συνέντευξη στον Βασίλη Θανόπουλο, antivirus#54
Απόγευμα Πέμπτης. Η ημέρα δείχνει κάπως μεγαλύτερη και εμείς βρισκόμαστε ήδη στον «Μπλε Παπαγάλο» (ή αλλιώς στο καφέ της Νατάσσας) στο Μεταξουργείο, περιμένοντας τον Θέμη Καραμουρατίδη για την επόμενή μας «ανάκριση». Έχουμε φτάσει λίγο νωρίτερα, οπότε η σκέψη μας προσπαθεί να ταξινομήσει όλες εκείνες τις πληροφορίες που έχει συλλέξει για αυτόν, διατηρώντας παράλληλα ενεργή την ανάμνηση της μελωδίας του «Εν λευκώ». Οι εσωτερικές διεργασίες διακόπτονται απότομα τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε την παρουσία του. Ο Θέμης Καραμουρατίδης, χαμογελαστός και ευδιάθετος εισβάλλει στο χώρο. Μας εξηγεί ότι έρχεται κατευθείαν από τις πρόβες για τις εμφανίσεις του με την Γιώτα Νέγκα και εμείς προσπαθούμε να κλέψουμε λίγο από αυτή την ενέργεια που αποπνέει. Λίγα λεπτά αργότερα και η συζήτηση ανάβει, με μοναδική προϋπόθεση τη χρήση του ενικού.
Θεωρώ σπουδαίο οι άνθρωποι να αγωνίζονται και να διεκδικούν τα θέλω τους, την ελευθερία τους, το δικαίωμα να εκφράζονται με τον τρόπο που επιθυμούν
Θέμη, ανήκεις στους καλλιτέχνες με ιδιαίτερη κοινωνική δράση. Πώς προέκυψε αυτό;
Θεωρώ καθήκον μου ως πολίτης να προσφέρω οτιδήποτε μπορώ, από τη θέση που βρίσκομαι. Αν μπορώ να κάνω κάτι που μπορεί να προκαλέσει έστω και ένα χαμόγελο, αυτό μου αρκεί. Ακριβώς αυτός είναι και ο στόχος του Αγάπη Ρε+. Πρόκειται για μια καλλιτεχνική κολεκτίβα αγάπης, στην οποία αγωνιζόμαστε να αποδείξουμε πόσο ίδιοι και ίσοι είμαστε όλοι.
Μπορείς να μας πεις σύντομα πώς ξεκίνησε η προσπάθεια αυτή;
Η ιδέα ξεκίνησε από τη Νατάσσα Μποφίλιου, το Στάθη Δρογώση και το Μανώλη Φάμελλο, οι οποίοι θέλησαν να κάνουν μια φιλανθρωπική εκδήλωση με τους δικούς τους όρους. Υπήρξε μια γρήγορη κινητοποίηση, τηλεφωνήματα σε φίλους που θα μπορούσαν να συμμετέχουν και να προσφέρουν στον πνεύμα της ιδέας. Μετά από κάποιες συναντήσεις αποφασίσαμε την πρώτη μας δράση, τη μεγάλη φιλανθρωπική συναυλία στο Κατράκειο Θέατρο, τον περασμένο Ιούλιο. Τώρα ετοιμάζουμε και τη δεύτερη.
Πιστεύεις ότι είναι στη φύση του μουσικού να είναι ευαισθητοποιημένος με την κοινωνία;
Νομίζω ότι δεν ισχύει αυτό. Έχει να κάνει με τον άνθρωπο και όχι με την ιδιότητα. Εμείς βρεθήκαμε να κάνουμε αυτό, γιατί είναι το αντικείμενό μας. Αυτό ξέρουμε να κάνουμε. Θα μπορούσε να είμαστε χτίστες για παράδειγμα και να φτιάχναμε σπίτια. Υπάρχουν και άτομα που ανήκουν στο χώρο της μουσικής και που τους ακούς να κάνουν αισχρές δηλώσεις. Έχει να κάνει βέβαια και με το τι καταπιάνεσαι. Υπάρχουν τρόποι να κάνεις μουσική, οι οποίοι απαιτούν καλλιέργεια και τρόποι που απλώς απαιτούν να είσαι μέσα στην πιάτσα, να έχεις τα μέσα, να το παίζεις μάγκας κ.λπ. Το τραγούδι είναι ένας καθρέφτης της κοινωνίας. Μέσα εκεί μπορείς να βρεις από πολύ ευαισθητοποιημένα άτομα, μέχρι και τα πιο φασιστικά σκουπίδια. Κάτι που συμβαίνει και σε οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα, βέβαια.
Σε αυτή σου την ευαισθητοποίηση οφείλεται και η συμμετοχή σου στο AthensPride, τον περασμένο Ιούνιο; Πώς ήταν η εμπειρία;
Θεωρώ σπουδαίο οι άνθρωποι να αγωνίζονται και να διεκδικούν τα θέλω τους, την ελευθερία τους, το δικαίωμα να εκφράζονται με τον τρόπο που επιθυμούν. Δεν θα μπορούσα, λοιπόν, να λείπω από μια εκδήλωση, στην οποία ο βασικός άξονας είναι η διαφορετικότητα και η υπεράσπιση του δικαιώματος να είσαι αυτός που είσαι.
Ήταν πολύ συγκινητικά. Υπήρχε θετική διάθεση. Ήταν μια μεγάλη γιορτή για όλους. Ήταν υπέροχα.
Ποια είναι η άποψή σου για την κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας;
Κοίτα, δε θέλω να είμαι απαισιόδοξος. Θεωρώ ότι γίνονται αρκετά βήματα προς τα εμπρός, αλλά εξακολουθούν να γίνονται ακόμα πολλά βήματα προς τα πίσω. Ουσιαστικά καταλήγουμε στα ίδια, ίσως λίγο πιο κάτω. Βρισκόμαστε πίσω από τον ήλιο σε πολλά θέματα. Για παράδειγμα, η ιστορία με το σύμφωνο συμβίωσης μέχρι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των μεταναστών… Με θλίβουν. Ζούμε ακόμη με φαντάσματα. Έχουμε τη νοοτροπία του Ελληναρά. Αλλά είναι πρόσχημα. Είναι σπουδαίο να είσαι Έλληνας, γιατί ως λαός έχουμε πολλά θετικά στοιχεία, τα οποία δεν αναδεικνύονται με αυτόν τον τρόπο. Νευριάζω που χρησιμοποιούν τα σύμβολα έτσι. Που τα λερώνουν για τους προσωπικούς τους στόχους. Υπάρχει έντονα το φαινόμενο του εκφοβισμού (bullying). Έχει πάρα πολλές μορφές. Πέρα από τη γνωστή και βίαιη έκφανσή του, υπάρχουν και οι υπόγειες που γίνονται με χαμόγελο και αγάπη. Που είναι ακόμα πιο επικίνδυνες.
(Ξαφνικά μια φίλη του Θέμη διακόπτει τη συνέντευξη για να τον χαιρετήσει. Ο ίδιος ξεσπά σε γέλια. Μετά τη σύντομη διακοπή, συνεχίζουμε τη συζήτηση μας σχετικά με τον καλλιτεχνικό κόσμο του δημιουργού.)
Αν κάποιος σε ρωτήσει με τι ασχολείσαι. Τι του απαντάς;
Γράφω μουσική. Αυτό κάνω. Όλα τα υπόλοιπα τα κάνω, σαν να εξηγώ αυτό. Μπορεί να μου αρέσει να τραγουδάω, αλλά τραγουδάω σαν ένας συνθέτης που τραγουδάει. Γράφω στίχους σαν ένας συνθέτης που γράφει. Ουσιαστικά όμως γράφω μουσική, ενορχηστρώνω. Σε αυτό νιώθω ο εαυτός μου. Είμαι λίγο εγωιστής, οπότε θέλω να κάνω αυτό που νιώθω ότι κάνω καλά. Είμαι τραγουδιστής, αλλά δεν είμαι σπουδαίος και γράφω στίχους, αλλά όχι σπουδαίους. Θεωρώ όμως ότι είμαι ένας καλός συνθέτης.
Αν έψαχνες το σημείο μηδέν της σχέσης σου με τη μουσική, ποιο θα ήταν αυτό;
Θα ήταν μάλλον (το έχω ξαναπεί αυτό) τότε που η θεία μου αγόρασε στη ξαδέρφη μου ένα πιάνο. Πήγαινα εκεί μικρός και το σκάλιζα συνέχεια. Η θεία μου είπε τότε στη μάνα μου, ότι μάλλον έχω ταλέντο στη μουσική και μου αγοράσανε και εμένα. Αυτό σημαίνει να έχεις δίπλα σου τους γονείς σου. Η παρουσία τους ήταν καταλυτική. Με υποστήριξαν. Ήταν εκατό τοις εκατό εκεί.
Πότε άρχισες να το βλέπεις πιο επαγγελματικά;
Πάντα έγραφα μουσική. Θυμάμαι το πρώτο μου ορχηστρικό το οποίο διαρκούσε 8,5 λεπτά και θυμάμαι και το πρώτο μου τραγούδι, το οποίο το είχα γράψει στα 15 μου για έναν παιδικό έρωτα. Του είχα δώσει τον τίτλο «αχ και να ‘ξερες» (γέλια). Ένα απαίσιο τραγούδι, το οποίο για εμένα ήταν τότε το πιο ωραίο τραγούδι του κόσμου. Μέχρι τα 16-17 είχα φτιάξει ολόκληρους δίσκους. Έγραφα συνέχεια. Όταν στα 18 ήρθα στην Αθήνα είχα γράψει πάνω από 300 τραγούδια. Αλλά και πάλι δεν το σκεφτόμουν επαγγελματικά. Ένας πολύ καλός μου φίλος επέμεινε να πάω σε κάποια οντισιόν. Είχε βέβαια προηγηθεί μια προσπάθεια με μια μεγάλη τραγουδίστρια που της είχα στείλει ένα δισκάκι. Δεν μου απάντησε ποτέ. Εντάξει, γίνονται αυτά. Τώρα το καταλαβαίνω. Κάποιες φορές δεν προλαβαίνεις.
Σε είχε απογοητεύσει;
Πολύ. Ήθελα να τα παρατήσω. Ο φίλος μου όμως δεν με άφησε. Πήρε από μόνος του και με δήλωσε στην οντισιόν. Μετά ήρθε από μόνο του. Πέρασα την οντισιόν και βγήκε ο πρώτος δίσκος της Μικρής Άρκτου, στην οποία είχα δύο τραγούδια. Στη Μικρή Άρκτο γνώρισα τη Νατάσσα (Μποφίλιου), τον Γεράσιμο (Ευαγγελάτο) και τον Κώστα (Τσίρκα) και έτσι ξεκίνησε μια φιλία με τα παιδιά που κατέληξε σε μια υπέροχη συνεργασία. Είναι οι σημαντικότεροι άνθρωποι της ζωής μου. Αισθάνομαι πολύ γεμάτος και τυχερός που τους γνώρισα. Τους αγαπάω και τους θαυμάζω απεριόριστα.
Παράλληλα, ήρθαν και κάποια τραγούδια που είχα κάνει με τον Παρασκευά Καρασούλο για τον δίσκο του Μάριου Φραγκούλη και σιγά σιγά ξεκίνησε όλο αυτό. Χάρη στο πείσμα ενός φίλου μου.
Πώς νιώθεις τώρα που έχεις εδραιωθεί στο χώρο;
Δεν νιώθω σίγουρος. Αν ένας καλλιτέχνης νιώσει σίγουρος για τη δουλειά του, τα πακετάρει και φεύγει. Το μόνο που νιώθω με σιγουριά είναι η διάθεση να κάνω νέα πράγματα. Οι άνθρωποι που την ψωνίζουν είναι αστείοι.
Από πού εμπνέεσαι;
Από παντού… Πιστεύω πολύ στην αλήθεια του καλλιτέχνη. Εμπνέεσαι από τις καταστάσεις. Το «Σ΄ έχω βρει και σε χάνω» αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, αφού αναφέρεται σε μια πολύ προσωπική μου στιγμή.
Ποια από τα κομμάτια σου ξεχωρίζεις;
Το «Ευχαριστήριο» και το «Δεμένη».
Ποια είναι τα καλλιτεχνικά σου σχέδια;
Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ο δίσκος μου με την Γιώτα Νέγκα με τον τίτλο «Καινούριο φιλί». Είμαι πολύ χαρούμενος για αυτόν το δίσκο, γιατί είναι ένα άλλο πρόσωπό μου. Από τις 10 Φεβρουαρίου (κάθε Δευτέρα) ξεκινάμε και τις εμφανίσεις μας στο «Σταυρό του Νότου Plus». Παράλληλα, συνεχίζεται η περιοδεία με την Νατάσσα Μποφίλιου της παράστασης «Πάμε Ξανά». Τέλος, στα σχέδια είναι ένας ολόκληρος δίσκος με τον Οδυσσέα Ιωάννου με δύο πολύ σημαντικούς ερμηνευτές. Α! Την άνοιξη βγαίνει και ο καινούριος δίσκος της Ελευθερίας Αρβανιτάκη με τέσσερα δικά μου τραγούδια.