Στην τελευταία συνεδρίαση για τη δίκη του ηθοποιού Γιώργου Καρκά κατέθεσε, μεταξύ άλλων κι η ψυχολόγος Χριστίνα Αντωνοπούλου, η οποία προσπαθώντας να σκιαγραφήσει το προφίλ του ηθοποιού, είχε δηλώσει πως “το θλον όργανο που είναι το αντικείμενο με το οποίο έγινε ο βιασμός δείχνει ότι είχε στόχο την ταπείνωση, τον έλεγχο και την πειθαρχία του υποκείμενου του πόθου”, ενώ έκανε λόγο για “σαδομαζοχιστικές συμπεριφορές” του κατηγορουμένου, τις οποίες μάλιστα αναγνώρισε ως “διαταραχή”, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της υπεράσπισης.
Με αφορμή το περιστατικό αυτό αλλά και τη γενικότερη συμμετοχή ειδικών Ψυχικής Υγείας σε δικαστικές υποθέσεις ως εμπειρογνώμονες, ο επιστημονικός φορέας ψυχικής υγείας «Orlando LGBT+» επιθυμεί να αποσαφηνίσει κάποια βασικά σημεία που αφορούν επιστημονικά και δεοντολογικά ζητήματα, τα οποία έχουν πιθανά ανακύψει και κατά την ακροαματική διαδικασία για την υπόθεση του Καρκά.
Σύμφωνα λοιπόν με τις επιστημονικά υπεύθυνες του «Orlando LGBT+», Νάνσυ Παπαθανασίου και Έλενα-Όλγα Χρηστίδη, “o/η ειδικός ψυχικής υγείας δεν μπορεί σε καμία απολύτως περίπτωση να εκφράσει επιστημονική άποψη για άτομο το οποίο δεν έχει εξετάσει προσωπικά και με τρόπο που ορίζει ως εξέταση το επάγγελμά μας και η επιστημονική δεοντολογία. Το υπό εξέταση άτομο μπορεί είτε να έχει υπάρξει θεραπευόμενος/ασθενής/πελάτης του/της ειδικού, περίπτωση κατά την οποία χρειάζεται να τηρηθούν οι κανόνες περί προστασίας του απορρήτου της θεραπευτικής σχέσης, είτε να εξεταστεί από την/τον ειδικό μετά από συγκεκριμένο αίτημα (του ίδιου ή του δικαστηρίου) ώστε τα συμπεράσματα της εξέτασης να τεθούν στην κρίση του δικαστηρίου. Σε κάθε περίπτωση, καμία/κανένας επαγγελματίας ψυχικής υγείας δεν μπορεί να εκφράσει επιστημονική άποψη για άτομο το οποίο δεν έχει εξετάσει ποτέ. Σε αντίθετη περίπτωση κάθε τέτοια άποψη θεωρείται πρωτίστως αντιδεοντολογική, αλλά επιπλέον αυθαίρετη, αβάσιμη και αντιεπιστημονική. Η αναφερόμενη ως “σκιαγράφηση” ή αλλιώς το “προφίλ” εκ μέρους του επαγγελματία, αφορά μόνο αόριστα πιθανά διαφορετικά προφίλ φερόμενων ως δραστών και όχι την έκφραση επιστημονικής άποψης για συγκεκριμένο άτομο, πόσο μάλλον κατηγορούμενο, χωρίς προηγηθείσα ολοκληρωμένη εξέταση/συνεδρία μαζί του.
Παράλληλα, σε σχέση με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας και τον αιτιώδη συσχετισμό, την ταύτιση ή τη συνάφεια του σεξουαλικού προσανατολισμού με οποιαδήποτε ψυχιατρική διαταραχή, υπογραμμίζουν πώς ” όλα ανεξαιρέτως τα επιστημονικά δεδομένα, και βέβαια ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία με τα συναφή διαγνωστικά τους εγχειρίδια, δηλώνουν ρητά εδώ και δεκαετίες ότι η ομοφυλοφιλία ΔΕΝ αποτελεί ψυχιατρική διαταραχή και οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση αποτελεί αποκλειστικά αντιεπιστημονική θέση, στιγματιστικά φορτισμένη”.
Σε σχέση τώρα με τον αιτιώδη συσχετισμό, την ταύτιση ή τη συνάφεια του ομόφυλου σεξουαλικού προσανατολισμού με τον αναφερόμενο ως “σαδομαζοχισμό” ή αλλιώς τις BSDM πρακτικές, αναφέρουν “πως με κανέναν τρόπο δεν συνδέονται απαραίτητα/ταυτίζονται ο σεξουαλικός προσανατολισμός κάθε ατόμου με τις σεξουαλικές πρακτικές που ακολουθεί. Αντιθέτως ο σεξουαλικός προσανατολισμός (ομόφυλος ή μη) αποτελεί μία ξεχωριστή πυρηνική ταυτότητα του ατόμου εντελώς ανεξάρτητη από τις σεξουαλικές πρακτικές που ακολουθεί και τη σεξουαλική δραστηριότητα που αναπτύσσει, οι οποίες μπορεί να είναι κοινές ή να διαφέρουν μεταξύ ομόφυλων ή μη ατόμων”.
Τέλος, τονίζουν πως “ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μέσω της πιο πρόσφατης έκδοσης του ταξινομητικού του εγχειριδίου (ICD 11) καθιστά σαφές ότι οι BDSM πρακτικές δεν αποτελούν ψυχιατρική διαταραχή. Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο μη συναινετικής δραστηριότητας ή που προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση όμως θα μιλούσαμε για παραβιαστικές πράξεις (π.χ σεξουαλική παρενόχληση, κακοποίηση, βιασμός) που δεν συσχετίζονται με το BDSM, αφού πρωταρχικός και βασικός κανόνας στις αναφερόμενες και ως “σαδομαζοχιστικές” πρακτικές είναι η απόλυτη και απαραβίαστη συναίνεση μεταξύ των εμπλεκόμενων ατόμων”.
Κλείνοντας ο επιστημονικός φορέας αποσαφηνίζει πως το συγκεκριμένο δελτίο τύπου δεν αποτελεί έκφραση θέσης για την αθωότητα ή μη του εν λόγω κατηγορούμενου, αλλά έκκληση προς συναδέλφους ψυχολόγους σε θέση ευθύνης, να ακολουθούν τη δεοντολογία και τα επιστημονικά δεδομένα σε κάθε έκφανση του επαγγελματικού τους ρόλου.
Ολόκληρο το δελτίο τύπου
Κατάθεση Ειδικών Ψυχικής Υγείας σε δικαστικές υποθέσεις ως εμπειρογνώμονες: Ζητήματα Δεοντολογίας και Επιστημονικών Δεδομένων με αφορμή την δίκη του Γιώργου Καρκά
Πρόσφατα, κατά τη δικαστική διαδικασία σε βάρος του Γιώργου Καρκά, ανοιχτά γκέι άνδρα που κατηγορείται για βιασμό άνδρα οδηγού ταξί, συνάδελφος ψυχολόγος κατέθεσε ως εμπειρογνώμονας για την ουσία της υπόθεσης.
Με αφορμή αυτήν την κατάθεση, μας δίνεται η ευκαιρία να αποσαφηνίσουμε κάποια βασικά σημεία που αφορούν επιστημονικά και δεοντολογικά ζητήματα, τα οποία έχουν πιθανά ανακύψει και κατά την εν λόγω ακροαματική διαδικασία.
Συγκεκριμένα:
– O/η ειδικός ψυχικής υγείας δεν μπορεί σε καμία απολύτως περίπτωση να εκφράσει επιστημονική άποψη για άτομο το οποίο δεν έχει εξετάσει προσωπικά και με τρόπο που ορίζει ως εξέταση το επάγγελμά μας και η επιστημονική δεοντολογία. Το υπό εξέταση άτομο μπορεί είτε να έχει υπάρξει θεραπευόμενος/ασθενής/πελάτης του/της ειδικού, περίπτωση κατά την οποία χρειάζεται να τηρηθούν οι κανόνες περί προστασίας του απορρήτου της θεραπευτικής σχέσης, είτε να εξεταστεί από την/τον ειδικό μετά από συγκεκριμένο αίτημα (του ίδιου ή του δικαστηρίου) ώστε τα συμπεράσματα της εξέτασης να τεθούν στην κρίση του δικαστηρίου. Σε κάθε περίπτωση, καμία/κανένας επαγγελματίας ψυχικής υγείας δεν μπορεί να εκφράσει επιστημονική άποψη για άτομο το οποίο δεν έχει εξετάσει ποτέ. Σε αντίθετη περίπτωση κάθε τέτοια άποψη θεωρείται πρωτίστως αντιδεοντολογική, αλλά επιπλέον αυθαίρετη, αβάσιμη και αντιεπιστημονική. Η αναφερόμενη ως “σκιαγράφηση” ή αλλιώς το “προφίλ” εκ μέρους του επαγγελματία, αφορά μόνο αόριστα πιθανά διαφορετικά προφίλ φερόμενων ως δραστών και όχι την έκφραση επιστημονικής άποψης για συγκεκριμένο άτομο, πόσο μάλλον κατηγορούμενο, χωρίς προηγηθείσα ολοκληρωμένη εξέταση/συνεδρία μαζί του.
– Σε σχέση με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας και τον αιτιώδη συσχετισμό, την ταύτιση ή τη συνάφεια του σεξουαλικού προσανατολισμού με οποιαδήποτε ψυχιατρική διαταραχή: υπογραμμίζουμε ότι όλα ανεξαιρέτως τα επιστημονικά δεδομένα, και βέβαια ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία με τα συναφή διαγνωστικά τους εγχειρίδια, δηλώνουν ρητά εδώ και δεκαετίες ότι η ομοφυλοφιλία ΔΕΝ αποτελεί ψυχιατρική διαταραχή και οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση αποτελεί αποκλειστικά αντιεπιστημονική θέση, στιγματιστικά φορτισμένη.
– Σε σχέση με τον αιτιώδη συσχετισμό, την ταύτιση ή τη συνάφεια του ομόφυλου σεξουαλικού προσανατολισμού με τον αναφερόμενο ως “σαδομαζοχισμό” ή αλλιώς τις BSDM πρακτικές: με κανέναν τρόπο δεν συνδέονται απαραίτητα/ταυτίζονται ο σεξουαλικός προσανατολισμός κάθε ατόμου με τις σεξουαλικές πρακτικές που ακολουθεί. Αντιθέτως ο σεξουαλικός προσανατολισμός (ομόφυλος ή μη) αποτελεί μία ξεχωριστή πυρηνική ταυτότητα του ατόμου εντελώς ανεξάρτητη από τις σεξουαλικές πρακτικές που ακολουθεί και τη σεξουαλική δραστηριότητα που αναπτύσσει, οι οποίες μπορεί να είναι κοινές ή να διαφέρουν μεταξύ ομόφυλων ή μη ατόμων.
– Σε σχέση με την άμεση και άκριτη σύνδεση ή/και ταύτιση των BDSM πρακτικών με ψυχιατρική διαταραχή: Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μέσω της πιο πρόσφατης έκδοσης του ταξινομητικού του εγχειριδίου (ICD 11) καθιστά σαφές ότι οι BDSM πρακτικές δεν αποτελούν ψυχιατρική διαταραχή. Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο μη συναινετικής δραστηριότητας ή που προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση όμως θα μιλούσαμε για παραβιαστικές πράξεις (π.χ σεξουαλική παρενόχληση, κακοποίηση, βιασμός) που δεν συσχετίζονται με το BDSM, αφού πρωταρχικός και βασικός κανόνας στις αναφερόμενες και ως “σαδομαζοχιστικές” πρακτικές είναι η απόλυτη και απαραβίαστη συναίνεση μεταξύ των εμπλεκόμενων ατόμων.
– Οι αναφορές σε BDSM πρακτικές ή όρους με παθολογιοποιητικό τρόπο εκ μέρους επαγγελματία ψυχικής υγείας, και ακόμα περισσότερο η ερμηνεία των πρακτικών αυτών με όρους παθολογίας ή και ταύτισης με ακραία παραβιαστικές συμπεριφορές, είναι επικίνδυνες, αυθαίρετες και στιγματιστικές για την BDSM κοινότητα, ενώ η όλη σύνδεση των παραπάνω με τον ομόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό είναι αυθαίρετη, στιγματιστική και δυνάμει κακοποιητική για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα.
Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας με εξειδίκευση και μακροχρόνια εμπειρία σε ζητήματα φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ποικιλομορφίας σχέσεων και σεξουαλικών πρακτικών, υπογραμμίζουμε την ανάγκη για ολοκληρωμένη γνώση και εξειδίκευση των συναδέλφων που εκφράζουν επιστημονική άποψη για τα παραπάνω, και απευθύνουμε κάλεσμα για την επικαιροποίηση των γνώσεών τους με την συμπερίληψη όλων των έγκυρων και σύγχρονων επιστημονικών δεδομένων.
Ειδικά όσον αφορά τη δίκη του Γιώργου Καρκά, υπενθυμίζουμε ότι στο πλαίσιο της δεοντολογίας των επαγγελματιών υγείας εντάσσεται η χρήση της ιδιότητάς τους για την προώθηση της αλήθειας και της επιστημονικής γνώσης. Το παρόν κείμενο δεν αποτελεί έκφραση θέσης για την αθωότητα ή μη του εν λόγω κατηγορούμενου, αλλά έκκληση προς συναδέλφους ψυχολόγους σε θέση ευθύνης, να ακολουθούν τη δεοντολογία και τα επιστημονικά δεδομένα σε κάθε έκφανση του επαγγελματικού τους ρόλου. Θυμίζουμε ότι κομμάτι της δεοντολογίας που οφείλουμε να ακολουθούμε είναι και η παραδοχή της πιθανής άγνοιάς μας για ζητήματα που δεν γνωρίζουμε.
Εκ μέρους του επιστημονικού φορέα Orlando LGBT+,
Οι επιστημονικά υπεύθυνες
Δρ. Νάνσυ Παπαθανασίου, Κλινική Ψυχολόγος, Advanced Accreditation for working with Gender, Sexuality & Relationship Diversities -AAGSRDT, Pink Therapy, UK
Έλενα-Όλγα Χρηστίδη, MSc., Ψυχολόγος, Advanced Accreditation for working with Gender, Sexuality & Relationship Diversities -AAGSRDT, Pink Therapy, UK
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
1) Brodsky, S. L. (2003). The expert expert witness: More maxims and guidelines for testifying in Court. Washington, DC: American Psychological Association
2) Dror, I. E., Kassin, S. M., & Kukucha, J. (2013): New Application of Psychology to Law: Improving forensic evidence and expert witness contributions. Journal of Applied Research in Memory and Cognition, 2(1), 78-81.
3) Καλέμη, Γ., & Ψαρρά, Μ. Λ. (2008). Ψυχιατροδικαστική, Διατήρηση, υπέρβαση και διάσπαση ορίων στη θεραπευτική σχέση. Κεφ. 11, Αθήνα: Εκδόσεις Πασχαλίδη
4) Kink Clinical Practice Guidelines Project. (2019). Clinical Practice Guidelines for Working with People with Kink Ιnterests. Retrieved from https://www.kinkguidelines.com
5) World Health Organization. (2018). International classification of diseases for mortality and morbidity statistics (11th Revision). Retrieved from https://icd.who.int/browse11/l-m/en