Ο Μανώλης Εμμανουήλ και ο Δημήτρης Λιακόπουλος λένε το πιο συγκινητικό «Κράτα με»

Το έργο μιλά για ζητήματα που, δυστυχώς, παραμένουν επίκαιρα: η ανάγκη για αποδοχή, ο φόβος της απόρριψης, η σύγκρουση με της κοινωνικές και οικογενειακές προσδοκίες.
Ο Μανώλης Εμμανουήλ και ο Δημήτρης Λιακόπουλος πρωταγωνιστούν στην παράσταση «Κράτα με» (σε σκηνοθεσία Βασίλη Μυριανθόπουλου), βασισμένη στο βραβευμένο έργο “Next Fall” του Geoffrey Nauffts. Υποδύονται δύο γκέι άνδρες που ερωτεύονται και προσπαθούν να ενώσουν τις ζωές τους, παρά τα όσα τους χωρίζουν. Μέχρι πότε όμως;

Το έργο πολύ έξυπνα αναδεικνύει τις εσωτερικές συγκρούσεις που πολλές φορές βιώνουμε τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, εξαιτίας των πολλών και συχνά αντικρουόμενων ταυτοτήτων μας. Αλλά ας τα “διαβάσουμε” καλύτερα από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές.

Μιλήστε μου λίγο για τους ρόλους σας;

Μανώλης Εμμανουήλ: Υποδύομαι τον Άνταμ – ο σύντροφός του, o Λουκ, βρίσκεται στην εντατική και δεν μπορεί να τον δει, διότι δεν είναι συγγενής. Είναι ένας ευφυής συγγραφέας που όμως δεν έχει καταφέρει να εκδώσει κάτι και αναγκάζεται να κάνει δουλειές που σιχαίνεται. Είναι άθεος, νευρωτικός, σαρκαστικός με έντονη προσωπικότητα αλλά και πολύ ευαίσθητος. Έχει την ανάγκη να τον αγαπούν και παλεύει για αυτό που θεωρεί δίκαιο.

Δημήτρης Λιακόπουλος: Ο Λουκ είναι ένας χαρακτήρας γεμάτος αντιθέσεις και προκλήσεις. Είναι ένας νέος άντρας που μεγαλώνει σε ένα αυστηρά θρησκευτικό περιβάλλον και προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη βαθιά πίστη του και τη σεξουαλική του ταυτότητα. Έχει μια εσωτερική σύγκρουση, γιατί ενώ αγαπά τον Άνταμ, τον σύντροφό του, νιώθει την ανάγκη να κρύψει τη σχέση τους από την οικογένειά του και να συμμορφωθεί με τις πεποιθήσεις που του έχουν εντυπωθεί από παιδί.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΣΠΥΡΟΣ ΜΠΑΚΑΛΗΣ

Το έργο διαπραγματεύεται την ύπαρξη πολλών και συχνά «αντικρουόμενων» ταυτοτήτων που μπορεί να φέρει ένας άνθρωπος, όπως πχ αυτή του «gay» και «χριστιανού». Πόσο σύγχρονη θεωρείτε αυτήν τη διαπραγμάτευση;

M.E: Η σύγκρουση θρησκευτικής πίστης και σεξουαλικής ταυτότητας είναι κάτι που συμβαίνει εδώ και αιώνες και συμβαίνει και ακόμα, πόσες φορές δεν έχω ακούσει πως νέοι προσεύχονται στο Θεό να μην τους κάνει gay ή πηγαίνουν και εξομολογούνται ή θεωρούν πως θα πάνε στην κόλαση… Αλλά για εμένα αυτή η σύγκρουση ταυτοτήτων και πίστεων είναι πιο γενική, δεν περιορίζεται μόνο στη θρησκεία και την σεξουαλικότητα μας, Τη βιώνουν πολλά άτομα και δυστυχώς πάντα θα τη βιώνουν. Είμαστε μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας που θέτει κανόνες, πιέσεις και πιστεύω που πολλές φορές μπορεί να είναι αντίθετα με τη φύση μας, το ποιοι είμαστε και τα «θέλω» μας. Και μπορώ να φέρω άπειρα παραδείγματα τέτοιων εσωτερικών συγκρούσεων.

Δ.Λ: Η διαπραγμάτευση πολλαπλών και συχνά αντικρουόμενων ταυτοτήτων, όπως αυτή του να είσαι ταυτόχρονα gay και χριστιανός, είναι εξαιρετικά σύγχρονη και, θα έλεγα, πιο επίκαιρη από ποτέ. Ζούμε σε μια εποχή που οι κοινωνίες προοδεύουν προς τη συμπερίληψη, αλλά οι εσωτερικές συγκρούσεις παραμένουν, ειδικά όταν οι ταυτότητες που φέρουμε φαίνεται να έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους. H παράσταση φωτίζει με ευαισθησία αυτό το ζήτημα, γιατί θίγει τον αγώνα για την αποδοχή όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Πολλοί άνθρωποι, ακόμα και σήμερα, νιώθουν ότι πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στη θρησκευτική τους πίστη και τη σεξουαλική τους ταυτότητα, κάτι που μπορεί να είναι ψυχοφθόρο. Αυτό που κάνει το έργο σύγχρονο είναι η εστίαση στη συνύπαρξη αυτών των ταυτοτήτων. Μας καλεί να αναρωτηθούμε: Πρέπει να επιλέξουμε; Ή μήπως μπορούμε να υπάρξουμε ολόκληροι, με όλες τις αντιφάσεις μας, και να δημιουργήσουμε έναν νέο χώρο όπου αυτές οι ταυτότητες μπορούν να συμβιώνουν; Νομίζω ότι αυτή η ερώτηση αγγίζει βαθιά το σήμερα, όπου η ανάγκη για πολυδιάστατη αποδοχή – τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο – είναι πιο αναγκαία από ποτέ.

Μπορεί τελικά ένα άτομο να πιστεύει σε κάτι που εναντιώνεται μέχρι και στην ύπαρξή του; Ποια είναι η προσωπική σας γνώμη;

M.E: Ναι, σίγουρα. Ένα άτομο μπορεί να εσωτερικεύσει ιδεολογίες, αξίες ή πεποιθήσεις που είναι αντίθετες με την ταυτότητά του. Αυτό συνήθως συμβαίνει λόγω κοινωνικής πίεσης, εκπαίδευσης ή τραύματος. Σε αυταρχικές ή συντηρητικές κοινωνίες για παράδειγμα, κάποιοι μπορεί να υποστηρίζουν συστήματα που περιορίζουν τις ελευθερίες τους, επειδή έχουν πειστεί ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος να επιβιώσουν. Ή μπορεί να ασπάζονται πεποιθήσεις που τους καταπιέζουν, επειδή φοβούνται την κοινωνική απόρριψη. Η ανθρώπινη φύση δεν είναι πάντα ορθολογική ή συνεπής και επηρεάζεται φυσικά και από εξωγενείς παράγοντες.

Δ.Λ: Πιστεύω ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο – αν όχι αδύνατο – να πιστεύει κανείς σε κάτι που ουσιαστικά εναντιώνεται στην ίδια του την ύπαρξη. Μια τέτοια αντίφαση, όσο κι αν προσπαθήσουμε να τη δικαιολογήσουμε ή να την αντέξουμε, τελικά φθείρει την ψυχή και την ταυτότητά μας. Θεωρώ ότι, αργά ή γρήγορα, η εσωτερική αυτή αντίθεση θα οδηγήσει σε μια κρίση ταυτότητας. Δεν μπορείς να ζεις για πάντα με την αίσθηση ότι ένα κομμάτι σου είναι “λάθος” ή “αμαρτωλό”. Πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να βρούμε ή να δημιουργήσουμε ένα σύστημα αξιών που να αγκαλιάζει όλες τις πλευρές μας, χωρίς να μας αναγκάζει να απορρίψουμε ένα βασικό κομμάτι της ύπαρξής μας. Διαφορετικά, ο μόνος δρόμος είναι η αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό.

Πολλοί άνθρωποι, ακόμα και σήμερα, νιώθουν ότι πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στη θρησκευτική τους πίστη και τη σεξουαλική τους ταυτότητα.

Ο τρόπος με τον οποίο τελειώνει το έργο, θα λέγαμε πώς δείχνει κάπως και τη ματαιότητα όλων των αυτών που μας χωρίζουν;

M.E: Σίγουρα. Υπάρχουν στιγμές στη ζωή σου, όταν αντιμετωπίζεις πολύ δύσκολες καταστάσεις που σκέφτεσαι όλα όσα σε απασχολούσαν ή σε άγχωναν και ξαφνικά αυτά φαίνονται ασήμαντα συγκριτικά με αυτό που περνάς εκείνη τη στιγμή. Οι διαφορές μας με τους δικούς μας ανθρώπους, όπως είπες μοιάζουν μάταιες και το μόνο που μετράει, το μόνο που μένει, είναι η αγάπη.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΣΠΥΡΟΣ ΜΠΑΚΑΛΗΣ

Ποιες θα λέγαμε ότι είναι οι προκλήσεις αυτής της παράστασης;

M.E: Σε προσωπικό επίπεδο, με τον Άνταμ, η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν το ότι πηγαίνω χρονικά μπρος πίσω. Τη μια στιγμή πρέπει να βρίσκομαι στο νοσοκομείο και να ζω τις πιο δύσκολες μέρες της ζωής μου και αμέσως μετά πάμε πίσω στον χρόνο και αρχίζω να ερωτεύομαι και να χτίζω μια σχέση. Και μετά πίσω στο νοσοκομείο και πάλι. Οι εναλλαγές είναι πολύ γρήγορες και η πρόκληση του να “μπω” τόσο γρήγορα στην ψυχοσύνθεση του Άνταμ, σε αυτό που περνάει κάθε στιγμή είναι μεγάλη. Όταν η υπόθεση είναι γραμμική, της το χρόνο να βιώσεις την εξέλιξη του χαρακτήρα, εδώ δεν μου δίνεται αυτή η πολυτέλεια. Και σαν παράσταση στο σύνολο της, θα έλεγα πως η μεγαλύτερη πρόκληση είναι το να υποστηρίξουμε την αλήθεια του κειμένου, που δεν παίρνει θέση στα διάφορα διλήμματα και της διαφορετικές απόψεις που παρουσιάζει, και να χτίσουμε χαρακτήρες που δεν γελοιοποιούνται για της απόψεις της αλλά αφήνουν το κοινό να αναρωτηθεί τί είναι σωστό και τί λάθος.

Δ.Λ: Η μεγαλύτερη πρόκληση, κατά τη γνώμη μου, είναι η ισορροπία ανάμεσα στο χιούμορ και το δράμα. Το έργο καταπιάνεται με πολύ σοβαρά θέματα, της η αγάπη, η πίστη, η απώλεια και η αποδοχή, αλλά το κάνει με έναν τρόπο που δεν βαραίνει τον θεατή – τουλάχιστον όχι από την αρχή. Πρέπει, λοιπόν, να βρούμε τον σωστό τόνο, ώστε το κοινό να γελάει, να συγκινείται, αλλά και να προβληματίζεται. Μια άλλη πρόκληση είναι να αποδώσουμε με ειλικρίνεια της εσωτερικές συγκρούσεις των χαρακτήρων. Ο κάθε χαρακτήρας κουβαλάει της δικές του αντιφάσεις και τα δικά του τραύματα, κι αυτό απαιτεί από εμάς να προσεγγίσουμε τον ρόλο με μεγάλη ευαισθησία. Δεν υπάρχουν «κακοί» ή «καλοί» στο έργο – όλοι είναι ανθρώπινοι, με της αδυναμίες και τα πάθη της. Τέλος, υπάρχει και η πρόκληση της επικοινωνίας με το κοινό. Το έργο μιλά για ζητήματα που, δυστυχώς, παραμένουν επίκαιρα: η ανάγκη για αποδοχή, ο φόβος της απόρριψης, η σύγκρουση με της κοινωνικές και οικογενειακές προσδοκίες. Το να καταφέρουμε να αγγίξουμε συναισθηματικά το κοινό και να ανοίξουμε έναν διάλογο μαζί του είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση, αλλά και η πιο σημαντική ανταμοιβή.

Αλλά αν και η ελληνική κοινωνία έχει σημειώσει πρόοδο σε θέματα αποδοχής, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές συντηρητικές αντιλήψεις που επηρεάζουν το κοινό και τις παραγωγές.

Θεωρείτε ότι οι θεατρικές παραστάσεις στην Ελλάδα εξακολουθούν να φοβούνται την προβολή της ομόφυλης συντροφικότητας ή είναι κάτι που (επιτέλους) έχει ξεπεραστεί;

Μ.Ε: Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος αλλά σε καμία περίπτωση το ζήτημα δεν έχει ξεπεραστεί πλήρως. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένας αυξανόμενος αριθμός παραστάσεων που εξερευνούν την ομόφυλη συντροφικότητα, την ταυτότητα φύλου και τη σεξουαλική ελευθερία. Φέτος, στην Αθήνα ξέρω ότι παίζονται τουλάχιστον πέντε παραστάσεις με αυτή τη θεματική. Αλλά αν και η ελληνική κοινωνία έχει σημειώσει πρόοδο σε θέματα αποδοχής, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές συντηρητικές αντιλήψεις που επηρεάζουν το κοινό και τις παραγωγές. Ο φόβος και οι δισταγμοί δεν έχουν εξαλειφθεί. Η πραγματική υπέρβαση αυτού του εμποδίου θα έρθει όταν αυτά τα έργα πάψουν να θεωρούνται τολμηρά και ενσωματωθούν φυσικά στη θεατρική αφήγηση, όπως κάθε άλλη ανθρώπινη εμπειρία.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΗΣ

Τι πρέπει να γνωρίζουμε για εσάς;

M.Ε: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Δεν θυμάμαι να υπήρξε στιγμή που να μην ήθελα να γίνω ηθοποιός. Από νήπιο, ήταν αυτό που πάντοτε έλεγα ότι ήθελα να κάνω όταν μεγαλώσω. Μετά από την αποφοίτηση μου από το τμήμα Θεατρολογίας της φιλοσοφικής, αποφάσισα να δοκιμάσω να δώσω εξετάσεις για δραματική στο Λονδίνο. Ήθελα πολύ την εμπειρία να ζήσω κάποια χρόνια στο εξωτερικό, εφόσον μέχρι τα 22 δεν είχα ζήσει πουθενά εκτός της Αθήνας. Με μεγάλη μου χαρά, έγινα δεκτός στο Central School of speech and drama, και έτσι μετακόμισα Λονδίνο, αρχικά μόνο για σπουδές, με σκοπό να γυρίσω πίσω μετά. Ωστόσο, μετά την αποφοίτησή μου από τη δραματική σχολή, ένας ατζέντης μου πρότεινε να με εκπροσωπήσει. Έτσι, αποφάσισα να παραμείνω και να δοκιμάσω την τύχη μου σε διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έκανε την επιστροφή μου να φαίνεται λιγότερο ελκυστική. Έτσι, πέρασα δύο δεκαετίες στο Λονδίνο, δουλεύοντας σε πολλές αγγλικές και διεθνείς παραγωγές με highlight την συμμετοχή μου στο Greed του Michael Winterbottom όπου έπαιξα δίπλα σε τεράστια ονόματα του Χόλυγουντ. Στην Ελλάδα έκανα την πρώτη μου τηλεοπτική δουλειά πρόπερσι στον Όρκο της ΕΡΤ και τώρα, το «Κράτα με», είναι η πρώτη μου εμπειρία, μετά από πολλές παραστάσεις στα αγγλικά στο Λονδίνο, του να παίξω θέατρο στα ελληνικά. Σε προσωπικό επίπεδο, είμαι παντρεμένος εδώ και επτά χρόνια με τον σύντροφο μου και μαζί με το golden retriever μας, τον Χάμλετ, μοιράζουμε πλέον τον χρόνο μας μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου.

Δ.Λ: Η διέξοδός μου από τη φρίκη της ύπαρξης είναι η τέχνη, η επιστήμη και ο αθλητισμός.


Πληροφορίες

Τοποθεσία: Θέατρο «Εν Αθήναις» (Ιάκχου 19, Γκάζι)
Ημερομηνίες: κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 (έως τις 14 Ιανουαρίου)

κεντρική φωτογραφία: Νίκος Κόκκαλης

Vasilis Thanopoulos

Από μικρός ήθελα να γίνω αστροναύτης. Εξάλλου, πάντα θυμάμαι να μου λένε ότι "πετάω στα αστέρια". Λόγω όμως σχετικής υψοφοβίας αποφάσισα να αλλάξω επαγγελματικό προσανατολισμό και να γίνω δημοσιογράφος (απ' το κακό στο χειρότερο), Μπήκα στο Πάντειο (Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού) και λίγους καφέδες αργότερα πήρα το πτυχίο μου. Έκτοτε το επαγγελματικό μου μετερίζι με έχει οδηγήσει στην πόρτα ανθρωπιστικών οργανισμών (Διεθνή Αμνηστία, Έλιξ) αλλά και πολλών έντυπων και διαδικτυακών μέσων (Esquire, Nitro, Protagon, κλπ). Η σχέση μου με το Antivirus ξεκίνησε τυχαία τον Μάρτιο του 2013. Έκτοτε έγινε λατρεία... Είτε εδώ είτε στο περιοδικό, όλο και κάπου θα με πετύχετε. Αν τώρα θέλετε να κάνετε και κάποιο σχόλιο... θα με βρείτε στο [email protected]. Cu!




Δες και αυτό!