Αρχικά θα πρέπει να αναφέρουμε ότι άλλος είναι ο προορισμός της Εκκλησίας και άλλος της Πολιτείας. Η Εκκλησία (η κάθε Εκκλησία), αναφέρεται μέσω των Ιερών Κανόνων της αποκλειστικά και μόνο προς το ποίμνιό της. Η Πολιτεία, από την άλλη πλευρά, οφείλει να τηρεί το Κράτος Δικαίου χωρίς διακρίσεις, ισότιμα και ισόνομα προς όλους τους πολίτες του κράτους, όπως επιτάσσει άλλωστε και το Σύνταγμά μας.
Γράφει η Άννα Απέργη*
Επιπλέον, θα πρέπει να πούμε ότι όπως ξέρουμε έπειτα και από τις δηλώσεις του ίδιου του Πρωθυπουργού, το νομοσχέδιο που θα έρθει θα αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο (λάθος κατ’ εμέ) στον πολιτικό γάμο και όχι στο γάμο γενικότερα συμπεριλαμβανόμενου και του θρησκευτικού γάμου. Επομένως συγχωρήστε με δεν μπορώ να κατανοήσω τις αντιδράσεις της Εκκλησίας.
Αλλά ακόμη και στο γάμο γενικότερα να αναφέρονταν και να συμπεριλάμβανε και τον θρησκευτικό γάμο, πάλι θα ήταν λάθος, καθώς μπορεί μεν μία πλειοψηφία στη χώρα μας να πιστεύει στην Ορθόδοξη Εκκλησία, όμως υπάρχουν και πάρα πολλοί πολίτες στη χώρα μας που πιστεύουν σε άλλα θρησκεύματα και δόγματα, καθώς επίσης και αρκετοί που δεν πιστεύουν σε κανένα θρήσκευμα.
Η ανεξιθρησκεία αναγνωρίζεται στη χώρα μας ως ανθρώπινο, ατομικό δικαίωμα του κάθε ανθρώπου, είτε να πιστεύει σε όποια θρησκεία επιθυμεί και να θρησκεύεται ελεύθερα, κατά το δόγμα του, χωρίς περιορισμούς, είτε ακόμα και να μη πιστεύει σε καμία θρησκεία. Αυτό το δικαίωμα προστατεύεται και μέσα από το Σύνταγμα της Ελλάδος (Mέρος Δεύτερο – Aτομικά και κοινωνικά δικαιώματα) όπου το Άρθρο 13 (Θρησκευτική Ελευθερία), αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη και η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός, ενώ η κάθε θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων.
Επιπλέον, στο Σύνταγμα μας δεν υπάρχει ρητός περιορισμός ούτε ως προς τις μορφές του γάμου ούτε ως προς το φύλο των μελλονύμφων σε αντίθεση με άλλες χώρες (Άρθρο 21), ενώ τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους (Άρθρο 25). Επομένως, είναι υποχρέωση του κράτους, να τα εγγυάται ισότιμα και ανεμπόδιστα για όλους τους συνανθρώπους μας.
Επίσης, να αναφέρω για άλλη μία φορά, πως, σύμφωνα με τον Αστικό μας Κώδικα, ο γάμος τελείται είτε με τη σύγχρονη δήλωση των μελλονύμφων ότι συμφωνούν σ’ αυτό, δηλαδή με πολιτικό γάμο, είτε με ιερολογία από ιερέα της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας ή από λειτουργό άλλου δόγματος ή θρησκεύματος.
Να υπενθυμίσουμε εδώ πως, υπάρχουν θρησκείες και δόγματα που επιτρέπουν και ιερολογούν γάμους ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων, όπως είναι πχ η Πρεσβυτεριανή Εκκλησία, η Επισκοπική Εκκλησία των ΗΠΑ κ.α.
Επομένως η ψήφιση μόνο του πολιτικού γάμου για τα ΛΟΑΤΚΙ+ και όχι γάμου γενικότερα, θα είναι αντισυνταγματική και αυτόματα θα αποτελεί διάκριση λόγω θρησκεύματος για τα πρόσωπα που ενδεχομένως πιστεύουν σε κάποιο δόγμα ή θρησκεία που τελεί θρησκευτικούς γάμους σε ΛΟΑΤΚΙ+.
Η σημερινή έκτακτη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου, είναι άλλη μία απόδειξη του πως η Εκκλησία εισβάλει σε θέματα που είναι αρμοδιότητα του κράτους, επιβάλλοντας την άρνηση της στο δικαίωμα του κράτους να ρυθμίσει τις σχέσεις του με τους πολίτες.
*Η Άννα Απέργη είναι πρόεδρος του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών (ΣΥΔ).