Στις Γυναικείες Κουβέντες, μια ομάδα γυναικών, που πολλές από αυτές διαφωνούν σε βασικά ζητήματα, συζητούν για να βρουν ένα τρόπο να φτιάξουν έναν καλύτερο κόσμο για τις ίδιες και τα παιδιά τους.
Η σύναξη των γυναικών στην καρδιά της ιστορίας καταγγέλλει τις ανησυχητικές και τρομακτικές πράξεις μέσα στο αυστηρό πλαίσιο μια απομονωμένης θρησκευτικής κοινότητας. Οι καταγγελίες των γυναικών που είχαν νοιώσει ναρκωμένες και ξύπνησαν με μελανιές και κάποιες φορές αιμορραγώντας απορρίφθηκαν από του άνδρες της κοινότητας ως αποκυήματα γυναικείας φαντασίας ή σαν αποδείξεις της αμαρτωλής συμπεριφοράς των ίδιων των γυναικών. Όταν όμως αποκαλύπτονται εγκλήματα, κλήθηκε η αστυνομία και έγιναν συλλήψεις. Υπό την πίεση του χρόνου για την αναμενόμενη επιστροφή των ανδρών από την πόλη σε 24 ώρες, οι γυναίκες σκέφτονται και συζητούν την δυνατότητα μιας απόφασης που θα τους αλλάξει τη ζωή, που επιβάλει την συμφιλίωση του αυτοπροσδιορισμού με την πίστη – Μένουν και συγχωρούν τους άνδρες; Ή φεύγουν και ξεκινούν μια καινούργια ζωή;
Το καστ απαρτίζεται από τις Ρούνεϊ Μάρα (Nightmare Alley, Κάρολ, Το Κορίτσι με το Τατουάζ), Κλέρ Φόι (Το Στέμμα), Τζέσι Μπακλεϊ (Η Χαμένη Κόρη), Μπεν Γουίσο (Ο Αστακός, No Time To Die), Φράνσις ΜακΝτόρμαντ (Βραβευμένη με Όσκαρ για την ερμηνεία της στο Nomandland, για τις Τρεις Πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, Μιζούρι και για το FARGO, έχει λάβει επίσης τρεις ακόμα υποψηφιότητες για τις ταινίες Ο Μισισιπής Καίγεται, Σχεδόν Διάσημοι και Άνιση Μάχη).
Αν και ιστορία που κρύβεται πίσω από τα γεγονότα στις Γυναικείες Κουβέντες είναι βίαιη, η ταινία δεν είναι. Ποτέ δεν θα δούμε την βία που έχουν βιώσει η γυναίκες, βλέπουμε μόνο στιγμές των συνεπειών της. Αντίθετα, βλέπουμε μια κοινότητα γυναικών που συναντιούνται γιατί πρέπει να αποφασίσουν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ποια θα είναι η συλλογική τους στάση.
«Όταν διάβασα το βιβλίο της Μίριαμ Τόους, βυθίστηκε βαθιά μέσα μου και εξέγειρε ερωτήματα και σκέψεις για τον κόσμο που ζω που δεν είχα αρθρώσει ποτέ πριν. Ερωτήματα για την συγχώρεση , την πίστη, τα συστήματα εξουσίας, τα τραύματα, τη θεραπεία, την ενοχή, την κοινότητα και τον αυτοπροσδιορισμό. Επίσης με άφησε ανεξήγητα αισιόδοξη.», λέει η σκηνοθέτιδα Σάρα Πόλεϊ.
Η διαδρομή της ταινίας από το χαρτί στην μεγάλη οθόνη άρχισε με την Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, που πρότεινε το βιβλίο και πλησίασε την παραγωγό Ντίτνι Γκάρντνερ της Plan B για να κάνουν την ταινία μαζί. «Το βρήκα προκλητικό με έναν αναπάντεχο και πολυεπίπεδο τρόπο και πίστεψα είχε θέση στις συζητήσεις που έκανα με την κοινότητά μου», λέει η ΜακΝτόρμαντ. «Με ενδιέφερε να πάρω μέρος σε ένα διάλογο που έχει αίσθηση του χιούμορ και ελπίδα και δυνατότητες για το μέλλον».
Το πάντρεμα ενός πολυμορφικού υλικού με μια πολυδιάστατη σκηνοθέτιδα όπως η Πόλεϊ έμοιαζε ιδανικό για την ΜακΝτόρμαντ. «Η Σάρα Πόλεϊ, που η δουλειά της μιλάει και με το παραπάνω από μόνη της, είναι απόλυτα ταιριαστή σαν σεναριογράφος/σκηνοθέτης για το υλικό αυτό» δήλωσε η ΜακΝτόρμαντ. «Είχε διαβάσει το βιβλίο πριν της το στείλουμε εμείς και ήδη σκεφτόταν την δυνατότητα να γίνει ταινία».
Από την πλευρά της , η Τόους, που χαρακτήρισε το βιβλίο «μια πράξη γυναικείας δημιουργικότητας» λέει ότι ενθουσιάστηκε όταν έμαθε ότι γράφει το σενάριο και σκηνοθετεί η Σάρα. «Θαυμάζω τα πάντα σχετικά με την δουλειά της, την εμπειρία της, το γράψιμο, την σκηνοθεσία, τον φεμινισμό και τον ακτιβισμό της,» λέει ο Τόους. «Είχε τέτοια διορατικότητα, πίστη και όραμα σε αυτή την ταινία. Φέρνει όλη την ανθρωπιά και την ενσυναίσθησή της σε αυτή».
Το σενάριο της Πόλεϊ ξεκινά αφού οι άνδρες της κοινότητας έχουν πάει στην πόλη να πληρώσουν την εγγύηση για αυτούς που κατηγορούνται. Κατά την απουσία των ανδρών, πάνω από εκατό γυναίκες της αποικίας ψήφισαν για το τι πρέπει να κάνουν. Το αποτέλεσμα ήταν ισοψηφία ανάμεσα σε δύο επιλογές : να μείνουν και να πολεμήσουν ή να εγκαταλείψουν την αποικία. Μια μικρή ομάδα γυναικών ανέλαβε την χρονικά πιεσμένη αποστολή να συζητήσουν και να ζυγίσουν αυτές τις επιλογές πριν επιστρέψουν οι άνδρες. Η ομάδα έχει μέλη από δύο οικογένειες και συνίσταται από : Άγκατα, η πρεσβύτερη (Τζούντιθ Άιβι), Όνα, η μεγάλη κόρη της Άγκατα (Ρούνεϊ Μάρα), Σαλώμη, μια μικρότερη κόρη της Άγκατα (Κλερ Φόι), Νέιτι, μια ανιψιά της Σαλώμης (Λιβ ΜακΝίλ) και Γκρέτα, η πρεσβύτερη (Σίλα ΜακΚάρθι), Μαρίς, η μεγάλη κόρη της Γκρέτα (Τζέσι Μπάκλεϊ), Μεγιάλ, μια μικρότερη κόρη της Γκέτα (Μισέλ ΜακΛέοντ), Ότι, κόρη της Μαρίς (Κέιτ Χάλετ). Μια τρίτη οικογένεια με εκπρόσωπο την Σημαδεμένη Γιανζ (Φράνσις ΜακΝτόρμαντ) έχει προσκληθεί στο αρχικό μέρος της συζήτησης και συνοδεύεται από την κόρη της Άννα (Κίρα Γκουλόιεν) και την εγγονή Έλενα (Σάιλα Μπράουν). Η Σημαδεμένη εκπροσωπεί την θέση της μειονότητας να μείνουν και να μην κάνουν τίποτα. Για εκείνη η επιβίωση εκτός αποικίας είναι αδύνατη και η πίστη της στην θρησκεία σημαίνει ότι δεν υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Το ενδεχόμενο του αφορισμού και της εξορίας είναι πολύ σημαντικό για την Σημαδεμένη. Οι άνδρες πρέπει να συγχωρεθούν και να διατηρηθεί το κατεστημένο. Η σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την Σημαδεμένη και την οικογένεια Γιανζ για να υπενθυμίσει στο κοινό ότι έξω από τον αχυρώνα υπάρχουν άλλες γυναίκες που δεν θέλουν ή φοβούνται να φύγουν.
Η θέση της Σαλώμης (Φόι) είναι εντελώς αντίθετη. Εκείνη προτείνει να μείνουν και να πολεμήσουν στην κυριολεξία, μιλάει για εκδίκηση και δεν φοβάται την Θεία Οργή. Η Μεγιάλ (ΜακΛέοντ) είναι λιγότερο επιθετική , αλλά μοιράζεται την θέληση της Σαλώμης να πάρουν θέση. Η αδελφή της Μεγιάλ, όμως η Μαρίς (Μπάκλεϊ) πιστεύει ότι μπορεί να χάσουν την μάχη και να αναγκαστούν να συγχωρέσουν. Η ένταση αυξάνεται ανάμεσα στις γυναίκες καθώς η μελλοντική ασφάλεια και η σχέση τους με την πίστη και τα αρσενικά μέλη της οικογένειάς τους αμφισβητείται. Προτεραιότητά τους πρέπει να είναι να προστατέψουν τα παιδιά τους ή να υπακούσουν στις ανδρικές φιγούρες εξουσίας ή η πίστη τους;
Τις γυναίκες βοηθά ο Όγκουστ Επ (Μπεν Γουίσο), μια ευγενική ψυχή που δεν θεωρείται αρρενωπός από τους άλλους άνδρες της αποικίας και διδάσκει στο σχολείο, το οποίο είναι μόνο για αγόρια και νεαρούς άνδρες, καθώς τα κορίτσια μένουν αγράμματα. Ο Όγκουστ είναι ερωτευμένος με την Όνα (Μάρα), που του ζήτησε να κρατήσει τα πρακτικά της συζήτησής τους, αφού οι γυναίκες είναι αναλφάβητες.
Ακολουθεί μια μεγάλη, παθιασμένη διαμάχη για τις επιλογές των γυναικών. Υπάρχουν καυγάδες και προσβολές, παρηγοριά και κατανόηση, δάκρυα και γέλια. Όλες συμφωνούν στο ότι πρέπει να κάνουν κάτι, η βία πρέπει να σταματήσει. «Η δομή λειτουργεί κι αυτή σαν ρολόι,» λέει η Γκάρντνερ. «Οι γυναίκες έχουν περιορισμένο χρόνο για να συζητήσουν και να αποφασίσουν τι θα κάνουν και πρέπει να το κάνουν πριν την επιστροφή των ανδρών. Πρέπει να βιαστούν.»
Η ιστορία ξετυλίγεται μέσα από την κουβέντα στην αποθήκη, με στιγμές σύγκρουσης, χιούμορ και αποκαλυπτικές ματιές στις ζωές των γυναικών. «Η ταινία μιλάει για τις συνέπειες και τι μπορεί να βρει από μια κουβέντα όταν μια ομάδα ανθρώπων αποφασίζουν ότι δεν αντέχουν πλέον την κατάστασή τους, τις συνθήκες που ζουν,» λέει η Γκάρντνερ. «Κάποιοι από τους χαρακτήρες αλλάζουν γνώμη, ξεκινώντας από μια θέση, περνούν μέσα από αυστηρή έρευνα και πιέζονται και εκτίθενται σε άλλες απόψεις. Όλα αυτά επηρεάζουν δική σου οπτική στα πράγματα και την γνώμη σου και βλέπεις τις απόψεις τους να παίρνουν μορφή και να αλλάζουν πραγματικά.»
Η ΜακΝτόρμαντ είδε την ιστορία σε όλες τις διαστάσεις: «Δεν πρόκειται για την μάχη κατά της πατριαρχίας, αλλά για την κατανόηση της μητριαρχίας που υπάρχει από την απαρχή του κόσμου.» Η Φόι συμφωνεί: «Η ταινία δεν μιλάει για το αν οι γυναίκες είναι καλύτερες από τους άνδρες, ούτε τους καταδικάζει. Μιλάει για την ελπίδα. Μια ελπίδα για τους ανθρώπους στο σύνολό τους, ότι μπορούμε να ζούμε σε ένα κόσμο που δεν βλάπτει ο ένας τον άλλο, όπου η καλοσύνη είναι ο απώτερος στόχος. Έπρεπε να είναι ένα κατηγορώ απέναντι στον απομονωτισμό. Έπρεπε να είναι μια αμφισβήτησή της απόλυτης εξουσίας.»
Η Τόους επισκέφθηκε το σκηνικό στην διάρκεια των γυρισμάτων και ενθουσιάστηκε με αυτό που είδε. Βλέποντας πως έδεναν όλα μεταξύ τους εντυπωσιάστηκε από την προσπάθεια και την λεπτομέρεια στην καλλιτεχνική διεύθυνση, την διακόσμηση του σκηνικού και το κτήριο, αλλά και το εξαιρετικό κάστινγκ. «Οι ηθοποιοί σωματοποίησαν τους ρόλους τους, φέροντας τον πόνο που υπέφεραν αυτές οι γυναίκες,» λέει η Τόους. «Ανέδειξαν την μοιρασμένη ανθρωπιά και επίσης έδωσαν ζωή στην μοναδική ατομικότητα του κάθε χαρακτήρα, μέσα από την αφοσίωσή τους στο σύνολο και την αλληλεγγύη.» Η Σάρα Πόλεϊ έχει κερδίσει μια υποψηφιότητα για Όσκαρ για καλύτερο διασκευασμένο σενάριο για την πρώτη της προσπάθεια σαν σκηνοθέτης στην ταινία Υστερόγραφο Μιας Σχέσης, η οποία κέρδισε μια ακόμα υποψηφιότητα για το Όσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου για την Τζούλι Κρίστι. Η επόμενη ταινία της ήταν το Take This Waltz και ακολούθησαν οι Ιστορίες της Ζωής μας.
Η ταινία έχει δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ, Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου.
ΑΠΟ 23 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΣΤΟΥΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ TULIP