουδαστές της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους, υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια για κύρια σύνταξη στον προβλεπόμενο από το άρθρο 39 του ν. 4075/2012, ειδικό κλάδο του Ταμείου Ασφαλίσεως Νομικών, που έχει λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια, του κλάδου κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων.
β. Οι σπουδαστές της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στη Σχολή δεν υπάγονται σε επικουρική ασφάλιση.
γ. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου αρχίζει δύο μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
4.α. Μετά την παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013, μετά τις περιπτώσεις α ́ και β ́ προστίθεται παράγραφος 1Α ως εξής:
«1.Α. Για το αίτημα εγγραφής στο μητρώο ασκουμένων αποφαίνεται Επιτροπή Αξιολόγησης, η οποία συγκροτείται με απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας. Η Επιτροπή αποτελείται από τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων: α) Αθηνών, ως πρόεδρο, β) Θεσσαλονίκης, γ) Πειραιώς ή τους αναπληρωτές τους και δ) έναν Πρόεδρο άλλου Δικηγορικού Συλλόγου ή τον αναπληρωτή του. Η ανωτέρω Επιτροπή ορίζεται στην πρώτη συνεδρίαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, που συγκαλείται μετά τις αρχαιρεσίες για ανάδειξη των προεδρείων των Συλλόγων και η θητεία της διαρκεί μέχρι τη λήξη της θητείας των μελών της. Στην Επιτροπή μετέχει επίσης, ως πέμπτο μέλος, και ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου στον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση ή το οριζόμενο από αυτόν μέλος του Συλλόγου αυτού. Αν ο αιτών επιθυμεί να εγγραφεί σε σύλλογο ο πρόεδρος του οποίου μετέχει ως μόνιμο μέλος (α ́ έως δ ́), τότε ως πέμπτο μέλος ορίζεται με απόφαση του Προέδρου του συλλόγου αυτού, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, με τον αναπληρωτή του. Η Επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον τέσσερεις φορές ετησίως.
Εφόσον πληρούνται οι κατά τα ανωτέρω υπό α ́ και β ́ προϋποθέσεις, η Επιτροπή διερευνά αν τα εν γένει προσόντα του ενδιαφερομένου είναι αντίστοιχα προς εκείνα που κατά τον παρόντα κώδικα απαιτούνται για την εγγραφή πτυχιούχου νομικής ως ασκουμένου. Κατά την κρίση της αυτή λαμβάνονται υπόψη οι τίτλοι σπουδών του υποψηφίου, τα γνωστικά αντικείμενα τα οποία έχει διδαχθεί, τα δικαιολογητικά που προσκομίζει και η εν γένει εμπειρία του σε εργασίες νομικής φύσεως. Λαμβάνονται επίσης, υπόψη οι διαφορές των ευρωπαϊκών εννόμων τάξεων. Σε περίπτωση διαπίστωσης μη αντιστοιχίας των επαγγελματικών προσόντων, η Επιτροπή αξιολόγησης παραπέμπει το φάκελο του αιτούντος στην Επιτροπή του άρθρου 16. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας της ως άνω Επιτροπής και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
β. Η παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τις ίδιες με αυτές της προηγουμένης παραγράφου προϋποθέσεις πρέπει να πληρούν και όσοι επιθυμούν να ασκηθούν στην Ελλάδα και έχουν ήδη εγγραφεί ως ασκούμενοι δικηγόροι στα μητρώα δικηγορικού Συλλόγου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Το σχετικό αίτημα εξετάζεται από την Επιτροπή Αξιολόγησης κατά τα ανωτέρω προβλεπόμενα.»
γ. Μετά την παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 4194/2013 προστίθεται νέα παράγραφος 3Α, ως εξής:
«3.Α. Η επιτροπή είναι αρμόδια για τον εξατομικευμένο προσδιορισμό των αντικειμένων για τα οποία οι αιτούντες των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 15 υποχρεούνται να αποδείξουν τη γνώση τους, λόγω της αναντι- στοιχίας των ουσιαστικών προσόντων. Προς τούτο παρέχεται σε αυτούς το δικαίωμα συμμετοχής στη δοκιμασία επάρκειας του άρθρου 17 και μόνον ως προς εκείνα τα γνωστικά αντικείμενα, για τα οποία έχει διαπιστωθεί έλλειψη αντιστοιχίας.»
δ. Η ρύθμιση της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013, όπως τροποποιείται, καταλαμβάνει και όλες τις εκκρε- μείς κατά το χρόνο δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου αιτήσεις.
ε. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος η Επι- τροπή Αξιολόγησης της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 συγκροτείται με απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας, η οποία λαμβάνεται εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
5. Μετά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4139/2013 (Α ́ 74) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Στην έκδοση της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφα- σης μετέχει και ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
6. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνει- ας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και κατά παρέκκλιση κάθε άλλης σχετικής διάταξης, μπορεί να αποσπάται προσωπικό των καταστημάτων κράτησης στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου, καθώς και σε νομικά πρόσω- πα δημοσίου δικαίου και στο Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Ν. Ιωνίας Βόλου που εποπτεύονται από αυτό, για τις ανάγκες λειτουργίας τους και για διάστημα έως δύο ετών.
Άρθρο 7
Μετά την περίπτωση γ ́ του άρθρου 26 του ν. 4213/2013 (Α ́ 261) προστίθεται περίπτωση δ ́ ως εξής:
«δ) Οι διατάζεις των προηγουμένων περιπτώσεων ε- φαρμόζονται αναλόγως και σε υφιστάμενα κτίρια όπου στεγάζονται δικαστικά καταστήματα, καταστήματα κρά- τησης και εν γένει υπηρεσίες αρμοδιότητας του Υπουρ- γείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιω- μάτων.»
Άρθρο 8
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1897/1990 μετά τη φράση «ή εξ αφορμής τρομοκρατικής πράξης» προστίθεται η φράση «ή άλλου εγκλήματος βίας, από το οποίο προκλήθηκε αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω».
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2, καθώς και στην παράγραφο 1 του άρθρου 3, μετά τη φράση «τρομοκρατική πράξη» προστίθεται η φράση «ή άλλο έγκλημα βίας».
3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 μετά τις φράσεις «τρομοκρατικής πράξης» και «τρομοκρατική πράξη» προστίθενται οι φράσεις «ή άλλου εγκλήματος βίας» και «ή άλλο έγκλημα βίας, από το οποίο προκλήθηκε αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω» αντίστοιχα.
4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 μετά τη φράση «τρομοκρατικής πράξεως» προστίθεται η φράση «ή άλλου εγκλήματος βίας».
5. Μετά το άρθρο 5 του ν. 1897/1990 προστίθεται άρθρο 5α ως εξής:
«Άρθρο 5α
1. Σε περίπτωση που το θύμα, η σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα είχαν λάβει δάνειο για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών τους, το Δημόσιο αναλαμβάνει, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, την εξυπηρέτησή του έως την πλήρη αποπληρωμή του δανείου ή έως το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, εφόσον το ποσό αυτού υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εκδιδόμενη εντός διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου, καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
2. Η παρούσα διάταξη έχει εφαρμογή σε περιπτώσεις τρομοκρατικών πράξεων ή εγκλημάτων βίας, που έλαβαν χώρα από 1ης Ιανουαρίου 2014 και εφεξής.»
6. Στο άρθρο 6, στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 και στο άρθρο 9, μετά τη φράση «τρομοκρατικής πράξης» προστίθεται η φράση «ή άλλου εγκλήματος βίας».
Άρθρο 9
1. Η παρ. 2 του άρθρου 48 του ν. 4274/2014 τροποποι- είται ως εξής:
«Η υποβολή αιτήσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4223/2013, όπως τροποποι- ήθηκε και ισχύει, παρατείνεται από τη λήξη της και έως
τις 30.9.2014.» 2. Στο άρθρο 63 του ν. 4277/2014 η φράση «Εντός
τριών ημερών από τη λήξη της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου» αντικαθίσταται από τη φράση «Από την επόμενη εργάσιμη ημέρα της υποβολής της αιτήσε- ως και έως τις 3.10.2014».
3. Η ισχύς κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που επιτρέπει μετατάξεις μεταξύ των φορέων του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 4223/2013, όπως τροπο- ποιήθηκε από το άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 4274/2014, αναστέλλεται για χρονικό διάστημα ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου.
4. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την ψήφισή του.
Άρθρο 10 Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα
1. Στον Ποινικό Κώδικα διαγράφεται το τελευταίο εδά- φιο της παραγράφου 3 του άρθρου 79.
2. Μετά το άρθρο 81 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται άρθρο 81Α ως εξής:
«Άρθρο 81Α Ρατσιστικό έγκλημα
Εάν η πράξη τελείται από μίσος λόγω της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών, της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της αναπηρίας κατά του παθόντος, το κατώτερο όριο ποινής αυξάνεται ως εξής:
Α) Σε περίπτωση πλημμελήματος, που το προβλεπόμενο όριο ποινής ορίζεται σε δέκα ημέρες έως ένα έτος φυλάκισης, το κατώτερο όριο ποινής αυξάνεται κατά έξι μήνες και κατά ένα έτος στις λοιπές περιπτώσεις πλημμελημάτων.
Β) Σε περίπτωση κακουργήματος, που το προβλεπόμενο όριο ποινής ορίζεται σε πέντε έως δέκα έτη κάθειρξης, το κατώτερο όριο ποινής αυξάνεται κατά δύο έτη και κατά τρία έτη στις λοιπές περιπτώσεις κακουργημάτων.
Γ) Το προβλεπόμενο για οποιοδήποτε έγκλημα κατώτερο όριο χρηματικής ποινής διπλασιάζεται.
Η κατά τα ανωτέρω επιβαλλόμενη ποινή δεν αναστέλλεται.»
- Στο στοιχείο β ́ του άρθρου 61 ΠΚ, μετά τις λέξεις «χαρακτήρα του δράστη», προστίθεται η φράση «ή συντρέχει περίπτωση του άρθρου 81Α ΠΚ».
Άρθρο 11 Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ – ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ι. ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Δ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Κ. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ