“Μην είσαι τόσο πρόθυμος να προσβληθείς”, αντιγράφω και υπογραμμίζω στο τετράδιό μου, τα λόγια της Κέιτ Μπλάνσετ, ως η κακιά λεσβία “Ταρ” στην ομώνυμη ταινία του Φιλντ.
Ήμουν;(αναρωτήθηκα)
Την τηλεοπτική σεζόν ΄22-΄23 ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης, εντελώς τυχαία, βρέθηκε πολύ “δίπλα”, σχεδόν κολλητά, στον Φοίβο Δεληβοριά. Τις Πέμπτες μπορούσες να παρακολουθήσεις στο MEGA, τη δραματική σειρά “Μαέστρο” και την αμέσως επόμενη ημέρα, στην ΕΡΤ, προβαλλόταν η σατυρική σειρά “Τα Νούμερα”.
Δίπλα- δίπλα, όπως ήταν ο ένας στον άλλο, για κάμποσες εβδομάδες, ήταν σχεδόν αδύνατο να αποφύγω να δω μια βασική ομοιότητα στα έργα τους. Μια ομοιότητα η οποία έμελλε να είναι μόνο η αρχή σε κάτι που αργότερα έμαθα πως έχει το επιστημονικό όνομα “Το Φαινόμενο του Baader-Meinhof”. Ή αλλιώς το φαινόμενο της “Αυταπάτης της Συχνότητας”.
Οποία σύμπτωση;
Στο “Μαέστρο” ο Παπακαλιάτης υποδύεται έναν μεσήλικα Αθηναίο δάσκαλο μουσικής της 18χρονης “νησιωτοπούλας” Κλέλιας. Στα “Νούμερα” ο Δεληβοριάς υποδύεται σχεδόν τον εαυτό του, αλλά κυρίως έναν μεσήλικα εμπνευστή μιας μουσικής σκηνής για την οποία προσλαμβάνει ως καλλιτεχνική παρτενέρ του, την 25χρονη Δανάη.
Μεταξύ άλλων, δύο άντρες με κάποια θέση εξουσίας, ερωτεύονται τις κατά πολύ νεαρότερές τους, και αισθητικά “αψεγάδιαστες” θηλυκότητες. Αθώες, αλλά και παμπόνηρες, αφελείς, και παιχνιδιάρες, που για τους μεσήλικες πρωταγωνιστές δεν είναι ακριβώς και μονάχα άτομα, αλλά στην καλύτερη μια ρομαντική ιδέα ή στη χειρότερη, μια πηγή έμπνευσης.
Κλασσική αξία!
Τι τα θες… Το μυαλό μου κόλλησε στην συγκεκριμένη σεναριακή ομοιότητα ανάμεσα στο “Μαέστρο” και “Τα Νούμερα”, όπως κολλάει το τσιμπούρι σε έναν σκύλο. Τι έγινε και έπειτα από δύο χρόνια ελληνικού #MeToo και ύστερα απ’ όλη αυτή τη συλλογική αφύπνιση που το ακολούθησε, δύο δημιουργοί, γνωστοί για τις ορθάνοιχτες, κοινωνικά και ηθικά ευαίσθητες, κεραίες τους, στριμώξανε στο σεναριακό τους καζάνι την ίδιακαλοπροαίρετα σεξιστική ερωτική ιστορία, η οποία θα μπορούσε σίγουρα να περισσεύει; Και τι ήταν αυτή η αυταπάτη της συχνότητας που είχα κολλήσει;
Κατά κάποιο τρόπο δηλαδή, δεν υπήρχε καμία απότομη αύξηση σεξιστικών προεκτάσεων στα έργα του Δεληβοριά και του Παπακαλιάτη. Δεν ξύπνησαν μια μέρα (ελπίζω!) και είπαν “Τέλεια ημέρα! Ας γίνουμε από σήμερα σεξιστές!”. Όχι. Απλά άρχισα εγώ να το παρατηρώ. Ή και να το φαντάζομαι;
Παρέα όμως με το φαινόμενο Baader-Meinhof και όλη αυτή την υποσυνείδητη συλλογή “προσοχή – σεξισμός” στιγμών ολόγυρά μου, μια άλλη σκέψη πιο τρομακτική ήρθε και βολεύτηκε ανάμεσα μας. Και με το “ανάμεσα” εννοώ ανάμεσα σε εμένα και το Φαινόμενο. Μια σκέψη χιονοστιβάδα. Η εξής:
“Αυτοί οι δυο κι εγώ μαζί, μεγαλώσαμε παράλληλα. Στην ίδια πάνω- κάτω γενιά. Τα έργα τους κατά καιρούς και δόσεις, έχουν εκφράσει τις κοινωνικές μου ανησυχίες, τα προσωπικά μου δράματα και έχουν δώσει ορατότητα στην κοινότητά μου. Αν δεν μπορούν να δουν ότι τα σενάρια τους εμπεριέχουν την ίδια προβληματική αφήγηση του δασκάλου με τη μαθήτρια και του αφεντικού/ μέντορα με την υπάλληλο/ θαυμάστρια, από την οποία μαζί τρέχαμε (νόμιζα) να ξεφύγουμε, τι μπορεί αυτό να σημαίνει για εμένα;”
Τι θα σήμαινε για εμένα αν συνέχιζα να παρακολουθώ τις σειρές τους;
Και σαν να μην έφτανε αυτό, όσο η συχνότητα των παρατηρήσεών μου σκόπευε εν αγνοία μου να με εξαπατήσει, οι θετικές αντιδράσεις του κοινού απέναντι στα δύο ειδύλλια των σειρών, το οποίο μέσω των σόσιαλ μίντια κυρίως επικροτούσε και αδημονούσε κιόλας για τις ερωτικές σκηνές ανάμεσα στους πρωταγωνιστές, με έκαναν να αμφιβάλω για τα όσα ένιωθα.
Ήμουν η μόνη τόσο πρόθυμη να προσβληθώ;
“Ομολογώ με ξενίζει το λαβ στόρι το Φοίβου με τη Δανάη. Η εικόνα ενός 49χρονου άντρα με μια κοπέλα 25 ετών με αφέλεια μπλα μπλα μπλα, μου φαίνεται κάπως παλιά προσέγγιση, σεξιστική, νομίζω ήδη απάντησες σε αυτό, οπότε θα περιμένουμε να….”, διαβάζει ο Άρης Δημοκίδης την ερώτηση μιας ακροάτριας του podcast “Ρώτα με ό,τι θες” της Lifo.
Ο Δεληβοριάς τον διακόπτει. Θέλει να απαντήσει πάλι:
“…δεν πιστεύω ότι μια οποιαδήποτε ιστορία με διαφορά ηλικίας είναι σεξιστική από μόνη της” μπλα μπλα μπλα “Ο σεξισμός έχει να κάνει με τον τοξικό τρόπο που βλέπει καμιά φορά μια αντρική περσόνα στην τέχνη τις γυναίκες ή και στη ζωή.” … μπλα μπα μπλα … “Αλλά τίποτα δεν είναι σεξιστικό ως σχήμα. Η ουσία είναι που τα κάνει τα πράγματα τοξικά ή σεξιστικά. Παρόλα αυτά να ξανατονίζω ότι αυτό δεν έχει να κάνει καθόλου με τις ερωτικές ιστορίες στα νούμερα οι οποίες όλες έχουνε όπως θα δείτε κάτι πολύ κωμικό και κάτι πολύ απροσδόκητο εν τέλει στο πως θα εξελιχθούν.”
“Τίποτα δεν είναι σεξιστικό ως σχήμα”. Χμ…
Και το σχήμα υπάλληλος- αφεντικό; Χωράει να περάσει σχεδόν απαρατήρητο και αμάσητο ένα σχήμα με ένα αφεντικό που προσλαμβάνει μια κοπέλα στη δουλειά του γιατί την φαντασιώνεται… ρομαντικά; Αμέ! Είναι τόσο χιλιοπαιγμένο και τόσο βαθιά χωμένο στο συλλογικό ασυνείδητο μας, που δεν το βλέπουμε καν να αναβοσβήνει εμπρός στα μάτια μας. Δεν ξεχωρίζουμε τίποτα άλλο εκτός από δυο αγαπητούς μας καλλιτέχνες επί σκηνής, τους οποίους ηδονοβλεπτικά θα θέλαμε να τους ευχαριστηθούμε και σε άλλες στιγμές από εκείνες που τους έχουμε συνηθίσει.
Αν όταν βλέπατε εκείνο το πρώτο φιλί ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές στα Νούμερα, νιώσατε κάπως, κάτι, κάπου άβολα, αλλά το προσπεράσατε, τότε ξέρετε για τι πράγμα μιλάω. Κάπου μακριά και αόριστα, και ο Baader και η Meinhof θα τρίβουν τα χέρια τους.
Το “κωμικό και απροσδόκητο” πάντως στο οποίο αναφέρεται ο Δεληβοριάς, σχετικά με το συγκεκριμένο λαβ στόρι, είναι πως η Δανάη είναι πολυγαμική. Ε και εδώ ναι, είμαι έτοιμη να προσβληθώ και θα προσβληθώ! Το αποφάσισα! Γιατί ούτε κωμικό το βρίσκω να είναι κάποια πολυγαμική, ούτε λόγος απροσδόκητης ανατροπής του αρχικού σεξιστικού “σχήματος” – βλ. αφού είναι πολυγαμική, ε ας μην πάρουμε στα σοβαρά την σεξιστική στάση του αφεντικού της- αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία για κάποια άλλη φορά.
Δίπλα- δίπλα με τις απαντήσεις του Δεληβοριά αναβοσβήνουν με καθαρή συχνότητα αυταπάτης και οι απαντήσεις του Παπακαλιάτη:
“Προβληματίστηκα όταν έγραψα κάποιες σκηνές στο Maestro. Η σχέση όμως του Ορέστη (ο δάσκαλος) και της Κλέλιας είναι πολύ αγνή δεν υπάρχει τίποτα κακοποιητικό”,λέει ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης στο provocateur. “Αν τους δεις αυτούς τους δύο ανθρώπους μαζί δεν υπάρχει κάτι αντιαισθητικό,δεν υπάρχει κάτι κακοποιητικό, δεν υπάρχει τίποτα το οποίο να σε απωθήσει. Όταν το έγραφα στο χαρτί θεώρησα πως έτσι έπρεπε να γίνει για να μην προκαλέσει λανθασμένα και να μην οδηγήσει αλλού τους θεατές”.
Παρακαλώ; Πώς είπατε; Ορίστε; Δηλαδή, αν κάτι δεν είναι αντιαισθητικό δεν μπορεί να είναι και κακοποιητικό; Και ποιανού την αισθητική να λάβουμε υπόψη μας για να είμαστε σίγουρες; Αν είσαι αρκετά όμορφος και μικροδείχνεις μπορείς να παραβλέπεις το ότι είσαι δάσκαλος ενός κοριτσιού που το περνάς τριάντα χρόνια; Άκρη δεν θα βγάλω.
Να συμπληρώσω μόνο εκείνο που μου ζήτησαν οι Baader-Meinhof να σας πω και επί την ευκαιρία, ευθύνη δεν παίρνω για τίποτε απ’ όσα έγραψα υπό την επήρεια της αυταπάτης συχνότητας.
Να τι μου είπαν:
Για πολλούς άνδρες που θεωρούν τους εαυτούς τους “καλούς”, ρομαντικούς, “καλλιτεχνικούς”, “επαναστάτες”, “προοδευτικούς”, η αναγνώριση της περιθωριοποίησης των γυναικών, αποτελεί απειλή για την αίσθηση του εαυτού τους. Θα έπρεπε να παραδεχτούν στον εαυτό τους ότι είναι το είδος των ανθρώπων που είτε αγνοούν ή συμμετέχουν στην καταπίεση, ή ακόμα επωφελούνται από αυτήν και δεν κάνουν τίποτα για να την εξαλείψουν.
Και κάτι ακόμα:
Ο καλοπροαίρετος σεξισμός είναι μια πιο λεπτή μορφή σεξισμού και εκφράζεται με φαινομενικά θετικό τρόπο. Εκφράζεται δίνοντας έμφαση στο ρόλο των ανδρών να προστατεύουν και να παρέχουν στις γυναίκες, τοποθετώντας τες σε ένα βάθρο με ιπποτικό, ρομαντικό ή και ονειρικό τρόπο. Να, κάπως έτσι (“Ρώτα με Ό,τι Θες” podcast):
“..βλέπω τα κορίτσια σαν πρόσωπα πολύ ολοκληρωμένα που περιέχουν τη δημιουργία… …πάντα μου κάνει εντύπωση άμα δω ένα κορίτσι το οποίο όλη αυτή την ευαισθησία δεν την περιέχει ή δεν τη μετουσιώνει δημιουργικά.Πιστεύω ωστόσο ότι έχουν κάτι που είναι πιο κοντά στα όνειρα, πιο κοντά στο ασυνείδητο, από τους άντρες οι οποίοι έχουνε πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη να θεωρητικοποιήσουν, να σχηματοποιήσουν, να φτιάξουν πολιτικά, καλλιτεχνικά, αισθητικά, αθλητικά θεωρήματα και να τα ακολουθήσουν κατά πόδας. Ε, αυτό το πράγμα το θαύμαζα πάντα στις γυναίκες και πάντα ήθελα να είμαι κοντά του”
Και κάτι τελευταίο: