Κάθε Πέμπτη (σ.σ. μέχρι τις 19 Μαρτίου) στο θέατρο Μπέλλος, ο Γιώργης Κοντοπόδης καλείται να διαχειριστεί τον συγκλονιστικό μονόλογο του Μιχάλη Παπαδόπουλου, βασισμένο στη ζωή του serial killer Τζον Γουέιν Γκέισι. Ο ίδιος μας μιλά για την παράσταση “Και τα αγόρια κλαίνε” και για τα ερωτήματα που θέτει σχετικά με την ανθρώπινη συμπεριφορά.
Μίλα μας λίγο για τη συμμετοχή σου στο “Και τα αγόρια κλαίνε”; Ποιες είναι οι προκλήσεις ενός τέτοιου ρόλου;
Και τα αγόρια κλαίνε. Ένα έργο που με αφορμή τη ζωή ενός ανθρώπου διαφορετικού και ακραίου μας κάνει να σκεφτούμε τις δικές μας ευθύνες απέναντι στους συνανθρώπους μας, στο περιβάλλον μας, στον οποιονδήποτε δεν σκέφτεται και δεν πράττει με τον ίδιο τρόπο με μας. Πρώτη μου φορά καταπιάστηκα με τη ζωή ενός υπαρκτού προσώπου και μάλιστα προσώπου το οποίο χαρακτηρίζεται απεχθές- κατά κοινή αποδοχή. Το δύσκολο ήταν, όταν κλήθηκα να μπω στην ψυχοσύνθεση αυτού του ανθρώπου και να τον δικαιολογήσω, ώστε να μπορέσω να γίνω αυτός. Ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο ήταν να αντιμετωπιστεί το έργο μόνο ως θεατρικό κείμενο και όχι ως η ιστορία ενός ανθρώπου που όντως βίασε και έθαψε κάτω από το σπίτι του 33 νεαρά αγόρια. Αυτή θεωρώ ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση. Το να καταφέρω να αγαπήσω τον Τζον και να τον δικαιολογήσω μέσα μου, ώστε να μπορέσω να τον πλησιάσω. Ήξερα από την αρχή ότι αν δεν συνέβαινε αυτό δεν θα μπορούσα και να συνυπάρξω μαζί του για 70 λεπτά στη σκηνή. Να σκέφτομαι δηλαδή πως ενσαρκώνω έναν βιαστή νεαρών αγοριών, τα οποία και δολοφονούσε. Ο “άνθρωπος” λοιπόν, έγινε θέατρο και ρόλος… και κάθε μας ρόλο πρέπει να τον αγαπάμε και να τον κατανοούμε. Και θεωρώ ότι μάλλον τα καταφέραμε,
Ποια θέματα πιστεύεις πως πραγματεύεται το έργο;
Μία βασική μου σκέψη – μετά το πέρας της πρώτης παράστασης και όχι των προβών, γιατί στις πρόβες υπήρχε η αγωνία του χτισίματος του έργου- ήταν αυτό το “και τώρα τι;”’. Αυτό που με πολύ έντεχνο τρόπο αναφέρει ο συγγραφέας του έργου, όταν λέει “okay ο John Gacy θανατώθηκε, πλήρωσε για τις πράξεις του… και τώρα τι; μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι; τώρα τελείωσαν όλα τα δεινά της ανθρωπότητας;”. Σαφέστατα, ο στόχος του συγγραφέα δεν είναι να δικαιολογήσει έναν άνθρωπο σαν τον Gacy, απλά ίσως να εξηγήσει ότι οι άνθρωποι που προκαλούν δεινά υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Δεν ξεφεύγουμε από αυτούς, δεν ηρεμούμε. Θα ήταν αφελές εκ μέρους μου να πω, ότι το έργο μας αναφέρεται στο θέμα της ομοφυλοφιλίας, της ασέλγειας απέναντι σε ανηλίκους, της δολοφονίας. Αυτά είναι πράγματα δεδομένα για το έργο και δεν χρειάζεται να τα αναλύσω εγώ. Είναι η αφορμή για να μιλήσει για κάτι που μας αφορά. Για την ανθρώπινη συμπεριφορά ανά τους αιώνες. Αυτό όμως το “και τώρα τι’” με βασανίζει από την πρώτη μέρα που συναντήθηκα επί σκηνής με τον ρόλο αυτό μέχρι και σήμερα. Τι είναι αυτό που πρέπει ουσιαστικά να κάνουμε για να αλλάξουν τα κακώς έχοντα κείμενα της ζωής μας.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον όρο διαφορετικότητα;
Νομίζω είναι κάτι πολύ ξεκάθαρο. Αυτό το οποίο δεν κάνουν οι εννέα, αλλά ο δέκατος. Αυτό το οποίο δεν κάνουν οι πολλοί, αλλά οι λίγοι. Αυτό το οποίο δεν αποδέχονται οι πολλοί και αυτό ίσως, ίσως το οποίο κατακρίνουν οι πολλοί. Είναι άλλωστε ίδιον της ανθρώπινης φύσης η ευκολία στο να κρίνουμε και να κατακρίνουμε, χωρίς πρώτα να προσπαθήσουμε να δεχτούμε. Δυστυχώς, υφίσταται ο όρος διαφορετικότητα να χρησιμοποιείται κατά βάσιν ως προς τη σεξουαλική ταυτότητα ενός ατόμου, κάτι το οποίο συμβαίνει και στο έργο. Αν όμως δούμε τριγύρω μας, η διαφορετικότητα υπάρχει στα πάντα. Στον τρόπο που δουλεύουμε, στο πόσο έντιμοι είμαστε, στο πόσο ειλικρινείς είμαστε… απλά ίσως δεν μας συμφέρει το να το δούμε και να το αποδεχτούμε.
Εσύ γιατί αισθάνεσαι διαφορετικός;
Για μένα η λέξη διαφορετικότητα υφίσταται μόνο ως μία ακόμα λέξη στα ελληνικά λεξικά. Οι απόψεις, οι προτιμήσεις, οι θέσεις και ο τρόπος σκέψης του κάθε ανθρώπου είναι μοναδικά και οφείλουμε, αν όχι να τα δεχόμαστε, τουλάχιστον να τα σεβόμαστε. Οπότε, δε θα χαρακτήριζα σε τίποτα τον εαυτό μου διαφορετικό από οποιονδήποτε άλλο. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από ότι χαρακτηρίζω διαφορετικό… τον οποιονδήποτε άλλο.
Θεωρείς ότι η τέχνη μπορεί να κάνει να συμβάλλει στην καταπολέμηση των κοινωνικών στερεοτύπων;
Σαφέστατα. Βάσει της ρομαντικής αντίληψης, ως προς το τι είναι τέχνη -και όχι της ρεαλιστικής ότι είναι μία δουλειά- η τέχνη έχει ως στόχο να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, να μας κάνει να σκεφτούμε. Τα κοινωνικά στερεότυπα, οι νόρμες με τις οποίες μας έχουν μεγαλώσει, σκέψεις που έχουν γίνει πλέον καθεστώς μέσα στο μυαλό μας, χωρίς καν να ξέρουμε οι ίδιοι γιατί υπάρχουν, είναι πράγματα που μπορεί να ανατραπούν. Εγώ να μιλήσω ως προς το θέατρο και μόνο. Υπάρχουν έργα πολύ σημαντικά, υπάρχουν παραστάσεις ακόμα πιο σημαντικές, από τις οποίες βγαίνοντας ένας θεατής αλλά και ο ηθοποιός, ο όποιος συμμετέχει σε αυτές, μπορεί να έχει αλλάξει ολόκληρη την κοσμοθεωρία του. Κι αν όχι ολόκληρη, να έχει τουλάχιστον σκεφτεί, ότι ίσως κάτι, κάπου μπορεί να κάνει λάθος, ότι ίσως κάτι, κάπου μπορεί να διορθώσει στη συμπεριφορά του, στον τρόπο που αντιμετωπίζει τους άλλους, στον τρόπο που σκέφτεται για αυτούς. Εάν ένα από όλα αυτά καταφέρνουμε να γίνεται σε κάθε μας παράσταση, τότε θεωρώ πως προς τη ρομαντική τουλάχιστον πλευρά τού τι είναι τέχνη… έχουμε πετύχει.
Τι άλλο πρέπει να γνωρίζουμε για εσένα;
Πάντοτε θεωρούσα ότι ένας ηθοποιός μιλάει μέσα από τη δουλειά του κατά βάση, γιατί το κοινό ενδιαφέρεται για τη δουλειά μας και τους ρόλους που παίζουμε. Αυτό που σίγουρα θα θελα να ξέρετε για μένα είναι, πως όποιος θέλει να συναντήσει τους χαρακτήρες με τους οποίους έχω πάρε-δώσε θα πρέπει να το κάνει στο θέατρο Μπέλλος. Εμένα… άντε το πολύ να με χαιρετήσει μετά την παράσταση…
Πώς θα ήθελες να τελειώσει αυτή η συνέντευξη;
Θα ήθελα να κλείσω τον υπολογιστή μου, αφού σας στείλω τις απαντήσεις μου, να ξαπλώσω και αύριο το πρωί που θα ξυπνήσω να διαβάσω σε ένα από τα εκατοντάδες άρθρα που κυκλοφορούν στο ίντερνετ, ότι όλα αυτά που διαβάζω τις τελευταίες μέρες είναι απλά πρόωρα πρωταπριλιάτικα αστεία. Ότι όλη αυτή η τρομοκρατία για ιούς, για ανθρώπους που κυκλοφορούν με μάσκες που έχουν εξαντληθεί, για δρομολόγια μετρό που δεν πραγματοποιούνται, γιατί απεγνωσμένοι άνθρωποι κάνουν βουτιά θανάτου στις γραμμές, για αποβάσεις ενόπλων σε νησιά και ξυλοδαρμούς πολιτών, για εγκλωβισμούς μεταναστών που είναι ανεπιθύμητοι σε έναν χώρο για τον οποίο η χώρα μου έχει πάρει κονδύλια – και σε μια χώρα στην οποία η γιαγιά μου ήρθε προ πολλών ετών με βάρκα απ’ τη Μικρά Ασία… είναι απλά και μόνο ένα πρωταπριλιάτικο αστείο. Με αυτή την ελπίδα θα ήθελα να τελειώσω τη συζήτησή μας, έστω και αν είναι φρούδα. Αυτή είναι μια ευχάριστη “διαφορετικότητα”, στην οποία θα θελα να πιστεύω.
https://avmag.gr/118620/quot-kai-ta-agoria-klaine-quot-gia-liges-parastaseis-sto-theatro-mpellos/