76 χρόνια μετά τη συγγραφή του κυκλοφορεί για πρώτη φορά το ανέκδοτο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη Ο Ανήφορος.
Γράφτηκε το 1946 στην Αγγλία, ακριβώς μετά τη συγγραφή και έκδοση του έργου Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά.
Πρόκειται για μια εποχή ιδιαίτερα ταραγμένη, καθώς η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με το συλλογικό τραύμα που άφησε πίσω του ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ενώ η Ελλάδα εισέρχεται στον δικό της Εμφύλιο Πόλεμο.
Ο Ανήφορος είναι ένα έργο πρωτοποριακό και πολύ σημαντικό για την εποχή του, καθώς ο μεγάλος Κρητικός συγγραφέας επιχειρεί μέσα από αυτό να αποτυπώσει τη μεταπολεμική εποχή της Ελλάδας και της Ευρώπης, δίνοντας έμφαση στο ζήτημα της ενσυναίσθησης και του αναστοχασμού του παρελθόντος.
Είναι ένα μυθιστόρημα με σαφέστατο αντιπολεμικό χαρακτήρα, που συνδυάζει ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα και μια εσωτερικότητα, μια μελαγχολία βαθιά και λυτρωτική. Ο Ανήφορος είναι ένα βιβλίο που ανήκει στο λογοτεχνικό σύμπαν του μεγάλου δημιουργού. Αποτελεί μέρος μιας ωρίμανσης, αλλά ταυτόχρονα είναι και η απόδειξη ότι ο Καζαντζάκης εντάσσει οριστικά τους προβληματισμούς του, τα διλήμματα, τις ανησυχίες του, τις υπαρξιακές του αναζητήσεις στη λογοτεχνική γραφή· εκεί εκφράζεται πλέον καλύτερα, ανασαίνει.
Ο Ανήφορος, το ανέκδοτο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, είναι ένα κλασικό έργο που θέτει ερωτήματα τα οποία διαρκώς κατατρύχουν τον άνθρωπο· Η παράδοσή του στους αναγνώστες και στους μελετητές, μετά από 75 και πλέον χρόνια από τη συγγραφή του, δεν αποτελεί απλώς μια πολύ μεγάλη λογοτεχνική στιγμή για τη χώρα μας αλλά και ένα πολιτιστικό γεγονός.
Το χειρόγραφο από το μυθιστόρημα Ο Ανήφορος φυλασσόταν στο Μουσείο Καζαντζάκη, στην ιδιαίτερη πατρίδα τους συγγραφέα, τους Βαρβάρους (σημερινή Μυρτιά).
Λίγα λόγια για το βιβλίο:
«Σκλάβοι γεννηθήκαμε και πολεμούμε όλη μας τη ζωή να γίνουμε ελεύτεροι».
Η δράση του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται αμέσως μετά τον πόλεμο σε Κρήτη και Αγγλία. Ο Κοσμάς, έπειτα από απουσία είκοσι χρόνων και την ενεργή συμμετοχή του στον πόλεμο, επιστρέφει στην πατρίδα του, το Μεγάλο Κάστρο, μαζί με την Εβραία γυναίκα του, τη Νοεμή, η οποία κουβαλάει την πανανθρώπινη μνήμη του Ολοκαυτώματος και μαζί της την ερώτηση για την αξία της ζωής.
Έχουν περάσει μόλις μερικές μέρες από τον θάνατο του πατέρα του κι η Κρήτη μετράει τις πληγές της αναβιώνοντας προσωπικές ιστορίες θάρρους και πόνου.
Ο άνθρωπος που βγαίνει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να στοχαστεί, ένας άνθρωπος που δεν έχει σωθεί, που κινδυνεύει, και ο Κοσμάς μεταβαίνει στη μεταπολεμική Αγγλία για να τον σώσει. Το προσωπικό κόστος της επιλογής του είναι τεράστιο. Όμως αυτό είναι το χρέος, αυτός είναι ο ανήφορος που όλοι πρέπει να διαβούμε.
«Δε με νοιάζει ο θάνατος», συλλογίζουνταν, «με νοιάζει η φθορά· αυτή εξευτελίζει τον άνθρωπο. Αυτήν πρέπει να νικήσω…» Είχε γεράσει η πολιτεία της παιδικής του ηλικίας και της νιότης, θρύβουνταν κι αυτή, άρχιζε να γίνεται κουρνιαχτός και να σκορπίζεται στον άνεμο. Μπορούσε άλλη πολιτεία να χτιστεί αποπάνω της μα δε θα ’ταν η δική του· θα ξαναγέμιζαν πάλι οι δρόμοι με νέους μα δε θα ’ταν η δική του νιότη… «Αγαπημένο Κάστρο», μουρμούριζε κοιτάζοντάς το με τρυφερότητα, «γεράσαμε…»
Τίτλος: Ο Ανήφορος
Συγγραφείς: Νίκος Καζαντζάκης
ISBN: 9786182200728
Τιμή με ΦΠΑ (€): 17,70
Σελίδες: 280
Κατηγορία: ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Ο Ανήφορος θα κυκλοφορήσει στις 26 Οκτωβρίου, την ημέρα που εκείνος έφυγε από τη ζωή.
Η ημέρα κυκλοφορίας του Ανήφορου είναι συμβολική και έχει σκοπό να τιμήσει το σύνολο του έργου του Νίκου Καζαντζάκη, καθώς συμπίπτει με την ημερομηνία θανάτου του.
O Συγγραφέας
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1883 στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης τότε Κρήτης, Παρασκευή, ημέρα των ψυχών. Για δικηγόρο τον προόριζε ο πατέρας του, ο καπετάν Μιχάλης, αφού πρώτα τον μύησε στην αγάπη και στο δέος της λευτεριάς.
Στα Γράμματα εμφανίστηκε με δοκίμια και άλλα κείμενα το 1906, έτος αποφοίτησής του (με άριστα) από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το πτυχίο φέρει και την υπογραφή του Κωστή Παλαμά ως Γενικού Γραμματέως του Πανεπιστημίου.
Ο Καζαντζάκης ταξίδεψε πολύ στην Ελλάδα για να γνωρίσει τη συνείδηση της γης και της φυλής μας, όπως έλεγε ο ίδιος. Βρέθηκε και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σε τόπους της Ανατολής. Με την Κύπρο, την οποίαν επισκέφθηκε με την Ελένη, συνδέθηκε ιδιαίτερα και τάχθηκε σταθερά υπέρ των αγώνων της για ελευθερία.
Παρά το γεγονός ότι ήταν ένας ασκητής, ο Νίκος Καζαντζάκης αναμείχθηκε και στα κοινά. Το 1945 και για 40 ημέρες διετέλεσε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου, αλλά παραιτήθηκε, κυρίως μην αντέχοντας τα αιτήματα για ρουσφέτια. Το 1947-48 διετέλεσε τμηματάρχης της UNESCO στο Παρίσι, από όπου και πάλι παραιτήθηκε –και ας ήταν σπουδαία εκείνη η θέση– για να μπορέσει απερίσπαστα να επιδοθεί στην αγνή και αφιλόκερδη πνευματική δουλειά.
Βασικός άξονας των καζαντζακικών έργων είναι η εσωτερική ελευθερία και αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η κοινωνική δικαιοσύνη, η τόλμη, όπως εκφράζεται στον φιλοσοφικό του όρο «Η Κρητική Ματιά»: να κοιτάζεις άφοβα τον φόβο, να ζεις τη ζωή των θνητών και να συμπεριφέρεσαι σαν να είσαι αθάνατος, να αγωνίζεσαι για την καταξίωση της ψυχής, μιας ψυχής διαρκώς πεινασμένης και ανικανοποίητης, που κατατρώγει τη σάρκα και οδηγεί σε πνευματική υπέρβαση και λύτρωση.
Για την ακέραιη και άφοβη παρουσία του ο μεγάλος Κρητικός καταπολεμήθηκε και από την Πολιτεία και από την Εκκλησία, που με τις παρεμβάσεις τους ματαίωσαν τη σίγουρη απονομή σ’ αυτόν του Βραβείου Νόμπελ. Τη δεκαετία του ’50 η Εκκλησία της Ελλάδος άρχισε διαδικασία αφορισμού του, αλλά δεν τόλμησε να προχωρήσει στην πράξη. Το Βατικανό το 1954 ανέγραψε το μυθιστόρημά του Ο τελευταίος πειρασμός στον Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων.
Ο Νίκος Καζαντζάκης ασχολήθηκε με όλα τα είδη του λόγου: ποίηση, θέατρο, φιλοσοφία, ταξιδιωτική αφήγηση, μυθιστόρημα. Έκανε επίσης πολλές μεταφράσεις και διασκεύασε στα ελληνικά μεγάλο αριθμό παιδικών βιβλίων. Μυθιστορήματά του έγιναν πολυβραβευμένες ταινίες, όπως το Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, που σκηνοθέτησε ο Μιχάλης Κακογιάννης, με πρωταγωνιστές τον Άντονι Κουίν και την Ειρήνη Παπά, και Ο τελευταίος πειρασμός, που σκηνοθέτησε ο Μάρτιν Σκορσέζε.
Κατά το ταξίδι της επιστροφής του από την Κίνα, εισήχθη στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Φράιμπουργκ της Γερμανίας, όπου πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1957, στις 10:20 το βράδυ. Νεκρός μεταφέρθηκε στην Αθήνα και μετά στην Κρήτη. Τάφηκε στην Τάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα βενετσιάνικα τείχη του Ηρακλείου.
Σήμερα θεωρείται διεθνώς ένας οικουμενικός συγγραφέας και στοχαστής, ένας κλασικός. Είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος Νεοέλληνας συγγραφέας και σχεδόν δεν υπάρχει άνθρωπος που ξέρει να διαβάζει και δεν θα μπορέσει σε κάποια γλώσσα να διαβάσει Καζαντζάκη.
Στον τάφο του, που αποτελεί παγκόσμιο πνευματικό προσκύνημα, έχει τοποθετηθεί το επιτύμβιο που εκείνος ζήτησε:
Δε φοβούμαι τίποτα.
Δεν ελπίζω τίποτα.
Είμαι λέφτερος.