Τι συμβαίνει με εκείνα τα παιδιά που δεν θέλουν να μεγαλώσουν; Έχει κάποια σχέση η ζωή των millennials με τις προσδοκίες που είχαν στην εφηβεία τους; Πόσο σημαντικός είναι ο αυτοσχεδιασμός για την πραγμάτωση μιας παράστασης και ποιος ο ρόλος του βιώματος για τη δημιουργία ενός χαρακτήρα; Όλα αυτά κουβεντιάζουμε με τους συντελεστές της παράστασης «Κάτι διαφορετικό 2».
Η θεατρική ομάδα
Τα μέλη της C for Circus γνωρίζονται την μισή τους ζωή. Από την ημέρα που αποφοίτησαν μέχρι σήμερα αλληλοστηρίζονται. Έχουν περάσει μαζί περιόδους οικονομικής και υπαρξιακής κρίσης, εργασιακής επισφάλειας, κοινωνικής αβεβαιότητας. Δέκα χρόνια μετά την παράσταση «Κάτι Διαφορετικό 1», οι πρωταγωνιστές της συναντιούνται σε μια άλλη καμπή της ζωής τους, στην κρίσιμη ηλικία των 35+.
«Η παράσταση στην ουσία αποτέλεσε μια αφορμή για να ξανασυναντηθούμε. Η θεματική προέκυψε από τις πρόβες. Αφορά τον κόσμο μας σήμερα, τα προβλήματα της γενιάς των 35+. Τα προβλήματα την εργασία, την απουσία ελπίδας, το τι απέγιναν τα όνειρά που είχαμε στην ηλικία των 20. Αντιμετωπίζουμε πολύ σκοτεινά θέματα με χιούμορ και αυτοσαρκασμό», αναφέρει ο Παύλος Παυλίδης.
Αυτοσχεδιασμός και βίωμα
Ο Σπύρος Χατζιαγγελάκης και η Μαρία – Ελισάβετ Κοτίνη υπογραμμίζουν τον ιδιαίτερο ρόλο που έπαιξε ο αυτοσχεδιασμός και η διαχείριση του προσωπικού βιώματος για την συγκεκριμένη παράσταση. «Η παράσταση ήταν προϊόν αυτοσχεδιασμού. Κάθε τι στο θέατρο προέρχεται από αυτοσχεδιασμό. Με βάση τα κριτήρια, τα εργαλεία, τα βιώματα σου προσπαθείς να νοηματοδοτήσεις κάτι επί σκηνής», σημειώνει ο Σπύρος.
«Αυτή η παράσταση λόγω της αμεσότητας, της άνεσης και της οικειότητας που υπάρχει μεταξύ μας, δημιούργησε πρόσφορο έδαφος για να φέρουμε τα δικά μας βιώματα στην σκηνή. Αυτοί οι αυτοσχεδιασμοί που ανέφερε ο Σπύρος ξεκίνησαν ακριβώς από τα προσωπικά μας βιώματα. Εγώ στην παράσταση έφερα ως υλικό το παιδί που δεν θέλει να μεγαλώσει. Προτιμώ την delulu φούσκα μου, γιατί δεν έχει καμία σχέση με εφοριακούς, θάνατο και αρρώστιες. Ίσως με αυτόν τον τρόπο να αντιστέκομαι προκειμένου να μην με καταβάλλουν όλα αυτά. Συνεχίζω να ζω όπως θέλω με στόχο να επιβιώσει αυτό το παιδί», συμπληρώνει η Μαρία.
Περί queer
Στην παράσταση παρατηρούνται έντονα queer aesthetics. «Το queerness δεν αποτελεί αποκλειστικά στοιχείο μιας εμφάνισης. Έχει να κάνει με τον τρόπο ζωής και με το περιεχόμενο που κουβαλάς. Ο χαρακτήρας της Μαρίας στην παράσταση για παράδειγμα είναι ένας queer χαρακτήρας. Έχει να κάνει με το “άλλο μάτι”, με το οποίο παρακολουθείς την πραγματικότητα. Νομίζω πως και ως ηθοποιοί και ως παιδιά που ξεκινήσαμε ρομαντικά και καταλήξαμε να ζούμε σε κρίση, ήδη η επιλογή μας είναι queer. Tο μέλλον όλων μας ήταν στρωμένο στο εξωτερικό, με άλλες επιλογές ζωής και άλλα επαγγέλματα. Προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε έναν άλλον δρόμο όμως. Αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με το θέατρο κι αυτό είναι μια queer επιλογή. Ξεκινήσαμε να εργαζόμαστε όταν δεν υπήρχε κανένα μέλλον και το γνωρίζαμε αυτό. Το queer δεν έχει να κάνει με την σεξουαλική και έμφυλη ταυτότητα», σημειώνει ο Παύλος.
Για τον Νικόλα Παπαδομιχελάκη queer είναι ό,τι ενοχλεί τον καθωσπρεπισμό, ενώ για την Μαρία queer σημαίνει «αναμέτρηση με όλους όσους ορίζουν την κανονικότητα κατ’ εικόνα τους, με αποτέλεσμα να απορρίπτουν το διαφορετικό». Για την Ειρήνη Μαρκή αποτελεί επιτακτική αναγκαιότητα η πολιτικοποίηση του queerness και η ανάδειξη του ταξικού χαρακτήρα.
Οι καημοί των millenials
Η παράσταση με δύο λόγια διαπραγματεύεται τους καημούς των millennials. «Είμαστε η γενιά που τα βρήκε εύκολα τα πράγματα στην εφηβεία της. Μεγαλώσαμε στην φούσκα του ορθόδοξου ΠΑΣΟΚ. Μας διαμόρφωσε η ατάκα «λεφτά υπάρχουν». Οι γονείς μας φανταζόντουσαν να γίνουμε δικηγόροι, γιατροί, ηλεκτρολόγοι μηχανικοί. Κι αφού σπουδάσαμε μπήκαμε στη βαθιά κρίση και καταλάβαμε εμπράγματα πως ζούσαμε σε φούσκα. Είμαστε μια γενιά ρομαντικών που έπεσε στην ενηλικίωση απότομα. Στην πραγματικότητα κατεδαφιζόμεθα, το θέμα είναι πως το αντιμετωπίζουμε», αναφέρει η Βαλέρια Δημητριάδου.
«Εμένα ο καημός μου ως millennial είναι το ότι είμαστε μια γενιά αργοπορημένη σε όλα. Ακριβώς επειδή δόθηκαν τα εχέγγυα ότι μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, να σπουδάσουμε τα πάντα, να μάθουμε ξένες γλώσσες, εμείς θεωρήσαμε ότι μπορούμε να έχουμε όλο τον χρόνο μπροστά μας. Ξαφνικά λοιπόν στα 37 σου λέει ο γιατρός ότι δεν έχεις όλον τον χρόνο μπροστά σου, έχεις τρία χρόνια. Υπάρχει λοιπόν ένα βιολογικό πεπερασμένο, το οποίο δεν μπορώ να το αγνοήσω πιά. Επομένως αυτό το άγχος υπήρξε πηγή έμνευσης για τον χαρακτήρα μου στην παράσαση. Η αρχική σκέψη ήταν ότι μπαίνει μια κυρία στο ιατρείο με τα καταψηγμένα της ωάρια, ούσα ογδόντα χρονών και λέει: “τώρα είμαι έτοιμη, μπορώ πλέον να κάνω παιδιά”. Θα μπορούσε όμως αυτή να είναι μια πραγματική συνθήκη που αφορά μια γυναίκα στα πενήντα ή τα εξήντα. Οι γυναίκες της γενιάς μας λοιπόν, με όποιον τρόπο κι αν αυτοπροσδιορίζονται έμφυλα ή σεξουαλικά, αν και είναι απαλλαγμένες από το άγχος πως πρέπει να παντρευτούν συμβατικά, συνεχίζουν να αγχώνονται σε σχέση με την τεκνοποίηση. Από την δικιά μου εμπειρία πιστεύω πως αν έχεις περάσει στην άρνηση του στερεοτύπου, χρειάζεται διπλή δουλειά για να δεις τι πραγματικά θέλεις. Μπορεί να θέλεις να κάνεις παιδί και το γεγονός πως υπήρξες αντισυμβατική σε σχέση με την κοινωνία στην οποία μεγάλωσες μπορεί στην πραγματικότητα να σε έχει εμποδίσει από το να καταλάβεις το θέλω σου. Τουλάχιστον αυτό συνέβη με εμένα», σημειώνει η Ειρήνη.
Βασικός καημός τον millennials για τον Παναγιώτη Γαβρέλα είναι η αναβλητικότητα και η κούραση, ενώ για τον Παύλο Παυλίδη η ματαίωση του ονείρου. «Αυτή η αναβλητικότητα που χαρακτηρίζει τη γενιά μας νομίζω ότι οφείλεται κάπως στην ψευδαίσθηση πως στα 30 θα έχουν όλα λυθεί, το βιοποριστικό, το στεγαστικό, το ζήτημα της σχέσης. Μεγαλύτερο αντίκτυπο στην κούρασή μας έχει η έλλειψη ελπίδας. Η γενιά των γονιών μας, έβλεπε πως αν δουλέψει μπορεί να διεκδικήσει καλύτερη ποιότητα ζωής. Εμένα με κουράζει πιο πολύ το γεγονός πως δουλεύω και δεν βλέπω αποτέλεσμα, ούτε οικονομικό, ούτε κοινωνικό. Έχω βρεθεί να αναρωτιέμαι πόσο παραπάνω να δουλέψω; Δεκαέξι ώρες δεν είναι αρκετές; Δουλεύω και συνεχίζω να βρίσκομαι σε μια κατάσταση στην οποία μετα βίας επιβιώνω», αναφέρει ο Παναγιώτης.
Η απαξίωση της ζωής ως διακύβευμα της τέχνης
Τον Νικόλα προβληματίζει έντονα η απαξίωση της ζωής της γενιάς μας. «Τελικά το αν η ζωή σου αξίζει «εξαρτάται από την τάξη σου, το φύλο, την φυλή σου. Μπορεί να κάνεις τα πάντα με βάση τα προβλεπόμενα και το γράμμα του νόμου. Σήμερα έγινε μια γυναικοκτονία. Είναι η δεύτερη φορά σε περίοδο μήνα που μια γυναίκα έκανε τα πάντα σωστά. Κατήγγειλε, έφυγε απ’ την κακοποιητική σχέση, κινήθηκε νομικά, χρησιμοποίησε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία, προσπάθησε να ορθοποδήσει και δολοφονήθηκε εν ψυχρώ. Πόσο μας νοιάζουν οι ζωές των Ρομά όταν έχουμε τρεις δολοφονίες από αστυνομικά πυρά μέσα σε 2 χρόνια; Πόσο εύκολα ταυτίζουμε την συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα με την παραβατικότητα; Στην κοινωνική διαστρωμάτωση η βία ως εργαλείο ελέγχου διοχετεύεται από τα πάνω προς τα κάτω, όπως λέει η παροιμία ο αγάς χτυπάει εμένα κι εγώ χτυπάω εσένα. Δεν υπάρχουν συντηρητικές κοινωνίες. Υπάρχουν ελεγχόμενες κοινωνίες. Αν δεν είμασταν ελεγχόμενη κοινωνία θα είχαμε καταλάβει πως όλες οι ζωές αξίζουν», σημειώνει. «Η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης στην ουσία καλλιεργεί αλληλεγγύη, γι αυτό δεν συμφέρει και γι αυτό δεν καλλιεργείται, για να μην αξίζουν όλες οι ζωές το ίδιο» συμπληρώνει η Ειρήνη.
Η παράσταση της ομάδας πραγματεύεται ακριβώς αυτούς τους προβληματισμούς και τα βιώματα. Βασικό θεατρικό εργαλείο τους αποτελεί ο αυτοσαρκασμός. Ορισμένα από τα ερωτήματα που απαντώνται επί σκηνής του θεάτρου Καρέζη στα πλαίσια του αυτοσχέδιου σατιρικού βαριετέ της ομάδας είναι τα εξής: Από τι κινδυνεύει να πεθάνει ένας life coach το 2024; Πότε θα γίνουμε επιτέλους μάνες; Τι θα συνέβαινε αν ένας δάσκαλος δημοτικού μιλούσε ανοιχτά στους επτάχρονους μαθητές του, για την κλιματική κρίση, τον καρκίνο και την εργασιακή επισφάλεια; Πόσο πιθανόν είναι μια απελπισμένη millennial να εισβάλει στο γραφείο Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής ληστεύοντας ωάρια;
Πληροφορίες:
Τοποθεσία: Θέατρο Τζένη Καρέζη (Ακαδημίας 3)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Από την Παρασκευή 10 Μαΐου 2024 – Τετάρτη & Κυριακή 20.00 | Πέμπτη έως Σάββατο 21.00
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό 16€ | Μειωμένο 14€ (για φοιτητές, ανέργους και ΑμεΑ, με την επίδειξη της αντίστοιχης ταυτότητας/κάρτας)
Προπώληση: Στο ταμείο του θεάτρου (ωράριο 11:00-14:00 και 17:00- 21:00) & στο more.com
Τηλέφωνο: 2103636144
Θέατρο Τζένη Καρέζη: Ιστοσελίδα | Facebook | Instagram