Ο ψυχολόγος είπε πως δεν είμαι λεσβία!

12/04/2022

Καθόταν σε απόσταση τόση- όση – ήταν αρκετή ώστε το φως του δωματίου να συγκεντρώνεται μοναχά επάνω μου. Κρατούσε στα χέρια του τα αποτελέσματα του τεστ και έπαιρνε τον χρόνο του. Η σιωπή έσπασε πρώτα πίσω από το μουστάκι του. Μου έδωσε την απάντηση την οποία είχα έρθει να αναζητήσω: “Δεν είσαι λεσβία.Ξέχνα το!” Εννοείται πως είχε το ύφος του ειδικού. Ήταν ειδικός άλλωστε!

Η καρέκλα στο γραφείο του ήταν ξύλινη. Τετραγωνισμένη. Τα δερμάτινα σημεία της ανακούφιζαν κάπως την πλάτη μου και το πισινό μου, αν και με ανάγκαζαν να κάθομαι σε κάθετη κλήση από το έδαφος. Κρατιόμουν από τα μπράτσα της, γιατί μόνο έτσι μπορούσα να βολέψω κάπως τους αγκώνες μου. 

Ξύλινη ήταν και η έδρα του. Και φαρδιά.

Δεν τον ρώτησα τίποτα άλλο.

Ούτε γιατί ήταν τόσο σίγουρος, ούτε αν ίσως θα έπρεπε να δοκίμαζα πρώτα και ύστερα να το βλέπαμε ξανά. Καθόμουν εκεί, ευθυτενής και μπερδεμένη.

 

Εφτά χρόνια και τρεις λεσβιακές σχέσεις αργότερα, το ραντεβού μου κάθεται σε μια παρόμοια καρέκλα στο διαμέρισμά μου. Δεν ήταν δική μου επιλογή. Ούτε το διαμέρισμα, ούτε η καρέκλα.  

Η γνωριμία μας ξεκίνησε online. Πέρασαν δύο εβδομάδες προτού αποφασίσουμε να βρεθούμε. Αν και τη βλέπω πρώτη φορά από κοντά, νιώθω οικεία.  

Τα χέρια της ακουμπάνε στα πόδια της.

 

Σε εκείνο το βαρύ γραφείο σταΕξάρχεια, ο “ειδικός”- ψυχολόγος, με είχε προειδοποιήσει:

Αν νιώσεις άβολα, πες μου να σταματήσω”.

Ήμουν 19 χρονών όταν επισκέφτηκα για πρώτη φορά ψυχολόγο. Εκείνον τον ψυχολόγο συγκεκριμένα.

Έως τότε δεν είχα ιδέα πως μπορεί να μοιάζει ένας. Εκείνος ήταν καμιά τριανταριά χρόνια μεγαλύτερος. Παντρεμένος και με περγαμηνές του τύπου “ο τάδε ηθοποιός είναι πελάτης μου”. Οδηγούσε μια vintage Mercedes και στην κρεαταγορά έμοιαζε να τον γνωρίζουν όλοι (λεπτομέρειες που δεν έπρεπε να γνωρίζω!). Ήταν πολύ σίγουρος για τον εαυτό του και για εμένα.

Μου ζήτησε να κλείσω τα μάτια μου.

Του είπα πως θέλω να τα έχω ανοιχτά. Ήρθε πίσω από την καρέκλα μου. Μιλούσε, δε θυμάμαι τι έλεγε. Κοιτούσα εμπρός. Σημείωνα με το δέρμα μου κάθε του κίνηση. Έγειρε προς το λαιμό μου και με μύρισε. “Δεν φοράς άρωμα”, παρατήρησε. Οι τρίχες στο σβέρκο μου ανυπότακτες, σηκώθηκαν όρθιες παρά τη θέλησή μου.

Ήθελε όμως να μάθει τι ήταν εκείνο που μύριζε τόσο όμορφα επάνω μου. Του είπα πως δεν μου αρέσουν τα αρώματα. “Προτιμώ τις ενυδατικές κρέμες”. Με μύρισε πιο προσεκτικά. Του είπα πως νιώθω άβολα και θέλω να σταματήσουμε.

Καθώς περπατούσε μακριά μου και πίσω ξανά στο φαρδύ του γραφείο, ερχόταν και στο συμπέρασμα που μου πήρε χρόνια να ξεπεράσω:

Δε χρησιμοποιείς αρώματα ώστε να αναγκάζεις τους άλλους να έρθουν αρκετά κοντά σου για να σε μυρίσουν”. Το θυμάμαι εκείνο το μουστάκι, πως ανεβοκατέβαινε όσο μου εξηγούσε τους λόγους για τους οποίους δεν είμαι λεσβία. Κάνοντάς με να νιώσω άβολα με το σώμα του κοντά στο δικό μου, είπε, πως μου απέδειξε ότι επιθυμώ τους άντρες.

Ένα σιωπηλό παράδοξο έκανε την εμφάνισή του τότε και παρέμεινε για καιρό παρέα μου:

Η άβολη στιγμή της ερωτικής μου επιθυμίας για κάποια κοπέλα σφιχτομπλέχτηκε με την άβολη στιγμή της ερωτικής επιβολής και καθήλωσης από ένα σώμα ανεπιθύμητο/επιθυμητό. Και μοιάζουν τόσο πολύ οι στιγμές αυτές. Ή τουλάχιστον για χρόνια έμοιαζαν.

Όταν ποθώ το άλλο σώμα, εκείνο που θέλω είναι να βάλω τα χέρια μου επάνω του. Να αγγίξω μέρη της που κρύβει με τα ρούχα της, να τη δω γυμνή (ό,τι κι αν αυτό σημαίνει). Χωρίς εμπόδια ίσως; χωρίς ενδιάμεσα φίλτρα; Να τη δω όταν θα έχει αφεθεί στην απόλαυση. Όταν θα εμπιστεύεται το σώμα της, την ακεραιότητά της στη στιγμή που (την) κοιτώ, κρατώ, αγγίζω.

Νιώθοντας την επιθυμία κάποιας άλλης επάνω μου, ακινητοποιούμαι. Φαίνεται πως η επιθυμία άλλων επάνω μου, πλάθει ένα μαγνητικό δέος, γεμάτο από μικρές περιέργειες. Ένα άτομο εμπρός μου, μου λέει “σε βλέπω και θέλω να με δεις και εσύ”. Ευάλωτα σώματα στο φως μου. Δε θέλω να τα αφήνω σε αυτό το εκκρεμές.

Αλλά έχω μπερδέψει το άβολο με το ευάλωτο!

Υπάρχουν δύο είδη σεξουαλικών αφηγήσεων: αυτές που γνωρίζουμε και ντρεπόμαστε να παραδεχτούμε και αυτές που κρατάμε μυστικές ακόμη και από τον εαυτό μας.

Αν οι σεξουαλικές αφηγήσεις συνέβαιναν μόνο στο συνειδητό μυαλό, θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε τις προβληματικές με ορθολογικό τρόπο – να προσπαθήσουμε να τις “ξεπεράσουμε”, ας πούμε. Αλλά πολλές σεξουαλικές αφηγήσεις -αυτές που συχνά κάνουν τη μεγαλύτερη ζημιά- είναι θαμμένες τόσο βαθιά στο ασυνείδητό μας που δεν τις αντιλαμβανόμαστε καν.

(από την εισαγωγή του βιβλίου Transforming Sexual Narratives της Suzanne Iasenza)

Εφτά χρόνια και τρεις λεσβιακές σχέσεις αργότερα, σηκώνομαι να πάω στην τουαλέτα κι εκείνη γυρίζει το πρόσωπό της από την άλλη. Με κοιτάζει (αν θέλει) με την άκρη του ματιού της, καθώς την προσπερνώ. Βλέπω το μάγουλό της και το φαντάζομαι σε αναμονή. Κοντοστέκομαι δίπλα σε αυτό το μάγουλο. Το φέρνει επιτέλους κοντά στο στόμα μου. Το φιλάω. Συνεχίζω να μυρίζω τη διαδρομή ως το στόμα της. Δοκιμάζουμε δυο τρία στεγνά φιλιά. Η ανάσα μου. Μικρές διακοπές όσο προσπαθούσα να εισπνέω τη μυρωδιά της.

Δεν φορούσε άρωμα.  

Σύντομα συνεχίζω το δρόμο μου προς την τουαλέτα.

ps. Η φωτογραφία στο “εξώφυλλο” τούτου του κειμένου αναπαριστά την ενενηντάχρονη εαυτή μου, που μόλις θυμήθηκε εκείνον τον ψυχολόγο που στα 19 της της είχε πει πως δεν είναι λεσβία!

Χριστίνα Τριχά

Αρνούμαι να καταλήξω σε συμπεράσματα, κι αν πέφτω στην παγίδα τους είναι που καμιά φορά δε τα προλαβαίνω. Δεν έχω και απόψεις, γιατί προϋποθέτουν μία μόνο πλευρά και από εδώ που είμαι δε την βλέπω. Όταν συναντώ ειδικούς χρησιμοποιώ εφαρμογές μετάφρασης και όταν συστήνομαι, ξεχνώ ποια είμαι. Αν και εσείς βγάζετε συμπεράσματα κατά λάθος, μπορείτε να μου τα στείλετε στο [email protected]




Δες και αυτό!