Σωματική και ψυχολογική βία μέχρι σεξουαλικές παρενοχλήσεις σε παιδιά από τα πρώτα στάδια της ενασχόλησής τους με το άθλημα. ● Μαζική κραυγή διαμαρτυρίας ώστε να μην υπάρξουν άλλα θύματα.
«Πίσω από την τιμή του να φοράει ένας αθλητής τη φόρμα με το Εθνόσημο και να πανηγυρίζει ένα μετάλλιο, τις περισσότερες φορές κρύβεται ένα κακοποιημένο παιδί. Ενας κακοποιημένος άνθρωπος».
Αυτή η φράση συνοψίζει εναργέστερα τη συστηματική σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία, τη σεξουαλική παρενόχληση και την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας που καταγγέλλουν ότι έχουν υποστεί 22 καταξιωμένες αθλήτριες και αθλητές της ενόργανης γυμναστικής – με διακρίσεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Υποχρεώνονταν να κάνουν σπαγκάτο ακουμπώντας με το γεννητικό τους όργανο την παλάμη του προπονητή
Με μια συνταρακτική επιστολή που έστειλαν χτες στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό και την οποία δημοσιοποιεί σήμερα η «Εφημερίδα των Συντακτών», οι αθλητές ζητούν την παρέμβαση της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας και όλων όσων κοινοποιούν στην επιστολή τους (υφυπουργό Αθλητισμού, γενικό γραμματέα Αθλητισμού, πρόεδρο Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, πρόεδρο Ελληνικής Γυμναστικής Ομοσπονδίας) ώστε να εξυγιανθεί το άθλημά τους και «να βγει από τη σκιά της σκληρότητας και της κακοποίησης».
Η χρονική περίοδος στην οποία αναφέρονται ξεκινά το 1985 και καλύπτει διαφορετικές εποχές, εφόσον οι αθλητές αγωνίζονταν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, ωστόσο οι ίδιοι χαρακτηρίζουν ως διαχρονικό «κοινό μυστικό» τις προπονητικές μεθόδους που «έφτασαν στο όριο του βασανισμού, με σωματικές τιμωρίες, υποχρεωτικές νηστείες, ψυχολογική κακοποίηση και εξευτελισμούς, μέχρι και σεξουαλικές παρενοχλήσεις».
Όλα όσα καταγγέλλουν γίνονται ακόμα πιο αποτρόπαια αν αναλογιστούμε πως, όπως και οι ίδιοι υπογραμμίζουν, η ενασχόλησή τους με το άθλημα «ξεκινά από την πολύ μικρή ηλικία των 5 περίπου ετών, ενώ από την ηλικία των 9 ετών αρχίζουν να συμμετέχουν σε αγώνες είτε σε συλλογικό επίπεδο είτε σε επίπεδο εθνικής ομάδας».
Κι ίσως το πλέον σοκαριστικό είναι πως οι αθλητές κάνουν λόγο όχι μόνο για πρακτικές που ακολουθούσε «μεγάλη μερίδα προπονητών», αλλά για «σύστημα», όπου «οι μέθοδοι δεν εφαρμόζονται μόνο στις ομάδες και τους αθλητές που κάνουν υψηλό πρωταθλητισμό αλλά και σε αρχικά στάδια εκμάθησης του αθλήματος σε συλλόγους, γεγονός που αποδεικνύει πως ουδεμία σχέση έχει η κακοποίηση με τις απαιτήσεις του πρωταθλητισμού».
Ολα όσα κακοποιητικά και τραυματικά περιγράφουν ότι υπέστησαν ως παιδιά και έφηβοι, όπως λένε οι αθλητές, δεν ήταν «μεμονωμένα περιστατικά», αλλά ο κύριος τρόπος προπόνησης, ενώ «οι προπονητές είχαν την απόλυτη δικαιοδοσία επάνω στους αθλητές τους χωρίς να υπάρχει κανένας ουσιαστικός έλεγχος επί της προπονητικής τους μεθόδου από τις διοικήσεις των συλλόγων ή της ομοσπονδίας».
Τα αποτελέσματα, όπως γλαφυρά τα περιγράφουν, ήταν τραγικά: ακόμη και αθλητές υψηλού επιπέδου αποκλείστηκαν από αγώνες ή εκδιώχθηκαν από εθνικές ομάδες, ενώ είχαν υψηλές επιδόσεις, άλλοι τραυματίστηκαν πολύ σοβαρά και πολλοί απέκτησαν σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα.
Τώρα, εμπνεόμενοι από τις αποκαλύψεις της Σοφίας Μπεκατώρου, θέτουν τους εαυτούς τους στη διάθεση των αρμόδιων φορέων για την παροχή περισσότερων στοιχείων προς διευκόλυνση οποιασδήποτε διερεύνησης. Σεβόμενοι την επιθυμία τους, αν και έχουμε στη διάθεσή μας την επιστολή, δεν δημοσιοποιούμε τα ονόματά τους.
Η «Εφ.Συν.» μίλησε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο των 22 αθλητριών και αθλητών της ενόργανης γυμναστικής που προχώρησαν στις σοβαρότατες καταγγελίες, Αλέξανδρο Αδαμίδη.
«Με την ανοικτή επιστολή μεγάλου αριθμού αθλητριών/αθλητών της ενόργανης γυμναστικής, διατυπώνεται μαζικά, για πρώτη φορά, η κραυγή διαμαρτυρίας για την ψυχολογική και σωματική κακοποίηση, καθώς και την προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, την οποία υπέστησαν, σε προεφηβική ηλικία η πλειονότητα εξ αυτών, καθ’ όλη τη διάρκεια της αγωνιστικής τους πορείας.
Ολες/οι οι εντολείς μου δηλώνουν ότι στόχος τους είναι η καταδίκη κάθε μορφής βίας στον αθλητισμό, η αναγνώριση των σφαλμάτων και η αναμόρφωση του αθλητισμού μέσω ενός σοβαρού και αξιόπιστου συστήματος επιλογής, ελέγχου και αξιολόγησης προπονητών και στελεχών της γυμναστικής και γενικότερα της αθλητικής κοινωνίας σε κάθε επίπεδο, ώστε κανένα παιδί να μη βιώσει ξανά την ωμή βία με αφορμή τον αθλητισμό και την προπόνηση».
● Σωματική κακοποίηση
Παραθέτουμε από την επιστολή: «οι προπονητές για να συνετίσουν τους αθλητές-τριες τους χτυπούσαν με σφαλιάρες στο πρόσωπο και στο σώμα καθώς επίσης και με κλωτσιές, σπρωξίματα και κάθε είδους άλλα χτυπήματα. Αρπαζαν από τα μαλλιά τα κοριτσάκια και τα έσερναν από το σημείο προσγείωσης της άσκησης μέχρι το σημείο εκκίνησης για να επαναλάβουν το πρόγραμμά τους, ενώ αυτά έκλαιγαν ασταμάτητα».
Οπως γράφουν οι αθλητές, προπονητές πετούσαν αντικείμενα στους αθλητές (καρέκλες, παπούτσια κ.ά.) την ώρα που εκτελούσαν τις ασκήσεις τους, τσιμπούσαν τα παιδιά κατά τη διάρκεια των ασκήσεων, αφαιρούσαν τα προστατευτικά στρώματα κατά τη διάρκεια της άσκησης έτσι ώστε ο αθλητής να χτυπήσει όταν προσγειωθεί.
Οπως γράφουν, «κάποιοι προπονητές μάλιστα ανάγκαζαν τους αθλητές να χτυπούν τους συναθλητές τους αντί να το κάνουν οι ίδιοι» και «οδηγούσαν τους “ανυπάκουους αθλητές-τριες” σε χώρους, όπου δεν τους έβλεπαν άλλοι, για να τους χτυπήσουν και να τους απειλήσουν χωρίς να υπάρχουν μάρτυρες […] Πολλοί από εμάς φτάσαμε στο σημείο να εκτελούμε ασκήσεις ακόμα και με σπασμένα πόδια και χέρια, γεγονός που μας οδήγησε σε μεγαλύτερους τραυματισμούς και πολύ σοβαρά προβλήματα».
● Υποσιτισμός και αφαγία
Ενα ακόμη ζήτημα που αναδεικνύουν με την επιστολή τους είναι ο τρόπος που γινόταν ο έλεγχος του σωματικού βάρους των αθλητών και ιδιαίτερα των αθλητριών: «οι προπονητές ως άλλοι Θεοί αποφάσιζαν ποσά κιλά έπρεπε να ζυγίζει η κάθε αθλήτρια» με καθημερινό ζύγισμα, με αποτέλεσμα «τα παιδιά να καταφεύγουν σε επικίνδυνες μεθόδους απώλειας βάρους (πρόκληση εμετού, διουρητικά χάπια, πολύωρη σάουνα κ.ά.)».
Οπως λένε οι αθλητές, «οι τιμωρίες που τους περίμεναν αν δεν τα κατάφερναν ήταν πολύ σκληρές, ενώ απειλούνταν και με αποκλεισμό από την ομάδα. Κάποιοι προπονητές επέβαλλαν στις αθλήτριες που δεν είχαν το επιθυμητό βάρος κατά το καθημερινό ζύγισμα ακόμα και χρηματική ποινή (η αθλήτρια έπρεπε να βάζει ένα ποσόν που όριζε ο προπονητής σε έναν κουμπαρά που κρατούσε ο ίδιος).
Επίσης όταν οι αθλητές διέμεναν σε προπονητικά κέντρα ή ήταν σε περιόδους αγώνων, οι προπονητές έλεγχαν πλήρως τη διατροφή τους με αποτέλεσμα να υποσιτίζονται.
Τα παιδιά έφταναν στα όρια της λιποθυμίας», ενώ, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, «αθλήτριες έχουν φτάσει στο σημείο να τρώνε την οδοντόκρεμα διότι δεν άντεχαν την πείνα, καθώς και να ψάχνουν στους κάδους των σκουπιδιών στα ξενοδοχεία όπου διέμεναν και στα στάδια που αγωνίζονταν».
● Σεξουαλική παρενόχληση
Οι αθλητές καταγγέλλουν επίσης περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης: «Οι αθλήτριες υποχρεώνονταν να κάνουν σπαγκάτο ακουμπώντας με το γεννητικό τους όργανο την παλάμη του προπονητή, με πρόσχημα τη βελτίωση της ευλυγισίας. Τραβούσαν τα μικρά κορίτσια από το αιδοίο με δύναμη για να τους δείξουν “πώς να κάνουν σωστά την άσκηση”. Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις που η παρενόχληση ήταν έξω από τα όρια της προπονητικής διαδικασίας.
Πρόσωπα, εκμεταλλευόμενα το γεγονός ότι τα ανήλικα παιδιά βρίσκονταν μόνα μακριά από τα σπίτια τους (περίοδοι αγώνων και προετοιμασιών), τα παρενοχλούσαν σεξουαλικά και κατόπιν τα “συμβούλευαν” να το κρατήσουν μυστικό. Η παρενόχληση έφτανε ακόμη και στο σημείο εμμονής, με τα παιδιά να κρύβονται και να κλειδώνονται όπου μπορούσαν για να αποφύγουν τα άτομα αυτά».
● Τιμωρίες
«Ο προπονητής υποχρέωνε τον αθλητή-τρια να βγάλει τα ρούχα του και να παραμείνει με τα εσώρουχα για το υπόλοιπο της προπόνησης ή έως ότου βελτιωθεί, έτσι ώστε να “ξεφτιλίζονται”, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν, μπροστά στους άλλους αθλητές και προπονητές.
Μας χτυπούσαν με σφαλιάρες στο πρόσωπο και κλοτσιές
Εξανάγκαζαν επίσης τους αθλητές-τριες να προπονούνται φορώντας μόνο το κορμάκι τους σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα ή να τρέχουν κάτω από τον ήλιο σε περιόδους καύσωνα. Δεν επέτρεπαν σε μικρά παιδιά να πάνε για την ανάγκη τους, με αποτέλεσμα να τα κάνουν επάνω τους και τα αφήναν έτσι σε όλη τη διάρκεια της προπόνησης για να συνετιστούν».
Οι 22 αθλήτριες και αθλητές τελειώνουν την καταγγελία τους με την προσμονή να δοθεί η απαιτούμενη σοβαρότητα στο ζήτημα, ώστε να προστατευτούν τα παιδιά αλλά και οι αξίες που εκπροσωπεί ο αθλητισμός.