Έκανε την πρεμιέρα της στην 74η Μπερλινάλε, όπου κατέκτησε τα βραβεία κοινού στον κύκλο Πανόραμα και Teddy καλύτερης ταινίας ΛΟΑΤΚΙ+ θεματικής. Από τις 6 Φλεβάρη προβάλλεται στις αίθουσες.
Διανύοντας τον γύρο των κινηματογραφικών φεστιβάλ, μεταξύ αυτών και της Θεσσαλονίκης, εντυπωσίασε κοινό και κριτικούς με την αμεσότητα και το βάθος με τα οποία αναδεικνύει ένα ιδιαίτερα λεπτό και ευαίσθητο ζήτημα: Την απώλεια, συναισθηματική, ψυχική αλλά και οικονομική στα ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγάρια μεγαλύτερης ηλικίας. Σε αυτή τη θέση βρίσκεται η κεντρική ηρωίδα, Άντζι, μετά τον ξαφνικό θάνατο της συντρόφου της Πατ, η οποία ως τότε διαχειριζόταν όλα τα πρακτικά και οικονομικά θέματα του νοικοκυριού τους στο σημερινό Χονγκ Κονγκ. Εντελώς απροετοίμαστη, η Άντζι θα πρέπει να διαχειριστεί την απώλεια, αλλά και το γεγονός ότι η έλλειψη αναγνώρισης της σχέσης ομόφυλων ζευγαριών, την βάζει σε μια διελκυστίνδα με τους συγγενείς της εκλιπούσας προκειμένου να διεκδικήσει τα …αυτονόητα.
Συζητώντας με τον δημιουργό της ταινίας, Ρέι Γιουνγκ!
Συγχαρητήρια για την ταινία σου, η οποία έκανε μεγάλη αίσθηση και πρόσφατα που προβλήθηκε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης! Επέλεξες να μιλήσεις για ένα λιγότερο γνωστό και κάπως «δύσκολο» ζήτημα, που έχει να κάνει με τη ζωή μεγαλύτερων σε ηλικία ΛΟΑΤΚΙ+ ανθρώπων. Τι σε παρακίνησε να μιλήσεις για αυτό το θέμα;
Η ιδέα γεννήθηκε στα 2020, όταν παρακολούθησε μια ομιλία σχετικά με τα ΛΟΑΤΚΙ+ κληρονομικά δικαιώματα στο Χονγκ Κονγκ. Εκεί έμαθα για ιστορίες για περιπτώσεις αντίστοιχες με αυτήν που περιγράφω στην ταινία. Ζήτησα από τον ομιλητή να με συστήσει στους ανθρώπους που βίωσαν αυτές τις καταστάσεις και τελικά συνάντησα τρεις από αυτούς κι ακούγοντας τις ιστορίες τους αποφάσισα να γράψω ένα σενάριο βασισμένο στις εμπειρίες τους.
Οπότε, βασίστηκες μεν στις αφηγήσεις, αλλά έγραψες ένα πρωτότυπο σενάριο;
Ναι, και ο λόγος είναι ότι στην πραγματικότητα τα μέλη των οικογενειών στις περιπτώσεις αυτές συμπεριφέρθηκαν πολύ χειρότερα από ότι οι συγγενείς της ηρωίδας στην ταινία μου, δηλαδή από την πρώτη στιγμή στράφηκαν ενάντια στα επιζώντα μέλη. Ωστόσο δεν ήθελα να αφηγηθώ αυτό το προφανές σενάριο, δηλαδή να προβάλω ακραίες καταστάσεις, στις οποίες από την πρώτη στιγμή οι άπληστοι συγγενείς στρέφονται εναντίον της συντρόφου, την πετάνε στο δρόμο και προκύπτει λίγο-πολύ σε ένα παραμύθι με καλούς και κακούς. Ήθελα μια διαφορετική προσέγγιση, όπου τα μέλη της οικογένειας να είναι σαφώς πιο προσιτά (να μπορεί κάποιος να ταυτιστεί μαζί τους), κι έτσι το ακροατήριο να διερωτηθεί κάπως, αν πράγματι είχε ανάγκη αυτό το διαμέρισμα, τι θα έκανε άραγε αν βρισκόταν στη θέση τους; Το βρίσκω πολύ πιο ενδιαφέρον. Και πράγματι, κατά τις προβολές της ταινίας υπήρξαν από το κοινό και αντιδράσεις τύπου «μα δεν έχει να κάνει με ομοφοβία, αλλά με φτώχεια και ανάγκη», «μα οι συγγενείς είχαν ανάγκη το διαμέρισμα του ζευγαριού»!
Καταλαβαίνω, η επόμενη ερώτησή μου έχει να κάνει με το Χονγκ Κονγκ, το οποίο προσωπικά περίμενα πιο δυτικό (στις κοινωνικές αντιλήψεις), ενώ βλέπουμε εδώ παραδοσιακές ιδέες και συμπεριφορές, όπως επίσης και μια απίστευτη κρίση κατοικίας. Αυτό αντανακλάται στους πρωταγωνιστές, που όπως είπες πριν δεν είναι καθάρματα, αλλά τελικά έχουν τα προβλήματά τους, και κύρια, μια διαφορετική αντίληψη για την οικογένεια.
Ναι, το Χονγκ Κονγκ τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται δυτικοποιημένο και μοντέρνο, κι αυτό σε ένα βαθμό ισχύει για το εμπόριο και την αρχιτεκτονική του, αλλά στην πραγματικότητα οι δεσμοί με την παράδοση είναι πολύ ισχυροί, και το δείχνω στην ταινία, με τις τελετές και τα μυστήρια με τα οποία ασχολούνται όλη μέρα κι ήθελα να το αναδείξω αυτό. Και ναι, η κρίση στέγης είναι απίστευτη, όχι γιατί δεν υπάρχει χώρος, αλλά γιατί με αφετηρία την οικονομική ανάκαμψη εδώ και 20 χρόνια, οι τιμές έχουν εκτιναχθεί στα ύψη! Οπότε, αν είσαι στα 20-30 σου μετά το πανεπιστήμιο και πας να φτιάξεις οικογένεια, οικονομικά δεν μπορείς να ανταπεξέλθεις. Ή προέρχεσαι από πλούσια οικογένεια που μπορεί να σε στηρίξει, ή μένεις με τους γονείς σου και ήθελα να το εξερευνήσω αυτό στην ταινία
Κατά κάποιο τρόπο, αυτό τον «εξευγενισμό» τον έχουμε και στην Ευρώπη. Θα ήθελα να σταθώ σε κάτι άλλο. Σε κάποια στιγμή αντιλαμβανόμαστε ότι, αν το ζευγάρι της ταινίας είχε συνάψει γάμο στο εξωτερικό, αυτός θα είχε νομική αναγνώριση. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Η κατάσταση έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Μέσα στα τελευταία δυο χρόνια όταν έγραφα το σενάριο, κάποιοι ακτιβιστές παντρεύτηκαν στο εξωτερικό, επέστρεψαν και μήνυσαν την κυβέρνηση για την άρνηση αναγνώρισης της πράξης. Κέρδισαν την πρώτη δίκη, αλλά η κυβέρνηση έκανε έφεση, η τελεσίδικη απόφαση βγήκε πριν ένα μήνα και σύμφωνα με αυτή, ο γάμος θα πρέπει να αναγνωριστεί. Οπότε η ταινία βγήκε την πιο κατάλληλη στιγμή, καθώς εξελισσόταν αυτή η αντιπαράθεση κι αυτό λειτούργησε σαν μαγνήτης για ένα πλατύ ακροατήριο, που είδε την ταινία και κατανόησε ότι η υπόθεση του γάμου τελικά αφορά ολόκληρη την κοινωνία και όχι μια ομάδα πολιτών. Ο κόσμος είδε ότι το υπάρχον θεσμικό σύστημα ενθαρρύνει την ομοφοβία, και χαίρομαι που η ταινία συνέβαλε στην αύξηση της ευαισθητοποίησης.
Υπάρχει λοιπόν περίπτωση να φτάσει το Χονγκ Κονγκ σε αναγνώριση γάμου ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων;
Για να είμαι ειλικρινής, πολύ δύσκολο μου φαίνεται, βέβαια ποτέ δεν ξέρεις στο μέλλον, αλλά όλη αυτή η ιστορία με την αναγνώριση πράξης γάμου που τελέστηκε στο εξωτερικό έχει ανοίξει τη συζήτηση για τα καλά για τη νομοθέτηση συμφώνου συμβίωσης.
Θα ήθελα να μιλήσουμε για την οικογένεια. Ποιοι την αποτελούν τελικά; Οι άνθρωποι με τους οποίους συντρώγεις για χρόνια ή αυτοί που θα σου σταθούν στα δύσκολα; Παρατήρησα επίσης στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεις τις οικογένειες του φιλμ, ότι τα «κανονικά» ετερόφυλα ζευγάρια έχουν ένα σωρό τριβές στη μεταξύ τους σχέση το καθένα, σε σύγκριση με την ποιότητα της σχέσης της Άντζι και της Πατ. Πώς το προσέγγισες;
Με απασχόλησε πολύ τι σημαίνει αυτό το ζευγάρι στα 60 τους και μάλιστα στο Χονγκ Κονγκ. Η Πατ και η Άντζι για να φτάσουν να είναι μαζί τόσα χρόνια, σημαίνει ότι είχαν να περάσουν μια σειρά δοκιμασίες. Σκέψου ότι 40 χρόνια ζευγάρι μας πάει στη δεκαετία του 1980, τότε οι ΛΟΑΤΚΙ+ άνθρωποι στο Χονγκ Κονγκ βρίσκονταν τελείως μέσα στη ντουλάπα και ειδικά οι γυναίκες αντιμετώπιζαν τεράστια κοινωνική πίεση να παντρευτούν. Χρειαζόταν ισχυρή σχέση, και μεγάλη δύναμη και επιμονή για να πας κόντρα στα κοινωνικά προτάγματα, δεδομένου ότι αν δεν έκανες παιδιά, σε αποξένωνε η ίδια η οικογένειά σου και γινόσουν μαύρο πρόβατο. Έπρεπε να έχει κανείς μεγάλο απόθεμα δυνάμεων και αποφασιστικότητα. Οι οικογένειες με τις οποίες συνομίλησα εγώ ήταν στενά δεμένες. Και για όποια γυναίκα αποφάσιζε να πάει να μείνει με μια άλλη γυναίκα, το στίγμα ήταν πολύ σοβαρό. Οι γυναίκες που γνώρισα έχτισαν την οικογένεια που αυτές επέλεξαν, ένα πυρήνα γυναικών λεσβιών ή όχι, που μοιράζονταν αντίστοιχες απόψεις ζωής. Σήμερα είναι διαφορετικά, οι άνθρωποι είναι πιο ανοιχτοί, δεν είναι τόσο αναγκαίο, αλλά μιλάμε για πριν από 30-40 χρόνια, οπότε πιστεύω ότι αυτές οι σχέσεις ήταν πολύ πιο δυνατές.
Μια και το ανέφερες, τι γίνεται με τις ΛΟΑΤΚΙ+ συλλογικότητες στο Χονγκ Κονγκ;
Στο Χονγκ Κονγκ λειτουργούν εδώ και χρόνια διάφορες ΛΟΑΤΚΙ+ συλλογικότητες, άλλες ειδικεύονται σε ζητήματα υγείας (π.χ. HIV), άλλες στο coming out κλπ.. Όταν ετοίμαζα την προηγούμενη ταινία μου, το Suk-Suk που αφορά τον έρωτα ανάμεσα σε δυο παππούδες, ήρθα σε επαφή με μια οργάνωση ακτιβιστών που αγωνίζεται για τα δικαιώματα των μεγαλύτερων σε ηλικία ΛΟΑΤΚΙ+ ανθρώπων. Είναι πολύ σημαντικό, ξέρεις, οι σημερινοί ΛΟΑΤΚΙ+ εβδομηντάρηδες αποτελούν την πρώτη γενιά ΛΟΑΤΚΙ+ που βγήκε απ’τη ντουλάπα και πάλεψε για δικαιώματα. Μιλάμε για τις δεκαετίες 1970, 1980, σε μια κοινωνία που δεν έχει διανοηθεί ζητήματα όπως ξενώνες περίθαλψης, κληρονομικά δικαιώματα, είναι κάτι σαν αχαρτογράφητο πεδίο, είναι η πρώτη γενιά που άνοιξε το ζήτημα των δικαιωμάτων στην κοινωνία.
Θα ήθελα να πάμε στην κεντρική σου ηρωίδα, την Άντζι την βλέπουμε στην αρχή σαν άνθρωπο με χαμηλό προφίλ, λιγότερο ομιλητική και εξωστρεφή, δεν της αρέσει να πιέζει καταστάσεις. Οι εξελίξεις ωστόσο την βάζουν σε ένα ταξίδι που την αλλάζει. Πώς συνέλαβες τον χαρακτήρα της;
Η Άντζι είχε κατά κάποιο τρόπο καλομάθει, καθώς την φρόντιζε η Πατ και με τον θάνατό της νιώθει σαν χαμένη. Επίσης διατηρούσε μια κάπως μητρική-προστατευτική σχέση με τα μικρότερα μέλη της οικογένειας της Πατ, τα ανίψια, και αισθάνθηκε προδομένη από τη στάση τους. Βλέπεις, δεν θέλουν όλοι να είναι ακτιβιστές, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι τα ζητήματα αντιμετωπίζονται με προσωπικό τρόπο, με κατάλληλους χειρισμούς και με τη σωστή στάση, χωρίς να μιλάμε και πολύ γι’αυτά. Όμως δεν είναι έτσι. Πρέπει να αγωνίζεσαι γι’αυτό που είσαι και για τα δικαιώματά σου!
Συμφωνώ! Να ρωτήσω όμως και για την Πατ, την κινητήριο δύναμη του ζευγαριού, που έπαιρνε τις πρωτοβουλίες και τα λογάριαζε όλα, αλλά την διαθήκη που η ίδια σύνταξε δεν την υπέγραψε τελικά. Γιατί; Δίστασε;
Νομίζεις ότι είναι εύκολο; (γέλια) Ναι, η Πατ ήταν ο δυνατός κρίκος, όπως το περιγράφεις, αλλά ξέρεις πόσα πράγματα γνωρίζουμε ότι είναι σωστά και δεν τα κάνουμε; Αυτή η συγκεκριμένη γενιά στο Χονγκ Κονγκ έχει ιδιαίτερα μεγάλο φόβο για το θάνατο και πιστεύει ότι αν κάνεις διαθήκη, σημαίνει ότι έρχεται το τέλος (γέλια)
Ήθελα να επανέλθουμε στα άλλα μέλη της οικογένειας. Είναι κατανοητό ότι δείχνεις τις αντιφάσεις τους. Έχουν επιπλέον και μια στερεότυπη αντίληψη για τον «πυρήνα» της οικογένειας που τον αποτελούν αυτά και άλλο άτομο δεν χωράει. Κατά βάθος όμως δεν είναι ευχαριστημένοι ούτε με αυτό το πρότυπο που έχουν υιοθετήσει…
Ήθελα να μην τους δείξω «καθίκια», το οποίο θα ίσχυε αν οι πράξεις τους καθορίζονταν από απληστία και μόνο, αλλά δεν ήθελα αυτό. Χρειάζεται να προσεγγίσουμε το πώς σκέφτονται. Έχουν μεγάλη οικονομική ανάγκη, αλλά πιστεύουν πράγματι ότι το διαμέρισμα τους ανήκει; Πιστεύουν ότι ανήκει στην Άντζι ή όχι; Κι αυτό προδίδει το τι αντιλαμβάνονται για τις σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους του ίδιου φύλου. Αν πραγματικά πίστευες ότι πρόκειται για τη σύντροφο ζωής της αδελφής σου, δεν θα την έβγαζες από το σπίτι της, αν όμως απλά θεωρείς ότι είναι ένα άτομο που έτυχε να μένει μαζί της, επειδή ο νόμος σου το επιτρέπει, της το παίρνεις, γιατί θεωρείς τη σχέση τους, τη σχέση ομόφυλων ζευγαριών υποδεέστερη.
Οι προηγούμενες ταινίες σου FrontCover και SukSuk έχουν επίσης queer θεματολογία. Θα ήθελες να μας πεις για το πώς επιλέγεις τα θέματα των ταινιών σου και για τα επόμενα σχέδια σου;
Το βασικό που έχω τώρα είναι ότι έχω αναλάβει το ΛΟΑΤΚΙ+ κινηματογραφικό φεστιβάλ του Χονγκ Κονγκ και είναι πολύ σημαντικό για μένα. Σήμερα βλέπεις γυρίζονται και προβάλλονται πολύ περισσότερες ΛΟΑΤΚΙ+ ταινίες, υπάρχουν οι πλατφόρμες όπως το Netflix κλπ., αλλά οι περισσότερες είναι θα έλεγα αισθησιακές και λιγότερο δραματοποιημένες (dramatized) κι ανοίγουν πολλά ζητήματα, οι αλλαγές στην κοινωνία, μια ταινία πρέπει τα αντανακλά αυτά. Δεν κάνω μόνο ΛΟΑΤΚΙ+ ταινίες, κάθε θέμα και ιδέα που βρίσκω ενδιαφέρουσα, θα ήθελα να την προσεγγίσω κινηματογραφικά, π.χ. η ταινία μου Front cover που ανέφερες πριν αγγίζει φυλετικά ζητήματα, ο πρωταγωνιστής είναι Ασιάτης που ζει στη Νέα Υόρκη και αντιμετωπίζει μια σειρά πολιτισμικές προκλήσεις. Το ότι είμαι γκέι, ασφαλώς επηρεάζει τη ματιά μου, το πώς βλέπω τα πράγματα και πώς τα δείχνω. Θα ήταν ενδιαφέρον και θα χαιρόμουν αν η ταινία μου Suk-Suk (Το φιλί του λυκόφωτος) προβαλλόταν κάποια στιγμή στην Ελλάδα…